Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης*

Καταρχάς, το Συνταγματικά κατοχυρωμένο πολίτευμα της Ελλάδος, είναι η Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Το πολίτευμά μας, είναι απολύτως σεβαστό και δεν κινδυνεύει από κανέναν. Ειδικότερα, δεν κινδυνεύει από νεκρούς ανθρώπους. Ο σεβασμός της ανθρώπινης αξίας, χωρίς καμία διάκριση, αποτελούν προτεραιότητα της Ελληνικής Πολιτείας και της Δημοκρατίας.

Όποιος έχει διατελέσει, έστω μία ημέρα, ανώτατος άρχοντας της χώρας, όταν αποβιώνει , θα πρέπει να κηδεύεται με τιμές αρχηγού κράτους, εκτός εάν υφίσταται στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Πόσο μάλλον, όταν ο συνταγματικός θεσμός, διακόπτεται και παύεται, εξαιτίας μίας δικτατορίας των συνταγματαρχών. Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, υπήρξε χρυσός ολυμπιονίκης με την ελληνική σημαία, εγγονός του Βασιλιά Κωνσταντίνου που συνέβαλε στον διπλασιασμό της Ελλάδος, συνταγματικός Βασιλιάς της χώρας και ο τότε συνταγματικός θεσμός της βασιλείας, «καταργήθηκε» βίαια, εξαιτίας της δικτατορίας των συνταγματαρχών και με απόφαση της δικτατορίας. Εάν δεν μεσολαβούσε η δικτατορία των συνταγματαρχών, θα υπήρχε ακόμα η συνταγματική Βασιλεία. Η μεταπολίτευση ακύρωσε αμέσως όλες τις διατάξεις και τους νόμους της δικτατορίας των συνταγματαρχών, αλλά όχι την διάταξη της δικτατορίας που καταργούσε το θεσμό της Βασιλείας. Η μεταπολίτευση έθεσε σε ισχύ αμέσως, το Σύνταγμα του 1952, στο σύνολο του, αλλά δεν εφαρμόστηκε ως προς την βασιλεία. Το 1974 μετά την πτώση της δικτατορίας, η δημοκρατική κυβέρνηση εθνικής ενότητας, επανέφερε το Σύνταγμα του 1952. Το Σύνταγμα του 1952 προέβλεπε βασιλευομένη δημοκρατία, αλλά δεν εφαρμόστηκε μέχρι την ψήφιση νέου Συντάγματος.

Η δικτατορία των συνταγματαρχών, επέβαλε την αναγκαστική απαλλοτρίωση της τότε βασιλικής ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα. Το 1992 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, συνήψε σύμβαση με συμβολαιογραφική πράξη μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και του τ. Βασιλιά Κωνσταντίνου, με την οποία σύμβαση, ο Κωνσταντίνος παραιτείται και εκχωρεί το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του στην Ελλάδα σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα, με αντάλλαγμα την απόδοση στην βασιλική οικογένεια των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου και των κινητών αντικειμένων εντός των ανακτόρων. Η σύμβαση αυτή κυρώθηκε με τον νόμο 2086/1992 «περί κυρώσεως της μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του τέως Βασιλέως Κωνσταντίνου σύμβασης».

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου, το 1994 ακύρωσε με τον νόμο 2215/1994, τη συμφωνία του 1992 και αφαίρεσε από τον Κωνσταντίνο την ιδιοκτησία του στην Ελλάδα και την ελληνική ιθαγένεια, θεωρώντας ότι η βασιλική περιουσία είχε ήδη απαλλοτριωθεί με την αναγκαστική απαλλοτρίωση του διατάγματος της δικτατορίας των Συνταγματαρχών.

Η τέως βασιλική οικογένεια, προσέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια και στο Συμβούλιο της Επικρατείας της Ελλάδος, ενάντια στον νόμο 2215/1994, του 1994. Αν και δικαιώθηκε από τον Άρειο Πάγο με την απόφαση 1/1996 της ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απέρριψε την προσφυγή. Επειδή υπήρχαν αντίθετες αποφάσεις, μεταξύ των δύο ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας - Αρείου Πάγου και Συμβουλίου της Επικρατείας - το ζήτημα ετέθη στην κρίση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου της Ελλάδος, προς επίλυση.

Το 1997 το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, στο οποίο παραπέμφθηκε η υπόθεση, συμφώνησε με το Συμβούλιο της Επικρατείας, δεχόμενο ότι ο νόμος 2215/1994 του 1994, είναι Συνταγματικός.

Τον Οκτώβριο του 1998 δημοσιεύθηκε η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία δέχεται το λόγο της προσφυγής , παραπέμποντας την υπόθεση σε νέο τμήμα με νέα σύνθεση. Τον Νοέμβριο του 2000 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, δικαιώνει τον τέως Βασιλιά και καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του πρώτου άρθρου του Πρώτου Πρωτοκόλλου, ενώ στις 28 Νοεμβρίου 2002 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιδίκασε αποζημίωση 13,7 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία αποδόθηκαν 13,7 εκατομμύρια ευρώ στον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο.

Το «ίδρυμα Άννα Μαρία», δημιουργήθηκε το 2003, με την απόδοση της αποζημίωσης για την κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας από το ελληνικό δημόσιο. Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, είχε δηλώσει κατά την διάρκεια της δικαστικής διένεξης, ότι οποιοδήποτε χρηματικό ποσό αποφάσιζε το δικαστήριο, θα το παραχωρούσε εξολοκλήρου για την σύσταση ιδρύματος φιλανθρωπικού χαρακτήρα.

Με την προσφυγή, η τέως βασιλική οικογένεια υποστήριζε ότι με την δήμευση της περιουσίας τους (κτήμα Τατόι, Mon Repos στην Κέρκυρα, κτήμα Πολυδενδρίου στη Λάρισα), χωρίς την καταβολή αποζημίωσης, παραβιάστηκαν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματά τους, ότι είχαν υποστεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση σχετικά με την υπόθεση της ιθαγένειας, ότι είχε προσβληθεί η προσωπικότητα και η ιδιωτική ζωή τους σχετικά με την επιβολή του επωνύμου «Γλυξμπουργκ», και ότι είχε παραβιαστεί το δικαίωμα τους σε δίκαιη δίκη.

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επέφερε την συμμόρφωση του ελληνικού δημοσίου και την καταβολή της προβλεπόμενης αποζημίωσης, από την ΔΟΥ Αχαρνών (Μενιδίου), διότι η τελευταία διεύθυνση κατοικίας του τέως βασιλιά προ της εξώσεως από την δικτατορία, ήταν στο Τατόι. Γενικά, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αποσκοπεί να συστηματοποιήσει την εξέταση προσφυγών που αφορούν στα ανθρώπινα δικαιώματα κατά των κρατών μελών βάσει της Ευρωπαϊκής σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το 1950. Έργο του Δικαστηρίου, είναι ο έλεγχος της εφαρμογής της Σύμβασης, εκδικάζοντας προσφυγές πολιτών κατά παραβιάσεων που διαπράχθηκαν από κράτη μέλη, όπως διάφορες αστικές και πολιτικές ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας του λόγου, της θρησκείας και του δικαιώματος σε μια δίκαιη δίκη.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο, παρέχει ένα πρόσθετο επίπεδο προστασίας σε περίπτωση εικαζόμενων παραβιάσεων των δικαιωμάτων που θεσπίζονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεσπίζει μια σειρά ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Κατοχυρώνει τα δικαιώματα που έχουν αναπτυχθεί στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα δικαιώματα που προβλέπονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και άλλα δικαιώματα και αρχές που απορρέουν από τις συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλες διεθνείς πράξεις.

Ο Χάρτης, που συντάχθηκε από εκπροσώπους των κυβερνήσεων και από βουλευτές από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεσπίζει θεμελιώδη δικαιώματα – όπως την ελευθερία της έκφρασης και της θρησκείας, καθώς και οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα – που αντικατοπτρίζουν τις κοινές αξίες και τη συνταγματική κληρονομιά της Ευρώπης. Ο Χάρτης περιλαμβάνει επίσης νεότερα δικαιώματα, τα καλούμενα «δικαιώματα τρίτης γενιάς», όπως το δικαίωμα προστασίας δεδομένων και το δικαίωμα χρηστής διοίκησης.

Η Δημοκρατία δεν εκδικείται. Ο σεβασμός της ανθρώπινης αξίας και αξιοπρέπειας χωρίς καμία διάκριση με βάση οποιοδήποτε προσδιοριστικό του ατόμου στοιχείο, όπως οι πολιτικές πεποιθήσεις, η φυλή, το χρώμα, η εθνική ή εθνοτική καταγωγή, οι γενεαλογικές καταβολές, οι θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις, η αναπηρία, η ηλικία, η οικογενειακή ή κοινωνική κατάσταση, ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα ή τα χαρακτηριστικά φύλου, καθώς, επίσης, και η θεσμική κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτελούν αξίες άρρηκτα συνυφασμένες με τις αρχές του Κράτους Δικαίου και του Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος, και ως εκ τούτου αποτελούν προτεραιότητα της Ελληνικής Πολιτείας.

(*) Δικηγόρος Αθηνών - Συνταγματολόγος - Νομικός συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου για την Ελλάδα - Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα - Δ.Σ. Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων - Δ.Σ. Ιδρύματος Μπότσαρη - Νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr