Πραξικόπημα στην Χιλή. Το ιστορικό της δικτατορίας του Πινοσέτ
Πραξικόπημα εκδηλώνεται στη Χιλή. Ο στρατός της χώρας, με επικεφαλής τον στρατηγό Αουγκούστο Πινοσέτ, ανατρέπει τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο Σαλβαδόρ Αλιέντε
ΚΟΣΜΟΣ. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όλες σχεδόν οι χώρες της περιφέρειας, βίωναν τις συνέπειες της πολιτικής και κοινωνικής αποσταθεροποίησης. Από τα Βαλκάνια μέχρι και την Νότια Αμερική, από την Ινδοκίνα μέχρι και την Νότια Αφρική, όλα σχεδόν τα κράτη οδηγούνταν ή βρίσκονταν ήδη στα πρόθυρα ανατροπών και αλλαγών καθεστώτων. Μια περιοχή, στην οποία έλαβαν μέρος τα περισσότερα πραξικοπήματα και ανετράπησαν νομίμως εκλεγμένες κυβερνήσεις, ήταν η Νότια Αμερική. Εκεί, η χώρα της Χιλής, την δεκαετία του 1970, βίωσε τις μεγαλύτερες αναταραχές της ύπαρξης της, οι οποίες συνοδεύτηκαν από ένα πολύ αιματηρό πραξικόπημα, αυτό του Πινοσέτ.
Οι εκλογές του 1970 έβγαλαν ως νικητή τον Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο οποίος ακολουθούσε μια σοσιαλιστική και πιθανών μαρξιστική πολιτική. Η εκλογή ενός προέδρου με αριστερά φρονήματα θορύβησε αρκετά τις ΗΠΑ, οι οποίες σχεδόν από την πρώτη στιγμή προσπάθησαν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη και τις απόψεις των πολιτικών της χώρας. Ειδικότερα, η επίσκεψη του Φιντέλ Κάστρο στην Χιλή στα τέλη του 1971 επιτάχυναν κατά πολύ τις διαδικασίες, με την CIA να επεμβαίνει πιο έντονα στα ενδότερα του πολιτικού μηχανισμού.
Παρά τις κινήσεις σαμποτάζ των Αμερικανών, η δημοφιλία του Αλιέντε ολοένα και αυξάνονταν. Αυτή όμως η περίοδος πολιτικής ευημερίας έληξε μετά τις εκλογές του 1973, όταν ο Αλιέντε δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την πλειοψηφία των εδρών λόγω της συσπειρωμένης δεξιάς, καθιστώντας το κυβερνητικό του έργο σχεδόν αδύνατο. Αυτή την πολιτική κρίση ήρθε να συνοδεύσει ένα αποτυχημένο πραξικόπημα τον Ιούνιο του ίδιου έτους, από τον Συνταγματάρχη Σουπέρ, ενώ τον Αύγουστο το Ανώτατο Δικαστήριο επέκρινε την αδυναμία της κυβέρνηση ως προς την διασφάλιση της τάξης στην χώρα. Την ίδια στιγμή, η αντιπολίτευση επεδίωκε την περαιτέρω αποδυνάμωση της κυβέρνησης κατηγορώντας για παραβίαση του συντάγματος, ζητώντας την άμεση επέμβαση του στρατού και της αστυνομίας.
Όσο συνέβαιναν όλα αυτά, οι Αμερικανοί και η CIA επεδίωκαν την όλο και περαιτέρω αποδυνάμωση της κυβέρνησης του Αλιέντε. Ήξεραν ήδη πως στο εσωτερικό του στρατού υπήρχαν αξιωματικοί οι οποίοι επεδίωκαν την αλλαγή του καθεστώτος και προέβησαν στην στήριξη αυτού του κινήματος, με το πρόσχημα την ανατροπής μιας «κομμουνιστικής κυβέρνησης» και την αποκατάσταση της τάξης. Οι επιδιώξεις των αξιωματικών, οι οποίοι αν και στην αρχή στήριζαν τον Αλίεντε, σχεδίαζαν ένα μέλλον με ένα διαφορετικό καθεστώς στην Χιλή.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1973, όλα τα σώματα του στρατού έθεσαν σε κίνηση το σχέδιο ανατροπής του Αλιέντε: το Ναυτικό απέκλεισε τις ακτές στα κεντρικά της χώρας, το Πεζικό κατέλαβε όλες τις βάσεις και έκλεισε τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, ενώ η Αεροπορία βομβάρδισε σταθμούς και κεραίες τηλεπικοινωνιών. Ο μόνος ανώτατος αξιωματικός που υπήρξε πιστός στον κυβέρνηση ήταν ο Ναύαρχος Μορένο, ο οποίος συνελήφθη από τις πρώτες ώρες. Μέσα σε λίγες ώρες όλη η Χιλή, εκτός από το κέντρο του Σαντιάγκο, είχε πέσει στα χέρια των πραξικοπηματιών, χωρίς κάποια αξιόλογη αντίσταση.
Η δυναμική του πραξικοπήματος εξέπληξε τον Αλιέντε, ο οποίος κλείστηκε με τους πιο κοντινούς συνεργάτες του στο προεδρικό μέγαρο. Παρά την εκκίνηση των διαπραγματεύσεων από τους πραξικοπηματίες, ο Αλιέντε αρνήθηκε την παραίτηση, βγάζοντας εν τω μεταξύ και ένα λόγο, ο οποίος εκφωνήθηκε μέσω ραδιοφώνου στον λαό της Χιλής. Η άρνηση του Αλιέντε ώθησε τον στρατό σε έφοδο στο προεδρικό μέγαρο, το οποίο τελικά καταλήφθηκε μετά από μεγάλη αντίσταση των αμυνόμενων. Όταν τελικά το μέγαρο έπεσε, ο στρατός βρήκε τον Αλιέντε νεκρό, με τα στοιχεία να δείχνουν αυτοκτονία.
Ποιος ήταν ο Αουγκούστο Χοσέ Ραμόν Πινοσέτ Ουγκάρτε
Ο Αουγκούστο Χοσέ Ραμόν Πινοσέτ Ουγκάρτε γεννήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1915 στο Βαλπαραΐζο, στις ακτές του Ειρηνικού, από πατέρα γαλλικής καταγωγής. Η αυταρχική μητέρα του ήταν η πρώτη που τον ώθησε στη στρατιωτική καριέρα, αλλά ο γάμος του με τη Λουσία Ιριάρτ, κόρη ενός εξέχοντος πολικού της Χιλής, ήταν αυτός που γιγάντωσε τις φιλοδοξίες του και συνέβαλε στην άνοδό του στη στρατιωτική ιεραρχία. Στην άνοδό του βοήθησε και ο έντονος αντικομμουνισμός του, στοιχείο απαραίτητο τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.
Τη δεκαετία του 1950 πρωτοστάτησε στις διώξεις των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος της Χιλής, κερδίζοντας την εύνοια της Ουάσιγκτον, που έβλεπε με αυξανόμενη δυσφορία τη σταδιακή ενίσχυση της Αριστεράς. Έτσι, όταν έφθασε η ώρα, ο Πινοσέτ ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Τον Ιούνιο του 1973 ο ίδιος ο δημοκρατικά εκλεγμένος ηγέτης της χώρας Σαλβαδόρ Αλιέντε τον έχρισε αρχηγό του γενικού επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων, δίνοντας βάση στους όρκους του για πίστη στο Σύνταγμα.
Τρεις μήνες αργότερα, ο Αλιέντε δεν πρόλαβε καν να μετανιώσει για την επιλογή του. Σκοτώθηκε με το όπλο στο χέρι, όταν ο στρατηγός βομβάρδισε το προεδρικό μέγαρο με μαχητικά αεροσκάφη και τεθωρακισμένα, στο πιο αιματηρό πραξικόπημα της λατινοαμερικάνικης ιστορίας.
Ο σοσιαλιστής Αλιέντε, που τόλμησε να επιχειρήσει την ανακατανομή του εθνικού πλούτου της χώρας μέσω της εθνικοποίησης βιομηχανιών και ορυχείων, δεν πέθανε μόνος. Πάνω από 3.000 άτομα δολοφονήθηκαν εκείνον τον μαύρο Σεπτέμβριο του 1973. Ο «εσωτερικός πόλεμος» κατά του κομμουνισμού, τον οποίο κήρυξε ο Πινοσέτ στις 12 Σεπτεμβρίου, έμελλε να κρατήσει χρόνια και να οδηγήσει σε χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους.
Η στρατιωτική χούντα διέλυσε αμέσως το Κογκρέσο, ανέστειλε το Σύνταγμα κι έθεσε εκτός νόμου όλα τα πολιτικά κόμματα. Ακολούθησε η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας, με απαγόρευση κυκλοφορίας στις πόλεις και σκληρή λογοκρισία στα ΜΜΕ, που κράτησε (με μικροδιαλείμματα) 14 ολόκληρα χρόνια.
Τα στρατοδικεία είχαν πολλή δουλειά. Μόνο το 1973 συνελήφθησαν περίπου 250.000 άτομα. Ο τρόμος βασίλευε στη χώρα. Πολλοί Χιλιανοί έγιναν καταδότες για να σωθούν από την DINA, τη διαβόητη μυστική αστυνομία του καθεστώτος που λειτουργούσε υπό την καθοδήγηση της CIA.
Η τρομερή DINA («Η Γκεστάπο του Πινοσέτ», όπως την είχαν ονομάσει) δεν περιοριζόταν στο Χιλιανό έδαφος. Το 1974 σκότωσε με βόμβα στην Αργεντινή τον στρατηγό Κάρλος Πρατς – υπουργό του Αλιέντε και αρχηγό του γενικού επιτελείου πριν από τον Πινοσέτ – και τη γυναίκα του.
Το 1976 δολοφόνησε με τηλεχειριζόμενη βόμβα έναν από τους επιφανέστερους επικριτές του καθεστώτος, τον παλαιό υπουργό Εξωτερικών του Αλιέντε, Ορλάντο Λετελιέρ, στην Ουάσιγκτον.
Ο Πινοσέτ όμως πίστευε ακόμη ότι έλεγχε το παιχνίδι. Στις 5 Οκτωβρίου 1988 διεξήγαγε δημοψήφισμα, με σκοπό την ανανέωση της θητείας του έως το 1997 με λαϊκή εντολή αυτή τη φορά, αλλά εισέπραξε ένα βροντερό «ΟΧΙ» (54,71% έναντι 45,29% του «ΝΑΙ»).
Ένα χρόνο αργότερα προκήρυξε εκλογές. Η αναμέτρηση της κάλπης στις 14 Δεκεμβρίου 1989 ανέδειξε νικητή τον χριστιανοδημοκράτη Πατρίσιο Άιλγουιν, επικεφαλής μιας συμμαχίας 17 κομμάτων, με το 55,1% των ψήφων (ο υποψήφιος τού καθεστώτος Ερνάν Μπίκι έλαβε 29,4% και ο δεξιός ανεξάρτητος Φρανσίσκο Εράσουρις 15,4%).
Με την ορκωμοσία του Άιλγουιν στις 11 Μαρτίου 1990 η δημοκρατία επέστρεψε στη χώρα. Φαινομενικά, ο Πινοσέτ ήταν παρελθόν για τη Χιλή. Όχι όμως κατ’ ουσίαν και στην πράξη. Φρόντισε να παραμείνει αρχηγός του γενικού επιτελείου έως το 1998, και μετά ισόβιος γερουσιαστής, ώστε να αποφύγει κάθε πιθανή δίωξη εις βάρος του. Ταυτόχρονα ισχυροποίησε στο έπακρο τις ένοπλες δυνάμεις, ώστε να είναι σε θέση να ελέγχουν οποιαδήποτε εκλεγμένη κυβέρνηση. Συνέχισε να κυβερνά τη Χιλή από τα παρασκήνια όλη τη δεκαετία του 1990.