Γράφει ο Χρόνης Πολυχρονίου

Αυτά τα λίγα, στον απόηχο της «πρότασης μομφής» προς την Κυβέρνηση της ΝΔ την οποία μομφή υπερψήφισε σύσσωμη η Αντιπολίτευση. Με αφορμή μία ανάρτηση κάποιου αγνώστου στο Twitter της μορφής, «εάν ο κόσμος έβλεπε Βουλή, ο Μητσοτάκης θα έπεφτε αύριο», αποφασίσαμε εκείνο τα απόγευμα Κυριακής να χάσουμε το ντέρμπυ της Τούμπας, υπέρ εκείνου της Βουλής. Με την ελπίδα …μήπως και πέσει. Σταθήκαμε λοιπόν από τις τέσσερις η ώρα μπροστά στην TV ήρεμοι και με καλή διάθεση. Ακούστε (διαβάστε) τι εμείς καταγράψαμε. Αντικειμενικά.

Πρώτος εκ των πολιτικών αρχηγών ανέβηκε στο βήμα ο κύριος Βαρουφάκης.

«Μας κυβερνούν οι ολιγάρχες», συνόψισε. «Η Κυβέρνηση είναι οι ορντινάντσες τους». Για το μπάχαλο όμως της «Μητσοτάκης ΑΕ» καταλόγισε για πρώτη φορά «δόλο», καθώς «μόνο μέσα από αυτό το μπάχαλο μπορούν να υπάρχουν». Η παρουσίαση δε των οικονομικών στοιχείων από τον καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ, δηλαδή των σκανδάλων και της κυβερνητικής ρεμούλας, ήταν τέτοια που κονιορτοποίησε κυριολεχτικά την νέο-φιλελεύθερη πολιτική της «Μαξίμου ΑΕ». Εάν αναγκαζόταν να απαντήσει σε όλα αυτά ο Μητσοτάκης θα έχανε, κυριολεκτικά, το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Βρέθηκε σε πάρα πολύ δύσκολη θέση. Δεν απάντησε σε τίποτα. Τα αγνόησε όλα. Απαξίωσε.

Δεύτερος μετά πήρε τον λόγο ο κύριος Βελόπουλος.

Και ενώ θα περίμενε κανείς να δείξει στον κύριο Μητσοτάκη λίγο «συμπάθεια», αυτός ως καλός συνοδοιπόρος, του έβγαλε κυριολεκτικά τον φερετζέ… Τον από-γύμνωσε. Με ακλόνητα επιχειρήματα, βγαλμένα κυρίως μέσα από τον κόσμο των «νοικοκυραίων», ανέδειξε όλη την παθογένεια της «επιτελικής διακυβέρνησης» παρουσιάζοντας την Χώρα, όχι μόνο να «ηγείται της πέμπτης βιομηχανικής επανάστασης», αλλά ως μία ρακένδυτη γριούλα, χωρίς κανένα ουσιαστικά μέλλον και προοπτική. Και αυτόν τον αγνόησε ο Ερντογάν της Ελλάδας. Και μάλιστα πολύ επιδεικτικά.

Τρίτος στη σειρά ο Δημήτρης Κουτσούμπας.

Το συμπέρασμα των όσων σημαντικών είπε επαναλαμβανόμενος για άλλη μία φορά ήταν πως, το μίσος του ΚΚΕ για όλη την υπόλοιπη Αριστερά, όπου και όπως αυτή υπάρχει και παλεύει, είναι τόσο μεγάλο που το τυφλώνει και δεν το αφήνει να δει ότι υπάρχει γύρω μας και μας κυβερνάει, η Δεξιά. Η μπάλα στην εξέδρα. Αντιπολίτευση όχι στη Κυβέρνηση αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε μια ματιά, ούτε μια ομοβροντία δεν ρίξανε προς τα κυβερνητικά έδρανα. Δεν τους ενόχλησαν καθόλου. Κρίμα. Και προφανώς δεν πήραν και καμιά απάντηση. Αυτό δα …έλειπε.

Όταν έχεις μάθει με Ανδρέα Παπανδρέου, όλοι οι υπόλοιποι ρήτορες μοιάζουν με γατάκια. Στο βήμα ο κύριος Κατρίνης για λογαριασμό του Νίκου Ανδρουλάκη. Φιλότιμη προσπάθεια πλην όμως, χωρίς ταυτότητα. Ρηχή απέναντι σε Κυβέρνηση της Δεξιάς. Από τα λεγόμενά του όμως προέκυψε ότι το ΚΙΝΑΛ δεν πατάει απλά σε δύο βάρκες, αλλά σε μία. Στην γαλάζια βέβαια. Παρόλα αυτά όμως ο κύριος Μητσοτάκης στην συνέχεια εξανέστη για έναν συμφωνημένο, υποτίθεται, «αρραβώνα» ο οποίος δεν φαίνεται να καταλήγει, προς το παρών τουλάχιστον, σε «γάμο». Δίνοντας ταυτόχρονα το σύνθημα για φουλ επίθεση των στελεχών του, εναντίον του ΚΙΝΑΛ. Φαίνεται πως οι δημοσκοπήσεις έχουν αποκαλύψει δυσάρεστους επαναπατρισμούς κεντρώων ψηφοφόρων. Αυτό όμως που μας έκανε αλγεινή εντύπωση ήταν η αήθης επίθεση που έκανε ο Μητσοτάκης απέναντι στον παλαιό βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Κώστα Σκανδαλίδη, υπαινισσόμενος κάτι για … την ηλικία του. Ντροπή.

Προτελευταίος στη σειρά των ομιλητών ο Αλέξη Τσίπρας, αυτός που προκάλεσε και την συζητούμενη πρόταση μομφής κατά της Κυβέρνησης. Με αφορμή πάντα, το αίτημά του για εκλογές και άλλα καυτά θέματα επικαιρότητας όπως η διαχείριση της πανδημίας, ο μεγάλος αριθμός των θανάτων, το φιάσκο σε κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, οι διακοπές ρεύματος, η ακρίβεια που κατατρώει το εισόδημα των εργαζομένων κλπ-κλπ. Από το παρελθόν γνωρίζουμε ότι αυτές οι μονομαχίες Τσίπρα - Μητσοτάκη είναι σαν να κλέβεις από εκκλησία. Κάτι σαν την γάτα με το ποντίκι. Αυτό έγινε και εδώ. Ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εμπλούτισε αυτή τη φορά την τοποθέτησή του και με ζέοντα θέματα ηθικής τάξεως (Φουρθιώτης), επαναλαμβάνοντας το ιστορικό ερώτημα του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, «Ποιος κυβερνάει τελικά αυτόν τον τόπο, εσείς ή ο υπόκοσμος;». Και κατέληξε λέγοντας στον Πρωθυπουργό, «…φύγετε, να ανασάνει ο τόπος». «..Έχετε τελειώσει. Πώς θα προχωρήσετε έτσι; Κάνετε Εκλογές εδώ και τώρα».

Και ενώ θα περίμενε κανείς πως θα σηκωθεί επάνω ο Πρωθυπουργός και από το βήμα της Βουλής θα απαντήσει οργισμένα, αυτός πραγματικά …έφυγε. Έντρομος και καταϊδρωμένος. Δραπέτευσε. Πήγε στο γραφείο του προκειμένου να συνέλθει, να ανασυγκροτηθεί. Να πάρει ανάσες και …γραμμή. Στην θέση του στο βήμα ανέβηκε ο Υπουργός Οικονομικών κύριος Σταϊκούρας, ο οποίος άρχισε να ψελλίζει κάτι για τις «σημαντικές επιδόσεις της Ελληνικής Οικονομίας», αλλά δεν τον άκουγε πλέον κανείς.

Όταν μετά από λίγο ανέβηκε στο βήμα ο κύριος Μητσοτάκης, αποδυναμωμένος και φανερά στραπατσαρισμένος, η εικόνα του έδειχνε ότι βρισκόταν …σε άλλο κόσμο. Δεν κατόρθωσε να απαντήσει σε τίποτα από τον διασυρμό που είχε υποστεί και υφίσταται καθημερινά από την οργή των πολιτών στους δρόμους. Δεν είπε τίποτα για την ταμπακιέρα. Και βέβαια απέφυγε τεχνηέντως και υποβάθμισε το θέμα του εκβιασμού της Κυβέρνησης από τον Φουρθιώτη, ρίχνοντας στα τάρταρα τις αξίες της Παράταξης της ΝΔ και την εκτίμηση των παραδοσιακών Δεξιών, στο πρόσωπό του. Τους έκανε όλους να ντρέπονται για αυτή την παρακμή. Σε κάποια στιγμή μάλιστα ψέλλισε, «σηκώνουμε το γάντι».

«Ώπα», είπα μέσα μου, «πάμε για εκλογές». Αυτός συνέχισε, τρίβοντας νευρικά τα χέρια του. «Η συγνώμη μου δεν εκτιμήθηκε», είπε. Δεν εννοούσε προφανώς την «συγνώμη» που οφείλει προς τους 100 νεκρούς στο Μάτι που τον έκαναν Πρωθυπουργό. Ούτε και προς τους 23.275 άδικους θανάτους της πανδημίας - αλλά προς τους ταλαιπωρημένους πολίτες της Αττικής Οδού. Ενδιάμεσα, στον λόγο του, εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία και ως υπέρτατος άρχοντας και αδέκαστος λειτουργός της Δικαιοσύνης κατηγόρησε ως «συμμορίτες» τους δημοσιογράφους εκείνους οι οποίοι είχαν το σθένος να καταγγείλουν ότι το σκάνδαλο Novartis, υπήρξε και ήταν ένα μεγάλο πολιτικό σκάνδαλο, χωρίς κανείς ποτέ να ευθύνεται για αυτό.

Μιλάμε για την αντιστροφή της πραγματικότητας και την στάχτη στα μάτια μας. Αίσχος.

Συμπέρασμα. Μόνο η κάλπη μπορεί να μας λυτρώσει, πριν είναι πολύ αργά. Και ο καθένας να σκεφτεί και να αναλάβει τις ευθύνες του. Αμήν και πότε.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr