Γράφει ο Ηλίας Παναγιωτακάκος

Σαράντα επτά χρόνια πριν το πρώτο tweet, πενήντα έξι πριν τα πρώτα stories, μια γενιά αποφάσισε να γράψει ιστορία στους δρόμους. Ο Μάης του 1968 στη Γαλλία δεν ήταν απλώς ένα φοιτητικό ξέσπασμα. Ήταν η στιγμή που η κοινωνία αναμετρήθηκε με τον καθρέφτη της – και δεν της άρεσε αυτό που είδε.

Φοιτητές, εργάτες, διανοούμενοι, όλοι έξω. Οι δρόμοι του Παρισιού γέμισαν από συνθήματα, ιδέες, σύγκρουση. Η εξουσία τραντάχτηκε. Η κοινωνία ρωτήθηκε «πού πάμε;» και απάντηση ακόμα δεν έχουμε δώσει.

Ο Μάης του ’68 δεν ήταν απλώς μια εξέγερση. Ήταν πολιτισμική έκρηξη. Ήταν η ρωγμή που άφησε φως να περάσει. Ήταν έρωτας και επανάσταση μαζί. Ήταν η απόδειξη ότι όταν η φλόγα της αλλαγής ανάβει, τίποτα δεν τη σταματά.

Ο Μάης δεν είχε αρχηγούς. Είχε φωνές. Δεν είχε κόμματα. Είχε άρνηση στο κατεστημένο. Δεν διεκδικούσε απλώς μεταρρυθμίσεις. Απαιτούσε αλλαγή αξιακού συστήματος. Από το σχολείο μέχρι το υπνοδωμάτιο, από την εργασία μέχρι τη δημοκρατία.

Τι μένει σήμερα από τον Μάη του '68;

Η φλόγα; Ίσως κάπου καίει ακόμη. Η γλώσσα του; Έχει γίνει αντικείμενο σχολικών εγχειριδίων. Η ουσία του όμως, η αμφισβήτηση του «κανονικού», ίσως είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.

Σήμερα, με τον κόσμο να αλλάζει ξανά – ανάμεσα σε κρίσεις, τεχνητή νοημοσύνη, οικολογικά αδιέξοδα και κοινωνικές ανισότητες – το μήνυμα του ’68 γίνεται πιο επίκαιρο από ποτέ: Ο κόσμος αλλάζει μόνο όταν τολμάμε να τον ονειρευτούμε αλλιώς.

Αν κάτι μας μαθαίνει ο Μάης του ’68, είναι πως η σιωπή δεν είναι λύση. Και πως κάθε γενιά έχει το δικό της χρέος να φωνάξει, να ερωτευτεί, να φανταστεί.
Γιατί όπως έγραφαν τότε στους τοίχους: «Κάτω από το λιθόστρωτο, η παραλία».

Σε μια εποχή που η «συμμόρφωση» φορά τη μάσκα της ευγένειας, που η αγορά ορίζει την ταυτότητά μας, που η τεχνολογία υπόσχεται ελευθερία αλλά συχνά επιβάλλει έλεγχο — το πνεύμα του Μάη προκαλεί. Και πάλι.

Όχι για να το τιμήσουμε. Αλλά για να το ξαναζήσουμε. Διαφορετικά. Ενημερωμένα. Ψύχραιμα, αλλά ανυπότακτα.

Γιατί οι μάχες του σήμερα δεν δίνονται μόνο στις πλατείες, αλλά και στις οθόνες, στα πανεπιστήμια, στα εργασιακά πεδία, στα δικαιώματα που επαναδιαπραγματεύονται κάθε μέρα.

Ο Μάης του ’68 μάς υπενθυμίζει ότι η κοινωνική αλλαγή δεν είναι προνόμιο των πολιτικών. Είναι ευθύνη των πολιτών.

Και αν κάτι οφείλουμε σ’ εκείνη τη γενιά, δεν είναι τα συνθήματά της. Είναι το θάρρος της.

Πέρασαν δεκαετίες. Και όμως...

Το σήμερα διψάει για έναν νέο Μάη.

  • Για νέους που δε θα ποστάρουν μόνο, αλλά θα παλέψουν.
    Για φοιτητές που δε θα μετρούν απουσίες, αλλά παρουσίες στις μάχες.
    Για εργαζομένους που θα ξαναθυμηθούν τη δύναμή τους.
    Για ανθρώπους που θα πουν «φτάνει πια» στην αδικία, στη σιωπή, στη βολική ουδετερότητα.
  • Ο Μάης του ’68 δεν ζητά αναμνηστικά. Ζητά συνέχεια.
    Όχι άλλα ρετρό αφιερώματα. Θέλει νέους δρόμους, νέες ρωγμές, νέες γενιές που θα σπάσουν τη σιωπή.

Γιατί οι τοίχοι ακόμα περιμένουν λέξεις. «Να είστε ρεαλιστές, απαιτήστε το αδύνατο».