ΕΛΛΑΔΑ. Από το 1994 καθιερώθηκε η 5η Απριλίου ως Πανελλήνια Ημέρα των Προσφύγων. Η πρωτοβουλία ανήκε σε μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, στο Οικουμενικό Πρόγραμμα Προσφύγων της Εκκλησίας της Ελλάδας, του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης και του Γραφείου της Αθήνας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ.

Για την Ελλάδα έχει ιδιαίτερη σημασία η ημέρα αυτή, εφόσον η προσφυγιά και οι εθνικές εκκαθαρίσεις αποτελούν τη βάση του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Το 1922 ενάμιση εκατομμύριο Έλληνες πρόσφυγες -όσοι επέζησαν από τις εθνικές εκκαθαρίσεις που πραγματοποίησε ο τούρκικος εθνικισμός- από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη ήρθαν πρόσφυγες στον ελεύθερο βαλκανικό νότο.

H Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες του κόσμου με τόσο μεγάλο ποσοστό προσφύγων και προσφυγογενών.

Από το 1919 και το ξέσπασμα του πρώτου προσφυγικού κύματος, οι συνθήκες μετακίνησης των καταγεγραμμένων ήταν άθλιες. Οι άνθρωποι ξεριζώνονταν από τον τόπο τους, διένυαν δεκάδες χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν σε κάποιο λιμάνι, υποσιτίζονταν και ήταν εκτεθειμένοι σε κάθε λογής μολύνσεις και ασθένειες. Όσοι από αυτούς άντεχαν τις κακουχίες, στοιβάζονταν στα αμπάρια μικρών πλοίων κατά χιλιάδες, προκειμένου να έρθουν στην Ελλάδα για μια καλύτερη ζωή. Σε καράβια που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν χωρούσαν πάνω από χίλιοι άνθρωποι, την εποχή εκείνη φορτώνονταν τρείς και τέσσερις χιλιάδες. Πέραν του ότι ο ένας βρισκόταν πάνω στον άλλο, υπήρχε και το θέμα των φυσικών αναγκών. Η υγειονομική βόμβα συμπληρωνόταν από τα νεκρά σώματα εκείνων που δεν άντεχαν, τα οποία οι συγγενείς δεν ήθελαν να αποχωριστούν.

Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα, το 1922 να φτάνουν στην Ελλάδα καθημερινά μέχρι και 8.000 πρόσφυγες. Μέχρι τότε, υπήρχε η πρόβλεψη να μεταφέρονται στα απολυμαντήρια του αγίου Γεωργίου Σαλαμίνας, της Κέρκυρας και της Καλαμαριάς πριν από την οριστική εγκατάσταση τους στη χώρα. Σε αυτά τα λοιμοκαθαρτήρια στοιβάχτηκαν κάτω από άθλιες συνθήκες και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα πέθαναν χιλιάδες.

Κάθε φορά που ανοίγει μια συζήτηση για το σύγχρονο προσφυγικό/ μεταναστευτικό ζήτημα, η κουβέντα κάποια στιγμή θα πάει πίσω, στη Μικρασιατική Καταστροφή και στην ανταλλαγή πληθυσμών. Το 1922 συντελέστηκε μια από τις μεγαλύτερες μετακινήσεις πληθυσμών του 20ού αιώνα. Ο πληθυσμός της Αθήνας, για παράδειγμα, διπλασιάστηκε και σταδιακά δημιουργήθηκαν νέοι συνοικισμοί, γειτονιές και δήμοι που πήραν το όνομά τους από τις ιδιαίτερες πατρίδες των προσφύγων. Η ενσωμάτωση ήταν και τότε μια άγνωστη λέξη, αλλά σταδιακά έγινε πράξη, όταν όλοι κατάλαβαν ότι δεν υπήρχε επιστροφή.

Τα πρώτα χρόνια η κατάσταση για τους περισσότερους ήταν δραματική: οι συνοικισμοί ήταν ξένο σώμα, αρκετοί ζούσαν σε σκηνές, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες, δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό και οι ασθένειες θέριζαν τους πληθυσμούς. Μπορεί να θεωρήθηκαν εξαρχής ισότιμοι πολίτες, αλλά στην πράξη δεν συνέβαινε το ίδιο.

Η συμβολή των προσφύγων στην οικονομία και στον πολιτισμό είναι γνωστή στο γενικό της πλαίσιο. Αρκετοί δούλεψαν ως βιομηχανικοί εργάτες, καλλιεργήθηκαν μεγάλες εκτάσεις γης, τονώθηκε η εσωτερική αγορά, έφεραν την τεχνογνωσία της ταπητουργίας που πριν δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Η πνευματική ζωή της χώρας εμπλουτίστηκε από τους πρόσφυγες, και από τους κόλπους τους αναδείχθηκαν μουσικοί, λογοτέχνες, πανεπιστημιακοί. Ένα μεγάλο τμήμα του προσφυγικού πληθυσμού εμφανίστηκε ως αξιόλογη και ειδικευμένη φθηνή εργατική δύναμη, παρέχοντας επιπλέον κίνητρα για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων. Πέραν τούτου, η παρουσία των προσφύγων στην Ελλάδα επέφερε μια αξιόλογη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς. Η τεράστια προσπάθεια για την εγκατάστασή τους στους αστικούς και αγροτικούς χώρους λειτούργησε ταυτόχρονα και ως ευκαιρία για την αξιοποίηση κεφαλαίων και την απόληψη κερδών. Σε αυτό το στενό εννοιολογικό πλαίσιο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η διεύρυνση της πιστωτικής πολιτικής των τραπεζών επέφερε διαρκή τόνωση της αγοράς.

Οι επιδράσεις του προσφυγικού εποικισμού στη Μακεδονία είναι χαρακτηριστικό δείγμα της αξιοποίησης του επαγγελματικού δυναμικού των προσφύγων. Οι πρόσφυγες προέβησαν στην εκτέλεση μεγάλων έργων, διάνοιξη δρόμων, κατασκευή γεφυρών, εκτέλεση λιμενικών, εγγειοβελτιωτικών και αρδευτικών έργων, κυρίως σε τρεις περιοχές: τις πεδιάδες των Σερρών, της Δράμας και της Θεσσαλονίκης. Διευθέτησαν τις κοίτες χειμάρρων και των μεγάλων ποταμών, όπως του Αξιού και του Στρυμόνα, αποξήραναν τις λίμνες Αχινού, Γιανιτσών, Αρτζάν, Αματόβου και παρέδωσαν τις γαίες σε ακτήμονες πρόσφυγες και γηγενείς.

Η άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα έγινε η αιτία για να επιταχυνθεί και επεκταθεί η διαδικασία διανομής των μεγάλων αγροκτημάτων (τσιφλικιών) στους καλλιεργητές. Δεδομένης της υποχρέωσης της ελληνικής κυβέρνησης (Πρωτόκολλο της 29/9/23) να μεταβιβάσει περίπου 5.000.000 στρέμματα γης στην ΕΑΠ και της προσωρινής αδυναμίας της να εκποιήσει τα μουσουλμανικά τσιφλίκια, η αναδιανομή γαιών έγινε σταδιακά και με συνεχείς διαβουλεύσεις. Τα μουσουλμανικά εδάφη, περίπου 3.500.000 στρ., που αποδόθηκαν στην ΕΑΠ για την αποκατάσταση ακτημόνων προσφύγων, θεωρείται πως συνέβαλαν αποφασιστικά στην ομογενοποίηση της εθνικής ταυτότητας του προσφυγικού αγροτικού πληθυσμού, τον οποίο μετέτρεψε σε κοινωνό της εθνικής κοινότητας.

Γενική συνέπεια από την εγκατάσταση των προσφύγων και τη διανομή των μεγάλων αγροκτημάτων στους άμεσους καλλιεργητές ήταν η κινητοποίηση των εγχώριων πόρων για την εκβιομηχάνιση, με βάση την εσωτερική αγορά αλλά και την περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών της αγοράς εργασίας. Η προσπάθεια στο σύνολό της θεωρήθηκε τόσο σημαντική ώστε προκάλεσε την εισροή και ξένων κεφαλαίων, αγγλικών και αμερικανικών, που επενδύθηκαν στην Ελλάδα με σκοπό την αξιοποίηση αυτής της οικονομικής συγκυρίας, κυρίως σε εισαγωγές που ελέγχονταν από την ΕΑΠ και συνήθως δεν απευθύνονταν σε Έλληνες παραγωγούς.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις