Γιατί η Σπάρτη χάνει έδαφος
Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος
Ένα ολοκληρωμένο και σωστά σχεδιασμένο αστικό οδικό δίκτυο αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη λύση του μεγάλου προβλήματος των σύγχρονων πόλεων που είναι το κυκλοφοριακό , για την ολόπλευρη ανάπτυξή τους , την τόνωση της τοπικής αγοράς , τη γρήγορη και ασφαλή μετακίνηση των πολιτών , την αποφυγή ρύπανσης (ατμοσφαιρικής , ηχητικής κλπ) , την αρμονική οικιστική ανάπτυξη , την υψηλή ποιότητα ζωής των πολιτών , την παράπλευρη ανάπτυξη κοινόχρηστων χώρων κ.α.
Πολλές πόλεις που έχουν αντιληφθεί αυτήν την βασική προϋπόθεση ανάπτυξης σχεδιάζουν και υλοποιούν δράσεις οι οποίες (μεταξύ άλλων) περιλαμβάνουν διανοίξεις οδών που για διάφορους λόγους παρέμεναν αδιάνοιχτες και δημιουργούσαν κυκλοφοριακούς «γόρδιους δεσμούς» με αλυσιδωτά αρνητικά αποτελέσματα .
Στο Ηράκλειο , λόγου χάρη , ξεκίνησε πέρυσι από το δήμο «ένα νέο πρόγραμμα με ευρύ φάσμα κατεδαφίσεων και μεγάλων διανοίξεων δρόμων ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται σε εξέλιξη δράσεις με κύρια έμφαση στην επισκευή-συντήρηση του οδικού δικτύου της πόλης του Ηρακλείου» . (Δελτίο Τύπου 18-3-2012)
Αυτό σημαίνει πως ο Δήμος Ηρακλείου είχε κάνει έναν μακρόπνοο σχεδιασμό διανοίξεων οδών που οπωσδήποτε περιλάμβανε τις αναγκαίες απαλλοτριώσεις και αποζημιώσεις ώστε να ελευθερωθούν οι χώροι που παρεμπόδιζαν τις διανοίξεις . Αυτή βεβαίως είναι μια τολμηρή δημοτική πολιτική που αδιαφορεί για το κακώς εννοούμενο πρόσκαιρο πολιτικό κόστος (διάβαζε: αντιδράσεις θιγόμενων ιδιοκτητών) και βάζει πάνω από τα στενά ιδιωτικά συμφέροντα (που πολλές φορές στηρίζονται σε καθεστώς παρανομίας) το κοινωνικό όφελος .
Η σύγκριση του Ηρακλείου με τη Σπάρτη στο θέμα αυτό είναι καταλυτική σε βάρος της δεύτερης :
Η Σπάρτη , αν κι ευτύχησε να έχει το θρυλικό πλέον βαυαρικό σχέδιο που της επέτρεψε να αποκτήσει μια θαυμαστή βάση πολεοδομικής και ρυμοτομικής ανάπτυξης , με ευθύνη των εκάστοτε δημοτικών αρχών της επέτρεψε να παραβιασθεί κατάφωρα το σχέδιο αυτό με αποτέλεσμα ένα μικρό μόνο ποσοστό του να εξακολουθεί να υφίσταται στην προοπτική του σχεδιασμού και του οραματισμού των Βαυαρών .
Το αποτέλεσμα αυτού του «μπάχαλου» ήταν η επέκταση της πόλης να γίνεται σε έναν τυχαίο «αραχνοειδή» σχεδιασμό που τον επιβάλλει η υφιστάμενη πραγματικότητα ενώ , παράλληλα , δρόμοι προβλεπόμενοι από το σχέδιο της πόλης να έχουν καταπατηθεί από «ιδιοκτησίες» οι οποίες (ακόμα και σήμερα) εξαιτίας της «αξιοθαύμαστης» ατολμίας των δημοτικών αρχών εξακολουθούν να στέκονται ως απόρθητα οχυρά και να απαγορεύουν την ολοκλήρωση και τη διάνοιξη των οδών αυτών .
Η Θερμοπυλών , η Χαμαρέτου , η Αρχιδάμου , η Παυσανίου και μια πλειάδα άλλων κεντρικών αλλά και μικρότερων οδών παραμένουν αδιάνοιχτες μέσα στη Σπάρτη κι επιτρέπουν (μαζί με άλλες σημαντικές αιτίες) στο κυκλοφοριακό κομφούζιο να διευρύνεται συνεχώς και να γίνεται δυσεπίλυτο πρόβλημα η εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης κυκλοφοριακής μελέτης που θα ανακούφιζε τη Σπάρτη από τη βάσανο .
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και η μικρή περιφερειακή που διανοίχτηκε πρόσφατα έχει σ’ ένα σημείο της πρόβλημα ολοκληρωμένης διάνοιξης , το οποίο δίνει και πολλά ατυχήματα , ομοίως και η πρόσφατη διαπλάτυνση της Γυθείου . Σ’ αυτά να προσθέσουμε και περιπτώσεις που το ίδιο το κράτος ή οι δημοτικές αρχές έκλεισαν (από αμέλεια ή από λάθος σχεδιασμό) σημαντικούς για την κυκλοφορία ανοιχτούς δρόμους , όπως την εθνική οδό Σπάρτη – Τρίπολη στη γέφυρα του Ευρώτα ή την Ευαγγελιστρίας στο ύψος της κεντρικής πλατείας .
Η Σπάρτη πρέπει , επιτέλους , να βαδίσει κι αυτή πάνω σε δρόμους ανάπτυξης που βαδίζουν άλλοι δήμοι και ειδικά στο θέμα αυτό χρειάζεται μια δημοτική αρχή που θα αποτυπώσει με σαφήνεια την υπάρχουσα κατάσταση από πλευρά αδιάνοιχτων οδών και στη συνέχεια θα ιεραρχήσει ένα σχέδιο διάνοιξης τους το οποίο θα εφαρμοστεί με συνέπεια ώστε ο «κόμπος» να λυθεί και η Σπάρτη ν’ αναπνεύσει κυκλοφοριακά .