Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Ψυχροπολεμικές εντάσεις αναζωπυρώνονται στη γηραιά ήπειρο μετά τη δημιουργία και λειτουργία αμερικανικών συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας στη βάση Ντεσεβέλου 180 χιλ. νοτιοδυτικά του Βουκουρεστίου. Ξεκινάει πάραυτα η κατασκευή και δεύτερης στρατιωτικής βάσης στο Ρεντζίκοβο της Πολωνίας κοντά στη Βαλτική θάλασσα και στα σύνορα της Ρωσίας. Και οι δύο θα ενταχθούν στη δικαιοδοσία και τις εντολές του ΝΑΤΟ.

Η αντίδραση της Μόσχας ήταν άμεση. Εκπρόσωπος του Κρεμλίνου τόνισε ότι «η εγκατάσταση συνιστά πραγματική απειλή για την ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας» και ότι η χώρα του παίρνει ήδη μέτρα «για την εξασφάλιση του αναγκαίου επιπέδου της εθνικής ασφάλειάς της». Ο γ.γ. του ΝΑΤΟ και ο Αμερικανός υφυπουργός άμυνας δήλωσαν ότι «οι νέες στρατιωτικές βάσεις σε καμία περίπτωση δεν υπονομεύουν τη στρατηγική πυρηνικής αποτροπής της Ρωσίας», αλλά αντίθετα στοχεύουν «στην αντιμετώπιση πιθανής απειλής επιθέσεων, προερχομένων έξω από την ευρωατλαντική ζώνη». ( ; ) Σε απάντηση στην ενίσχυση των νατοϊκών δυνάμεων το Ρωσικό υπουργείο άμυνας ανακοίνωσε τη δημιουργία σύντομα τριών νέων μεραρχιών των ενόπλων δυνάμεων στο δυτικό και νότιο τμήμα της χώρας.

Μετά τη λήξη του 2ου παγκόσμιου πολέμου και συγκεκριμένα το 1949 δημιουργήθηκε η βορειοατλαντική αμυντική συμμαχία (ΝΑΤΟ) από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και χώρες της δυτικής Ευρώπης. (Το 1952 εντάχθηκε και η Ελλάδα). Σκοπός της ήταν η αποτροπή της ένοπλης επίθεσης εναντίον κάποιας χώρας – μέλους από άλλες. Στην πραγματικότητα ήταν μια στρατιωτική συμμαχία απέναντι στον κομμουνισμό που είχε πλέον καθιερωθεί ως νέο μοντέλο οικονομικού και πολιτικού συστήματος στην ΕΣΣΔ και σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Στον αντίποδα το 1955 δημιουργείται το σύμφωνο της Βαρσοβίας, μια αμυντική συμμαχία της ΕΣΣΔ και των κομμουνιστικών χωρών της ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες θεωρούν ότι το ΝΑΤΟ είναι πιθανή απειλή για την εθνική τους κυριαρχία και γενικότερα τα συμφέροντά τους.

Το ψυχροπολεμικό κλίμα που επικράτησε τα επόμενα χρόνια είχε αποτέλεσμα τον ξέφρενο ανταγωνισμό των εξοπλισμών, την ανάπτυξη ολοένα τελειότερων και καταστροφικότερων οπλικών συστημάτων, τον πολλαπλασιασμό των πυρηνικών κεφαλών, με εξαίρεση τη συνθήκη του 1987 μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας για τον περιορισμό και την εξάλειψη των πυρηνικών όπλων μέσου βεληνεκούς. Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού και της ΕΣΣΔ το 1991 διαλύθηκε και το σύμφωνο της Βαρσοβίας. Θα περίμενε κανείς ότι και το ΝΑΤΟ θα είχε την ίδια τύχη, αφού εξέλιπε ο από ανατολάς κίνδυνος. Όμως κάτι τέτοιο δε συνέβη, αλλά αντίθετα εξακολουθεί να αυξάνει το μέγεθος της στρατιωτικής ισχύος του απρόσκοπτα και απροκάλυπτα.

Τώρα που και οι δύο υπερδυνάμεις ακολουθούν και εφαρμόζουν το ίδιο οικονομικό σύστημα (καπιταλιστικό) θα ανέμενε κανείς την αγαστή συνεργασία τους, αφού θα τα έβρισκαν στη μοιρασιά των ζωνών επιρροής και εκμετάλλευσης. Όμως η δημιουργία των νέων στρατιωτικών βάσεων στην ανατολική Ευρώπη και η απάντηση της Ρωσίας, αλλά και η μονομερής εμπλοκή τους στα εσωτερικά της Συρίας φανερώνουν ότι οι ισορροπίες είναι λεπτές, ευμετάβλητες και ασταθείς. Έτσι είναι σίγουρο ότι δε θα αργήσει η στιγμή που η ξέφρενη και αλόγιστη κούρσα των εξοπλισμών, οι αντιθέσεις, οι αντιπαλότητες και οι συγκρούσεις συμφερόντων μέσα στους κόλπους του κεφαλαίου θα απασφαλίσουν τα κουμπιά των κωδικών των πυρηνικών όπλων. Άραγε θα εξαλειφθεί οτιδήποτε αναπνέει και κινείται στον πλανήτη; Το μέλλον θα δείξει.