Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Και ενώ όλα δείχνουν την κατακόρυφη αύξηση του θανατηφόρου ιού, με το ΕΣΥ να βρίσκεται σε κατάσταση απόλυτης ασφυξίας, με τις κλίνες στις ΜΕΘ να είναι γεμάτες, με δεκάδες ασθενείς να πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ, με την υπεύθυνη να δηλώνει κυνικά και περιφρονητικά ότι και πρώτα πέθαιναν εκτός ΜΕΘ, με χιλιάδες κρούσματα καθημερινά παρά τις σκληρές απαγορεύσεις, αποφασίζονται μέτρα οικονομικής κινητικότητας.

Η καταπάτηση των δικαιωμάτων και ο περιορισμός των δημοκρατικών ελευθεριών για μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν πολύ σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις και γι’ αυτό οι πολίτες δεν εμπιστεύονται πλέον τους διαχειριστές της πανδημίας.

Τα αποτελέσματα, δείγματα προχειρότητας και ανικανότητας, προκαλούν θυμό και οργή και πυροδοτούν αντιδράσεις, που έχουν συσσωρευτεί στις συνειδήσεις των απλών ανθρώπων, οι οποίοι βρίσκονται στα πρόθυρα της μαζικής έκρηξης, αφού η υπομονή έχει εξαντληθεί και οι αντοχές έχουν μειωθεί, ως μηδενιστεί, με τη ζωή να βαδίζει από το κακό στο χειρότερο και σκυμμένη και ταπεινωμένη να μετράει τη γη.

Είναι σε όλους φανερό ότι οι κυβερνητικές αποφάσεις είναι ακατανόητες και αλλοπρόσαλλες, χαρακτηρίζονται από ανευθυνότητα και ανεπάρκεια και αγγίζουν ακόμη και τα όρια της απόλυτης γελοιότητας.

Το κυβερνητικό επιτελείο στηριγμένο σε πεποιθήσεις υψηλής επιστημονικής έρευνας και άριστης διδακτορικής πιστοποίησης(!), με μειωμένο το αίσθημα της συμπαράστασης και της ασφάλειας των πολιτών από την αρχή της πανδημίας, πορεύεται με συνεχόμενα λάθη, συνοδευόμενα από μέτρα αυταρχισμού και καταστολής, με τα οποία επιχειρεί να φιμώσει τις κραυγές και να περιορίσει τα ξεσπάσματα, που αναπόφευκτα θα λυγίσουν τα κάγκελα του αυθαίρετου συνειδητού εγκλεισμού, για να πάρουν κάποιες ανάσες ζωής.

Αναρωτιέται κανείς προς τι η υποχρεωτική χρήση της μάσκας κατά το περπάτημα στην πόλη ή οπουδήποτε αλλού τηρώντας τις αποστάσεις, ποιος ο λόγος των sms και η απαγόρευση των διαδημοτικών μετακινήσεων που δεν ισχύουν σε καμιά άλλη χώρα («το 85% των κρουσμάτων μεταδίδεται σε κλειστούς χώρους» Σ. Τσιόδρας), με τα υπέρογκα πρόστιμα να επικρέμονται πάνω από το κεφάλι του κάθε «παραβάτη».

Αντί από την αρχή της πανδημίας, αφού γνώριζαν την επερχόμενη έντασή της, να αυξήσουν τις ΜΕΘ, να διορίσουν ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, τώρα προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την ήδη επιβαρημένη κατάσταση με ημίμετρα επίταξης, αγκαλιάζοντας ακόμη τα ιδιωτικά ιατρικά κέντρα, τα οποία έκαναν και κάνουν χρυσές δουλειές εκμεταλλευόμενα τη σκοπιμότητα του επιτελικού κράτους.

Έχουν επενδύσει αποκλειστικά στους εμβολιασμούς και επιμένουν στο εμβόλιο συγκεκριμένης φαρμακοβιομηχανίας, όταν τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών της έχουν αμφισβητηθεί από άλλες χώρες.

Προκειμένου να επιβληθούν και να ξεπεραστούν όλα αυτά πιο ανώδυνα για τους υπεύθυνους επιστρατεύεται η ταραχή και ο φόβος σε ολόκληρη την κοινωνία και γίνεται τρόμος, όταν ο καθένας γνωρίζει ότι αν αρρωστήσει δύσκολα θα βρει κρεβάτι, αφού κρατική μέριμνα δεν υπάρχει, εκτός και αν έχει την τύχη να του δώσουν τον αναπνευστήρα, που θα τραβήξουν από τον ηλικιακά μεγαλύτερο.

Ταυτόχρονα η αδελφή δηλώνει ότι το Πάσχα θα το γιορτάσει στα Χανιά με τους φίλους της, ανεξάρτητα από τις όποιες απαγορεύσεις, θυμίζοντας Πάρνηθα και Ικαρία, που ο αδελφός έκανε χαρτοπόλεμο τους νόμους που ο ίδιος είχε ψηφίσει.

Και έρχεται ο Μένιος Φουρθιώτης, ο πρώην μάνατζερ της περιβόητης Τζούλιας Αλεξανδράτου, αυτός που προστατευόταν από δέκα αστυνομικούς, να αποκαλύψει την ώσμωση του παρακράτους με τα ανώτερα κλιμάκια της εξουσίας, που έφερε στο φως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ και τέως υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Γιάννης Βρούτσης:

«Ήρθε στο υπουργείο με μπράβους. Κλοτσούσε πόρτες. Φώναζε. Με θράσος. Απειλούσε γενικούς γραμματείς. Υπάλληλοι έρχονταν κλαίγοντας γιατί τους έλεγε ότι θα τον προσκυνήσουν…».

Ακόμη, στη συγκεκριμένη συγκυρία για αποπροσανατολισμό και παραπλάνηση στήνονται ειδικά δικαστήρια με Καλογρίτσες και βοσκοτόπια, με τους υπεύθυνους να μην έχουν διδαχθεί τίποτα από το βρόμικο ’89 και να επιβεβαιώνεται ότι το μήλο κάτω από τη μηλιά έχει πέσει.

Και μέσα σε όλα αυτά είχαμε και τα κωμικοτραγικά γεγονότα στον γιορτασμό της 25ης Μαρτίου, για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821.

Τα περιττώματα του αλόγου απέναντι από την κεντρική εξέδρα (δεν είχαν την πρόνοια να καλύψουν τα νώτα του ζώου, όπως γίνεται στις τουριστικές άμαξες), η απαράδεκτη απαγγελία του εθνικού ύμνου – εικόνα που ταξίδεψε σε ολόκληρο τον κόσμο – στον πρόσφατα τσιμεντοστρωμένο (ιερόσυλη πράξη) βράχο της Ακρόπολης, αφού ο εθνικός ύμνος δεν απαγγέλλεται, αλλά ψάλλεται, και το δάκρυ του ευαίσθητου Καρόλου, του οποίου ο ελληνικής καταγωγής παππούς του πρίγκιπας Ανδρέας είχε καταδικαστεί σε θάνατο, ως συνυπεύθυνος για τη Μικρασιατική καταστροφή.

Τελικά υπάρχει ζωή;

Πού θα βρούμε τα αγαθά της ύπαρξής μας, που η φύση απλόχερα μας παρέχει; Θα μπορέσουμε να κινηθούμε ελεύθερα, με τα αναγκαία μέτρα προφύλαξης, για να συναντήσουμε τη ζωή μας ή θα είμαστε τα πειραματόζωα, τα δοκιμαστικά όργανα στα υποτελή φερέφωνα της εξουσιαστικής και απολυταρχικής βαρβαρότητας;

Ως πότε οι δημόσιοι χώροι, πλατείες, άλση κ.λπ. πνεύμονες ζωής, θα χρησιμοποιούνται ως αρένες περιστολής και κατασταλτικής βίας, ένδειξη αυταρχισμού, απανθρωπιάς και αγριότητας;

Γιατί ακόμη εξακολουθούν να στερούν τον καφέ σε ανοιχτούς χώρους, αφού στη χώρα μας οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν;

Ως πότε οι ταλαιπωρημένες-στερημένες ζωές θα ψάχνουν να βρουν μια ικμάδα, μια ακτίνα φωτός κάτω από τον ήλιο, αφού τις σκιάζουν οι φοβέρες, οι εξαναγκασμοί και οι απαγορεύσεις;

Η ζωή δεν μπορεί να βρίσκεται σε κίνδυνο με το πρόσχημα της προστασίας της.

Αυτοί, που υποτίθεται ότι έχουν οριστεί για την καλυτέρευση και την επιμήκυνσή της δεν έχουν το δικαίωμα με τις αδυναμίες τους, τις ανεπάρκειές τους και ενδεχομένως τις σκοπιμότητές τους να τη συρρικνώνουν, να την περιορίζουν και να τη μικραίνουν.

Γιατί κάποια στιγμή θα εκραγεί και τότε οι συνέπειες θα είναι ολέθριες για όλους.

Μήπως πρέπει να κυλήσουν πολλά δάκρυα για τα χάλια της χώρας μας;