Γράφει η Ιωάννα Σταθοπούλου*

Η Λέσχη Ανάγνωσης Σπάρτης διάβασε το μυθιστόρημα του Καζούο Ισιγκούρο “Αχνή θέα των λόφων”. Είναι το πρώτο του συγγραφέα και ο κριτικός των Sunday Times το χαρακτήρισε ως ένα “μακάβριο και αλάνθαστα δουλεμένο αίνιγμα”. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω το χαρακτηριστικό “αίνιγμα”.

Η ηρωίδα και αφηγήτρια της ιστορίας είναι μια μεσήλικη Γιαπωνέζα, η Ετσούκο, που ζει στην Αγγλία, την πατρίδα του δεύτερου συζύγου της. Ζει κάπου στην εξοχή μόνη της, όπου την επισκέπτεται η κόρη της, Νίκι, η οποία ζει στο Λονδίνο. Ανάμεσα τους όμως παρεμβάλλεται η σκιά της Κέικο, της πρωτότοκης κόρης της Ετσούκο, που είχε κρεμαστεί προ καιρού μακριά από τους δικούς της. Η Κέικο είχε έλθει στην Αγγλία με τη μητέρα της, αλλά δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στη νέα ζωή και στη νέα οικογένεια, έζησε απομονωμένη και καταθλιπτική, έφυγε από το σπίτι της και είχε αυτό το μοιραίο τέλος. Η συζήτηση ανάμεσα στην Ετσούκο και την Νίκι αναγκαστικά στρέφεται και γύρω από την αυτοκτονία της.

Προφανώς το φάντασμα της Κέικο κατατρύχει τη συνείδηση της Ετσούκο, η οποία όμως αντί ν' ανοίξει την καρδιά της και να μιλήσει για τον πόνο και τις τύψεις της στη Νίκι, επιστρέφει στο παρελθόν και αφηγείται περιστατικά από τη ζωή μιας άλλης, της φίλης της Σατσίκο. Έτσι η σκηνή της δράσης μεταφέρεται στην Ιαπωνία στα μεταπολεμικά χρόνια μετά την πυρηνική καταστροφή στο Ναγκασάκι. Με αυτόν τον τρόπο το κύριο θέμα, που λογικά περιμέναμε να είναι η οδυσσειακή ζωή της Ετσούκο και τα τραύματα από την αυτοχειρία της κόρης της, παραμερίζεται και παρακολουθούμε την ιστορία μιας άλλης γυναίκας. Πρόκειται για ένα τεράστιο φλας-μπακ, ένα μυθιστόρημα μέσα στο μυθιστόρημα.

Η Σατσίκο με την κόρη της, Μαρίκο, ζει σε άθλιες συνθήκες σε μια καλύβα δίπλα στο ποτάμι έχοντας χάσει τον σύζυγό της στον πόλεμο, όπως και την άνετη ζωή της στο Τόκιο. Ερωμένη ενός Αμερικανού στρατιώτη, του Φρανκ, θέλει να φύγει μαζί του στην Αμερική θεωρώντας ότι είναι η μόνη διέξοδος γι' αυτήν και την κόρη της. Ο Φρανκ την έχει “κοροϊδέψει” αρκετές φορές, έχει σπαταλήσει τα χρήματά της με άλλες γυναίκες, αλλά η Σατσίκο υπομένει καρτερικά και επιμένει να θεωρεί τη φυγή της ως σωτηρία. Η Μαρίκο είναι ένα παιδί κλεισμένο στον εαυτό του, που δεν πηγαίνει στο σχολείο και μένει ολομόναχο πολλές ώρες στην καλύβα. Έχει αντικοινωνική συμπεριφορά, βλέπει πρόσωπα που δεν υπάρχουν, εμφανώς με τραυματισμένη την ψυχή της από τις φρικτές εικόνες που είδε κατά τη διάρκεια του πολέμου. Είναι προσκολλημένη στα γατάκια της και φεύγει συχνά από το σπίτι της αναγκάζοντας τη μητέρα της και την Ετσούκο, που εκείνη την εποχή ήταν έγκυος στην Κέικο, να την ψάχνουν. Αρνείται πεισματικά να φύγει από την Ιαπωνία χαρακτηρίζοντας τον Φρανκ γουρούνι. Οι αντιρρήσεις της, όμως δεν κάμπτουν την μητέρα της.

Σταδιακά και καθώς αφηγείται την ιστορία της Σατσίκο αναδύονται σιγά-σιγά και τα ίχνη του γιαπωνέζικου πολιτισμού, παλιοί κώδικες συμπεριφοράς και αντιλήψεις, που οι νεότεροι Ιάπωνες και κάτω από τον αμερικάνικο τρόπο σκέψης θεωρούν ξεπερασμένες. Βλέπουμε στις καρβουνιασμένες από τη βόμβα εκτάσεις να ξεφυτρώνουν τεράστια τσιμεντένια κτίρια και την προσπάθεια των επιζώντων να συνεχίσουν τη ζωή τους, αντιπαλεύοντας τη συντριβή και τις απώλειες.

Ανάμεσα στα πρόσωπα που σκιαγραφούνται είναι και ο πρώτος σύζυγος της Ετσούκο, ο Τσίρο και ο πεθερός της, ο Ογκάτα. Ο Ογκάτα αντιπροσωπεύει την παλιά Ιαπωνία, πιστός στις παραδόσεις και στις αξίες του γιαπωνέζικου πολιτισμού. Ο Τσίρο, στέλεχος πολυεθνικής, περιγράφεται σαν άνθρωπος που αποφεύγει να δείξει τα συναισθήματά του, τυπικός στη σχέση με τη γυναίκα του και τον πατέρα του. Αντιπροσωπεύει τη νέα Ιαπωνία και είναι στοχοπροσηλωμένος στην επαγγελματική του ανέλιξη. Είναι άνθρωπος που αποφεύγει την ευθεία αντιπαράθεση ή την διεκδίκηση όσων επιθυμεί. Πιθανόν αυτή η στάση του να έχει σχέση με τη φυγή της γυναίκας του από ένα συναισθηματικά παγωμένο σπιτικό.

Τέλος στις αναμνήσεις της Ετσούκο από εκείνη την εποχή υπάρχει η σκηνή ενός κρεμασμένου παιδιού σε συνέχεια κάποιων φόνων παιδιών, που είχαν τρομοκρατήσει τις μητέρες. Στοιχεία δε μας δίνονται γι αυτά τα περιστατικά, αλλά ο συγγραφέας δημιουργεί στις μνήμες της ηρωίδας ένα δυσοίωνο τοπίο.

Με το τέλος της ανάγνωσης του μυθιστορήματος προκύπτουν τα ερωτήματα:
Τι κινητοποιεί τη μνήμη της Ετσούκο και αφηγείται την παλιά ιστορία;
Σε ποιον αφηγείται;
Τι σχέση έχει η ιστορία της Σατσίκο με την ίδια;
Η ίδια πήρε τις ίδιες αποφάσεις με τη Σατσίκο και πώς αντέδρασε η Κέικο;
Η μετοίκηση στην Αγγλία έχει σχέση με την αυτοκτονία της Κέικο;

Νομίζω ότι ο Ισιγκούρο δίνει τις απαντήσεις στον προσεκτικό αναγνώστη. Λέει κάπου η Ετσούκο: “Η μνήμη, όπως διαπιστώνω, μπορεί να είναι κάτι το αναξιόπιστο, ενίοτε είναι έντονα χρωματισμένη από τις συνθήκες υπό τις οποίες κάποιος θυμάται και αναμφίβολα το ίδιο ισχύει και για ορισμένες από τις αναμνήσεις που έχω συγκεντρώσει εδώ”. Άρα ο συγγραφέας προειδοποιεί ότι η μνήμη είναι κουρτίνα θολή, που επαναφέρει, καταργεί, διαφοροποιεί, ενσωματώνει εκδοχές. Είναι λοιπόν όλα αληθινά όσα θυμάται η Ετσούκο;

Σε άλλο σημείο η Ετσούκο αντιδρώντας στις αντιρρήσεις της Μαρίκο για την μετοίκηση στην Αμερική της μιλά σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο και τη διαβεβαιώνει ότι, αν δεν της αρέσει εκεί, θα γυρίσουν πίσω. Ποια η σχέση της Μαρίκο με την Κέικο;

Πιστεύω ότι το τοπίο ξεκαθαρίζει σιγά-σιγά. Η Ετσούκο διηγούμενη μια ξένη ιστορία – της Σατσίκο- μεταφέρει ένα μέρος του φορτίου της ψυχής της στη ζωή της άλλης;. Η Ετσούκο αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των επιλογών της, τον πόνο και τις τύψεις της και προσπαθεί να “εξηγήσει” τα πάθη της μέσω των άλλων, ξένων παθών. Δεν αποκλείεται επίσης η Σατσίκο και η Μαρίκο να είναι επινοήσεις της Ετσούκο. Πιθανόν η διανοητικά διαταραγμένη Ετσούκο να θέλησε να μεταφέρει σε άλλα πρόσωπα τα πάθη της σε μια προσπάθεια “ομοιοπαθητικής θεραπείας”.

Τελικά πολλά κομμάτια της ιστορίας μένουν σκοτεινά ή ελάχιστα επεξεργασμένα. Ο συγγραφέας καλεί τον αναγνώστη σε συνεργασία και του επιτρέπει να φωτίσει τις σκοτεινές πτυχές της ιστορίας ή να συμπληρώσει τα κενά όπως εκείνος θέλει. Τον καλεί να αποφασίσει ποια είναι η κύρια ιστορία του βιβλίου, αυτή της Ετσούκο ή εκείνη της Σατσίκο. Και να αποφασίσει επίσης ποια από τις πιο πάνω ερμηνείες για τη σχέση των δύο γυναικών επιλέγει.

Γεγονός είναι πάντως ότι ο εγκιβωτισμός της μιας ιστορίας μέσα στην άλλη χρησιμοποιείται από το συγγραφέα αντιστικτικά, η μία ιστορία φωτίζει και δίνει τα ερμηνευτικά κλειδιά για την άλλη.

Θεωρώ ότι από τα παραπάνω εξηγείται ο χαρακτηρισμός “αίνιγμα” για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, όπως και ο τίτλος του “Αχνή θέα”...

* Για τη Λέσχη Ανάγνωσης