Αστέρια Michelin: Πώς μια εταιρεία ελαστικών έφτασε να αξιολογεί τα κορυφαία εστιατόρια
Από ένα ταπεινό ξεκίνημα το 1889, οι αδελφοί Michelin έχτισαν μια αυτοκρατορία που έφερε την επανάσταση στα ταξίδια και το φαγητό
Πολλοί θα έχετε σίγουρα αναρωτηθεί γιατί ένας κορυφαίος οδηγός αξιολόγησης εστιατορίων έχει το ίδιο όνομα με μια εταιρεία που κατασκευάζει ελαστικά αυτοκινήτων. Όμως, για τους σεφ και τους ιδιοκτήτες εστιατορίων, η αναγνώριση από την Michelin είναι ένα όνειρο ζωής.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, τα αδέλφια André και Édouard Michelin είχαν μια επιχείρηση και ένα πρόβλημα. Είχαν ιδρύσει την εταιρεία ελαστικών τους, με έδρα την αγροτική πόλη Clermont-Ferrand, περίπου τέσσερις ώρες νότια του Παρισιού. Εκείνη την εποχή, τα αυτοκίνητα σε όλη τη Γαλλία ήταν λιγότερα από 3.000, δεν υπήρχε εκτεταμένο οδικό δίκτυο και η βενζίνη ήταν δυσεύρετη. Έπρεπε να δώσουν στους ανθρώπους έναν λόγο για να οδηγούν περισσότερο. Η ιδέα τους ήταν ένα κόκκινο βιβλίο τσέπης, γνωστό ως Οδηγός Michelin.
Στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης του 1900, ο André εξηγούσε ότι σκοπός του ήταν να παρέχει «σε έναν οδηγό όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να ταξιδέψει στη Γαλλία – πού να γεμίσει το ρεζερβουάρ του, να επισκευάσει το αυτοκίνητό του, καθώς και πού να βρει ένα μέρος για να κοιμηθεί και να φάει».

Αν οι άνθρωποι οδηγούσαν περισσότερο, αυτό θα σήμαινε περισσότερη φθορά των ελαστικών και, κατά συνέπεια, περισσότερες αγορές νέων ελαστικών, σκέφτηκαν τα αδέλφια.
Μια νέα πηγή εσόδων
Για ένα διάστημα, ο οδηγός διανεμήθηκε δωρεάν, αλλά αυτό άλλαξε όταν ο André είδε ένα αντίγραφο να χρησιμοποιείται για να στηρίξει έναν πάγκο σε ένα γκαράζ, σύμφωνα με την εταιρεία.
Η απόφαση να χρεώνουν αντίτιμο αντί να βασίζονται στη διαφήμιση ήρθε «καθώς τα αυτοκίνητα έγιναν φθηνότερα και είχαν καλύτερες επιδόσεις», σύμφωνα με το βιβλίο του Olivier Darmon «Τα Πρώτα Εκατό Χρόνια του Michelin Man».
Ως αποτέλεσμα, περισσότεροι Γάλλοι είχαν την επιθυμία να περιηγηθούν στη χώρα, καθιστώντας τον οδηγό Michelin όλο και πιο απαραίτητο. Για να βοηθήσει περαιτέρω τους οδηγούς, η Michelin άνοιξε γραφεία όπου οι τουρίστες μπορούσαν να συμβουλεύονται ειδικούς για να καταρτίζουν δρομολόγια ταξιδιών και να παίρνουν οδικούς χάρτες για ταξίδια σε όλη την Ευρώπη.

«Οι περισσότερες από αυτές τις πληροφορίες προέρχονταν από τους περιοδεύοντες πλασιέ ελαστικών της εταιρείας, οι οποίοι περνούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στους δρόμους και, ως εκ τούτου, ήταν εξαιρετικά αξιόπιστες και ενημερωμένες πηγές», σημειώνει ο Darmon.
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο οδηγός ανέβασε τις πωλήσεις ελαστικών. Ωστόσο, παρείχε μια νέα ροή εσόδων για την εταιρεία και λειτούργησε ως εργαλείο δημοσιότητας που αύξησε την εμπιστοσύνη του κοινού στην οδήγηση. Σήμερα, η Michelin είναι μια εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία που αποτιμάται σε σχεδόν 24 δισεκατομμύρια δολάρια και παράγει σχεδόν 200 εκατομμύρια ελαστικά ετησίως. Ο Οδηγός Michelin καλύπτει πλέον πάνω από 30.000 εστιατόρια σε τρεις ηπείρους και έχει πουλήσει περισσότερα από 30 εκατομμύρια αντίτυπα.
Η γέννηση των αστεριών Michelin
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, οι συστάσεις εστιατορίων της Michelin στους οδηγούς είχαν αποκτήσει τέτοια επιρροή, που ώθησε τα αδέλφια σε ένα νέο εγχείρημα. Αυτό περιελάβανε την πρόσληψη μυστικών γευσιγνωστών, οι οποίοι σήμερα ονομάζονται επιθεωρητές, για να καθορίσουν αν ένα εστιατόριο ήταν κάτι το εξαιρετικό. Αν ήταν, θα έπαιρνε ένα αστέρι.

Το σύστημα κατάταξης εξελίχθηκε, αλλά οι βαθμολογίες που τέθηκαν σε ισχύ τη δεκαετία του 1930 στέκουν ακόμα: ένα αστέρι σημαίνει ότι το εστιατόριο «αξίζει μια στάση», δύο σημαίνει ότι «αξίζει μια παράκαμψη» και τρία σημαίνει ότι «αξίζει ένα επί τούτου ταξίδι».
Το σύστημα έχει δεχτεί επικρίσεις κατά καιρούς. Σε άρθρο του 2023 η Washington Post σημείωνε: «Όσο υποστηρίζει την καινοτομία, άλλο τόσο την καταστέλλει, καθώς οι σεφ συνειδητοποιούν ότι μπορεί να τιμωρηθούν αν ξεφύγουν πολύ από το πλαίσιο». Ο Οδηγός Michelin έχει επίσης κατηγορηθεί για εύνοια στους Γάλλους σεφ και τη γαλλική κουζίνα.
Αλλά είναι γεγονός ότι η απόκτηση ακόμη και ενός μόνο αστεριού μπορεί να βάλει ένα εστιατόριο στο χάρτη και να πολλαπλασιάσει τις κρατήσεις τραπεζιών.
Η ιστορία πίσω από την τιμητική διάκριση
Τα πολυπόθητα από όλους τους chefs, αστέρια Michelin, αποτελούν τη μεγαλύτερη βράβευση για ένα εστιατόριο. Προερχόμενα από μια χώρα γνωστή για το πάθος της για την κουζίνα, τη Γαλλία, ξεκίνησαν από έναν οδηγό που δημοσιεύθηκε το 1900 από τους Andre και Edourd Michelin – τους ιδρυτές της εταιρείας ελαστικών Michelin.

Έχοντας ξεκινήσει την εταιρεία το 1889, τα αδέρφια έψαχναν μια μέθοδο για να υποχρεώσουν τον τότε περιορισμένο αριθμό οδηγών να κάνουν περισσότερα ταξίδια και κατ ‘επέκταση, να αγοράσουν περισσότερα ελαστικά. Το Michelin Guide απαριθμούσε μια πληθώρα πληροφοριών για τους οδηγούς, όπως το πού να βρουν τα καλύτερα γεύματα και διαμονή κατά τη διάρκεια των περιηγήσεων τους. Και κάπως έτσι, η μικρή πόλη Clermont-Ferrand έφερε μία επανάσταση στα ταξίδια και το φαγητό
Η επιχείρηση μεγάλωνε και το ίδιο συνέβαινε με τον οδηγό. Έτσι, η Michelin αποφάσισε να δημιουργήσει μια ομάδα επιθεωρητών της οποίας η δουλειά ήταν να επισκέπτεται – ανώνυμα – και να αξιολογεί τα εστιατόρια σε τρεις κατηγορίες. Τα συστήματα αξιολόγησης – που εξακολουθούν να ισχύουν σήμερα, αναφέρονται ως “Michelin Stars”. Τρία αστέρια σημαίνει «εξαιρετική κουζίνα, αξίζει ένα ξεχωριστό ταξίδι», δύο αστέρια «εξαιρετική μαγειρική, αξίζει μια παράκαμψη» και ένα αστέρι, «ένα πολύ καλό εστιατόριο στην κατηγορία του».

Μέχρι το 1933, 23 εστιατόρια στη Γαλλία βαθμολογήθηκαν με τρία αστέρια. Ο οδηγός επεκτάθηκε περαιτέρω για να καλύψει άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ενώ τέθηκε σε αναστολή τόσο κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όσο και λίγο αφότου τελείωσε, με την έκδοση του 1951 επέστρεψε το σύστημα βαθμολογίας των τριών αστεριών. Αυτή τη φορά όμως ο πήχης είχε ανέβει με αποτέλεσμα να επιτύχουν λιγότερα εστιατόρια τη μέγιστη βαθμολογία. Σήμερα, τα αστέρια απονέμονται επιλεκτικά σε μικρό αριθμό εστιατορίων παγκοσμίως, για την εξαιρετική ποιότητα.
Τα δύο αδέρφια κατάφεραν να κάνουν το «Michelin» συνώνυμο όχι μόνο για τα ελαστικά αλλά και για τα ταξίδια και την υψηλή γαστρονομία. Ένας από τους πιο έξυπνους ελιγμούς της εταιρείας ήταν να αναδείξει το φαγητό για το οποίο αξίζει να ταξιδέψει κανείς. Η κάλυψη των οδηγών για εστιατόρια με ξεχωριστή τοπική κουζίνα και καλά εφοδιασμένα κελάρια ώθησε τους οδηγούς να ταξιδεύουν περισσότερο (και, φυσικά, χρειάζονταν ανθεκτικά ελαστικά Michelin για να ολοκληρώσουν τα ταξίδια τους). Σήμερα, ο οδηγός Michelin καλύπτει προορισμούς σε Ευρώπη, Ασία και Αμερική, με το διάσημο σύστημα αξιολόγησης να προκαλεί τρόμο αλλά θρίαμβο σε εστιάτορες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ένα «αστέρι Michelin» είναι ο στόχος σχεδόν όλων των επίδοξων σεφ.