Γράφει η Ποτούλα Πασχαλίδη

Δύσκολα περνάμε τα τελευταία χρόνια. Ανεργία, ανέχεια, δυσκολία στο να είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας, ανασφάλεια για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας. Η κάθε μέρα διαφορετική από την άλλη. Ούτε ξέρουμε τι μας περιμένει στο διάβα μας. Δεν είμαστε σίγουροι για τίποτα. Ούτε που μπορούμε να μαντέψουμε τι μπορεί να μας …ξημερώσει η επόμενη μέρα.

Μια, μονάχα μία, είναι η σταθερή αξία την «σήμερον ημέρα», διαχρονική και αναντικατάστατη. Τα «δικά μας τα παιδιά». Ναι, καλά διαβάζετε! Τα «δικά μας τα παιδιά». Κατι σαν τα ήθη και τα έθιμα του τόπου μας.
Δεκαετία του 70΄ Γαλάζια εποχή.

Ο Λάκης (ας τον πούμε έτσι), ήταν αυτό που λέμε, παντελώς άχρηστος. Να σαν εκείνον που έγραφε δεκαετίες αργότερα το χαρτί που διέρρευσε από το γραφείο του …αλήστου μνήμης Σουφλιά. Εκεί γύρω στα 15 με χίλια ζόρια τέλειωσε το Δημοτικό σχολείο. Για Γυμνάσιο ούτε να γίνεται λόγος. Πώς να περάσει τις εξετάσεις που τότε ξεσκαρτάριζαν τους μαθητές που δεν είχαν τα προσόντα να προχωρήσουν στα …γράμματα.

Ο άμοιρος ο πατέρας του, από τους καλύτερους τεχνίτες της πόλης, δεν ήξερε τι να κάνει με τον άχρηστο. Με τις γνωριμίες του που δεν ήταν και λίγες, τον έβαλε να δουλέψει σε καφενείο, σε κουρείο, σε μπακάλικο, σε φούρνο με πλήρη αποτυχία παντού. Η απελπισία χτύπησε κόκκινο. Τον πήρε και στην οικοδομή, μαζί του, αλλά αναγκάστηκε ο ίδιος να τον απομακρύνει γιατί δεν τον άντεχε. Και έτσι ο Λάκης ξεκίνησε καριέρα στου …ξαπλόπουλου με μεγάλη επιτυχία μέχρι που ήρθε η στιγμή να υπηρετήσει την μητέρα πατρίδα.

Με το που απολύθηκε από τον στρατό, ήρθε και η Μεταπολίτευση το1974. Ο πατέρας του Λάκη ανακατεύτηκε με την πολιτική. Ήρθε η ώρα να βολευτεί το παιδί του κομματάρχη, το «δικό μας το παιδί». Με ένα …πανέμορφο απολυτήριο της Τρίτης Γυμνασίου από αξιοπρεπές Ιδιωτικό Εκπαιδευτήριο των Βορίων Προαστίων της Αθήνας και ανύπαρκτα προσόντα, διορίστηκε στο Δημόσιο και μάλιστα σε ΔΕΚΟ που οι αποδοχές ήταν βαρβάτες. Το μόνο που του φάνηκε βουνό ήταν που έπρεπε να ξυπνάει νωρίς το πρωί. Κατά τα άλλα, στην υπηρεσία του έκανε το μοναδικό που μπορούσε να κάνει με επιτυχία . Να διαβάζει Αθλητική εφημερίδα και να μιλάει για ποδόσφαιρο.
Αν δεν ήταν «δικό μας παιδί» θ διάβαζε ες αεί την εφημερίδα στο σπίτι του.

Δεκαετία του 80΄ Πράσινη εποχή.
Ο Παύλος (ας τον πούμε έτσι), αναγκάστηκε για οικογενειακούς και συνάμα οικονομικούς λόγους να σταματήσει το σχολείο, που το αγαπούσε, και να πιάσει δουλειά στην οικοδομή. Τέλειωσε μονάχα το Γυμνάσιο.
Λίγο πριν να πάει στο στρατό είχε ένα φοβερό ατύχημα στην οικοδομή. Κάμποσοι μήνες στα Νοσοκομεία, εγχειρήσεις, φυσιοθεραπείες και το αποτέλεσμα μόνιμη αναπηρία στο πόδι. Για οικοδομή ούτε λόγος πια. Έπρεπε να βρεθεί μια δουλειά που να μην απαιτεί σωματική ταλαιπωρία. Από μηχανής θεός ο θείος, ενεργό μέλος του …κόμματος. Ο Γκρούεζας της εποχής. Με γνωριμίες γερές στον κομματικό μηχανισμό, κατάφερε να τον διορίσει σαν «δικό μας παιδί» στην ίδια ΔΕΚΟ με τον Λάκη. Σε ευνομούμενο κράτος και με ίσες ευκαιρίες, ο Παύλος ουδόλως θα χρειαζόταν το …μέσον.

Και ενώ ο Λάκης συνέχισε να μελετά την εφημερίδα του και να πληρώνεται πλουσιοπάροχα, ο Παύλος, περιφέροντας το λαβωμένο ποδάρι του, δεν στεκότανε στιγμή. Δουλευταράς και φιλότιμος. Και μετά από λίγο καιρό γράφτηκε στο Νυχτερινό Λύκειο, πήγε και σε σχολή να μάθει Αγγλικά. Μερικά χρόνια αργότερα με το απολυτήριο του Λυκείου στο χέρι και Lower στα Αγγλικά, έκανε μετάταξη και από κλητήρας βρέθηκε σε καλύτερη θέση.

Αν δεν είχε χρησθεί «δικό μας παιδί» δεν θα είχε διαπρέψει στη ΔΕΚΟ και ας άξιζε και με το παραπάνω.
Αυτά συνέβαιναν πάρα πολλά χρόνια και κανένας δεν αντιδρούσε. Και τα χρώματα των εποχών εναλλάσσονταν. Πότε πράσινο, πότε γαλάζιο και πάλι πράσινο και πάλι γαλάζιο και δεν συμμαζεύεται. Τα «δικά μας παιδιά» πάντα και σε κάθε χρώμα, σταθερή αξία. Και η διαδρομή πάντα η ίδια. Προσόντα τις περισσότερες φορές ανύπαρκτα, κομματάρχης, κομματικό γραφείο και ο διορισμός έτοιμος. Τα κουκιά μετράνε πάντα.

Όταν λοιπόν η κρίση άρχισε να βαθαίνει και η κατάσταση το απαίτησε άρχισαν τα ψαξίματα και με βαριά καρδιά άρχισαν να γίνονται κάποιες απολύσεις. Μην βλέπετε που ρήμαξε ο ιδιωτικός τομέας που τροφοδοτούσε με χρήμα το Δημόσιο. Ο πόνος ο μεγάλος ήταν μη και μικρύνει το πελατειακό κράτος.
Σαν έγιναν κάποιες απολύσεις με κριτήρια όλοι (σχεδόν) πιστέψαμε πως από δω και πέρα, επι τέλους, δεν θα γίνονται χαριστικές προσλήψεις και από το παράθυρο. Θα προσλαμβάνονται μονάχα οι άξιοι, οι ικανοί και χρειαζούμενοι.

Ελα που όμως στη γωνιά καραδοκούσαν και καραδοκούν τα ροζ «δικά μας παιδιά» που τόσο καιρό περίμεναν υπομονετικά. Και έσκασαν μύτη, σαν τα σαλιγκάρια μετά τη βροχή και απαιτούν το μερτικό τους στο διορισμό στο πολυπόθητο Δημόσιο. Η ολοκαίνουργια ροζ κυβέρνηση δεν δείχνει διατεθειμένη να τους κακοκαρδίσει.
Τελικά , εμείς οι Έλληνες έχουμε την καταδική μας μοναδικότητα. Είμαστε λαός ευλαβώς προσηλωμένος στα ήθη και στα έθιμα του τόπου. Δεν μπορεί κανείς, μα κανείς να μας κατηγορήσει πως δεν είμαστε πιστοί στις παραδόσεις.
Γιαυτό αγωνιζόμαστε να μην αποτύχει το έθιμο που ακούει στο όνομα «τα δικά μας τα παιδιά». Με επιτυχία, από ότι δείχνουν τα πράγματα.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr