Στο παρόν άρθρο παρουσιάζεται κατ’ αρχήν η νομοτυπική μορφή των διατάξεων των άρθρων 45 παρ. 2 ΚΠΔ και 48 παρ. 1 ΚΠΔ και αναλύεται η δικαιοπολιτική σκοπιμότητα εφαρμογής τους, με βάση την αιτιολογική έκθεση του ΚΠΔ, με αναφορά και στην υπ’ αρ. 11/23 – 08 – 2022 εγκύκλιο του Αντεισαγγελέως ΑΠ Δημητρίου Παπαγεωργίου

Γράφει ο Χρήστος Α. Πλειώτας*

ΘΕΜΑ: Ι/ Αποχή από την ποινική δίωξη πλημμελήματος που απειλείται στον νομό με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και τις δύο ποινές ή με παροχή κοινωφελούς εργασίας. (Άρθρο 45 παρ. 2, 3 ΚΠΔ)

ΙΙ/ Αποχή από την ποινική δίωξη πλημμελήματος που απειλείται στον νόμο με ποινή φυλάκισης έως τριών ετών με ή χωρίς χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας. (Άρθρο 48 παρ. 1, 7 ΚΠΔ)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ: «Στο παρόν άρθρο παρουσιάζεται κατ’ αρχήν η νομοτυπική μορφή των διατάξεων των άρθρων 45 παρ. 2 ΚΠΔ και 48 παρ. 1 ΚΠΔ και αναλύεται η δικαιοπολιτική σκοπιμότητα εφαρμογής τους, με βάση την αιτιολογική έκθεση του ΚΠΔ, με αναφορά και στην υπ’ αρ. 11/23 – 08 – 2022 εγκύκλιο του Αντεισαγγελέως ΑΠ Δημητρίου Παπαγεωργίου. Παρατίθενται αναλυτικά τα πλημμελήματα που καταλαμβάνουν οι ανωτέρω διατάξεις και εν συνεχεία αναπτύσσονται οι σκέψεις του αρθρογράφου βάσει των οποίων ενδείκνυται η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων – οι οποίες έχω σήμερα δεν έχουν βρει την αναμενόμενη έμπρακτη ανταπόκριση στην δικαστηριακή πρακτική – έναντι της παραδοσιακής μορφής ποινικής τιμωρίας».

  • (άρθρο 45 παρ. 2 ΚΠΔ: «Στις περιπτώσεις πλημμελήματος που απειλείται στον νόμο με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και τις δύο ποινές ή με παροχή κοινωφελούς εργασίας, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί με αιτιολογημένη διάταξη του, ύστερα από έγκριση του εισαγγελέα εφετών, να απόσχει οριστικά από την ποινική δίωξη, αν κρίνει ότι δεν υφίσταται
    σοβαρό δημόσιο συμφέρον για τη δίωξη και συντρέχουν ειδικές συνθήκες
    κατά την τέλεση της πράξης, όπως ιδίως συντρέχον πταίσμα του θύματος,
    έλλειψη βούλησης του για δίωξη, μικρές συνέπειες της πράξης ή συγκεκρι­μένες ιδιότητες στο πρόσωπο που αποδίδεται αυτή, όπως για παράδειγμα
    ασθένεια, γήρας, αναπηρία ή όταν το τελευταίο προσπάθησε να αποκαταστήσει άμεσα τη συντελεσθείσα προσβολή».
  • Άρθρο 45 παρ. 3: «Αν στις ως άνω περιπτώσεις έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη με απευ­θείας κλήση στο ακροατήριο, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και εφόσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις της παρ. 2, συναινεί δε και ο κατηγορούμενος, αν είναι παρών, να παύσει οριστικά
    την ποινική δίωξη».
  • (άρθρο 48 παρ. 1 ΚΠΔ: «Στις περιπτώσεις πλημμελήματος που απειλείται στον νόμο με ποινή φυλάκισης έως τριών ετών με ή χωρίς χρηματική ποινή ή παροχή κοινω­φελούς εργασίας, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οριζόμενου από τον διευθύνοντα το δικαστήριο πρωτοδίκη και εφόσον συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, να απόσχει προσωρινά από την ποινική δίωξη με αιτιολογημένη διάταξη του, υπό τον όρο ότι αυτός στον οποίο αποδίδεται η πράξη θα συναινέσει να εκπλη­ρώσει όρους που κρίνονται ως κατάλληλοι να ικανοποιήσουν το δημόσιο συμφέρον για τη δίωξη και να μειώσουν τις συνέπειες της πράξης. Για τον λόγο αυτό ο εισαγγελέας καλεί αυτόν, στον οποίο αποδίδεται η πράξη, να εμφανισθεί ενώπιον του μόνος του ή με συνήγορο. Τέτοιοι όροι είναι ιδίως: α) η ουσιώδης προσπάθεια συμφιλίωσης με τον παθόντα, β) η καταβολή ορισμένου χρηματικού ποσού σε φιλανθρωπική οργάνωση ή σε κοινω­φελές ταμείο, γ) η συμμόρφωση σε υφιστάμενη υποχρέωση διατροφής, δ) η συμμετοχή σε πρόγραμμα κοινωνικής εκπαίδευσης, ε) η παρακολού­θηση ορισμένου αριθμού μαθημάτων οδήγησης».

i/ Κατά την αιτιολογική έκθεση του νέου ΚΠΔ: «Η αποσυμφόρηση δικαστικής ύλης και η ανάγκη επιτάχυνσης των ποινικών διαδικασιών, εξυπηρετούνται στο σχέδιο ΚΠΔ με την εισαγωγή νέων διαδικασιών εκδίκασης των υποθέσεων ή την ενίσχυση σχετικά παλαιότερων αντίστοιχων διαδικασιών. Οι διαδικασίες αυτές εντάσσονται δομικά σε μία κλίμακα που περιλαμβάνει την εφαρμογή του θεσμού της αποχής από την ποινική δίωξη, την εισαγωγή της συνοπτικής διαδικασίας της ποινικής διαταγής σε μία σειρά πλημμελημάτων, τον επανακαθορισμό και την διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του θεσμού της ποινικής συνδιαλλαγής και τέλος την εισαγωγή του θεσμού της ποινικής διαπραγμάτευσης».

ii/ Ο λόγος που συντάσσεται το παρόν είναι ο προβληματισμός μου, ως μαχόμενου Δικηγόρου της ποινικής κυρίως δικηγορίας, για την έως σήμερα «αποτυχία» εφαρμογής στην πράξη (αναφέρομαι στην τρέχουσα και ζώσα δικαστηριακή πρακτική) του θεσμού της αποχής από την ποινική δίωξη υπό όρους των «ελαφρών» πλημμελημάτων που απειλούνται στον ποινικό νόμο με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και τις δύο ποινές ή με παροχή κοινωφελούς εργασίας, κατά τα όσα προβλέπει το άρθρο 45 παρ. 2 ΚΠΔ αλλά και των «βαρύτερων» πλημμελημάτων που απειλούνται στον ποινικό νόμο με ποινή φυλάκισης έως τριών (3) ετών με ή χωρίς χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας κατά τα όσα προβλέπει το άρθρο 48 παρ. 1 ΚΠΔ.

iii/ Στην προσπάθειά μου να αναζητήσω πόσα πλημμελήματα θα μπορούσαν να επαχθούν στο ρυθμιστικό πεδίο των ανωτέρω διατάξεων διαπίστωσα ότι στο ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΓΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ άρθρου 45 παρ. 2 ΚΠΔ εμπίπτουν σαράντα τρία (43) πλημμελήματα και δη τα κάτωθι:

1/ Άρθρο 242 ΠΚ: «έκθεση σε κίνδυνο αντιποίνων από αμέλεια».

2/ Άρθρο 155 ΠΚ: «προσβολή συμβόλων άλλου κράτους».

3/ Άρθρο 158 παρ. 2 ΠΚ: «Νόθευση εκλογής ή ψηφοφορίας, όταν διενεργείται από περιφερειακό ή δημοτικό συμβούλιο τοπικής αυτοδιοίκησης ή κάποια επιτροπή τους.

4/ Άρθρο 166 παρ. 1 ΠΚ: «Διατάραξη εκλογικής διαδικασίας.

5/ Άρθρο 168 παρ. 3 ΠΚ: «Διατάραξη της λειτουργίας υπηρεσίας» σε χώρο που χρησιμοποιείται από υπάλληλο πλειστηριασμού».

6/ Άρθρο 169 ΠΚ: «Απείθεια».

7/ Άρθρο 173 παρ. 1 ΠΚ: «Απόδραση κρατουμένου».

8/ Άρθρο 175 ΠΚ: «Αντιποίηση».

9/ Άρθρο 178 ΠΚ: «Παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η αρχή».

10/ Άρθρο 180 ΠΚ: «Βλάβη επίσημων κοινοποιήσεων».

11/ Άρθρο 181 ΠΚ: «Μη ανακοίνωση ανεύρεσης νεκρού».

12/ Άρθρο 183 ΠΚ: « Διέγερση σε ανυπακοή»

13/ Άρθρο 184 παρ. 1 ΠΚ: «Διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια».

14/ Άρθρο 186 παρ. 2 εδ β΄ ΠΚ: «Πρόκληση και προσφορά για την τέλεση εγκλήματος όσον αφορά δράστη που αποδέχεται προσφορά για διάπραξη πλημμελήματος ή υπόσχεσης αμοιβής».

15/ Άρθρο 208 παρ. 2 ΠΚ: «Κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων και άλλων μέσων πληρωμής με δράστη τον υπαίτιο ή τον αντιπρόσωπό του που δέχεται το πλαστό νόμισμα ή ενήργησε εκτελώντας εντολή εκείνου στον οποίο δόθηκε το νόμισμα ή άλλο μέσο πληρωμής σαν γνήσιο».

16/ Άρθρο 208 Β ΠΚ: «Παράνομη παραγωγή, πώληση, εισαγωγή, χρήση, διανομή για πώληση ή για άλλους εμπορικούς σκοπούς μεταλλίων ή μάρκων τα οποία φέρουν στην όψη τους, τους όρους «ευρώ» ή «λεπτά ευρώ» ή το σύμβολο του ευρώ κλπ.».

17/ Άρθρο 208 Γ παρ. 2 ΠΚ: «Πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων με δράστη όποιον χρησιμοποιεί ξανά επίσημα ένσημα που είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί κλπ.».

18/ Άρθρο 217 παρ. 1 και παρ.2 ΠΚ: «Πλαστογραφία πιστοποιητικών».

19/ Άρθρο 221 παρ. 2 εδ. α’ ΠΚ: «Ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις από γιατρούς κ.λπ. όταν γίνεται χρήση τους προς εξαπάτηση δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής αρχής ή Ν.Π.Δ.Δ. ή ασφαλιστική επιχείρηση».

20/ Άρθρο 230 ΠΚ: «Ψευδής καταγγελία».

21/ Άρθρο 240 παρ. 3 ΠΚ: «Παραβάσεις στην εκτέλεση των ποινών που οφείλονται σε αμέλεια».

22/ Άρθρο 242 παρ. 1, 2, 4 εδ α’ ΠΚ: «Ψευδής βεβαίωση, νόθευση κλπ».

23/ Άρθρο 288 παρ. 2 ΠΚ: «Παρεμπόδιση αποτροπής κοινού κινδύνου και παράλειψης οφειλόμενης βοήθειας σε περίπτωση δυστυχήματος ή κοινού κινδύνου ή κοινής ανάγκης».

24/ Άρθρο 292 παρ. 2 ΠΚ: «Παρακώλυση συγκοινωνιών από αμέλεια».

25/ Άρθρο 292 Ε παρ. 3 ΠΚ: «Παρακώλυση των τηλεπικοινωνιών από αμέλεια».

26/ Άρθρο 293 παρ. 4 ΠΚ: «Παρακώλυση λειτουργίας άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων από αμέλεια».

27/ Άρθρο 304 παρ. 3 ΠΚ: «Διακοπή της κύησης μετά την 24η εβδομάδα από έγκυο ή άλλον που η έγκυος επιτρέπει να πραγματοποιήσει την διακοπή της κύησής της».

28/ Άρθρο 304 Α εδ. β΄ ΠΚ: «Σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού από αμέλεια».

29/ Άρθρο 307 ΠΚ: «Παράλειψη προσφοράς βοήθειας».

30/ Άρθρο 308 παρ. 1 β ΠΚ: «Εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη».

31/ Άρθρο 331 ΠΚ: «Αυτοδικία».

32/ Άρθρο 333 παρ. 1 ΠΚ: «Απειλή».

33/ Άρθρο 337 παρ. 1 ΠΚ: «Προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας».

34/ Άρθρο 358 ΠΚ: «Παραβίαση της υποχρέωσης διατροφής».

35/ Άρθρο 360 παρ. 1 ΠΚ: «Παραμέληση τα εποπτείας ανηλίκου από πρόσωπο που δεν έχει την επιμέλειά του (γονέας ή επίτροπος)».

36/ Άρθρο 361 ΠΚ: «Εξύβριση».

37/ Άρθρο 362 εδ. α ΠΚ: «Δυσφήμηση που δεν ετελέσθη δημόσια».

38/ Άρθρο 365 ΠΚ: «Προσβολή της μνήμης νεκρού».

39/ Άρθρο 370 παρ. 1 ΠΚ: «Χωρίς δικαίωμα αντιγραφή ή χρήση προγραμμάτων υπολογιστών».

40/ Άρθρο 371 ΠΚ: «Παραβίαση επαγγελματικής εχεμύθειας».

41/ Άρθρο 377 ΠΚ: «Κλοπή και υπεξαίρεση μικρής αξίας».

42/ Άρθρο 387 ΠΚ: «Απάτη μικρής αξίας».

43/ Άρθρο 394 παρ. 2 ΠΚ: «Αποδοχή και διέθεση προιόντων εγκλήματος μικρής αξίας».

Β/ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 48 παρ. 1 ΚΠΔ εμπίπτουν ογδόντα τέσσερα (84) πλημμελήματα και δη τα κάτωθι:

1/ Άρθρο 141 παρ. 1 ΠΚ: «Έκθεση σε κίνδυνο αντιποίνων»

2/ Άρθρο 142 Α ΠΚ: «Παραβίαση κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

3/ Άρθρο 153 ΠΚ: «Προσβολές κατά εκπροσώπων άλλου κράτους».

4/ Άρθρο 154 ΠΚ: «Προσβολή διπλωματικών αντιπροσώπων».

5/ Άρθρο 158 παρ. 1 ΠΚ: «Νόθευση εκλογικής ψηφοφορίας».

6/ Άρθρο 167 παρ 1 ΠΚ: «Βία κατά υπαλλήλων και δικαστικών προσώπων».

7/ Άρθρο 168 παρ. 1 ΠΚ: «Διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας».

8/ Άρθρο 168 Α ΠΚ: «Διατάραξη Δικαστικών συνεδριάσεων».

9/ Άρθρο 169 Α ΠΚ: «Παραβίαση Δικαστικών αποφάσεων και συμφωνιών που επικυρώθηκαν από συμβολαιογράφο».

10/ Άρθρο 170 παρ. 1 ΠΚ: «Στάση».

11/ Άρθρο 172 ΠΚ: «Ελευθέρωση φυλακισμένων».

12/ Άρθρο 173 παρ. 2 ΠΚ: «Απόδραση κρατούμενου και δη συμμετοχή σε απόδραση κρατούμενου.

13/ Άρθρο 177 ΠΚ: «Παραβίαση κατάσχεσης».

14/ Άρθρο 184 παρ. 2 ΠΚ: «Διέγερση σε διαπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια κατά ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται με φυλετικά κλπ χαρακτηριστικά».

15/ Άρθρο 186 παρ. 1 ΠΚ: «Πρόκληση και προσφορά για την τέλεση εγκλήματος».

16/ Άρθρο 189 παρ. 1, 4 ΠΚ: «Διατάραξη της κοινής ειρήνης».

17/ Άρθρο 190 ΠΚ: «Απειλή διάπραξης εγκλημάτων».

18/ Άρθρο 191 ΠΚ: «Διασπορά ψευδών ειδήσεων».

19/ Άρθρο 191 Α ΠΚ: «Προσβολή σύμβολων ή τύπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας».

20/ Άρθρο 200 ΠΚ: «Διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων».

21/ Άρθρο 207 παρ. 3 ΠΚ: «Παραχάραξη νομίσματος και άλλων υλικών μέσων πληρωμής ιδιαιτέρως ελαφρών περιπτώσεων».

22/ Άρθρο 208 παρ. 1 εδ. τελευταίο ΠΚ: «Κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων και άλλων μέσων πληρωμής ιδιαιτέρως ελαφρών περιπτώσεων».

23/ Άρθρο 208 Α παρ. 1 ΠΚ: «Καθ’ υπέρβαση κατάσχεση νομίσματος».

24/ Άρθρο 209 παρ. 3 ΠΚ: «Παραποίηση και νόθευση άυλων μέσων πληρωμής ιδιαιτέρως ελαφρών περιπτώσεων».

25/ Άρθρο 210 Α ΠΚ: «Αποδοχή και διάθεση παρανόμως αποκτηθέντων άυλων μέσων πληρωμής».

26/ Άρθρο 211 ΠΚ: «Προπαρασκευαστικές πράξεις των εγκλημάτων των άρθρων 207, 208, 208 Α, 208 Β της παρ. 1 άρθρου 209 και του άρθρου 210 ΠΚ».

27/ Άρθρο 220 παρ. 1 ΠΚ: «Υφαρπαγή ψευδούς βεβαιώσεως».

28/ Άρθρο 222 ΠΚ: «Υπεξαγωγή εγγράφου».

29/ Άρθρο 214 παρ. 2, 4 ΠΚ: «Ψευδής κατάθεση υπό τύπο αρνήσεως μαρτυρίας ή ενώπιον άλλης αρχής πλην δικαστηρίου ή αρμόδιας αρχής να ενεργεί εξέταση για την κρινόμενη υπόθεση».

30/ Άρθρο 231 ΠΚ: «Υπόθαλψη».

31/ Άρθρου 232 εδ. τελ. ΠΚ: «Παρασιώπηση εγκλημάτων».

32/ Άρθρο 233 ΠΚ: «Απιστία Δικηγόρων».

33/ Άρθρο 234 ΠΚ: Παραβίαση της μυστικότητας των δικαστικών συνεδριάσεων».

34/ Άρθρο 236 παρ. 3 ΠΚ: «Δωροδοκία υπαλλήλων από Διευθυντή επιχείρησης ή άλλο πρόσωπο που έχει την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου».

35/ Άρθρο 237 Α παρ. 2 ΠΚ: «Εμπορία επιρροής – Μεσάζοντες».

36/ Άρθρο 241 ΠΚ: «Παραβίαση οικιακού ασύλου».

37/ Άρθρο 244: «Παράνομη βεβαίωση ή είσπραξη δικαιωμάτων του δημοσίου».

38/ Άρθρο 254 ΠΚ: «Αποσιώπηση λόγου εξαίρεσης».

39/ Άρθρο 255 ΠΚ: «Αθέμιτη συμμετοχή».

40/ Άρθρο 259 ΠΚ: «Παράβαση καθήκοντος».

41/ Άρθρο 260 ΠΚ: «Ανυποταξία σε πολιτική αρχή».

42/ Άρθρο 264 παρ. 2 ΠΚ: «Εμπρησμός από αμέλεια».

43/ Άρθρο 268 παρ. 2 ΠΚ: «Πλημμύρα από αμέλεια».

44/ Άρθρο 270 παρ. 2 ΠΚ: «Έκρηξη από αμέλεια».

45/ Άρθρο 273 παρ. 1 εδ α και παρ. 2 ΠΚ: «Κοινώς επικίνδυνη βλάβη σε πράγμα του δράστη ή σε ξένο κινητό ή ακίνητο και κοινή επικίνδυνη βλάβη από αμέλεια».

46/ Άρθρο 275 παρ. 2 ΠΚ: «Άρση ασφαλιστικών εγκαταστάσεων από αμέλεια».

47/ Άρθρο 277 παρ. 2 εδ. τελευταίο ΠΚ: «Πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια».

48/ Άρθρο 279 παρ. 3 ΠΚ: «Δηλητηρίαση πραγμάτων προορισμένων για χρήση από το κοινό από αμέλεια».

49/ Άρθρο 281 παρ. 2 ΠΚ: «Επιβλαβή φάρμακα τελεσθείσα από αμέλεια».

50/ Άρθρο 285 παρ. 1 εδ α, 4 ΠΚ: «Παραβίαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών εκ της οποίας προέκυψε κοινός κίνδυνος για ζώα και παραβίαση των ιδίων μέτρων από αμέλεια».

51/ Άρθρο 286 παρ. 2 ΠΚ: «Παραβίαση κανόνων οικοδομικής από αμέλεια».

52/ Άρθρο 288 παρ. 1 ΠΚ: «Παρεμπόδιση αποτροπής κοινού κινδύνου και παράλειψη οφειλόμενης βοήθειας».

53/ Άρθρο 290 παρ. 1 εδ. α και παρ. 2 ΠΚ: «Επικίνδυνες παρεμβάσεις σε οδική συγκοινωνία εκ των οποίων προέκυψε κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα και παράβαση του ιδίου άρθρου από αμέλεια».

54/ Άρθρο 290 Α παρ.1 εδ α.α και 2 ΠΚ: «Επικίνδυνη οδήγηση εκ της οποίας προέκυψε κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα και παράβαση του ιδίου άρθρου από αμέλεια».

55/ Άρθρο 291 παρ. 3 ΠΚ: «Επικίνδυνες παρεμβάσεις στη συγκοινωνία μέσων σταθερής τροχιάς, πλοίων και αεροσκαφών από αμέλεια».

56/ Άρθρο 292 Α παρ. 5 ΠΚ: «Εγκλήματα κατά της ασφάλειας των τηλεφωνικών επικοινωνιών από δράστη που αθέμιτα διαθέτει στο εμπόριο ή με άλλον τρόπο προσφέρει προς εγκατάσταση ειδικά τεχνικά μέσα για την τέλεση των πράξεων της παρ. 1 ή δημόσια διαφημίζει ή προσφέρει υπηρεσίες τους για την τέλεσή τους».

57/ Άρθρο 292 Γ ΠΚ: «Χωρίς δικαίωμα και με σκοπό την διάπραξη των εγκλημάτων του άρθρου 292 Β παραγωγή, πώληση, προμήθεια προς χρήση, εισαγωγή, κατοχή – διανομή ή με άλλον τρόπο διακίνηση συσκευών ή προγραμμάτων υπολογιστή, συνθηματικού ή κωδικού πρόσβασης ή άλλα παρεμφερή δεδομένα, με την χρήση των οποίων ένας είναι δυνατό να αποκτηθεί πρόσβαση στο σύνολο ή μέρος ενός πληροφοριακού συστήματος.

58/ Άρθρο 304 παρ. 2 εδ α΄, παρ. 3, 5 ΠΚ: «Διακοπή κύησης με την συναίνεση της εγγύου ή των προσώπων που έχουν την γονική μέριμνα ή επιμέλειά της, διακοπής της κύησης από την έγγυο μετά την 24η εβδομάδα κύησης ή με την συναίνεση των προσώπων που ασκούν την γονική μέριμνα ή επιμέλειά της, διακοπή κύησης από αμέλεια.

59/ Άρθρο 304 Α παρ. 2 ΠΚ: Σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού από αμέλεια».

60/ Άρθρο 308 παρ. 1 α ΠΚ: «Σωματική βλάβη από πρόθεση (απλή)».

61/ Άρθρο 309 ΠΚ: «Επικίνδυνη σωματική βλάβη».

62/ Άρθρο 313 ΠΚ: «Συμπλοκή».

63/ Άρθρο 314 ΠΚ: «Σωματική βλάβη από αμέλεια».

64/ Άρθρο 330 παρ. 1 ΠΚ: «Παράνομη βία».

65/ Άρθρο 333 παρ. 2 ΠΚ: «Απειλή» σε βάρος ανηλίκου ή αδυνάμων προσώπων ή συζύγου ή συντρόφου κατά την διάρκεια του γάμου ή της συμβίωσης».

66/ Άρθρο 334 ΠΚ: «Διατάραξη οικιακής ειρήνης».

67/ Άρθρο 337 παρ. 2, 4 ΠΚ: «Προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας ανηλίκου νεωτέρου των 12 ετών και σε βάρος προσώπου που εξαρτάται εργασιακά από τον δράστη».

68/ Άρθρο 348 Α παρ. 6 ΠΚ: «Διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας με δράστη που αποκτά πρόσβαση σε υλικό παιδικής πορνογραφίας μέσω πληροφοριακών συστημάτων».

69/ Άρθρο 352 Β ΠΚ: «Προστασία της ιδιωτικής ζωής του ανηλίκου θύματος».

70/ Άρθρο 353 ΠΚ: «Προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας».

71/ Άρθρο 354 ΠΚ: «Διατάραξη της οικογενειακής τάξης».

72/ Άρθρο 356 ΠΚ: «Διγαμία».

73/ Άρθρο 359 ΠΚ: « Εγκατάλειψη εγκύου».

74/ Άρθρο 360 παρ. 2 ΠΚ: «Παραμέληση εποπτείας ανηλίκου από πρόσωπο που έχει την επιμέλειά του».

75/ Άρθρο 370 παρ. 1, 2 ΠΚ: «Παραβίαση απορρήτου εγγράφων».

76/ Άρθρο 370 Β παρ. 1, 3 ΠΚ: «Παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφορικών ή σε δεδομένα».

77/ Άρθρο 374 Α ΠΚ: «Αυθαίρετη χρήση μεταφορικού μέσου».

78/ Άρθρο 375 παρ. 1 εδ α’ ΠΚ: «Υπεξαίρεση (όχι αντικειμένου ιδιαιτέρας μεγάλης αξίας).

79/ Άρθρο 378 παρ. 1 εδ α ΠΚ: «Φθορά ξένης ιδιοκτησίας (όχι πράγματος ιδιαιτέρας μεγάλης αξίας).

80/ Άρθρο 379 παρ. 1, 2 εδ α΄ και παρ. 3 ΠΚ: «Φθορά ψηφιακών δεδομένων|».

81/ Άρθρο 386 Α παρ. 2 ΠΚ: «Απάτη με υπολογιστή από δράστη που κατασκευάζει, διευθύνει κατέχει πρόγραμμα ή πληροφοριακό σύστημα που προορίζεται για την διάπραξη του εγκλήματος της παρ. 1».

82/ Άρθρο 389 ΠΚ: «Απατηλή πρόκληση βλάβης».

83/ Άρθρο 394 παρ. 1 εδ α και 4 ΠΚ: «Αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος (όχι πράγματος ιδιαιτέρα μεγάλης αξίας).

84/ Άρθρο 397 παρ. 1, 2 ΠΚ: «Καταδολίευση δανειστών».

iv/ Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ΚΠΔ (Ν 4620/2019):

«Οι διατάξεις για την αποχή από την ποινική δίωξη εντάχθηκαν για νομοτεχνικούς λόγους, σε ξεχωριστό κεφάλαιο, το τέταρτο. Ο θεσμός αυτός, που υπηρετεί την αρχή της σκοπιμότητας, έβρισκε σχετικά περιορισμένη εφαρ­μογή στις διατάξεις των ισχυόντων άρθρων 45, 45 Α και 45 Β του ΚΠΔ. Καθώς βέβαια, η αξίωση για περαιτέρω σχετικοποίηση της αρχής της νομιμότητας κατά την κίνηση της ποινικής δίωξης αποτελεί ολοένα και αυξανόμενη τάση στις περισσότερες σύγχρονες ευρωπαϊκές νομοθεσίες, το δικονομικό σύστημα μας δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση, θυσιάζοντας αμιγώς για παρα­δοσιακούς λόγους την προώθηση του εν λόγω εναλλακτικού θεσμού διαχεί­ρισης της ποινικής ύλης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Άλλωστε, η προώθηση αντίστοιχων εναλλακτικών διαδικασιών πρώιμης διεκπεραίωσης της ποινικής ύλης μέσω συναίνεσης, συνεννόησης και συμφιλίωσης των μερών αποτελεί σαφή αξίωση της Σύστασης R (87) 18 του Συμβουλίου της Ευρώπης. Έτσι, λαμβανομένου υπόψη ότι οι αντίστοιχες εναλλακτικές διαδικασίες απονομής της ποινικής δικαιοσύνης θέτουν μεν prima facie κάποια ζητήματα συμβατό­τητας τους με συγκεκριμένες θεμελιώδεις αρχές του δικονομικού μας συστή­ματος, όπως την αρχή της ζήτησης της ουσιαστικής αλήθειας και την αρχή της νομιμότητας, υλοποιούν όμως συνάμα κάποιες άλλες αρχές, όπως της οικονο­μίας της δίκης και της επιτάχυνσης της διαδικασίας, θεσπίστηκαν και επανα­καθορίστηκαν οι ρυθμίσεις των άρθρων 45 έως 50 ΣχΚΠΔ, ώστε να αποτελέ­σουν έναν αποτελεσματικό ιμάντα για την αποσυμφόρηση δικαστικής ύλης. Οδοδείκτη σε αυτήν την προσπάθεια αποτέλεσαν ρυθμίσεις άλλων ευρωπα­ϊκών εννόμων τάξεων με χαρακτηριστικά παρόμοια με την ελληνική (βλ. λ.χ. τις διατάξεις των άρθρων 40 παρ. 1 γαλλΚΠΔ, 191 και 198 του ΑυστρΚΠΔ, § 1533 του γερμΚΠΔ), αλλά και σχετικές προτάσεις της θεωρίας (βλ. ιδίως Α/. Ανδρουλάκη, ΠοινΧρ 2011, 161 επ.· Δαλακούρα, ΠοινΧρ 2014, 321 επ.· Λίβου, ΠοινΧρ 2011,650 επ., 659 και τα συμπεράσματα από το 11 ο Συνέδριο της ΕΕΠΔ για την ποινική προδικασία, ΠοινΧρ 2011,638-639). Ειδικότερα, με τη ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 45 ΚΠΔ, προωθείται η αποχή από την ποινική δίωξη για πλημμελήματα, που απειλούνται στον νόμο με ποινή φυλάκισης έως ένα έτος ή με χρηματική ποινή ή με παροχή κοινωφε­λούς εργασίας ή συνδυασμό τους, από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, με έγκριση του εισαγγελέα εφετών, εφόσον κρίνεται ότι δεν υφίσταται σοβαρό δημόσιο συμφέρον για την κίνηση της ποινικής δίωξης και συντρέχουν ειδικές συνθήκες κατά την τέλεση της πράξης (π.χ. συντρέχον πταίσμα του θύματος ή έλλειψη βούλησης του για δίωξη, μικρές συνέπειες της πράξης) ή συγκεκριμένες ιδιότητες στο πρόσωπο του δράστη (π.χ. ασθένεια, γήρας, αναπηρία) ή όταν ο τελευταίος προσπάθησε να αποκαταστήσει άμεσα την συντελεσθείσα προσβολή (βλ. τις διατάξεις των άρθρων 41-1 και 41-2 γαλλΚΠΔ). Η ύπαρξη μειωμένου δημοσίου συμφέροντος λόγω της μικρής βαρύτητας των εγκλη­ματικών προσβολών σε συνδυασμό με τη συνδρομή ειδικών συνθηκών της προσβολής ή ιδιοτήτων του δράστη δικαιολογούν την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής και νομιμοποιούν την υπερίσχυση της αρχής της σκοπιμότητας. Περαιτέρω, με τη ρύθμιση του άρθρου 48ΣχΚΠΔ προωθείται η προσωρινή αποχή από την άσκηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα πλημμελει­οδικών (:με έγκριση πρωτοδίκη) στα πλημμελήματα με απειλούμενη ποινή φυλάκισης μέχρι τριών ετών με ή χωρίς χρηματική ποινή ή παροχή κοινω­φελούς εργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο δράστης θα εκπληρώσει εντός σύντομου χρονικού διαστήματος ορισμένους όρους, όπως ουσιώδη προσπά­θεια συμφιλίωσης με το θύμα, καταβολή ορισμένου ποσού σε κοινωφελές ίδρυμα ή ταμείο κ.α. Η εκπλήρωση των όρων αυτών οδηγεί σε οριστική αποχή από την άσκηση της ποινικής δίωξης. Ως ελάχιστες εγγυήσεις για την εφαρ­μογή των παραπάνω εναλλακτικών διαδικασιών αποχής από την άσκηση της ποινικής δίωξης καθιερώνονται: (ί) Η συνδρομή επαρκών ενδείξεων για την άσκηση της ποινικής δίωξης, αφού σε περίπτωση διαπίστωσης της νομικής ή ουσιαστικής αβασιμότητας της καταγγελίας, η αρχειοθέτηση ή απόρριψη της τελευταίας με βάση τα άρθρα 43 και 47 ΚΠΔ είναι μονόδρομος, (ιϊ) Η συναίνεση του υπόπτου ως προς την εφαρμογή των σχετικών διαδικασιών, αφού αν ο ύποπτος δεν επιθυμεί την προσωρινή ή οριστική αποχή από την ποινική δίωξη τίθεται ζήτημα παραβίασης του δικαιώματος του σε δίκαιη δίκη. Η συναίνεση του υπόπτου για την εφαρμογή της διαδικασίας δεν θα πρέπει εξάλλου να μπορεί να αξιοποιηθεί σε βάρος του ως ομολογία σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των όρων της προσωρινής αποχής από την ποινική δίωξη, (iii) Η ενημέρωση του παθόντος για τη διαδικασία της προσωρινής αποχής από την ποινική δίωξη και η συνεκτίμηση των συμφερόντων του από τον εισαγγελέα-όταν ο τελευταίος θέτει τους σχετικούς όρους που πρέπει να εκπληρώσει ο ύποπτος, (iv) Ο έλεγχος της κρίσης του εισαγγελέα πλημμελειοδικών από τον εισαγγελέα εφετών ή επί σοβαρότερων πλημμελημάτων η έγκριση από πρωτο­δίκη δικαστή, (v) Η απαγόρευση περαιτέρω ενεργοποίησης των ίδιων δυνατοτήτων επί του αυτού δράστη σε περίπτωση επανάληψης της συμπεριφοράς του ακόμη και μετά από την οριστική αποχή από την ποινική δίωξη. Για λόγους εξασφάλισης αφενός της ωφελιμότητας ή μη της επιλογής του υπόπτου και αφετέρου της αποτελεσματικότητας του ιδίου του θεσμού προβλέπεται ρητά τη ρύθμιση ότι «ο εισαγγελέας καλεί αυτόν, στον οποίο αποδίδεται η πράξη, να εμφανισθεί ενώπιον του μόνος του ή με συνήγορο», αφού η παράσταση συνήγορο - μολονότι μη υποχρεωτική λόγω του πλημμεληματικού χαρακτήρα των πράξεων - προωθεί την κατανόηση των προϋποθέσεων εφαρμογής του θεσμού και μπορεί να εγγυηθεί την επιλογή της συμφέρουσας για τον ενδιαφερόμενο λύσης».

v/ Στο σημείο αυτό δράττομαι της ευκαιρίας να κάνω μνεία της υπ’ αρ. 11/23 – 08 – 2022 εγκυκλίου του Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου Δημητρίου Παπαγεωργίου προς τους Διευθύνοντες τις Εισαγγελίες Πρωτοδικών της χώρας δια της οποίας με πλήρη τεκμηρίωση και προφανή «επιδίωξη» ενθάρρυνσής τους προς την κατεύθυνση εφαρμογής του θεσμού της αποχής από την ποινική δίωξη μέσα από τις διατάξεις των άρθρων 48 παρ. 1 ΚΠΔ και 45 παρ. 2 ΚΠΔ τονίζοντας ότι οι ανωτέρω διατάξεις συνιστούν θεσμό με στόχο: «να αποτελέσουν έναν αποτελεσματικό ιμάντα για την αποσυμφόρηση της δικαστικής ύλης αποτελώντας εναλλακτική διαδικασίας πρώιμης διεκπεραίωσης της ποινικής ύλης μέσω συνεννόησης και συμφιλίωσης των αντιδίκων μερών».

vi/ Η εν λόγω εγκύκλιος – προσδοκώμενη εξέλιξη της οποίας προφανώς ήταν σε επίπεδο όχι μόνο θεωρητικού προβληματισμού, αλλά κυρίως ουσιαστικής ανταπόκρισής της με την ζώσα δικαστηριακή πραγματικότητα – να υπάρξει πρωτοβουλία εφαρμογής του θεσμού της αποχής από την ποινική δίωξη υπό όρους στο πλαίσιο των άρθρων 45 παρ. 2 και 48 παρ. 1 ΚΠΔ, έρχεται να προστεθεί σ’ αυτά που εύστοχα αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση του Ν 4620/2019 υπό τον τίτλο: «Αξιακή δομή του ΚΠΔ» (σελ. 360 ΙΙ υπό στοιχείο 1 και 2), όπου μεταξύ άλλων τονίζεται ότι: «Στις σύγχρονες νεώτερες τάσεις εναλλακτικής απονομής της ποινικής δικαιοσύνης ανήκουν κατά τον Νομοθέτη του νέου ΚΠΔ οι εδώ αναφερόμενες διατάξεις για την αποχή από την ποινική δίωξη των άρθρων 45 παρ. 2 και 48 παρ. 1 ΚΠΔ».

vii/ Μείζον δικαιοπολιτικό ζήτημα στον χώρο του φιλελεύθερου ποινικού δικαίου, είναι ο δράστης να μην βιώσει ως αποκλειστικό και μοναδικό τρόπο κοινωνικής αντίδρασης στο έγκλημά του για το κακό που προξένησε, την ανταποδοτική φύση της ποινής. Το διαχρονικά ζητούμενο στον χώρο ενός σύγχρονου ποινικού δικαίου, που προσπορίζεται την αρχή του κράτους δικαίου και αποτελεί όχι μόνο μέτρο προστασίας του πολίτη, αλλά και μέτρο ελευθερίας του, είναι η ωφελιμιστική προσέγγιση της γενικής και ειδικής πρόληψης μέσω της εσωτερικής «εξυγίανσης» της προσωπικότητας του δράστη.

viii/ Οι διατάξεις των άρθρων 45 παρ. 2 ΚΠΔ και 48 παρ. 1 ΚΠΔ δίδουν την δυνατότητα στον Εισαγγελικό και Δικαστικό Λειτουργό που θα τις εφαρμόσει, να διαχειριστεί την υπεράριθμη ποινική ύλη που άγεται ενώπιόν του και καταλαμβάνει 127 συνολικά πλημμελήματα αρμοδιότητας Μονομελούς και Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να την διεκπεραιώσει ναι μεν πρώιμα, πλην όμως ποτέ σε βάρος του θύματος που υπέστη την προσβολή ή (σε βάρος) του κατηγορούμενου πολίτη, αλλά υπέρ αυτών, μέσω συναίνεσης, συνεννόησης και συμφιλίωσης των αντιδίκων μερών, κατά σαφή αξίωση της σύστασης R (87) 18 του Συμβουλίου της Ευρώπης μέλος του οποίου είναι φυσικά και η χώρα μας.

ix/ Αναλογιστείτε πόσο επιβαρύνουν καθημερινά τα πινάκια των ποινικών Δικαστηρίων της χώρας (Μονομελών και Τριμελών Πλημμελειοδικείων), τα «εκατοντάδες» των πλημμελημάτων που άγονται προς εκδίκαση ενώπιόν τους και εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων 45 παρ. 2 ΚΠΔ και 48 παρ. 1 ΚΠΔ, πλημμελήματα που είναι τα πλέον «επίκαιρα», δημιουργώντας μία «τερατώδη» ποινική ύλη που δεν δύναται να τιθασευτεί και να μειωθεί με κανέναν τρόπο, με αποτέλεσμα ο Έλλην νομοθέτης να αναγκάζεται να ψηφίζει κατά καιρούς νόμους όπως οι 4043/13 – 02 – 2012, 4198/11 – 10 – 2013, 4411/03 – 08 – 2016 και 4689/27 – 05 – 2020 που παραγράφουν το αξιόποινο και παύουν υφ’ όρο την ποινική δίωξη συγκεκριμένων πλημμελημάτων που έχουν τελεσθεί μέχρι της ημερομηνίας που αυτοί ορίζουν ή παραγράφουν υφ’ όρο τις ποινές έως έξι (6) μηνών που επεβλήθησαν μέχρι την δημοσίευσή τους, γεγονός που έχει δικαίως επικριθεί από την νομική θεωρία και την νομολογία ως κακότεχνη πρακτική που εμπεδώνει στον πολίτη, το αίσθημα της ατιμωρησίας.

x/ Αν λοιπόν η σκέψη όλων των υγιών νομικών αυτού του κόσμου, είναι η γενική πρόληψη και η πραγματική της επίδραση στην μείωση του δείκτη εγκληματικότητας, αν πιστεύουμε ότι η αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου προάγεται εναργέστερα, όχι μέσα από τον φόβο της ποινικής κύρωσης, αλλά μέσω της εφαρμογής μίας αντεγκληματικής πολιτικής που επενδύει σε όρους συναινετικούς και κατάλληλους να ικανοποιήσουν, από την μία το δημόσιο συμφέρον και από την άλλη τα πληγέντα ατομικά έννομα αγαθά των θυμάτων, αν πιστεύουμε στην εξέλιξη του ποινικού δικαίου με επίκεντρο πάντα τον άνθρωπο που δρα, πλήττει αλλά και πλήττεται και άρα αναζητά αποδοτικούς τρόπους αναμόρφωσης, σωφρονισμού και δικαίωσης του, τότε μονόδρομος κατά την ταπεινή μου άποψη είναι, πρώτα οι Εισαγγελικοί λειτουργοίστους οποίους ο νέος ΚΠΔ επιφύλαξε αυξημένες αρμοδιότητες και σημαίνοντα ρόλο, τόσο κατά την έναρξη, αναβολή και αποχή από την ποινική δίωξη, όσο και καθ’ όλη την διάρκεια της ποινικής δίκηςνα τολμήσουν να εφαρμόσουν την αποχή από την ποινική δίωξη για τα πλημμελήματα που εμπίπτουν στα άρθρα 45 παρ. 2 και 48 παρ. 1 ΚΠΔ ώστε να μην περιπέσει σε αχρησία ένας θεσμός που φιλοτεχνήθηκε για να μακροημερεύσει επ’ ωφελεία της δικαιοσύνης.

xi/ Η προσωπική μου πάντως εμπειρία ως μαχόμενου δικηγόρου ποινικού δικαίου Περιφερείας Εφετείου Ναυπλίoυ, που έχω όμως την χαρά να δικηγορώ και σε άλλα ποινικά δικαστήρια της χώρας, είναι ότι δυστυχώς ο εν λόγω θεσμός τυγχάνει ελάχιστης εφαρμογής έως σήμερα, όχι (κατ’ εμέ) λόγω πρακτικών δυσχερειών, αλλά κυρίως λόγω έλλειψης Εισαγγελικής πρωτοβουλίας και ατολμίας.

(*) Δικηγόρου στο Πρωτοδικείο Σπάρτης

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr