ΤΡΙΠΟΛΗ. Σε ημερίδα με θέμα «Ο Ενεργειακός Σχεδιασμός της Χώρας και η Ανταγωνιστικότητα του Λιγνίτη», που έλαβε χώρα στην Αθήνα τη Δευτέρα 11 Νοεμβρίου, παρευρέθηκε ο αντιπεριφερειάρχης Πελοποννήσου Απόστολος Ε. Παπαφωτίου εκπροσωπώντας τον Περιφερειάρχη Πέτρο Τατούλη και την Περιφέρεια Πελοποννήσου.

Ήταν μια ιδιαίτερα επιτυχής εκδήλωση, η οποία συνδιοργανώθηκε από το Σωματείο Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας «ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ» και τη ΔΕΗ Α.Ε. στην οποία διατυπώθηκαν σημαντικές εισηγήσεις, προτάσεις και απόψεις και παρουσιάστηκαν οι τάσεις για τον ενεργειακό χάρτη της χώρας.

Παρευρέθησαν ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΠΕΚΑ) κ. Μανιάτης Γιάννης, βουλευτές, εκπρόσωποι κομμάτων, εκπρόσωποι περιφερειών, πρόεδροι και μέλη διοικήσεων της ΔΕΗ και άλλων φορέων, επιστήμονες, εξειδικευμένοι καθηγητές και πλήθος εργαζομένων.

Ο ενεργειακός σχεδιασμός και η δημιουργία ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται σήμερα στην «κορυφή της ατζέντας» των 28 χωρών μελών κάτω από την επίδραση διαφόρων πολύ σημαντικών παραγόντων, όπως είναι:

• Οι φορολογικές επιβαρύνσεις.

• Θεσμικές παρεμβάσεις.

• Οι μεταβολές στα διάφορα κόστη των ενεργειακών πρώτων υλών.

• Οι πολιτικές υποστήριξης της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα.

• Κάτω από την πίεση των ευρωπαϊκών βιομηχανιών για φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια και την υφιστάμενη ύφεση ή στασιμότητα, έχει βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα του άνθρακα ως πρώτη ύλη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο ενεργειακό περιβάλλον της Ευρώπης, αποκτά ξεχωριστή σημασία το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα λιγνιτών, τα οποία μπορούν να καλύψουν μεγάλο μέρος των ενεργειακών αναγκών της χώρας, συμμετέχοντας ως ποσοστό στο ενεργειακό ισοδύναμο.

Ο λιγνίτης αποτέλεσε και αποτελεί την κυρίαρχη εγχώρια πρωτογενή ενεργειακή πηγή. Ένα εθνικό καύσιμο, μία πηγή ενέργειας:

• Με προβλέψιμο κόστος παραγωγής.

• Με ισχυρούς πολλαπλασιαστικούς δείκτες απασχόλησης και οικονομικής μεγέθυνσης.

• Με σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις και προβλήματα.

Η συσσωρευμένη τεχνογνωσία αξιοποίησης των λιγνιτών, το μέγεθος των αποθεμάτων και η υψηλή συγκέντρωση εγκατεστημένης ισχύος, αναδεικνύουν τους εγχώριους λιγνίτες σε καθοριστικό παράγοντα σχεδιασμού και άσκησης εθνικής ενεργειακής πολιτικής.

Διατυπώθηκαν πολλές απόψεις από τους εκλεκτούς ομιλητές, με κύρια αναφορά ότι ο λιγνίτης παρέχει ενεργειακή ασφάλεια στην Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας, παράγει με ασφάλεια την πιο φθηνή κιλοβατώρα και η οικονομία επιβάλλει να χρησιμοποιούνται τέτοιου είδους καύσιμα. Ακόμα ο λιγνίτης έχει πολλαπλά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες πηγές.

«Στην πατρίδα μας η οποία διαθέτει πλούσια κοιτάσματα σε εξαιρετική ποιότητα μπορούμε να εξασφαλίσουμε την ισορροπία στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η Πελοπόννησος διαθέτει κοιτάσματα υψηλής ποιότητας λιγνίτη. Οι εγκαταστάσεις στη Μεγαλόπολη Αρκαδίας αποτελούν το δεύτερο ενεργειακό κέντρο της χώρας, οι εν λειτουργία μονάδες 3 και 4 είναι βάσης και αιχμής», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο αντιπεριφερειάρχης κ. Παπαφωτίου και προσθέτει:

«Ζητούμενο για όλους μας, είναι η ενεργειακή ασφάλεια και το φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα. Αυτό θα επιτευχθεί από ένα ενεργειακό μείγμα, το οποίο θα περιλαμβάνει τα στερεά και υγρά καύσιμα, το φυσικό αέριο, τα ορυκτά, τα υδροηλεκτρικά έργα, το βιοαέριο, τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και άλλα. Αυτά θα εξασφαλίσουν την Ενεργειακή Δημοκρατία και την Ενεργειακή μείωση της φτώχειας. Ο στόχος του 20/20/20 για τη χώρα μας θα έχει επιτευχθεί μέχρι το 2020, χρειάζεται πλέον ο σχεδιασμός για το 2030 και για το 2050.

Για την Περιφέρεια Πελοποννήσου, ο τομέας της ενέργειας και με συμμετοχή του λιγνίτη, βρίσκεται σε υψηλό βαθμό προτεραιότητας. Αποτελεί το βασικό πυλώνα της αναπτυξιακής πολιτικής της. Στηρίζει τις προοπτικές και του λιγνίτη ως εθνικά στρατηγικό καύσιμο, μέσα από μια ισχυρή ΔΕΗ, με την οποία συνεργάζεται πολύ καλά σε όλα τα προβλήματα του πεδίου της Μεγαλόπολης. Μια ΔΕΗ ανταγωνιστική και σύγχρονη, ικανή να προσφέρει, και αυτή, τα μέγιστα στην προώθηση και την ανάπτυξη της εθνικής μας οικονομίας».