Γράφει ο Πάνος Κριάς

Μου παραπονέθηκαν εσχάτως κάποιοι φίλοι, ότι αδίκησα τα ρεμπέτικα και τα κατέβασα πολύ χαμηλά στην στάθμη της λαϊκής κουλτούρας. Όμως κάποιοι άλλοι θερμοκέφαλοι και άσχετοι γύρω από μουσικά θέματα, μου έκαναν απροκάλυπτη και χυδαία επίθεση. Όπως φαίνεται η νοοτροπία του σουρουκλεμέ, του κρετίνου και του λιμοκοντόρου καλά κρατεί ακόμα στην Ελλάδα.

Ωστόσο θα ασχοληθώ στα σοβαρά μόνο με την πρώτη κατηγορία αυτή δηλαδή των ακριβών φίλων μου. Κατ’ αρχάς δεν είχα ισοπεδώσει όπως λάθος κατάλαβαν ορισμένοι όλα τα ρεμπέτικα. Είχα εξηγήσει, ότι, υπάρχουν και καλά ρεμπέτικα τραγούδια με κοινωνικό χαρακτήρα.

Η μεγαλύτερη ένστασή μου ήταν για τα χασικλίδικα αλλά και για τα αντιφεμινιστικά. Και τώρα για να γενικεύσω: τα περισσότερα ρεμπέτικα είναι κακής αισθητικής. Όσοι έχουν σπουδάσει σε καλά πανεπιστήμια θα γνωρίζουν τι σημαίνει Αισθητική.

Αισθητική είναι ο φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με τις τέχνες, αλλά και με κάθε δραστηριότητα του ανθρώπου που αναφέρεται στο ωραίο ως αισθητή ποιότητα και παρουσία. Και ο Πλάτων αλλά και ο Αριστοτέλης στην ποιητική του, έχουν αναφερθεί επισταμένως στην αισθητική, στην διάκριση δηλαδή του ποιοτικού, του ωραίου, από εκείνη του ευτελούς και του χυδαίου.

Δεν μπορούμε να τα ισοπεδώσουμε όλα μέσα σε μια χοάνη αντιφατικών και ανεξέλεγκτων στοιχείων, στην melting pot της παγκόσμιας μεταμοντέρνας σούπας, καθώς η νεοφιλελεύθερη στρατηγική των ίσων τάχα ευκαιριών προσπαθεί ανυπερθέτως να συμψηφίσει στην λαϊκή μάζα το ποταπό με το αγνό, το ποιοτικό με το χυδαίο.

Αναγνωρίζουν δηλαδή και το καλό και το κακό ως ισότιμα στοιχεία ανάπτυξης της κοινωνίας δήθεν ως δημοκρατικό διακύβευμα αλλά σε τελευταία ανάλυση το αντιαισθητικό είναι χειρότερο και από το χείριστο. Γιαυτό η Ελλάδα έφτασε στον πάτο της διαφθοράς. Όχι μόνο λόγω απληστίας και ανηθικότητας, αλλά και λόγω χθαμαλής αισθητικής στην τέχνη και τον πολιτισμό εν γένει. Λόγω καθολικής εμπέδωσης της subculture και λόγω έλλειψης ενασχόλησης με την υψηλή κουλτούρα.

Δεν είναι το ίδιο π.χ. ο Τσιφόρος και ο Παπαδιαμάντης. Ούτε ο Τσιτσάνης και ο Χατζιδάκις. Υπάρχει μέγιστη διαφοροποίηση ποιότητας. Από την μέτρια κουλτούρα παίρνω μόνο κάποια καλά στοιχεία και τα περνάω μέσα από το φίλτρο της υψηλής τέχνης.

Δεν αποδέχομαι ό,τι λαϊκιστικό και ευτελές βρίσκεται μπροστά μου για να παραστήσω τάχα τον πολυπράγμονα και τον προοδευτικό. Ωστόσο η λέξη κλειδί βρίσκεται στο αρχαιοελληνικό λήμμα ‘‘ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ’’ Διακρίνω τα υπεύθυνα μέρη της εξουσίας αλλά διακρίνω και το καλό από το κακό, το ποιοτικό από το ευτελές, το όμορφο από το άσκημο. Κάνω διάκριση δεν σημαίνει ότι κάνω «λογοκρισία», αλλά τοποθετώ τα πράματα στη θέση τους. Εάν δεν κάναμε διάκριση δεν θα μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε ούτε πανεπιστημιακές σπουδές, αλλά ούτε και κλασικές σπουδές στην μουσική. Δεν κάνω παρέα όλο τα λούμπεν στοιχεία που βρίσκονται στον δρόμο μου, για να μην με κατηγορήσουν για ελιτισμό. Το κάνω αυτό, επιλέγω δηλαδή τους φίλους μου, καθώς θέλω να προστατέψω τον εαυτό μου από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της χυδαιότητας η οποία είναι πολύ ισχυρή ακριβώς επειδή η βλακεία και το άπειρο είναι στοιχεία ανεξάντλητα.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr