Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης*

Η κρατική διευκόλυνση απόκτησης φθηνής στέγης για τα νέα ζευγάρια , αποτελεί μία από τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας μας και την αποτροπή της μετανάστευσης των νέων ανθρώπων. Νέα ζευγάρια εν μέσω οικονομικής κρίσης και δημογραφικού προβλήματος, δεν καταφέρνουν να βρουν στέγη με χαμηλή δόση ενοικίου.

Θα πρέπει το κράτος να διευκολύνει τα νέα ζευγάρια να έχουν πρόσβαση σε προσιτή και ποιοτική στέγη, ώστε να μπορέσουν να δημιουργήσουν οικογένεια . Τα ακριβά ενοίκια , αποτελούν αποτρεπτικό παράγοντα , εμπόδιο και εχθρός στην απόκτηση οικογένειας, καθώς τα νέα ζευγάρια διστάζουν να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα.

Η χώρα, η οικονομία και η κοινωνική πολιτική πρέπει να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, τα οποία με αυτό τον ρυθμό εξέλιξης του φυσικού ισοζυγίου, (θάνατοι - γεννήσεις), σημαίνουν ότι το 2050 ο γηγενής πληθυσμός θα είναι γύρω στα 7,5 εκατομμύρια.

Η Ελλάδα είναι μία από τις 20 χώρες που αναμένονται να καταγράψουν τη μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού στον κόσμο την περίοδο 2020-2050, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ. Η ΕΣΥΕ ανακοίνωσε ότι στην Ελλάδα πέρυσι σημείωσαν μείωση οι γεννήσεις κατά 10,3% και ανήλθαν σε 76.541 (39.558 αγόρια και 36.983 κορίτσια), σε σχέση με το 2021 που ήταν 85.346 (43.998 αγόρια και 41.348 κορίτσια). Από την άλλη πλευρά, οι θάνατοι το 2022 ανήλθαν σε 140.801 (70.802 άνδρες και 69.999 γυναίκες), καταγράφοντας μείωση 2,2% σε σχέση με το 2021 που ήταν 143.923 (73.420 άνδρες και 70.503 γυναίκες).

Οι παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση του πληθυσμού είναι: (α) η μείωση της γονιμότητας, (β) οι αλλαγές στην ηλικία απόκτησης παιδιού, και (γ) το πλήθος των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία.

Η μείωση της γονιμότητας, η οποία ξεκίνησε με καθυστέρηση τουλάχιστον μιας δεκαετίας σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ήταν ιδιαίτερα απότομη, έντονη και συνεχής με αποτέλεσμα, η Ελλάδα να καταγράφει ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα γονιμότητας παγκοσμίως.

Οι αλλαγές στην ηλικία απόκτησης παιδιού αποτελούν μια επίσης καθοριστική εξέλιξη για τη μελλοντική δημογραφική δυναμική. Η απόφαση για την απόκτηση παιδιών λαμβάνεται όλο και πιο αργά. Από το 1980 και μέχρι το 2000, η μέση ηλικία απόκτησης παιδιού αυξήθηκε κατά 4,5 χρόνια (από τα 25,5 το 1980 στα 29,0 το 2000) και άλλα 3 χρόνια μέχρι το 2020, οπότε έφτασε τα 32 έτη περίπου. Από το 2006 η βασική αναπαραγωγική ηλικία είναι πια η Τρίτη δεκαετία της ζωής των γυναικών.

Από το 2000, ο πληθυσμός των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία μειώνεται. Η μείωση, η οποία χρόνο με το χρόνο γίνεται εντονότερη, αφορά αρχικά τις νεαρότερες ηλικίες και σταδιακά επεκτείνεται και στις μεγαλύτερες.

Από το 2008 που ξεκίνησε η οικονομική κρίση, υπήρξαν περικοπές στις συντάξεις, περικοπές στους μισθούς και αύξηση τιμών σε προϊόντα πρώτης ανάγκης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, την τελευταία δεκαετία, τα ενοίκια αντί να μειώνονται, άρχισαν να αυξάνονται και μάλιστα παρατηρείται υπερβολική αύξηση στην πλειονότητα των περιπτώσεων. Η υπερβολική αύξηση των ενοικίων, οδήγησε φοιτητές να ζητούν μεταγραφή στον τόπο κατοικίας τους ή να εγκαταλείπουν τις σπουδές ή να έρχονται στο πανεπιστήμιο μονάχα κατά την εξεταστική περίοδο, εργαζόμενους να μετακομίζουν σε " φθηνότερες" κατοικίες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο εργασίας τους και ανέργους να επιστρέφουν στην πατρική οικία μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν στα έξοδα της καθημερινότητας. Σε μία χώρα με έντονο δημογραφικό πρόβλημα, η προσωπική στέγη θεωρείται πλεονεξία, άρα η δημιουργία οικογένειας καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη έως απίθανη. Σε μία χώρα με έντονο δημογραφικό πρόβλημα, η διευκόλυνση απόκτησης στέγης θα έπρεπε να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα και όχι εξαίρεση στον κανόνα. Το πρώτο κίνητρο για την δημιουργία οικογένειας και επομένως για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, θα έπρεπε να είναι η διευκόλυνση στην απόκτηση στέγης και όχι ένα Κράτος παρατηρητής. Για τα ελάχιστα διαθέσιμα σπίτια, ζητούνται υψηλότατα ενοίκια με θλιβερό επακόλουθο να καθίσταται αδύνατη για πολλούς φοιτητές η συνέχιση των σπουδών τους.

Αυτά τα παιδιά φεύγουν από το σπίτι τους για να στήσουν μια νέα Ελλάδα. Υπάρχουν παιδιά που πάνε να βρουν το Πανεπιστήμιο, αλλά και μια δουλειά για να μπορούν να επιβιώσουν. Οι εισαγωγικές εξετάσεις ήταν ανέκαθεν μια σκληρή οικογενειακή δοκιμασία, με τα παιδιά να φτάνουν στο όριο των ψυχικών και πνευματικών αντοχών τους και τους γονείς να πληρώνουν πανάκριβα, τουλάχιστον για μία διετία, φροντιστήρια. Την τελευταία δεκαετία, ωστόσο, ο Γολγοθάς δεν τελειώνει με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, αλλά συνεχίζεται με την αναζήτηση φοιτητικής στέγης. Το κόστος στέγασης για κατοικία κατάλληλη για νέους έχει εκτιναχθεί - αγγίζει το 60%-70% του μέσου μηνιαίου μισθού. Φέτος είναι η δυσκολότερη χρονιά από το σύνολο των προηγούμενων τεσσάρων ετών, ιδιαίτερα στις περιοχές που καταγράφεται έντονη τουριστική δυναμική και αύξηση των εγγραφών ακινήτων σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης.

Καταγράφεται αύξηση των διαθέσιμων ακινήτων στα υψηλότερα μισθώματα και συρρίκνωση στα οικονομικότερα. Η αύξηση της διαθεσιμότητας φοιτητικών κατοικιών στα υψηλότερα ζητούμενα μισθώματα αντανακλά μια αύξηση των ζητούμενων τιμών που ενδεχομένως να αγγίξει μεσοσταθμικά το 12%-16% σε σχέση με πέρυσι. Στην Αθήνα δεν υπάρχει ούτε ένα με ζητούμενο μίσθωμα έως 300€, με τη συσσωρευτική αύξηση από το 2017 έως σήμερα να αγγίζει το 55%-60%. Στο κέντρο της πρωτεύουσας 7 στα 10 διαθέσιμα προς μίσθωση ακίνητα (άνω του 1ου ορόφου έως 50 τ.μ.) έχουν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 400€/μήνα, εκ των οποίων τα 4 έχουν ζητούμενο μίσθωμα που κυμαίνεται από 500€ έως 600€.. Η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, έχει μετατραπεί σε στεγαστική κρίση.

Το ζήτημα της φοιτητικής στέγης είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες επιλογής του τόπου των σπουδών και κάποιες φορές επηρεάζει ακόμα και την οριστική επιλογή του αντικειμένου των σπουδών. Η περιπλάνηση των φοιτητών από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο και από σπίτι σε σπίτι είναι ένα φαινόμενο που θα πρέπει να πάψει να υφίσταται. Σε μία χώρα με έντονο δημογραφικό πρόβλημα, το κράτος δεν διευκολύνει την απόκτηση στέγης, δεν διευκολύνει την δημιουργία οικογένειας. Η πρόσφατη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων (Απρίλιος 2023) των νέων δημογραφικών προβολών της Eurostat (Europop 2023) παρουσιάζουν μια μελλοντική επιδείνωση της δημογραφικής προοπτικής της χώρας μας. Συγκεκριμένα, ο πληθυσμός της χώρας μας προβλέπεται σύμφωνα με τις νέες δημογραφικές προβολές ότι θα έχει την τρίτη μεγαλύτερη μείωση (30,4%, ) από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1η η Λετονία και 2η η Λιθουανία). Η δυσμενής αυτή εξέλιξη αναβαθμίζει, κατά αντικειμενικό τρόπο, τόσο τη γεωπολιτική διάσταση των δημογραφικών εξελίξεων στην Ελλάδα, όσο και την αναγκαιότητα του άμεσου σχεδιασμού και υλοποίησης μίας ολοκληρωμένης και συστηματικής μακροχρόνιας δημογραφικής πολιτικής. Κεντρικός και αναμενόμενος μετρήσιμος στόχος της δημογραφικής πολιτικής επιβάλλεται να είναι η πρόδρομη επιλογή της αποτροπής της μείωσης του πληθυσμού και στην συνέχεια της αύξησης του πληθυσμού.

Προκειμένου να μην συμβεί αυτό και ο χρόνος της συνταξιοδότησης να παραμείνει σταθερός, σύμφωνα με το πρώτο Μνημόνιο (διάταξη που διατήρησαν και οι Ν. 4386/2016 και Ν. 4670/2020), το όριο ηλικίας της θεσμοθετημένης συνταξιοδότησης θα αυξηθεί κατά 5 έτη από τα 67 έτη στα 72 έτη. Η κυριότερη αιτία της μείωσης του πληθυσμού είναι η μεγάλη μείωση που έχει λάβει υπόψη της η Eurostat στις υποθέσεις εργασίας του 2023 αναφορικά με την μετανάστευση, σε σχέση με τις υποθέσεις εργασίας που είχαν χρησιμοποιηθεί για την μελλοντική πορεία της μετανάστευσης στις προβολές του 2019, οι οποίες ήταν πολύ πιο ευνοϊκές. Ο λόγος ήταν επειδή τα τέσσερα τελευταία έτη από το 2019 έχει παρατηρηθεί πολύ μικρό θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο σε σχέση με αυτό που προέβλεπε η Eurostat και ειδικότερα το έτος 2022 παρατηρήθηκε σημαντικά αρνητικό ισοζύγιο μετανάστευσης κατά 22.000 άτομα (57.000 εισερχόμενη μετανάστευση και 79.000 εξερχόμενη).

Η μετανάστευση, πράγματι, είναι ο σημαντικότερος λόγος μείωσης του πληθυσμού, αφού σε αντίθεση με την μείωση που παρατηρείται σε αυτή, η γεννητικότητα παρουσιάζεται βελτιωμένη στις δημογραφικές προβολές του 2023 σε σύγκριση με αυτές του 2019 . Ειδικότερα, ο ολικός δείκτης γονιμότητας από τα 1,33 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία το 2019 παρουσίασε σημαντική αύξηση στα 1,43 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία το έτος 2021. Στις προβολές του έτους 2019 προβλέπονταν ότι αυτή η τιμή του δείκτη ολικής γονιμότητας θα επέλθει το έτος 2040 .

Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι μεγάλο και είναι και αρκετά επείγον. Οι χώρες στο σύγχρονο κόσμο εξαρτώνται από τους ανθρώπους τους για να προοδεύσουν και οικονομικά και κοινωνικά. Στο μέλλον, όταν όλες τις δουλειές θα τις κάνουν οι μηχανές, αυτό μπορεί αυτό να μην ισχύει, αλλά προς το παρόν και τουλάχιστο μέχρι τα μέσα του αιώνα θα εξαρτώμαστε από τα ανθρώπινα μυαλά για να παράγουν ιδέες και πλούτο. Και, από ό,τι δείχνουν τα στοιχεία, στα μέσα του αιώνα εμείς εδώ θα έχουμε λιγότερα ανθρώπινα μυαλά (8,8 εκατομμύρια, σύμφωνα με το μεσαίο σενάριο), και πολύ γερασμένα (ένας στους τρεις θα είναι άνω των 65).

Οι παράγοντες που επηρεάζουν τον πληθυσμό μιας χώρας είναι τρεις: Η γονιμότητα, η θνησιμότητα και η μετανάστευση.

Οι βασικοί λόγοι που ωθούν τους νέους στη μετανάστευση δεν είναι μόνο η ανεργία αλλά η αναξιοκρατία και ο νεποτισμός, η αναντιστοιχία που υπάρχει στην αγορά εργασίας ως προς την προσφορά και τη ζήτηση, η αβεβαιότητα, οι ανεπαρκείς προοπτικές εξέλιξης, οι χαμηλές οικονομικές απολαβές, η φθηνότερη στέγη σε σύγκριση με τον μισθό του εξωτερικού και η απαξίωση της εργασίας σε μη ελκυστικά περιβάλλοντα. Οι περισσότεροι νέοι επιστήμονες που αποφασίζουν να μείνουν στη χώρα, στρέφονται ολοένα και περισσότερο στην υποαπασχόληση, την ετεροαπασχόληση, σε δουλείες κατώτερες των προσόντων και των προσδοκιών τους με χαμηλές απολαβές.

(*) Δικηγόρος Αθηνών- συνταγματολόγος- συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα-νομικός συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα- νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος- τακτικό μέλος Δ.Σ. Σισμανόγλειου νοσοκομείου- ΔΣ πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων- ΔΣ ιδρύματος Μπότσαρη

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr