Η ανατολή του ηλίου, το ηλιοβασίλεμα, τα πρωτοβρόχια το φθινόπωρο, τα φύλλα που πέφτουν, το χιόνι, οι πρώτες μυρωδιές της άνοιξης από τα λουλούδια που ξαναγεννιούνται, οι ζεστές ημέρες του καλοκαιριού, η μυρωδιά από το βρεγμένο χώμα, με κάνουν να συνειδητοποιώ ότι σε αντίθεση με τις ραγδαίες αλλαγές της πραγματικότητάς μας, η φύση παραμένει μία σταθερή αξία που ομορφαίνει την άχαρη καθημερινότητά μας και αποτελεί διέξοδο στην ακεφιά και τη μιζέρια που μαστίζει την πλειονότητα του πληθυσμού. Πολιτικά σκάνδαλα, πενιχρά οικονομικά, ανεργία, εγκληματικότητα, χαράτσια, ενισχυμένοι φόροι και περικοπές μισθών, μπορούν να θαφτούν-έστω προσωρινά- στο βάθος της μνήμης, όταν ξυπνήσεις ένα πρωινό και τα οπτικά σου κύτταρα συλλάβουν το πορτοκαλοκόκκινο του ουρανού ή τις χιονισμένες κορυφές του Ταϋγέτου ή τις τεράστιες εκτάσεις πρασίνου που καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος της χώρας μας.

Η φύση, λειτουργούσε και σήμερα ακόμη περισσότερο μπορεί να λειτουργήσει σαν φάρμακο ενάντια στην κακοκεφιά, τη μελαγχολία, την κατάθλιψη και την ίδια στιγμή να αποτελέσει και έναν οικονομικό, εναλλακτικό τρόπο ψυχαγωγίας. Οι αλλεπάλληλοι καφέδες, οι κυριακάτικες συγκεντρώσεις σε οικογενειακές ταβέρνες και εστιατόρια, τα παιχνίδια στους παιδότοπους, δίνουν σιγά-σιγά τη θέση τους σε βόλτες στα βουνά, σε σουλάτσα στις παραλίες με τον καφέ ανά χείρας -αγορασμένο από οικονομικό χώρο εστίασης ή φτιαγμένο στο σπίτι-, σε πάρκα και σε δημοτικά λούνα παρκ. Ολοένα και περισσότερο, ο ταλαιπωρημένος από την κρίση Έλληνας αναζητά τη σωτηρία της ψυχής του κοντά στη φύση που σε πολλές περιπτώσεις στέκει ακόμη εκεί, αγέρωχη, να αγκαλιάσει με θαλπωρή κάθε πληγωμένη ψυχή.

Όλα αυτά τα χρόνια, όμως, του πλασματικού πλούτου, της ανθρώπινης αλαζονείας και της εσφαλμένης αίσθησης ότι ο άνθρωπος βρίσκεται στην κορυφή του κόσμου, φρόντισε να παραγκωνίσει την αξία της φύσης, να την υποτιμήσει, να την εκμεταλλευτεί και τελικά να την θάψει στα θεμέλια των πολυκατοικιών που ξεπρόβαλαν η μία μετά την άλλη, να δώσει τη θέση της σε πλακόστρωτους δρόμους, σε καλά οργανωμένους –επί πληρωμή- χώρους στάθμευσης, σε καφετέριες και χώρους ψυχαγωγίας. Εκμεταλλεύτηκε κάθε τετραγωνικό μέτρο πράσινου, δημιουργώντας χώρους τσιμέντου αγνοώντας τις ευεργετικές ιδιότητες του φυσικού τοπίου στη ψυχολογία του. Βλέπεις, αυτήν τη «χρυσή εποχή», η ψυχή του ανθρώπου είχε βρει το αποκούμπι της στο χρήμα, το χρήμα έρρεε άφθονο – αν και πλασματικό-, η διάθεση κτυπούσε κόκκινο και η ανάγκη για πράσινο μπορούσε να ικανοποιηθεί με ένα Σαββατοκύριακο στη χιονισμένη Αράχοβα ή το καταπράσινο Καρπενήσι. Όλα αυτά όμως, την εποχή που η βενζίνη ήταν σε φυσιολογικές τιμές, ο κόσμος δεν είχε πουλήσει το αυτοκίνητό του, είχε χρήματα για να πληρώσει διακόσια ευρώ για ένα βράδυ σε ένα χιονισμένο chalet κ.ο.κ.

Οι εποχές άλλαξαν, οι ανάγκες προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες και ο άνθρωπος αναζητά διακαώς τη φύση σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από το σπίτι του. Τέτοιες οάσεις είναι λιγοστές και από όσες στολίζουν ακόμη τις πόλεις αρκετές είναι αυτές που έχουν εγκαταλειφθεί στη μοίρα τους. Έχουν μετατραπεί σε εστίες μόλυνσης, σε άνδρα ναρκομανών και σπίτι αστέγων αφήνοντας μικρό περιθώριο στους ανθρώπους να τις απολαύσουν.

Αναλογιζόμενος όλα αυτά, παρατηρώντας την ανατολή του ηλίου από το παράθυρο του θαλάμου στο στρατόπεδο που υπηρετώ, μου ήρθαν στο μυαλό μνήμες, από όταν ήμουν παιδί. Τότε που οι άνθρωποι μαγείρευαν στο σπίτι καλούδια, τα έκλειναν σε μπολ για να τα απλώσουν λίγα λεπτά αργότερα στα πάρκα που συνήθιζαν να διασκεδάζουν την Πρωτομαγιά ή τις Κυριακές τους. Μουσική από φορητά κασετόφωνα, χορός, φαγοπότι κοντά στη φύση, άνθρωποι χαμογελαστοί και χαρούμενοι, έτοιμοι να συναναστραφούν με τους διπλανούς τους, να εμπλακούν μαζί τους, να γνωριστούν, να διασκεδάσουν.
Μικρές ανθρώπινες συνήθειες που απουσίαζαν τα χρόνια της αφθονίας μας και που φαίνεται ότι γίνονται δειλά-δειλά τα πρώτα βήματα για την επαναφορά τους.

Σε μικρότερες εκτάσεις φύσης, με λιγότερο σαφώς πράσινο, με μειωμένα χρήματα και πεσμένη διάθεση, οι Έλληνες ξεπροβάλουν από τα τσιμεντένια τους καταφύγια –που με δυσκολία πια μπορούν ως και να τα ζεστάνουν- και αναζητούν το νόημα της ύπαρξής τους κοντά στο οικονομικό δώρο που απλόχερα τους δόθηκε και τόσο εύκολα πέταξαν στα σκουπίδια.

Στο δώρο της φύσης.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr