Γράφει ο Παναγιώτης Κουμουνδούρος*

Αφορμή να καταπιαστώ με το θέμα της εκλογής υποψηφίων ευρωβουλευτών αλλά και στελεχών ΝΕ κα ΚΕ στο ΣΥΡΙΖΑ –ΠΣ από τα μέλη και τους φίλους του κόμματος, γίνετε γιατί κατά την άποψή μου είναι ένα βαθιά πολιτικό και θεμελιακό ζήτημα που αν μη τι άλλο καθορίζει το χαρακτήρα του, την δημοκρατική μαρξιστική φύση του και δεν είναι καθόλου μα καθόλου εσωτερικό θέμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Μαρξ στην προσπάθειά του να οργανώσει την Διεθνή Ένωση Εργατών επέμενε στην δημοκρατική εκπροσώπηση όλων των εργατικών ενώσεων ομίλων και ομάδων παρά τις δυσκολίες που έβαζε το αυταρχικό φεουδαρχικό μοναρχικό περιβάλλον.

Σε πείσμα λοιπόν κάποιων «γνήσιων» αριστερών και άλλων «αυτοχθόνων» των κομματικών σχολών, που θεωρούν ότι τέτοιου είδους διαδικασίες είναι δεξιόστροφες γιατί πατροναρίστηκαν από τα συστημικά ΜΜΕ και τα αστικά κόμματα, αναγκάστηκα να είμαι αρκετά εκτενείς (1700 λέξεις) γιατί το θέμα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ευχαριστώ τους κλασικούς του μαρξισμού και ιδιαίτερα την Ρόζα για την βοήθεια που βρήκα στα κείμενά τους.

Η διαδικασία επιλογής των υποψήφιων ευρωβουλευτών και μελών της ΝΕ από τα μέλη και τους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ είναι πρωτόγνωρη. Μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει την εκλογή προέδρου και ΚΕ. Το ερώτημα είναι θα βρει σύντομα μιμητές και σε άλλους πολιτικούς χώρους; Είναι μια διαδικασία που γίνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, για την οποία μπορεί να υπάρχουν ακόμα αρκετά ερωτήματα. Το ίδιο είχε συμβεί και όταν για πρώτη φορά εξελέγη αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (Γιώργος Παπανδρέου) από τη βάση. Ενστάσεις υπήρχαν και όταν έγινε εκλογή προέδρου (Αλέξης Τσίπρας) από τη βάση στον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτές οι διαδικασίες κινητοποίησαν και θα κινητοποιούν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να συμμετάσχουν στην πολιτική. Να έχουν γνώμη καθοριστική και όχι απλώς συμβουλευτική.

Η Αριστερά λοιπόν ,η μαρξιστική Αριστερά, η Αριστερά του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού θα έπρεπε να είχε καταστατικά αποδεχτεί στην κομματική της λειτουργία από πολλά χρόνια πριν τις δημοκρατικές αυτές διαδικασίες , γιατί η ώθηση στην οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική ζωή και δράση θα φούντωνε. Η σύγκριση με τις λειτουργίες της αστικής δημοκρατίας θα ήταν εμφανής στους πολλούς, η ζωντάνια και η πραγματική ανανέωση θα ήταν στοιχεία δημιουργικά της πολιτικής δράσης. Η ανάθεση και η εκτέλεση του πολιτικού σχεδιασμού σε «φωτισμένες ηγεσίες» και «πρωινούς καφέδες» χωρίς λογοδοσία και αυτοκριτική θα είχε πάρει τέλος.

Οι θεμελιωτές του μαρξισμού έθεταν ως πολιτικό στόχο της εργατικής τάξης την κοινωνική της απελευθέρωση και μαζί την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από κάθε είδους εκμετάλλευση και καταπίεση. Τα βασικά συστατικά στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο στόχο αυτό και που έπρεπε να είναι καρπός μιας κοινωνικής επανάστασης είναι δύο, διαλεκτικά δεμένα μεταξύ τους, η κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής, έτσι ώστε να πάψει να λειτουργεί ο μηχανισμός εκμετάλλευσης και ιδιοποίησης της υπεραξίας, και μια νέου τύπου δημοκρατία. Η νέου τύπου δημοκρατία θα έπρεπε να είναι πολύ πιο βαθιά και ουσιαστική από την τυπική αστική δημοκρατία ώστε να δίνει τη δυνατότητα στην εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα να διαχειρίζονται τις οικονομικές, πολιτικές και άλλες υποθέσεις τους. Το «πρότυπο» αυτής της νέου τύπου, εργατικής δημοκρατίας ο Μαρξ, ο Ένγκελς θεώρησαν ότι προέκυψε μέσα από την ίδια την ιστορική εμπειρία: ήταν η Παρισινή Κομμούνα.

Θεωρούσαν ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης θα είναι έργο της ίδιας. Για το σκοπό αυτό απαιτείται επίσης η συγκρότηση επαναστατικών εργατικών κομμάτων που θα συσπειρώνουν το πιο μαχητικό, συνειδητοποιημένο τμήμα της.

Η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι τα επαναστατικά – δημοκρατικά - οργανωτικά χαρακτηριστικά των πρώτων εργατικών επαναστάσεων έδωσαν τα στοιχειά, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, στα οποία βασίστηκε η οργάνωση των επαναστατικών κομμάτων της εργατικής τάξης . Δεν υπάρχει βέβαια στον Μαρξ μια συνολική θεωρητική ανάλυση για το επαναστατικό κόμμα. Ο Λένιν αντιμετώπισε λίγο αργότερα στην πράξη πιο διεξοδικά το ζήτημα .

Γιατί όμως δημοκρατικά οργανωμένα;

Γιατί τα επαναστατικά κόμματα έπρεπε να είναι δημοκρατικά οργανωμένα; Δεν αρκούσε η υποστήριξη μιας αποφασισμένης, πρωτοπόρας ηγεσίας; Πρώτο, κατά την αντίληψη των μαρξιστών η απελευθέρωση της εργατικής τάξης μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αν είναι έργο της ίδιας και όχι κάποιων πεφωτισμένων ηγετών. Η σοσιαλιστική επανάσταση πρέπει να εκφράζει τη βούληση αυτού που ζει την εκμετάλλευση και καταπίεση και η αυτοσυνειδησία του τον οδηγεί στην πολιτική και κοινωνική χειραφέτηση του. Το ίδιο και το επαναστατικό κόμμα πρέπει να εκφράζει τη βούληση των μελών του και την εθελοντική τους στράτευση στην υπόθεση της απελευθέρωσης της ανθρωπότητας. Άρα απαιτείται ουσιαστική δημοκρατία.

Δεύτερο, η χάραξη πολιτικής απαιτεί την επιστημονική ανάλυση της πραγματικότητας. Η επιστημονική ανάλυση (τόσο στις φυσικές όσο και στις κοινωνικές επιστήμες) είναι ατομική και συλλογική υπόθεση συνάμα. Για να είναι όσο το δυνατό πιο αποτελεσματική, απαιτεί τη συζήτηση, τη διασταύρωση των γνώσεων, των γνωμών, των εμπειριών . Άρα είναι αναγκαία η πιο ουσιαστική δημοκρατική συμμετοχή των μελών του επαναστατικού κόμματος στη χάραξη πολιτικής. Το ίδιο χρειάζεται και για την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της εφαρμογής της πολιτικής. Θεωρητική ανάλυση και κοινωνική – πολιτική πράξη βρίσκονται σε αδιάρρηκτη, στενή διαλεκτική σχέση.

Τρίτο, η συμμετοχή των μελών του Αριστερού κόμματος στη χάραξη και εφαρμογή της πολιτικής αποτελεί μέθοδο ανόδου του επιπέδου γνώσης, κοινωνικής και πολιτικής συνειδητοποίησης. Όσο πιο ουσιαστικά συμμετέχουν τα μέλη ενός τέτοιου κόμματος στη χάραξη και στην εφαρμογή πολιτικής, τόσο περισσότερο βαθαίνει η γνώση τους για τον κόσμο και αντίστροφα όσο βαθαίνει το επίπεδο συνείδησης τόσο η συμμετοχή στις κομματικές και εν γένει πολιτικές διαδικασίες γίνεται πιο ουσιαστική.

Έτσι, και η παρέμβασή τους στην κοινωνία γίνεται πιο αποτελεσματική.
Τέταρτο, η όποια πρωτοπόρα ηγετική ομάδα ή πρόσωπο μπορεί κάλλιστα να βρεθεί ουραγός του κινήματος. Η συνείδηση δεν μένει στατική. Εξελίσσεται προς τη μια ή άλλη κατεύθυνση, μπροστά ή πίσω. Άρα υπάρχει πάντοτε η ανάγκη αποτελεσματικού ελέγχου από τη βάση αν χρειαστεί αντικατάσταση του συνόλου ή μέρους της ηγεσίας.

Οι συνθήκες ενημέρωσης απ’ όλες τις πλευρές και πληροφόρησης για τις διαφορετικές απόψεις και για τη στάση των ηγετών και στελεχών του κόμματος δίνουν τη δυνατότητα για την πραγματική άσκηση ελέγχου των μελών. Μόνο έτσι μπορεί η λογοδοσία των πολιτικών καθοδηγητικών οργάνων να είναι ουσιαστική και όχι προσχηματική και μόνο με τον τρόπο αυτό μπορούν τα μέλη να έχουν τη δυνατότητα ανάκλησης των αιρετών, όταν διαπιστώσουν ότι δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες

Η ανακλητότητα όμως δεν σημαίνει απλώς την περιοδική δυνατότητα ανάκλησης των αιρετών κάθε ένα, δύο ή τέσσερα χρόνια. Για να έχει νόημα πρέπει να σημαίνει την πρακτική ευχέρεια των μελών και των οργανώσεων να συγκαλούν έκτακτα συνέδρια και συνδιασκέψεις όπου να γίνεται ο έλεγχος και να ασκείται το δικαίωμα στην ανάκληση, όποτε τα μέλη το κρίνουν απαραίτητο.
Η εναλλαγή των προσώπων στις στελεχικές κομματικές θέσεις αποτελεί ανάγκη. Πρώτο, για να μη δημιουργούνται μεγαλόσχημες «αυθεντίες» και δεύτερο, γιατί το Αριστερό κόμμα πρέπει να μεριμνά ώστε ολοένα και περισσότερα μέλη του να κατακτούν την επιστήμη και την τέχνη της πολιτικής.

Αρχές του 20ου αιώνα και με την Οκτωβριανή Επανάσταση σε εξέλιξη μελετώντας την κοινωνική και πολιτική εξέλιξη της, η Ρόζα Λούξεμπουργκ χρησιμοποιώντας την μαρξιστική διαλεκτική ανάλυση γράφει στο βιβλίο της «Ρωσική Επανάσταση»:

«Ο Λένιν και ο Τρότσκι, αρνούμενοι τα αντιπροσωπευτικά σώματα που βγήκαν από τις γενικές λαϊκές εκλογές, εγκατέστησαν τα σοβιέτ ως μοναδική γνήσια αντιπροσώπευση των εργαζόμενων μαζών.

Αλλά με την κατάπνιξη της πολιτικής ζωής σε όλη την χώρα, η ζωή των ίδιων των σοβιέτ δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από εκτεταμένη παράλυση. Δίχως γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία Τύπου και συγκεντρώσεων, χωρίς ελεύθερη

διαπάλη απόψεων, η ζωή σβήνει σε κάθε πολιτικό θεσμό και θριαμβεύει μόνο η γραφειοκρατία».

Και ποιο κάτω

«…Τίποτα δεν θα μπορούσε να υποτάξει ασφαλέστερα ένα νέο ακόμη εργατικό κίνημα σε μια διψασμένη για εξουσία ελίτ διανοουμένων, από αυτή τη γραφειοκρατική θωράκιση που παγιώνουν για να κατασκευάσουν ένα έρμαιο κατευθυνόμενο από μια ”επιτροπή”. Ο επιδέξιος ακροβάτης δεν αντιλαμβάνεται ότι το μόνο ”υποκείμενο” στο οποίο ανήκει ο ρόλος του ηγέτη είναι το συλλογικό ”εγώ” της εργατικής τάξης, που διεκδικεί αποφασιστικά για τον εαυτό της το δικαίωμα να υποπίπτει σε σφάλματα και να μαθαίνει τη διαλεκτική της ιστορίας. Και τέλος ας το πούμε χωρίς περιστροφές: Τα σφάλματα που διαπράχθηκαν από ένα αληθινά επαναστατικό κίνημα είναι ιστορικά απείρως γονιμότερα και πολυτιμότερα από το αλάθητο της καλύτερης ”κεντρικής επιτροπής”». (Ρόζα Λούξεμπουργκ, Ρώσικη επανάσταση, μτφ. Α. Στίνα, σελ. 64, εκδ. Ύψιλον)

«…Χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει μέσα σ’ όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο. Από τον νόμο αυτόν κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει. Η δημόσια ζωή σιγά-σιγά βυθίζεται στον ύπνο, μερικές δωδεκάδες αρχηγών του κόμματος, με ανεξάντλητη ενεργητικότητα και απεριόριστο ιδεαλισμό, διευθύνουν και κυβερνούν. Μεταξύ αυτών η διεύθυνση είναι πραγματικά στα χέρια μιας μόνο δωδεκάδας εξαιρετικών εγκεφάλων και από καιρό σε καιρό συγκαλείται μια αριστοκρατία της εργατικής τάξης για να χειροκροτήσει στις συγκεντρώσεις τούς λόγους των αρχηγών και να ψηφίσει ομόφωνα τις αποφάσεις που τής προτείνουν. Υπάρχει λοιπόν στο βάθος μια κυβέρνηση κλίκας, μια δικτατορία είναι αλήθεια, όχι όμως η δικτατορία του προλεταριάτου, όχι: η δικτατορία μιας χούφτας πολιτικών, δηλαδή μια δικτατορία με αστική έννοια, με την έννοια της γιακωβίνικης κυριαρχίας.(…) (στο ίδιο σελ. 73)

Σ’ αυτά τα χαρακτηριστικά αποσπάσματα του τελευταίου έργου της, η κόκκινη Ρόζα μας αποκαλύπτει το αυτονόητο. Η προς τα «έξω» συμπεριφορά των εξουσιαστικών ηγετικών ομάδων που προβλέπει το κατά Λένιν κομματικό μοντέλο, όχι μόνο θα είναι απαράλλαχτα ίδια με την προς τα «μέσα» πρακτική τους, αλλά θα έχει ένα επιπλέον χαρακτηριστικό: Θα ταυτίζεται με κάθε δικτατορία αστικού τύπου και μάλιστα στην πιο σιδερένια, πιο αμείλικτη λογική της, εκείνην που επιβάλλει η έννοια της γιακωβίνικης κυριαρχίας.

Πόσο μέσα έπεσε η Ρόζα στις τότε εκτιμήσεις της προδιαγράφοντας την μοιραία πορεία της Οκτωβριανής Επανάστασης στον τέλος του 20αιώνα

Η διαδικασία της εκλογής μελών των κομματικών οργάνων, υποψηφίων σε ένα Αριστερό κόμμα από τη βάση είναι διαδικασία άμεσης δημοκρατίας, διαδικασία που θα κινητοποιήσει στο μέλλον πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους κινητοποιήθηκαν αυτή τη φορά. Οι 63.000 άνθρωποι που πήραν μέρος στη διαδικασία της Κυριακής 14 Απρίλης δεν είναι κατ' ανάγκην μέλη ή φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ από το παρελθόν. Είναι και άνθρωποι που αποφάσισαν να πάρουν μέρος προκειμένου να στηρίξουν πρόσωπα της επιλογής τους. Οι 35 υποψήφιοι που εξελέγησαν γνωρίζουν ήδη ότι έχουν αποδοχή από ένα μέρος της κοινωνίας. Είναι και γι' αυτούς ένα στοίχημα και τελικώς ένα μεγάλο κίνητρο να συνεχίσουν την προσπάθειά τους στην τελική ευθεία προς τις εκλογές της 9ης Ιουνίου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Στ. Κασσελάκης απέκτησαν ένα πλεονέκτημα, έδωσαν τον λόγο στη βάση, η οποία και έδειξε τις προτιμήσεις της. Μπορεί να μην αρέσουν σε όλους όλες οι επιλογές, αλλά αυτό τελικώς συμβαίνει και στις εκλογές σε πανεθνικό επίπεδο.

Η διαδικασία είναι βέβαιο ότι είναι ένα επιπλέον κίνητρο σε όσους δραστηριοποιούνται στα κοινά, στην πολιτική.

Η συμμετοχή τόσων ανθρώπων είναι ένα παράδειγμα που θα ακολουθήσουν και άλλα κόμματα, γιατί αυτό επιτάσσουν οι καιροί.

(*) Συντονιστής ΝΕ Λακωνίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr