Γράφει ο Ποτούλα Πασχαλίδη

Πριν από λίγες μέρες βρέθηκα στα Πετράλωνα. Τα Πετράλωνα της Αθήνας φυσικά. Αλήθεια πόσα χρόνια είχα να βρεθώ σε τούτη την περιοχή; Δεκαετίες θα έλεγα. Και όμως όπως μου φάνηκε, ήταν σαν τίποτα να μην έχει αλλάξει στη γειτονιά των ανθρώπων του μόχθου.

Στην …οικογενειακή ταβέρνα που πέρασα ένα εξαιρετικό βράδυ με καλή, νεανική παρέα, ο τύπος με την κιθάρα και την ιδιαίτερη φωνή που είχε αναλάβει την μουσική …επένδυση, μέσα στα άλλα, τιμώντας την περιοχή που μας φιλοξενούσε, μας θύμισε τον "Τσαγκάρη τον Μηνά". Εκείνο το φανταστικό τραγούδι που μας …χάρισε ο Κώστας Χατζής την δεκαετία του ’70. Και οι στίχοι του βγαλμένοι από την ψυχή της γλυκιάς Μαρίας Αλιφέρη, της δικιάς μας Μαρίας, της πατριώτισσας μας που …μας αγαπάει!

Πόσο αδιαπραγμάτευτα διαχρονικοί στίχοι! Και η Μαριώ, η Ελλάδα ολάκερη.
Ο Μηνάς ο Τσαγκάρης στα Πετράλωνα, πάλευε τη ζωή με τον τίμιο ιδρώτα του, μόνος, μουτζουρωμένος, στις πρόκες του σκυμμένος. Και τα κατάφερνε μια χαρά. Μόνο που έκανε το λάθος η καρδιά του και ερωτεύθηκε την Μαριώ. Όμως η αλανιάρα η Μαριώ ήθελε μεγαλεία. Τι μπορούσε να της προσφέρει ένα τσαγκάρης από αυτά που ονειρευότανε, από όσα της χτυπάγανε την πόρτα της υπερβολής; Χρήσιμα ή άχρηστα δεν είχε σημασία. Εκείνη είχε βάλει τον πήχη ψηλότερα από εκεί που μπορούσε να πηδήξει.
Και σαν ζήτησε το χέρι της,
Τον κοίταξε και γέλασε κι ύστερα τον μαχαίρωσε
Και τούπε πως τσαγκάρη, δεν ήθελε να πάρει.

Έτσι και με τη μάνα Ελλάδα. Κάποτε ανακάλυψε πως δεν ήταν αρκετά εκείνα που κονόμαγαν τα παιδιά της με τον ιδρώτα του προσώπου τους. Δεν την ικανοποιούσε το ταπεινό ψωμί. Σαν νέα Μαρία Αντουανέτα ζητούσε παντεσπάνι. Χωρίς να αναλογίζεται που και πώς θα βρεθούν τα λεφτά. Τα πολλά λεφτά!
Και η Μαριώ παντρεύτηκε, θαρρεί νοικοκυρεύτηκε,
Γαμπρός ο τοκογλύφος, μα ανθρωπιά ούτε ίχνος!
Στα μεταξένια φτιάχτηκε, μα διόλου δεν στοχάστηκε,
Πως ήταν υφασμένα, με δάκρυ και με αίμα!

Με τον παράταιρο γάμο, αυξήθηκαν τα …μισθά, διορίστηκαν χρήσιμοι και άχρηστοι αλλά και περιττοί παντού, το χρήμα να ρέει άφθονο, ανεξέλεγκτο και με απίστευτη ευκολία και όλοι να βρίσκονται μέσα στην καλή χαρά. Και κανένας ρε φίλε να μην αναρωτιέται από πού ξεφυτρώνει τόσο χρήμα. Αλλά γιατί να νοιαστούν; Καλά τρώγανε καλά πίνανε καλά ξεφαντώνανε καλά περνάγανε, δεν είχαν λόγους. Τη λέξη …δανεικά δεν την γνώριζαν ή και αν την γνώριζαν την βάζανε στην πάντα. Γιατί άλλωστε; Στο κομματικό γραφείο που ζήτησαν το ρουσφετάκι τους δεν συζητούσαν τέτοια …ξεδιάντροπα.

Και οι διακοπές, από εκεί που πήγαιναν στο βουνό στον καθαρό αέρα και στο πράσινο για το καλοκαίρι, από το πουθενά ανακάλυψαν τις Μαλβίδες, την Καραϊβική την Μπανγκόγκ και πλείστα άλλα μέρη που δεν νόγαγαν να τα εντοπίσουν στον χάρτη. Τον χειμώνα το σκι έγινε δεύτερη φύση για πολλούς και από το μαντρί ή απόσταση για το …σαλέ μηδενίστηκε.

Τα παλληκάρια και οι κοπελιές σε εκείνο το υπέροχο κτήριο στην Πλατεία Συντάγματος και όχι μόνο, που ανέλαβαν τις τύχες του λαού στα χέρια τους από χίλια μύρια πόστα, χρειαζούμενα αλλά και δυσνόητα, διέγραψαν από τον σκληρό δίσκο του …όποιου μυαλού τους, τη λέξη λειτούργημα και την αντικατέστησαν με λέξεις περισσότερο εύηχες όπως μίζα, προμήθεια, ρεμούλα. Και καλοπέραση. Μεγάλη καλοπέραση!

Τα δάνεια από τους διεθνείς τοκογλύφους να ρέουν άφθονα, το κράτος να κάνει εισαγωγές κατά κόρον και οι πολίτες μονάχα να αγοράζουν. Ξέχασαν να κατασκευάζουν, να παράγουν, να δημιουργούν. Όλα καλά- όλα ανθηρά που έλεγε και ο Βουτσάς στον παλιό καλό κινηματογράφο. Μα υπήρχε μπόλικο χρήμα και κάτι έπρεπε να το κάνουν.
Και ήρθε η στιγμή που κατεφθασε ο λογαριασμός, το ραβασάκι Ελληνιστί, για απολαβές που νόμιζαν πως ήταν χαρισμένες. Μόνο που ήταν δανεικά και έπρεπε να επιστραφούν στους τοκογλύφους. Στους τοκογλύφους που δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Σου βάζουν τη θηλιά στο λαιμό και άντε να τα βγάλεις πέρα.

Και σαν από το βάθος της σπηλιάς της ζήσης ακούγεται ο αντίλαλος της φωνής του τσαγκάρη του Μηνά, γροθιά στο στομάχι της παράλογης, ανεύθυνης, απαιτητικής Μαριώς..
Στα μεταξένια φτιάχτηκες, μα διόλου δεν στοχάστηκες
Πως ήταν υφασμένα με δάκρυ και με αίμα
Θα σου φορούσα δίμιτο, μα θάτανε ατίμητο
Φτιαγμένο από τις πρόκες μου τους τίμιους ιδρώτες μου.


Προφητικό τραγούδι. Πέρασαν 40 και πλέον χρόνια από τότε που η Μαρία έπλασε την …Μαριώ και είναι σαν να μην πέρασε λεπτό!

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr