Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Η επαναφορά στην ιστορική μνήμη σοβαρότατων περιστατικών που σημάδεψαν και στιγμάτισαν την πορεία της χώρας είναι δεσμευτική υποχρέωση. Η αναψηλάφηση και η παρουσίαση πραγματικών καταστάσεων αποτελεί ηθικό χρέος και επιβεβλημένη αναγκαιότητα. Η αντικειμενική προσέγγιση δύο βαρυσήμαντων κοινωνικοπολιτικών γεγονότων που συνέβησαν τον Οκτώβρη του 1961 σε μια ταραγμένη και ανώμαλη περίοδο, είναι απαραίτητη και χρήσιμη. Παρότι φαινομενικά πρόκειται για διαφορετικές περιπτώσεις, εντούτοις στην ουσία συνδέονται πολιτικά και ιδεολογικά στενά μεταξύ τους, αφού επιχειρούν την ανάδειξη αληθινών και υπαρκτών καταστάσεων, τη στηλίτευση πράξεων και συμπεριφορών των οργάνων της πολιτείας και την απόδοση ευθυνών στους ηθικούς και πραγματικούς αυτουργούς. Ήταν δυο αντιστάσεις απέναντι στο οργανωμένο κράτος και παρακράτος, τα οποία με απειλές και φόβο προσπαθούσαν με νύχια και με δόντια να κρατήσουν και να διαχειρίζονται την εξουσία.

Στις 16/10/61 έγινε η πρώτη προβολή της ταινίας «Συνοικία το όνειρο», που παρότι λογοκρίθηκε σκληρά και πήρε άδεια, στη συνέχεια διακόπηκε από την αστυνομία, η οποία αρχικά προσπάθησε να εμποδίσει την είσοδο του κοινού στον κινηματογράφο. Η υπόθεση εξελισσόταν σε μια φτωχογειτονιά, σε μια παραγκούπολη, σε κεντρική περιοχή της Αθήνας κάτω από το λόφο του Φιλοπάππου κοντά στα άνω Πετράλωνα. Εκεί όπου οι πρόσφυγες από τη Μικρασιατική καταστροφή προσπαθούσαν να επιβιώσουν να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια και την ανέχεια κάτω από άθλιες συνθήκες, αλλά με εργατικότητα, επιμονή και αξιοπρέπεια.

«Τι πράγματα είναι αυτά που δείχνετε; Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πεινασμένοι ούτε τρελοί που να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Κάνετε κομμουνιστική προπαγάνδα» είπε στον σκηνοθέτη ο αστυνομικός διευθυντής που σταμάτησε την προβολή της ταινίας, η οποία λογοκριμένη και κατακρεουργημένη προβλήθηκε αργότερα, αλλά ήταν τέτοια που δεν αναγνωριζόταν από τον σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή. Είναι η εποχή που το παρακράτος ζει και διευρύνει τη δράση του. Έγιναν αποκαλύψεις αληθινών καταστάσεων και παρουσιάστηκαν σκηνές από την καθημερινότητα, που η πολιτική ηγεσία σκέπαζε επιμελώς γιατί προσέβαλαν την εικόνα της χώρας. Ίσως και το ότι οι συντελεστές δε διέθεταν τα απαραίτητα, για την εποχή, πιστοποιητικά «εθνικοφροσύνης» οδήγησε τους πολιτικούς τους διώκτες στο πετσόκομμα και στην απαγόρευση προβολής της ταινίας.

Σκηνοθεσία: Αλέκος Αλεξανδράκης
Σενάριο: Τάσος Λειβαδίτης, Κώστας Κοτζιάς
Πρωταγωνιστές: Αλέκος Αλεξανδράκης, Αλίκη Γεωργούλη, Μάνος Κατράκης κ.ά.
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Τραγούδια: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Ακούστηκαν τραγούδια που άφησαν εποχή, όπως ο ύμνος της φτωχολογιάς «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», «Μαργαρίτα Μαργαρώ», «Ανήλιαγα στενά» κ.ά. Στην ταινία
κυριαρχεί ο «Κρητικός χορός» που αργότερα έγινε οικουμενικός ως ο «Χορός του Ζορμπά» στην ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη.

Στις 29/10/61 έγιναν κοινοβουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα μέσα σε κλίμα έντασης, αναταραχής και πολιτικής οξύτητας, οι οποίες έμειναν στην ιστορία ως εκλογές «βίας και νοθείας». Κατηγορήθηκαν τα σώματα ασφαλείας και η Κυβέρνηση της ΕΡΕ ότι προεκλογικά προέβησαν σε εκτεταμένη βία και τρομοκρατία εναντίον των άλλων κομμάτων, αλλά και για αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος. Σημειώθηκαν εκτεταμένα σοβαρά επεισόδια, συμπλοκές και συγκρούσεις κατά την προεκλογική περίοδο, όπου ο στρατός και η χωροφυλακή ασκούσαν ψυχολογική πίεση στους πολίτες προκειμένου να ψηφίσουν συγκεκριμένη πολιτική παράταξη. Έγιναν καταγγελίες για διπλοψηφίες και παραποίηση στοιχείων με ψευδείς εγγραφές στους εκλογικούς καταλόγους.

Μετά από τη Γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο σπαραγμό αρχίζει η ανασύνταξη του Ελληνικού κράτους. Η Δημοκρατία κάνει την εμφάνισή της στα πολιτικά πράγματα της χώρας και κάτω από πιέσεις, εξαναγκασμούς και καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα (τριφασικό, μικτό με κατανομές κ.λπ.) βάλλεται, κλυδωνίζεται και περιορίζεται. Με βία, τρομοκρατία και νοθεία το ’61 και στη συνέχεια με ανένδοτους αγώνες και βαριά τιμήματα αναδείχνεται πάλι. Όμως το βασιλικό πραξικόπημα του ’65 έρχεται να την αμφισβητήσει και να την ταπεινώσει και μετά η δικτατορία του ’67 να τη φιμώσει, να τη φυλακίσει, να την εξαφανίσει. Με τη μεταπολίτευση του ’74 καθιερώνεται σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής ζωής, αλλά και πάλι είναι μειωμένη και μικρή, αφού τα εκλογικά συστήματα που εφαρμόστηκαν (πλειοψηφικά, ενισχυμένης αναλογικής, με μπόνους κ.λπ.) έκλεβαν έδρες από τα μικρότερα κόμματα προς όφελος του πρώτου κόμματος με το ψευτοδίλημμα του σχηματισμού κυβέρνησης.

Σήμερα η πραγματική Δημοκρατία βρίσκεται στο ανώτερο στάδιο, στην κορυφή των καθαρών και αμερόληπτων επιλογών και έχει παγιωθεί στη συνείδηση της πλειονότητας του λαού. Ελεύθερα ο καθένας μπορεί να εκφράζεται πολιτικά και ιδεολογικά χωρίς προσκόμματα, προκαταλήψεις και φόβο, όπου η καθιέρωση της απλής αναλογικής – και η ενδεχόμενη Συνταγματική της κατοχύρωση – είναι καθοριστική στη θεμελίωση της αρχής της ισότητας, της ισοπολιτείας και της απόδοσης στον πολίτη της χαμένης αξιοπρέπειας.