Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης*

Αρκετά δισ. ευρώ έχει πληρώσει ο ελληνικός λαός τα τελευταία χρόνια, για τις ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών που εδρεύουν στην ελληνική επικράτεια. Οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα του ελληνικού Δημοσίου για να μην χρεοκοπήσουν, δηλαδή με χρήματα των ελλήνων φορολογουμένων. Όταν ανακεφαλαιοποιείται μία τράπεζα με χρήματα του δημοσίου, καθίσταται κρατική και το κράτος οφείλει να επιβάλει την διαγραφή μέρους κόκκινων δανείων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών.

Ενδεικτικά ζητήματα ευθύνης μίας τράπεζας δημιουργούνται αν α) δεν επιμελείται της συμπληρώσεως σχετικού ερωτηματολογίου πριν την παροχή της επενδυτικής συμβουλής, β) δεν ενημερώνει εγγράφως τον επενδυτή για την περίπτωση επακολούθησης συγκεκριμένων επενδυτικών επιλογών του, γ) δεν διαθέτει την κατάλληλη υποστήριξη των εξειδικευμένων συμβούλων της τεχνική ανάλυση της μελλοντικής κινήσεως των κινητών αξιών που περιλαμβάνει στο προτεινόμενο επενδυτικό πρόγραμμα, δ) δεν ενημερώνει με απολύτως σαφή τρόπο τον επενδυτή ως προς τις αποδόσεις των προτεινομένων για επένδυση τίτλων (άρθρο 6 ΚΔΕΠΕΥ). Η παράβαση των προβλεπομένων στις διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού Δεοντολογίας ΕΠΕΥ συνιστά παρανομία υπό την έννοια της διατάξεως του άρθρου 914 του ΑΚ. Εφόσον, λοιπόν, η εν λόγω παρανομία, διαπραχθείσα με υπαιτιότητα, επιφέρει αιτιωδώς ζημία στον επενδυτή, υποχρεώνει την παρανομούσα τράπεζα σε αποζημίωση εξ αδικοπραξίας. Είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν και διατάξεις του νόμου περί προστασίας του καταναλωτή (ν. 2251/1994) και πιο συγκεκριμένα το άρθρο 8. Γενικώς το κατά πόσο αθετήθηκαν υποχρεώσεις σχετίζεται και άμεσα με τις ειδικότερες πτυχές της σχέσης επενδυτή και μέλους, τη στάση του επενδυτή, τις γενικότερες γνώσεις του, την συμμετοχή του στις αποφάσεις και γενικότερα τη στάση του.

Εξωδικαστική ρύθμιση δανείου: Η βασική λογική των ρυθμίσεων είναι ότι γίνονται με τους "συνεργάσιμους" δανειολήπτες, δηλαδή εκείνους που δίνουν στην τράπεζα όλες τις πληροφορίες για τα εισοδήματα και τα περιουσιακά τους στοιχεία. Σημειώνεται επίσης ότι ακόμα και εάν γίνει ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων (πλειστηριασμός) και το τίμημα δεν καλύψει το σύνολο της οφειλής, ο δανειολήπτης συνεχίζει να χρωστάει. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις πολύ χαμηλές τιμές των ακινήτων αυτήν την περίοδο, αποτελεί ένα μοχλό πίεσης για να οδηγούνται οι δανειολήπτες στις νέες "λύσεις" που προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος, οι οποίες προβλέπουν ότι η τράπεζα θα μπορεί να διαγράφει το υπόλοιπο της οφειλής, εφόσον ο δανειολήπτης παραχωρήσει την κυριότητα (δείτε αναλυτικά παρακάτω).
Με βάση το νέο σύστημα, θα υπολογίζονται οι δυνατότητες αποπληρωμής του δανειολήπτη, με βάση τα οικονομικά του δεδομένα, αλλά και τις ελάχιστες δαπάνες διαβίωσης που θα προσδιορίζονται με νόμο.
Στη συνέχεια, θα προτείνονται στο δανειολήπτη ρυθμίσεις σε βραχυπρόθεσμη, μακροπρόθεσμη ή οριστική βάση.
Οι κανόνες αυτοί αφορούν την εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης και είναι ανεξάρτητοι από τη νομική προστασία που υπάρχει για ορισμένες κατηγορίες δανειοληπτών και την προσφυγή στο νόμο "Κατσέλη" για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.

Βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις:
Πρόκειται για προσωρινά μέτρα, όπως πληρωμή μόνο τόκων, μειωμένες δόσεις, περίοδος χάριτος, κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων κ.ά. (Βλέπε αναλυτικά παρακάτω)

Μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις
Πρόκειται για ρυθμίσεις που υπερβαίνουν τα πέντε χρόνια.
Προβλέπεται μείωση επιτοκίου, παράταση της διάρκειας, αλλά και νέες διαδικασίες, όπως:
το "σπάσιμο" του δανείου σε δύο μέρη: ένα βιώσιμο που θα εξυπηρετείται κανονικά και ένα "παγωμένο" που θα παραμένει άτοκο και θα επανεξετάζεται στο μέλλον, ανάλογα με τη βελτίωση των εισοδημάτων του δανειολήπτη ή την πώληση περιουσιακού στοιχείου.
Επίσης ο δανειολήπτης θα μπορεί να προσφέρει περισσότερες εξασφαλίσεις (προσημειώσεις) στο πλαίσιο εφόσον γίνεται μια συνολικότερη ρύθμιση.
Για τα επιχειρηματικά δάνεια προβλέπεται λειτουργική αναδιάρθρωση αλλά και συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο.

Οριστική διευθέτηση των δανείων
Πρόκειται για λύσεις που θα διευθετούν οριστικά το ζήτημα και η τράπεζα θα παύει τις απαιτήσεις της, κατά κύριο λόγο αποκτώντας την κυριότητα ή τη χρήση του ακινήτου.
Σημειωτέον ότι σε περίπτωση που γίνει πλειστηριασμός του ακινήτου και το τίμημα δεν καλύψει την οφειλή, η τράπεζα συνεχίζει να απαιτεί το ποσό και μάλιστα εντόκως.
Επομένως, με τις νέες διαδικασίες που προβλέπονται, η τράπεζα θα προτείνει στον δανειολήπτη να παίρνει εκείνη το ακίνητο και να "κλείνει" το ζήτημα εκεί χωρίς περαιτέρω απαιτήσεις.

Παράδοση κυριότητα και ενοίκιο
Οι μέθοδοι οριστικής διευθέτησης είναι:
- Ο δανειολήπτης παραδίδει εθελοντικά το ακίνητο "στο πλαίσιο ευρύτερης ρύθμισης", όπως αναφέρεται, εννοώντας προφανώς ότι η τράπεζα δεν θα εγείρει άλλες απαιτήσεις.
- Το δάνειο μετατρέπεται σε χρηματοδοτική μίσθωση, δηλαδή ο ιδιοκτήτης μεταβιβάζει την κυριότητα και το μισθώνει με χρηματοδοτική μίσθωσης (leasing) συνήθως για πέντε χρόνια.
- Πώληση και ενοικίαση. Ο ιδιοκτήτης πουλάει το ακίνητο είτε στην τράπεζα είτε αλλού και αποπληρώνει μέρος ή το σύνολο του δανείου. Ο ιδιοκτήτης θα αποκτήσει το δικαίωμα να παραμείνει στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη περίοδο με ενοίκιο (συνήθως για ελάχιστη περίοδο τριών ετών).
- Μεταβίβαση δανείου σε άλλο ίδρυμα.

Το κούρεμα
Στις διευθετήσεις περιλαμβάνεται και η "αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο μικρότερου υπολοίπου" διατύπωση που παραπέμπει προφανώς σε ένα είδος κουρέματος, υπό προϋποθέσεις βέβαια που δεν διευκρινίζονται.

Αναλυτικά οι τύποι ρυθμίσεων που προβλέπει ο νέος κώδικας της Τράπεζας της Ελλάδος είναι:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2
Τύποι λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης

Σκοπός του παρόντος Παραρτήματος δεν είναι η εξαντλητική παράθεση όλων των
δυνατών ή επιτρεπτών λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης, αλλά η
απαρίθμηση και κατηγοριοποίηση ορισμένων από αυτές που τυγχάνουν εφαρμογής
σε διεθνές επίπεδο, ώστε να διευκολύνεται η παρακολούθηση της
αποτελεσματικότητας της εφαρμογής των διατάξεων του Κώδικα.

Τμήμα Ι:- Βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης.

(α) Τόκοι μόνο κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου.
(β) Μειωμένες τοκοχρεωλυτικές δόσεις κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης
περιόδου.
(γ) Περίοδος χάριτος.
(δ) Αναβολή Πληρωμής Δόσης/Δόσεων.
(ε) Τακτοποίηση Καθυστερούμενου Υπολοίπου.
(στ) Κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.

Τμήμα ΙΙ - Μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης

Ως μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης κατατάσσονται τύποι λύσεων ρύθμισης, η διάρκεια της
χρονικής περιόδου μεταβολής του σχεδίου αποπληρωμής των οποίων ισούται με ή
υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
(α) Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου.
(β) Αλλαγή Τύπου Επιτοκίου (π.χ. από κυμαινόμενο σε σταθερό).
(γ) Παράταση της διάρκειας.
(δ) Διαχωρισμός ενυπόθηκου δανείου σε:
i. ένα βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση, το οποίο ο δανειολήπτης
αποπληρώνει, με βάση την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής,
και
ii. υπόλοιπο του δανείου, στο οποίο δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη
ημερομηνία αποπληρωμής. Κατά την μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία ή πριν
από αυτήν, διενεργείται επαναξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής. η
οποία προσδιορίζεται είτε από την εκτιμώμενη βελτίωση της δυνατότητας
αποπληρωμής του δανειολήπτη είτε από τα εκτιμώμενα έσοδα
ρευστοποίησης εμπράγματης εξασφάλισης ή άλλου περιουσιακού στοιχείου
με συντηρητικές παραδοχές.
(ε) Πρόσθετη εξασφάλιση από τον δανειολήπτη, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης λύσης
ρύθμισης.
(στ) Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης.
(ζ) Συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο.

Τμήμα IΙΙ - Λύσεις Οριστικής Διευθέτησης

Ως λύση οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της
συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής,
αποσκοπώντας στην οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του
δανειολήπτη και, η οποία μπορεί να διενεργείται μέσω μίας ή περισσοτέρων από τις
παρακάτω ενδεικτικά αναφερόμενες λύσεις, που προσφέρονται στο πλαίσιο των
διεθνών πρακτικών. Η υιοθέτηση εκάστης εξ αυτών εξετάζεται, όμως, κάθε φορά σε
σχέση με τις προβλέψεις του ελληνικού δικαίου:

(α) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου στο πλαίσιο ευρύτερης
ρύθμισης.
(β) Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση, με την οποία ο δανειολήπτης
μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στο ίδρυμα και υπογράφει μια σύμβαση
χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια (συνήθως πέντε (5) έτη). Ο
δανειολήπτης αποκτά τα προβλεπόμενα από το ισχύον δίκαιο περί συμβάσεων
χρηματοδοτικής μίσθωσης δικαιώματα.
(γ) Πώληση και ενοικίαση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα
του ακινήτου είτε στο ίδρυμα είτε σε τρίτο (άλλο ίδρυμα, άλλο αγοραστή, κρατική
εταιρία διαχείρισης ακινήτων κλπ) αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.
Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο
ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος (συνήθως για μια
ελάχιστη περίοδο τριών (3) ετών).
(δ) Μεταβίβαση του δανείου σε άλλο ίδρυμα.
(ε) Αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο μικρότερου υπολοίπου..
(στ) Διαχείριση σε εκκαθάριση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας.
(ζ) Ρευστοποίηση Εξασφαλίσεων για την ικανοποίηση της απαίτησης του
ιδρύματος.
(η) Δικαστικές/Νομικές Ενέργειες πέραν της ρευστοποίησης εξασφαλίσεων.

- Ποιοι μπορούν να υποβάλλουν αίτηση

Μόνο τα φυσικά πρόσωπα, δηλαδή μισθωτοί, συνταξιούχοι, άνεργοι, πρώην έμποροι και επαγγελματίες, εφόσον η διακοπή δραστηριότητας προηγήθηκε της παύσης πληρωμών.

- Ποιες οφειλές υπάγονται στη ρύθμιση

Το σύνολο των οφειλών, δηλαδή όχι μεμονωμένα μόνον οι τραπεζικές οφειλές, συμπεριλαμβανομένων των χρεών προς το δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και ΟΤΑ, εκτός αυτών που συνιστούν και ποινικό αδίκημα (ΦΠΑ, πρόστιμα κλπ). Δεν εντάσσονται οφειλές που αναλήφθηκαν το τελευταίο έτος από την υποβολή της αίτησης ή που προέκυψαν λόγω δόλου ή βαριάς αμέλειας.

- Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για τη διάσωση της κύριας κατοικίας

α)Το προ φόρων εισόδημα να μην υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, προσαυξημένες κατά 70%. Τα όρια είναι τα εξής: άγαμος 13.906 ευρώ, έγγαμος 23.659 ευρώ, έγγαμος με ένα τέκνο 29.373 ευρώ, έγγαμος με δύο τέκνα 35.086 ευρώ.

β) Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας να μην υπερβαίνει για τον άγαμο τα 180.000 ευρώ, για τον έγγαμο τα 220.000 ευρώ , για τον έγγαμο με ένα τέκνο τα 240.000 ευρώ και για τον έγγαμο με δύο τέκνα τα 260.000 ευρώ.

γ) ο οφειλέτης να είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης κατά τον κώδικα δεοντολογίας τραπεζών και να βρίσκεται σε γενική αδυναμία εξυπηρέτησης όλων των οφειλών του σε τράπεζες, δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία.

- Ποιες θεωρούνται ευπαθείς ομάδες και με ποιον τρόπο στηρίζονται

Για να ανήκει κάποιος στην κατηγορία των ευπαθών νοικοκυριών θα πρέπει να πληροί εκτός των παραπάνω, συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια:

Προ φόρων εισόδημα: Άγαμος 8.180 ευρώ, έγγαμος 13.917 ευρώ, έγγαμος με ένα τέκνο 17.278 ευρώ, έγγαμος με δύο τέκνα 20.639 ευρώ.

Αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης: Να μην υπερβαίνει για τον άγαμο τα 120.000 ευρώ, τον έγγαμο τα 160.000 ευρώ, τον έγγαμο με ένα τέκνο τα 180.000 ευρώ και τον έγγαμο με δύο τέκνα τις 200.000 ευρώ.

Όσοι ανήκουν σε αυτή την κατηγορία θα επιδοτούνται οι για τρία χρόνια από το δημόσιο για το μέρος της δόσης που δεν μπορούν να καταβάλλουν.

- Με ποιον τρόπο θα ρυθμίζονται οι οφειλές όσων εντάσσονται στο νόμο
Η ρύθμιση περιλαμβάνει δύο στάδια:

Tην πρώτη τριετία, κατά τη διάρκεια της οποίας ο δανειολήπτης καταβάλλει στην τράπεζα ό,τι περισσεύει από το εισόδημα του αφαιρουμένων των ευλόγων δαπανών διαβίωσης.

Μετά την πρώτη τριετία, έτσι όπως έχει διατυπωθεί η διάταξη του νόμου, ο δανειολήπτης αναλαμβάνει να αποπληρώσει τουλάχιστον την εμπορική αξία του ακινήτου στην τράπεζα , σε βάθος 20ετίας και με ετήσιο κόστος ίσο με το μέσο επιτόκιο ενήμερης οφειλής από στεγαστικό δάνειο (σήμερα 2% περίπου). Εάν δεν είναι δυνατή η καταβολή της ελάχιστης αυτής δόσης, η τράπεζα έχει το δικαίωμα κατάσχεσης του ακινήτου.

- Υπάρχει κάποιο ελάχιστο επίπεδο δόσης

Εάν οι οικονομικές δυνατότητες του οφειλέτη το επιτρέπουν , θα καταβληθεί και μεγαλύτερο ποσό από την εμπορική αξία. Σε κάθε περίπτωση, ο δανειολήπτης υποχρεούται στην καταβολή ελάχιστης συνεισφοράς, η οποία ανέρχεται σε 5% επί του εισοδήματος του εάν αυτό είναι μικρότερο ή ίσο των 8.000 ευρώ. Αν υπερβαίνει τα 8.000 ευρώ, προστίθεται στην παραπάνω δόση επιπλέον 10% επί του υπερβάλλοντος ποσού.

- Το κόστος της προστασίας

Τουλάχιστον 1.500-2.000 ευρώ ανά προσφεύγοντα και, εφόσον υπάρχουν εγγυητές, το ποσό μπορεί να διπλασιάζεται ή και να τριπλασιάζεται.
Τι άλλαξε:
Χρέη σε εφορίες και σε ΟΤΑ θα μπορούν πλέον να εντάσσονται στο «νόμο Κατσέλη», ενώ προβλέπεται ακόμα διαγραφή χρεών. Στις διατάξεις του «νόμου Κατσέλη» θα μπορούν πλέον να υπάγονται οι οφειλές προς το Δημόσιο, και ειδικότερα στην εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Στις ρυθμίσεις του νόμου υπάγονται όλα τα φυσικά πρόσωπα που δε διαθέτουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή, μισθωτοί, άνεργοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, και πρώην έμποροι που, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής έχουν χάσει την πτωχευτική ικανότητα και δεν τελούν υπό πτώχευση. Τα παραπάνω πρόσωπα πρέπει να τελούν σε γενική και μόνιμη αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους.
Διευκρινίζεται επίσης ότι στις ρυθμίσεις δύνανται να υπαχθούν ληξιπρόθεσμες οφειλές, ενώ αποκλείονται περιπτώσεις δόλιας χρεωκοπίας.

Σε περίπτωση προηγούμενης υπαγωγής των οφειλών προς το Δημόσιο σε άλλο ρυθμιστικό πλαίσιο, ο οφειλέτης επιλέγει εάν επιθυμεί να το διατηρήσει ή να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλου θεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών. Εξαιρούνται της ρύθμισης, οφειλές αιτία των οποίων είναι τυχόν αδίκημα οφειλόμενο σε δόλο, βαριά αμέλεια (αδικοπραξία) ή σε χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η ρύθμιση οφειλών που προέρχονται από μη απόδοση Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) καθώς η μη απόδοσή τους αποτελεί αδίκημα.
Με την αίτηση κατατίθενται:
α. σχέδιο για τη διευθέτηση οφειλών ή,
β. εφόσον ο οφειλέτης πληροί τις προϋποθέσεις της εισαγόμενης παρ. 5α του ν. 3869/2010, αίτημα διαγραφής οφειλών.

Η αίτηση συνοδεύεται και από υπεύθυνη δήλωση αναφορικά με την ορθότητα του περιεχομένου της αίτησης και την ορθότητα των δικαιολογητικών.
Παράλληλα περιγράφεται η διοικητική διαδικασία παραλαβής, ελέγχου και εν γένει διαχείρισης των αιτήσεων και των απαιτουμένων δικαιολογητικών από τις Γραμματείες των ειρηνοδικείων. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται έλλειψη δικαιολογητικών, με ευθύνη της Γραμματείας καλείται ο οφειλέτης να τα προσκομίσει, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της αίτησης, ενώ σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας, η αίτηση τίθεται στο αρχείο και δεν προσδιορίζεται δικάσιμος.

*Δικηγόρος Αθηνών