Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης*

Αρμόδιος για τον προσδιορισμό της εμπορικής αξίας του ακινήτου που κατάσχεται είναι ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος, για το σκοπό αυτό, υποχρεούται να προσλάβει, κατά την κρίση του, πιστοποιημένο εκτιμητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο περιλαμβάνεται στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών που τηρείται στη Διεύθυνση Οικονομικού Συντονισμού και Μακροοικονομικών Προβλέψεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και είναι δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα του ιδίου Υπουργείου.

Ο πιστοποιημένος εκτιμητής οφείλει, εντός της προθεσμίας που του τίθεται, να συντάξει εγγράφως και να παραδώσει την εκτίμησή του στον δικαστικό επιμελητή, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά ή διεθνή αναγνωρισμένα εκτιμητικά πρότυπα, δεσμευόμενος παράλληλα για την πιστή τήρηση του Κώδικα Δεοντολογίας, ο οποίος θεσπίστηκε με τη με αριθ. 19928/292/10-5-2013 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Β 1147).

Η αμοιβή για την διενέργεια της εκτιμήσεως καθορίζεται εκ των προτέρων ελεύθερα μετά από έγγραφη συμφωνία για την ανάθεση του έργου. Υπόχρεος για την καταβολή της αμοιβής είναι ο επισπεύδων την αναγκαστική εκτέλεση. Το ποσό αυτό βαρύνει, τελικώς, εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση.

Σε περίπτωση κατά την οποία επιλέγεται να ληφθεί το μέτρο της κατάσχεσης ακινήτου ή κινητού περιουσιακού στοιχείου, η Φορολογική Διοίκηση πριν από τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει να κοινοποιήσει στον οφειλέτη ατομική ειδοποίηση με την οποία του υπενθυμίζει την υποχρέωση καταβολής της οφειλής και των συσσωρευμένων τόκων υπερημερίας και προστίμων και του δίνει χρονικό περιθώριο για την ολοσχερή εξόφληση του χρέους ή την υπαγωγή του σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής.

Η κατάσχεση χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη στα χέρια τρίτων, δηλαδή η κατάσχεση μισθών, συντάξεων, ενοικίων, επιδοτήσεων, εφάπαξ βοηθημάτων, απαιτήσεων από πελάτες κ.λπ., γίνεται χωρίς καμία προειδοποίηση του οφειλέτη.

Τι μπορεί να κατασχεθεί:1) Για την είσπραξη των ληξιπροθέσμων χρεών προς το Δημόσιο που δεν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση μπορεί να ληφθούν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά την κρίση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή άλλης υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής. Τα μέτρα αυτά προβλέπονται στο άρθρο 9 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και είναι:

α) κατάσχεση κινητών περιουσιακών στοιχείων στα χέρια του οφειλέτη, δηλαδή Ι.Χ. αυτοκινήτων, δικύκλων, σκαφών αναψυχής κ.λπ.

β) κατάσχεση κινητών περιουσιακών στοιχείων και χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη που βρίσκονται στα χέρια τρίτων, δηλαδή μισθών, συντάξεων, ενοικίων, επιδοτήσεων, εφάπαξ βοηθημάτων, απαιτήσεων από πελάτες κ.λπ.,

γ) κατάσχεση ακινήτων περιουσιακών στοιχείων.

Για κάθε οφειλέτη του Δημοσίου ισχύει ακατάσχετο όριο 1.500 ευρώ όσον αφορά στα ποσά των καταθέσεών του σε έναν λογαριασμό που έχει ανοίξει σε ένα μόνο τραπεζικό ίδρυμα. Ωστόσο, για να ισχύσει το ακατάσχετο αυτό όριο, ο οφειλέτης θα πρέπει να γνωστοποιήσει στο υπουργείο Οικονομικών τον συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό του, υποβάλλοντας ηλεκτρονικά σχετική δήλωση στο σύστημα ΤAXISNET. Εφόσον ο οφειλέτης έχει τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο πιστώνονται κάθε μήνα ποσά μισθών ή συντάξεων ή άλλων ασφαλιστικών βοηθημάτων οφείλει να γνωστοποιήσει αυτό το λογαριασμό στο υπουργείο Οικονομικών, ώστε να μην κατάσχονται από αυτόν υπόλοιπα χαμηλότερα των 1.500 ευρώ.

Το ακατάσχετο όριο μηνιαίου μισθού, μηνιαίας σύνταξης ή οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος ανέρχεται στο ποσό των 1.500 ευρώ. Δηλαδή, η Φορολογική Διοίκηση δεν μπορεί να ζητήσει κατάσχεση μισθού, σύνταξης ή οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου, εφόσον το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ το μήνα. Σε περίπτωση μηνιαίου μισθού ή μηνιαίας σύνταξης ή άλλου μηνιαίου ασφαλιστικού βοηθήματος που υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ, επιτρέπεται η κατάσχεση του ¼ του συγκεκριμένου ποσού, όμως το εναπομένον μετά την κατάσχεση ποσό δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερο των 1.500 ευρώ. Αν δηλαδή κάποιος οφειλέτης του Δημοσίου εισπράττει μισθό 1.600 ευρώ το μήνα, η Εφορία δεν μπορεί να του κατάσχει κάθε μήνα το ¼ του ποσού των 1.600 ευρώ, δηλαδή 400 ευρώ, αλλά μόνο 100 ευρώ, καθώς το ποσό που πρέπει να απομένει κάθε μήνα στον οφειλέτη μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 1.500 ευρώ.

Δεν επιτρέπεται η κατάσχεση ακινήτων και κινητών περιουσιακών στοιχείων οφειλετών του Δημοσίου, στις περιπτώσεις που τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους προς το Δημόσιο δεν υπερβαίνουν τα 500 ευρώ. Στο όριο των 500 ευρώ δεν περιλαμβάνονται οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής ή και τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής.

Για όσους οφείλουν μέχρι 500 ευρώ, το μόνο μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης που μπορεί να ληφθεί είναι η κατάσχεση οικονομικών απαιτήσεων στα χέρια τρίτων (καταθέσεων, μισθών, συντάξεων, ενοικίων, επιδοτήσεων, αποζημιώσεων και λοιπών εσόδων ή εισοδημάτων).

Επιτρέπονται οι κατασχέσεις ποσών από καταθέσεις με τη διαδικασία της ηλεκτρονικής αποστολής των κατασχετηρίων προς τις τράπεζες, ακόμη και για ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο από 0,01 έως και 50 ευρώ. Αντιθέτως δεν επιτρέπονται κατασχέσεις καταθέσεων με έντυπα κατασχετήρια ούτε κατασχέσεις οποιωνδήποτε άλλων οικονομικών απαιτήσεων στα χέρια τρίτων σε περιπτώσεις οφειλετών που χρωστούν μέχρι 50 ευρώ.

Η άρση κατάσχεσης και η εξάλειψη υποθήκης επί ακινήτου για χρέη προς το Δημόσιο είναι δυνατή μετά την εξόφληση ή τη διαγραφή του χρέους για το οποίο επιβλήθηκε το μέτρο ή μετά την έκδοση απόφασης από το αρμόδιο όργανο με συγκεκριμένους κατά περίπτωση, όρους αποδέσμευσης.


Για οποιοδήποτε ποσό ληξιπρόθεσμης οφειλής προς το Δημόσιο η εφορία έχει το δικαίωμα να κατάσχει τα ακόλουθα ποσά που τυχόν δικαιούται να εισπράξει ο οφειλέτης:

• Από ποσά μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων άνω των 1.000 και έως 1.500 ευρώ το μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου ποσοστού 50% επί του τμήματος πάνω από τα 1.000 και μέχρι τα 1.500 ευρώ, ενώ για ποσά άνω των 1.500 ευρώ το μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση του συνόλου του υπερβάλλοντος των 1.500 ευρώ.

• Το 1/2 οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος καταβάλλεται περιοδικά στον οφειλέτη, εφόσον αυτό υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση το ποσό που απομένει μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 1.000 ευρώ.

• Το 1/5 των καταβαλλόμενων ημερομισθίων.

• Το ½ του εφάπαξ που καταβάλλεται από οποιοδήποτε ασφαλιστικό ταμείο, λόγω εξόδου από την υπηρεσία ή το επάγγελμα.

• Έως και το 100% των ενοικίων των οποίων επίκειται η είσπραξη, εφόσον ο οφειλέτης δικαιούται να λαμβάνει τέτοια εισοδήματα.

• Έως και το 100% των πάσης φύσεως αποζημιώσεων (π.χ. για ζημιά που υπέστη κάποιο ασφαλισμένο περιουσιακό στοιχείο του κ.λπ.)

• Έως και το 100% των πάσης φύσεως εισπράξεων από πωλήσεις προϊόντων ή οποιονδήποτε άλλων πραγμάτων (π.χ. ακινήτων, ΙΧ αυτοκινήτων, σκαφών κ.λπ.).

Οι κατασχέσεις των παραπάνω ποσών επιτρέπεται να γίνονται πριν την καταβολή τους στους δικαιούχους-οφειλέτες του Δημοσίου, δηλαδή ενώ τα ποσά αυτά βρίσκονται ακόμη στα χέρια εκείνων που πρόκειται να τα καταβάλουν (στα χέρια τρίτων, δηλαδή στα χέρια των εργοδοτών αν πρόκειται για μισθούς ή των ασφαλιστικών ταμείων αν πρόκειται για συντάξεις ή άλλες παροχές ή στα χέρια των ενοικιαστών αν πρόκειται για ενοίκια ή στα χέρια των αγοραστών αν πρόκειται για ποσά από πωλήσεις κ.λπ.).

*Δικηγόρος Αθηνών

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr