Γράφει ο Παναγιώτης Η. Κομνηνός*

Όσο κι αν φαίνεται παράξενο ή και υπερβολικό, στην πραγματικότητα έτσι συμβαίνει. Οι κάτοικοι των τοπικών κοινοτήτων Αμυκλών, Ανωγείων, Παλαιοπαναγιάς, Τραπεζοντής, Κυδωνιάς, Λευκοχώματος και Ξηροκαμπίου του Δήμου Σπάρτης εκπέμπουν S.O.S. προς κάθε κατεύθυνση και προς πάντας.

Έχοντας εξαντλήσει κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, κάνουν χρήση του έσχατου τούτου τρόπου γνωστοποίησης της τραγικής θέσης, που έχουν περιέλθει τα τελευταία χρόνια.

Και σίγουρα, τούτο δεν είναι ούτε παράξενο ούτε και υπερβολικό. Κινδυνεύει η ζωή τους. Η περιουσία τους. Στερήθηκαν τα έννομα αγαθά τους. Τώρα κινδυνεύει και ο εσώτερος κόσμος τους. Κινδυνεύει η ίδια η ψυχή τους.

Η υπομονή τους δοκιμάζεται. Οι αντοχές τους βρίσκονται πάνω στα όρια μιας φοβερής διλημματικής επιλογής. Παραπαίουν μεταξύ του νόμιμου και του παράνομου. Μεταξύ του επιθυμητού και του επώδυνου.

Από την μία μεριά η εγκατάλειψη και η ανύπαρκτη συνδρομή των Αρχών. Και από την άλλη η καλλιεργούμενη τελευταίως ιδέα της βίαιης αντίδρασης. Της κατά παράλειψη της δικαστικής οδού αυθαίρετης πράξης, δηλαδή της αυτοδικίας και της αναγκαίας υπεράσπισης από άδικες επιθέσεις, δηλαδή της άμυνας.

Από την μία μεριά ο νόμος και οι ατελείωτες υπομονές του. Και από την άλλη η υπέρβαση του δικαιϊκού καθήκοντος και οι συνέπειές της. Και πιο πέρα, μεταφορικά και κατ’ αναγωγή, ο πολιτισμός και η βαρβαρότητα. Ο άνθρωπος και το θηρίο.

Να αυτοδικήσουν για την προστασία των δικαιωμάτων και των αξιώσεών τους ή να κρύβονται; Να ενεργήσουν θετικά υπερασπιζόμενοι τον εαυτό τους και τα έννομα αγαθά τους έναντι τρίτων που τα επιβουλεύονται ή διαρκώς να υποχωρούν ακόμη και σε περίγελως όχι μόνο της σύγχρονης αλλά και της αρχέγονης - υπερνομικής και προπολιτειακής – ιδέας της άμυνας;

Ποιά, όμως, μπορεί να είναι τα αποτελέσματα και πού μπορεί να οδηγήσει η αυτοδικία; Και ποια είναι τα όρια ή το αναγκαίο μέτρο της άμυνας; Είναι δυνατόν οι απλοί κυρίως άνθρωποι να γνωρίζουν τις δυσνόητες νομικές έννοιες περί αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της αυτοδικίας ή της άμυνας;

Πρόκειται για το σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα με κάποιους από τους εκατοντάδες Τσιγγάνους ή Αθίγγανους ή Ρομ ή Ρομά, που σε προηγούμενο σημείωμά μας με τον τίτλο «όμορφη και παράξενη πατρίδα» είχαμε αναφέρει για τους τελευταίους πως σαν ανθρώπινη πλημμυρίδα απλώνονται από τις πλαστικές παράγκες – ανθρώπινες χωματερές – της όχθης του Ευρώτα σε ολόκληρη την πόλη της Σπάρτης και από εκεί στα γύρω χωριά και τον υπόλοιπο νομό.

Ως ιδιότυπη κοινωνική ομάδα οι Αθίγγανοι μπορεί να βρίσκονται απέναντι από εμάς, πλην όμως κινούνται και διάγουν μέσα στη δική μας κοινωνία, έτσι που η διάκριση, αν πρόκειται για διαφορετικές κοινωνίες ή για διαφορετικές κοινωνικές ομάδες μέσα στην ίδια κοινωνία, εκ των πραγμάτων να καθίσταται δυσχερής.

Όπως και να έχουν όμως τα πράγματα, είναι και αυτοί άνθρωποι. Υπάρχουν, ανεξάρτητα αν ίστανται απέναντι ή δίπλα μας. Έρχονται από παλιά. Φορτωμένοι με τα δικά τους υπαρξιακά άγχη και κοινωνικοοικονομικά αδιέξοδα.

Κοιτίδα τους είναι η Βόρεια Ινδία, απ’ όπου απλώθηκαν σε όλο τον κόσμο. Πλήρωσαν τη διαρκή περιπλάνησή τους διά πυρός και σιδήρου. Αλλού τους ανέχτηκαν. Αλλού τους καταδίωξαν. Κάποιοι επιδίωξαν την εξολόθρευσή τους. Στα κρεματόρια των Ναζί βρέθηκαν 500.000 απ’ αυτούς.

Στην Ελλάδα βρίσκονται από 1.000 έτη και πάνω, ελθόντες από την Αίγυπτο απ’ όπου προέρχεται και η προσωνυμία «Γύφτος». Ζουν (κατά ομάδες) νομαδικά, ενώ πολλοί απ’ αυτούς είναι εγκατεστημένοι μόνιμα σε διάφορα μέρη της χώρας. Πάντως οι περισσότεροι αρέσκονται στον ελεύθερο τρόπο διαβίωσης, αρνούμενοι να αποβάλουν την εθνική τους ταυτότητα και τις αρχέγονες συνήθειές τους.

Στη Σπάρτη και στα περίχωρα ζουν είτε μόνιμα εγκατεστημένοι σε σπίτια ή πλαστικά καταλύματα είτε διερχόμενοι περί τους 500 Αθίγγανους. Απ’ αυτούς αρκετοί έχουν καταφέρει και εξοικονομούν αξιοπρεπώς τα προς το ζην αναγκαία. Οι υπόλοιποι όμως φυτοζωούν. Είτε διότι μετά την έλευση των οικονομικών μεταναστών οι ντόπιοι κάτοικοι δεν τους χρησιμοποιούν όπως παλιά σε διάφορες εργασίες, είτε διότι, ιδιόρρυθμοι, αναλφάβητοι και χωρίς τα τυπικά προσόντα άσκησης μικροεμπορικών δραστηριοτήτων, αδυνατούν να κινούνται μέσα στο νόμιμο πλαίσιο, που τίθεται για ανάλογες επαγγελματικές δραστηριότητες.

Αξίζει να σημειωθεί πως ούτε ένας απ’ αυτούς δεν έχει προσληφθεί από κάποια (τοπική) Δημοτική Αρχή, έστω και στην περισυλλογή σκουπιδιών, παρά τις περί τούτου υποσχέσεις κατά τις προεκλογικές περιόδους από διάφορους υποψηφίους των τοπικών Ο.Τ.Α.

Οι πιο πάνω κυρίως λόγοι, που παράγουν την ένδεια, τις στερήσεις και τις κακουχίες, καλλιεργούν τον φυλετικό τους απομονωτισμό. Αναπαράγουν τις παμπάλαιες βιωματικές τους λογικές. Και ως κύριες γενεσιουργές αιτίες οδηγούν στη μετεξέλιξη ενός είδους, ίσως και κληρονομικού, τρόπου ζωής, της «βιοτικής παρανομίας» σε νέες μορφές παραβατικότητας και νομικής ανυπακοής, καθ’ όσον για κάποιους απ’ αυτούς η παρανομία, ως μορφή έσχατης ανάγκης υποτεταγμένης στην υπέρτατη αναγκαιότητα της επιβίωσης, έχει ηθικό νόημα και έρεισμα.

Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί όσο από αδιαφορία της Πολιτείας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μένουν στο περιθώριο, αποκομμένοι από τον κύριο κοινωνικό-οικονομικό ιστό. Ξένοι. Πεινασμένοι. Αναλφάβητοι. Χωρίς δουλειά. Χωρίς τα στοιχειώδη ανθρώπινα χρειώδη – αγαθά και δικαιώματα που δικαιούνται οι όπου γης και προέλευσης άνθρωποι -, η παραβατικότητα στην όποια μορφή της θα είναι τρόπος ζωής. Και η συμπεριφορά τους απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία θα καθορίζεται από την αρχή της ανταποδοτικότητας, δηλαδή από τη συμπεριφορά της κοινωνίας απέναντί τους.

Οι παραπάνω θέσεις, και ανεξάρτητα από την αιτιότητα του φαινομένου, σίγουρα μπορούν να αποτελέσουν «σημείο αντιλεγόμενο». Να αποτελέσουν αντικείμενο βάσιμης αντιλογίας και διαφωνίας. Πλην όμως, θέλουμε δεν θέλουμε, το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Είναι ορατό. Και ασφαλώς συνολικό. Σίγουρα είναι πρόβλημα που άμεσα αφορά και τους ίδιους τους Αθίγγανους. Είναι όμως μείζον πρόβλημα της κοινωνίας. Και κυρίως εκείνης στην απλή μορφή της, δηλαδή των ανθρώπων που μόνιμα ζουν κι εργάζονται σε ένα συγκεκριμένο τόπο.

Για τους κατοίκους των προαναφερθέντων χωριών, η όποια ιστορική και κοινωνιολογική θεώρηση των συμπεριφορών των Αθίγγανων δεν έχει καμιά πρακτική αξία και πολύ περισσότερο γνωσιολογική αξία. Αυτοί δεν ίστανται εκ του ασφαλούς έξω από το πρόβλημα. Βρίσκονται μέσα. Στον πυρήνα του προβλήματος. Είναι τα θύματα. Και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό τα εξιλαστήρια θύματα των παραλείψεων και υστερήσεων των Αρχών.

Οι άνθρωποι αυτοί, όπως ανέκαθεν γινόταν, είχαν ζώα στους σταύλους τους: αρνιά, κατσίκες, γουρουνόπουλα. Είχαν όρνιθες, γαλοπούλες, κοτόπουλα. Στις αποθήκες τους εφυλάσοντο αγαθά, επαγγελματικοί εξοπλισμοί και άλλα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους. Τον βραδινό ύπνο τους τίποτα δεν τον σκίαζε. Κοιμόντουσαν με ανοικτά τα παράθυρα. Οι πόρτες δεν είχαν σύρτες. Οι περασμένης κυρίως ηλικίας πολίτες δεν κινδύνευαν να βρεθούν δεμένοι και μαχαιρωμένοι στον ύπνο τους για λίγα ευρώ της σύνταξής τους. Το έγκλημα της ληστείας ήταν άγνωστο.

Τώρα από τις Αμύκλες ως το Ξηροκάμπι και ακόμη πιο κάτω και πιο πέρα τίποτα δεν είναι όπως πριν. Τα προαναφερθέντα έννομα αγαθά των κατοίκων αυτών των χωριών τα τελευταία χρόνια προσβάλλονται βάναυσα. Με ληστείες. Κλοπές. Με επεισόδια συνοδευόμενα από πυροβολισμούς. Με απειλές. Αρπαγές. Με θορύβους από οχήματα που τρέχουν μέρα – νύχτα με ανεπίτρεπτη ταχύτητα στους δρόμους και τις πλατείες. Με μεγάφωνα που ουρλιάζουν στη διαπασών.

Ολόκληρη η περιοχή αυτή σύμφωνα με επώνυμες καταγγελίες εκατοντάδων κατοίκων βρίσκεται στο έλεος κάποιων λίγων και γνωστών στις διωκτικές Αρχές Αθίγγανων, που δεν υπολογίζουν τίποτα και ασφαλώς εκθέτουν και τους υπόλοιπους ήσυχους ομοφύλους τους.

Τα προαναφερθέντα έννομα αγαθά εδώ έχουν πάψει να υπάρχουν, γιατί απλούστατα δεν προστατεύονται. Και το άσχημο είναι πως στα σήματα S.O.S. που εκπέμπουν οι κάτοικοι των παραπάνω χωριών δεν έχει υπάρξει ακόμη καμιά ανταπόκριση.

Αποτέλεσμα αυτής της ανεξήγητης αδιαφορίας είναι να διακατέχονται οι άνθρωποι από έντονο φόβο, που είναι διάχυτος και πλανάται παντού. Όχι μόνο ως απλό συναίσθημα μπροστά στον κίνδυνο υπαρκτών απειλών. Αλλά το χειρότερο, ως εναγώνια αναμονή πιθανής βίαιης αντίδρασής τους ή και άμετρης ανταπόδοσης ή ακόμη και ως δράση αυτοπροστασίας και αυτοσυντήρησης, που μπορούν να ωθήσουν σε πράξεις εκτός ελέγχου και σε αποτελέσματα ακραία.

Δηλαδή σε πράξεις που μετά από υπερβάσεις των ορίων της αυτοδικίας ή της άμυνας, να θέσουν σε κίνδυνο κρίσης και δοκιμασίας το υπέρτερο αγαθό τους. Ολόκληρο τον εσώτερο κόσμο τους. Να φτάσουν μέχρι την ψυχή τους.

Και όμως, τα σήματα κινδύνου των κατοίκων των προαναφερθέντων χωριών είναι σαφή. Το κατά μεταφορά και σχήμα λόγου S.O.S. – Save Our Souls: σώστε τις ψυχές μας – ακούγεται καθαρά. Ας υπάρξει επιτέλους ανταπόκριση και συνδρομή προτού να είναι αργά. Και για τις δύο πλευρές.

(*) Δημοσιεύτηκε στα τοπικά Μ.Μ.Ε. στις 4/10/2011

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr