Στην ιστορία και την πολιτική δεν υπάρχουν κενά...
Γράφει ο Παναγιώτης Κουμουνδούρος*
∆εν υπάρχει κανένας βράχος στις πλάτες του ΣΥΡΙΖΑ τον οποίο κουβαλάει στωικά ως την κορυφή για να τον δει να κυλάει ξανά πίσω λόγω θεϊκής κατάρας ή αμαρτίας. Ο μύθος του Σίσυφου δεν μπορεί να ταυτιστεί με αυτά που συμβαίνουν στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ–ΠΣ. Στον ΣΥΡΙΖΑ από τότε που βγήκε από την σπηλιά όλες οι αμαρτίες έχουν κατασκευαστεί μέσα στο κόμμα από ανθρώπους που επί χρόνια επικαλούνται την ιδεολογική τους αγιότητα.
Τι πραγματικά συμβαίνει στο μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς; ποιο είναι το ζητούμενο κανένας δεν ξέρει πλέον. Όλα ξεκίνησαν θεωρητικά όταν ο πρόεδρος του κόμματος Στέφανος Κασσελάκης ανάρτησε ένα ερωτηματολόγιο για τα µέλη του κόμματος µε διατυπώσεις που (κατά τους επικριτές του) τον εμφάνιζαν ως ηγέτη υπεράνω κομματικών οργάνων. Φυσικά και το ερωτηματολόγιο ήταν η αφορμή. Λίγο προτού ξεκινήσει το συνέδριο και ο Κασσελάκης ανέβει στο βήμα του συνεδρίου, δεν ήταν καθόλου τυχαία, έρχεται η τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα. O Τσίπρας πιστεύω δεν αμφισβήτησε επί της ουσίας τον Κασσελάκη όπως αρκετοί απλοϊκά μεταφράζουν. Αμφισβήτησε ότι το κόμμα μπορεί να απειλήσει το καθεστώς Μητσοτάκη και να εκπληρώσει τον πολιτικό του ρόλο κινούμενο µε τη συνήθη πρακτική της ιδιοτέλειας, των διαγκωνισµών και της μικροπολιτικής. Σε αυτό το παζλ συμπεριλαμβάνεται προφανώς και ο τωρινός πρόεδρος Κασσελάκης.
Με την ανάρτηση του αυτή λογαριάστηκε µε το παρελθόν και µε το μέλλον. Εμφανώς θέλησε να ξεκαθαρίσει πρώτον ότι δεν βρίσκεται πίσω από τον Κασσελάκη και τις επιλογές του, όπως θέλουν να ψιθυρίζουν ή να επικαλούνται και του χρεώνουν κάποιοι. Δεύτερον μίλησε γιατί γνώριζε τι ακριβώς συμβαίνει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ η υπόγεια αμφισβήτηση, η ομηρία µε ανταλλάγματα, οι ομαδοποιήσεις στη βάση προσωπικών βλέψεων. Ο Αλέξης Τσίπρας είχε δύο επιλογές: ή να συνεχίσει την αφωνία του Βούδα ή να μιλήσει. Το συνέδριο ήταν οριακό σημείο. Ενδεχομένως θα μπορούσε να μιλήσει νωρίτερα αποδίδοντας γενικές ευθύνες (των δικών του συµπεριλαµβανοµένων) ή αμφισβητώντας την ηγεσία. ∆εν διάλεξε πάντως ούτε το ρόλο του Πόντιου Πιλάτου, ούτε του σταυρωτή.
Έδειξε τη βάση του κόμματος απ’ όπου θα νομιμοποιηθούν, θα πάρουν έγκριση και αυτός που θέλει λευκή επιταγή και αυτός που τον αμφισβητεί. Αυτό που προκάλεσε όμως η παρέμβαση Τσίπρα είναι άδικο για τον Κασσελάκη, ο οποίος εκλέχτηκε μόλις πριν από μερικούς μήνες. Την συγκεκριμένη χρονική στιγμή το συνέδριο δεν κλήθηκε να επιλύσει κάποιο θέμα δικαιοσύνης στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά την ίδια την ύπαρξη του. ∆εν γίνεται να υπάρχει κόμμα που ο αρχηγός του αμφισβητείται συνεχώς, ούτε αρχηγός χωρίς κόμμα.
«Βρείτε µου αντίπαλο και πάμε» ο Κασσελάκης σήκωσε το γάντι της πρόκλησης απάντησε στο θέμα της διεξαγωγής των εκλογών για πρόεδρο με άνεση γκουρού και αυτοπεποίθηση ιεροκήρυκα. Ο λογογράφος της τελευταίας φράσης στον επίλογο της ομιλίας του Κασσελάκη µάλλον επιβεβαίωσε τους επικριτές του στο κόμμα, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι αντιλαμβάνεται την πολιτική ως βεβαιότητα πολιτικής επικράτησης από τον ενθουσιασμό που ανακυκλώνει στο ακροατήριό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ από τις απανωτές καλοκαιρινές ήττες δίνει την εντύπωση ότι έχει περάσει από τη βουβή εσωστρέφεια στην εξίσου πολιτικά επικίνδυνη απομονωτική αυτάρκεια της εσωτερικής φλυαρίας. Το αποτελέσματα είναι το ίδιο επιζήμια.
Η νέα προσφυγή στις κάλπες δεν μπορεί να λύσει κανένα πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ αν δεν συνοδευτεί από προσωπική και πολιτική αυτογνωσία, από αυτοσυνειδησία στελεχών και μελών. Ούτε οι δεξαμενές σκέψης, ούτε η επικοινωνιακή υπεροχή επί των υποδεέστερων επικοινωνιακά μπορούν να δώσουν λύση σε αυτό που αποτελεί πολιτικό πρόβλημα. Και το πολιτικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι οργανωτικό, είναι αντίληψης και κυρίως σχέσης µε την κοινωνία, η μεταφυσική ερμηνεία της πραγματικότητας πολύ λίγο αγγίζει τους πολίτες. Τα γραφειοκρατικά διεκπεραιωτικά όργανα, χωρίς πολιτικό σχέδιό και στόχους µε την αυτάρεσκη ρητορεία του υπερπέραν είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Ακόμη μια φορά συντελείται η κοσμογονία του μικρόκοσμου στο ΣΥΡΙΖΑ, στον έξω κόσμο όμως υπάρχουν ορατές αλλαγές. Στις δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τα σοβαρά στοιχεία που καταγράφονται δεν είναι τα ποσοστά των κομμάτων. Στις απαντήσεις που δίνονται από τους πολίτες για διάφορα κοινωνικά θέματα φαίνεται ότι διαμορφώνεται μια συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία ενάντια στις επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη, το έδειξε άλλωστε και η πρόσφατη απεργιακή κινητοποίηση. Στη συνολική αποτίμηση της κατάστασης για τη χώρα το 60% εκτιμά ότι τα πράγματα πάνε σε λάθος κατεύθυνση. Το 73% των πολιτών έχει αρνητική άποψη για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας από την κυβέρνηση. Το 65% αποτιμά επίσης αρνητικά τις επιλογές στην παιδεία, ενώ το 82% των ερωτώμενων θεωρεί ότι οι αγρότες έχουν δίκιο στις διεκδικήσεις τους.
Έχει διαμορφωθεί μια «κοινωνική αντιπολίτευση» την οποία δεν ακολουθούν στις προσμονές της η αντιπολίτευση ούτε βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Μητσοτάκης κυριαρχεί πολιτικά, µε σοβαρό ενδεχόμενο όλη η αντίδραση εναντίον του να εκφραστεί µε τρόπο που δεν θα ευνοήσει απαραίτητα τα δημοκρατικά κόμματα. Την εκφράζουν επίσης και πρωτοβουλίες όπως αυτή που πάρθηκε ως αντίδραση στην προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος στα Τέμπη. Γύρω στις 700.000 υπογραφές συγκεντρώθηκαν µε πρωτοβουλία της Μαρίας Καρυστιανού ενάντια στο πολιτικό σύστημα συγκάλυψης του εγκλήματος.
Το Ευρωκοινοβούλιο καταδίκασε την κυβέρνηση Μητσοτάκη για την κατάλυση του κράτους δικαίου. Η καταδίκη αυτή ήταν αποτέλεσμα επίμονης προσπάθειας κάποιων Ελλήνων και ξένων ευρωβουλευτών αλλά κυρίως δημοσιογράφων που καταδείκνυαν τις πρακτικές Μητσοτάκη στο εξωτερικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε στην ατζέντα του συστηματικά το θέμα αυτό, ενώ στο παρελθόν ο Τσίπρας είχε δεχτεί εσωκομματικά πυρά όταν το καταδείκνυε, (το επιχείρημά ήταν ότι οι υποκλοπές δεν είναι θέμα που απασχολεί τον κόσμο). Η σύνδεση του κόμματος µε την πραγματικότητα είναι αδύναμη. Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος όταν προκύπτουν τέτοιες ενδείξεις, σημαίνει ότι τα κόμματα που αδυνατούν να εκφράσουν τους πολίτες, έχουν πάρει το δρόμο προς την ακύρωσή τους.
Είναι δυνατόν ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει πορεία; Μπορεί να το κάνει άμεσα, πρέπει να σταματήσει να εκφράζει τεχνητές ή προσωπικές ανάγκες, άμεσα πρέπει να εντάξει τις κοινωνικές προσδοκίες στην πολιτική στρατηγική και τη δράση του. Οι εκλογές για πρόεδρο τώρα δεν υπηρετούσαν αυτό το πολιτικό σχέδιο γι’ αυτό και άνοιξε η ομπρέλα προστασίας από τους ίδιους τους συνέδρους ώστε να δοθεί σαφή απάντηση στα διλλήματα συμπάθειας και στη γοητεία της αμφισβήτησης.
Αν δεν το κάναμε αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν υπό διάλυση. Το αν θα έχει επιτυχία εξαρτάτε πόσο γρήγορα το κομματικό σώμα θα ανταποκριθεί σε βαθιές δομικές αλλαγές και στο οργανωτικό αλλά και στην παραγωγή και εφαρμογή πολιτικής. Οι ευρωεκλογές είναι μιας πρώτης τάξης ευκαιρία για να κριθούμε όλοι. Ευτυχώς που στην ιστορία και την πολιτική δεν υπάρχουν κενά...
(*) Εκπαιδευτικός - Συντονιστής ΝΕ Λακωνίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ