Γράφει η Ποτούλα Πασχαλίδη

Ο χαμαιλέοντας είναι ένα ερπετό που έχει την ικανότητα να αλλάζει χρώμα ανάλογα με το περιβάλλον του. Αυτό μας μάθαιναν οι καλοί μας δάσκαλοι μας στο μάθημα της Φυσικής Ιστορίας, σε εκείνο το σχολείο παλιάς κοπής, που πρωταρχικό σκοπό είχε την απόκτηση της γνώσης.

Και μπορεί εμείς, σαν επιμελείς μαθητές, να μάθαμε σημαντικά πράγματα για το ιδιαίτερο αυτό ερπετό, δεν φρόντισαν όμως οι δάσκαλοι μας να μας ενημερώσουν και για τους άλλους χαμαιλέοντες, εκείνους της ζωής. Για τα ερπετά που με εφόδιο την κολλώδη γλώσσα τους αλώνουν, κρατάνε, ελέγχουν και ταπεινώνουν τη ζωή μας, δυστυχώς με τις ευλογίες μας (τις ψήφους μας δηλαδή) ή με τις ευλογίες όσων ευλογούμε. Γι αυτούς τους χαμαιλέοντες μας άφησαν στο σκοτάδι.

Η ιστορία που θα σας διηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή. Αν ψάξτε λιγάκι, μπορεί και να ανακαλύψετε τον ήρωα της κάπου κοντά σας. Τον Σάκη μπορεί να τον λένε Γιώργο, Θανάση, Τάκη, Μίμη, Μαρία, Λένα, Κατερίνα ή όπως αλλιώς. Μην σταθείτε στο όνομα. Δεν αξίζει τον κόπο.

Μια φορά και ένα καιρό λοιπόν, σε ένα χωριό κάπου στην Πελοπόννησο (που λέει ο λόγος) γεννήθηκε ο Σάκης. Μεγάλωσε απλά με τον τρόπο που μπορούσε να μεγαλώσει ένα παιδί στην Ελληνική επαρχία μετά τον εμφύλιο, τότε που η Ελλάδα προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της. Σαν πήγε στο σχολείο φάνηκε αμέσως η ποιότητα του. Μέτριος μαθητής, μέτριος σε όλα του. Όμως όπως η πλειοψηφία των μετρίων ήταν τρομερά φιλόδοξος και με μπόλικο θράσος. Όσο μεγάλωνε, άρχισαν να εμφανίζονται σιγά-σιγά τα σημάδια λατρείας του εύκολου και του γρήγορου.

Κόντευε να τελειώσει το Γυμνάσιο (το εξατάξιο), όταν ανακάλυψε τον εύκολο και γρήγορο τρόπο να τα κονομήσει. Όχι πως είχε άμεση ανάγκη τα λεφτά. Ίσα-ίσα που η οικογένεια του δεν ήταν άπορη. Τον είχε τον τρόπο της. Δεν ήταν αυτή η δικαιολογία. Μπορεί και να μην μπορούσε να αντισταθεί στην γοητεία της παρανομίας. Ένας άλλος λόγος είναι πως μπορεί να έθετε τα θεμέλια της μετέπειτα σταδιοδρομίας του. Γιατί και η μίζα έχει ανάγκη από υπόβαθρο.

Ξεκίνησε λοιπόν την λαμπρή καριέρα του κλέβοντας εκκλησίες. Τον γοήτευαν τα παγκάρια και κατάφερε να ανοίξει κάμποσα μέχρι τη στιγμή που τον πιάσανε επ’ αυτοφώρω. Ανήλικος ων έπρεπε να πάει σε αναμορφωτήριο. Με την παρέμβαση συγγενικού του προσώπου (εκπαιδευτικού στην πρωτεύουσα) γλύτωσε την φυλακή αλλά αποβλήθηκε από όλα τα σχολεία της περιοχής.

Τέλειωσε αναγκαστικά το σχολείο μακριά από τον τόπο του και έφυγε στο εξωτερικό για σπουδές, σε μια περίοδο που για <έξω> έφευγαν μόνο όσοι δεν ήταν ικανοί να σπουδάσουν <μέσα>. Σπούδασε σε περιφερικό Πανεπιστήμιο της χώρας που τον δέχτηκε. Κάτι περίπου σαν την <ανθοκομία Καλαμάτας>. Η εκκλησία, ευγνωμονούσα που την έκλεβε, προσέφερε την χορηγία της στις σπουδές του. Μην εκπλήσσεστε. Αυτά συμβαίνουν και στις καλλίτερες οικογένειες.

Κάποτε ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και ο Σάκης επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε να εργάζεται σε Δημόσιο Ίδρυμα. Εκείνη την εποχή η Ελλάδα είχε βαφτεί απ’ άκρου σ’ άκρο στα πράσινα. Όχι βέβαια του Παναθηναϊκού. Επίσης, εκείνη την εποχή είχαν αρχίσει να ενσκήπτουν σαν επιδημία (αργότερα φάνηκαν τα αποτελέσματα για τη ζωή μας), οι πολυεθνικές εταιρείες. Μια από αυτές, όταν τα βρήκε σκούρα με τον εισαγόμενο διευθυντή της, βγήκε στη γύρα να βρει άτομο να ηγηθεί στη διεύθυνση, με βασικότερο και μη διαπραγματεύσιμο προσόν να είναι καταπράσινος ( να διευκρινίσω και πάλι για όποιον δεν έχει καταλάβει δεν εννοούμε Παναθηναϊκός). Τα υπόλοιπα προσόντα, δηλαδή δημόσια θέση, αξιοπρεπής εμφάνιση, πανεπιστημιακή μόρφωση, όλα ήταν διαπραγματεύσιμα.

Την θέση την κατέλαβε εύκολα ο Σάκης μιας και στο βασικό προσόν κανένας δεν μπορούσε να του βγει μπροστά. Πράσινος καταπράσινος, βαμμένος από την κορυφή μέχρι τα νύχια στο μπακακί-πράσινο σαν τον βάτραχο του γνωστού παραμυθιού, μια και το επέβαλε η εποχή σε όποιον ήθελε να προκόψει. Κουτσοπάλευε και τα υπόλοιπα τα προσόντα και νάτονε στον Παράδεισο που πάντα ονειρευότανε. Και οι μίζες, φανερές (προμήθειες τις λένε) και κρυφές (από την πίσω πόρτα) γίνανε καθημερινή ρουτίνα.

Και εκεί πάνω στο νταραβέρι με τους ξένους και στο αλισβερίσι, δεν ξέχασε να ευχαριστήσει με τον καλύτερο τρόπο τα ημεδαπά στελέχη της Πολυεθνικής που τον είχανε προτείνει για την θέση. Δηλαδή τον σπιτονοικοκύρη του και άλλους δυο ανθρώπους στους οποίους χρωστούσε τη θέση του. Όχι δεν τους έδωσε πριμ ή μπόνους ή όπως αλλιώς τα λένε. Τι να τα κάνουν εκείνοι τα λεφτά. Εκείνος φρόντισε να τους απομακρύνει από την εταιρεία για να μην είναι εμπόδιο στα σχέδια του. Τους δώρισε ελεύθερο χρόνο που από την πολλή δουλειά πρέπει να τον είχαν ανάγκη. Ο ένας από αυτούς, αντί να το χαρεί και να τον ευγνωμονεί που ξεκουράστηκε, έφυγε ο αχάριστος από τη ζωή πικραμένος και νεότατος, δυο χρόνια αργότερα.

Μεγαλούργησε στην Πολυεθνική ο Σάκης. Και ήταν τόση η κούραση του, ο μόχθος, η αγωνία και η υπευθυνότητα που απαιτούσε η υψηλή θέση του, που σιγά-σιγά το μπακακί-πράσινο από πάνω του άρχισε να ξεθωριάζει. Και όσο εκείνο ξεθώριαζε, ένα καινούργιο χρώμα, το γαλάζιο, ερχότανε να το αντικαταστήσει στο πετσί του. Νέοι καιροί, νέα εξουσία, νέο χρώμα. Στρουμφάκι τούτη τη φορά ο Σάκης. Πάντα μέσα στην εποχή. Φανατικός οπαδός του κινήματος Ο.Φ.Α.( Όπου Φυσάει Άνεμος). Ένα νεοδημιουργηθέν κίνημα, το Κ.Ε.Χ. (Κίνημα Ενεργών Χαμαιλεόντων) ένοιωθε υπερήφανο για το σημαίνον τούτο μέλος.

Το Στρουμφακί-γαλάζιο χρώμα που κάλυπτε πλέον το 100% του Σάκη και η γόνιμη προϋπηρεσία στην Πολυεθνική, ήταν τα ουσιαστικά κίνητρα του αρχηγού να του δώσει τη διοίκηση του μεγάλου μαγαζιού, μαγαζιού γωνία, από τα μεγαλύτερα του κράτους. Ένα μαγαζί κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Στρουμφακίου (κατά το Στικακίου). Προμήθειες, έργα που σηκώνουν προμήθειες, αερολογίες και εκμετάλλευση των αδυνάτων, η καλύτερη στιγμή του Σάκη. Μεγαλούργησε πάλι. Οι κατάρες των αδικημένων, τροφή των φιλοδοξιών του πρώην ιερόσυλου.

Πέρασε λίγος καιρός και το στρουμφακί-γαλάζιο χρώμα άρχισε και εκείνο να ξεθωριάζει πάνω στο δέρμα του Σάκη. Η ψυχή του δίποδου χαμαιλέοντα λαχταρούσε μια ακόμη αλλαγή. Άσε που είχε εξαντλήσει και τα θέματα στο μεγάλο μαγαζί, μπορεί να είχαν σωθεί και οι προμήθειες, βάλε παραδίπλα και την κρίση. Και η αδράνεια τον ενοχλούσε τον υπερδραστήριο.

Τυχερός ων, την κατάλληλη στιγμή, ο τόπος άρχισε να αλλάζει χρώμα. Ένας παράξενος, αταίριαστος χρωματικός συνδυασμός ήρθε στην εξουσία ύστερα από ένα σύντομο πέρασμα από το αλήστου μνήμης μπακακί-πράσινο. Ο Σάκης, ως δυναμικό στέλεχος του Κ.Ε.Χ. άλλαξε χρώμα στο πιτς φυτίλι.

Στο παπαγαλί-γαλαζιομπορντοπράσινο λοιπόν ο Σάκης μας, εναρμονίστηκε γρήγορα με το καινούργιο περιβάλλον και ανέλαβε, από σημαντικό μετερίζι, να βοηθήσει τη χώρα του να βγει από τα δύσκολα, με το αζημίωτο πάντα. Ένα αζημίωτο μπαμπάτσικο και με ότι μπορεί να σέρνει από πίσω του.

Σήμερα ο γαλαζιομπορντοπράσινος Σάκης εξακολουθεί να κρατά την μοίρα της χώρας στα χέρια του, εκείνα τα χέρια που με δεξιοτεχνία κάποτε άνοιγαν τα παγκάρια. Και παραμονεύει μην και αλλάξει το χρώμα για να προλάβει να αλλάξει και αυτός το δέρμα του. Τι σόι χαμαιλέοντας θα ήτανε αν δεν νοιαζότανε. Άσε που θέλει να δείχνει τέλειος στο Κ.Ε.Χ.

Επί πλέον ο Σάκης γνωρίζει καλά πως όσο υπάρχουν κορόιδα που ρίχνουν την ψήφο τους στην κάλπη χωρίς να το καλοσκεφτούν, παρασυρόμενοι εύκολα από τις σειρήνες που καραδοκούν σε κάθε βήμα τους, υπάρχει ακόμη μπόλικο ψωμί για τους χαμαιλέοντες με τα δυο πόδια.

Χαμαιλέοντες τύπου Σάκη δεν είναι δύσκολο να ανακαλύψουμε. Βρωμάει ο τόπος Δεν κρύβονται άλλωστε. Καμαρώνουν και προβάλλονται με θράσος από όλα τα Μ.Μ.Ε. Και θα συνεχίζουν να μεγαλουργούν όσο εμείς αδιαφορούμε, ή, το χειρότερο τους χειροκροτούμε. Και είμαστε συμμέτοχοι στην κατρακύλα της ζωής μας μια και δεν κάνουμε τίποτα για να τους εξολοθρέψουμε. Κρατάμε καλά κλειδωμένα μέσα μας τα σκυλιά και τις γάτες, τις αλεπούδες και τα φίδια. Μόνο σαν ελευθερώσουμε τα ζώα που είναι ο εφιάλτης κάθε χαμαιλέοντα, μόνο τότε θα επιστρέψει η ελπίδα για μια καλλίτερη ζωή.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr