ΚΟΣΜΟΣ. Την έντονη αντίθεσή της, σε προτάσεις καταναλωτικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων της Ε.Ε. για την δυνατότητα πώλησης χύμα ελαιολάδου από καταστήματα πώλησης και διάφορα άλλα δίκτυα διανομής, εκφράζει η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Βιομηχανιών Ελαιολάδου (FEDOLIVE), με ομόφωνη απόφαση όλων των επαγγελματικών οργανώσεων της μεταποίησης από τις ελαιοπαραγωγές χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και του ΣΕΒΙΤΕΛ.

Ο κ. Γιώργος Οικονόμου, Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ, δήλωσε στον ΑγροΤύπο ότι «κάποιες ευρωπαϊκές καταναλωτικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις κατέθεσαν αίτημα προς την Κομισιόν για να επιτραπεί η πώληση στην λιανική αγορά χύμα ελαιολάδου. Σαν δικαιολογία αναφέρουν ότι θα υπάρξει έτσι μείωση των συσκευασιών και προστασία του περιβάλλοντος.

Βέβαια ήδη στη Γαλλία υπάρχει νομοθεσία που δίνει το δικαίωμα στον καταναλωτή να πηγαίνει με δική του συσκευασία σε συγκεκριμένα καταστήματα και να αγοράζει ελαιόλαδο. Όμως εκεί υπάρχει έλεγχος και σφραγίζεται η φιάλη μετά το γέμισμα.

Εμείς υποστηρίζουμε ότι αν επιτραπεί η χύμα πώληση ελαιολάδου στην αγορά της ΕΕ θα πάμε πολλά χρόνια πίσω όσον αφορά την ασφάλεια του προϊόντος και την αντιμετώπιση της νοθείας».

Ο Πρόεδρος της FEDOLIVE και Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου - ΣΕΒΙΤΕΛ, Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, δήλωσε σχετικά: «Μετά από πολλές, συγχρονισμένες, δύσκολες και μακροχρόνιες προσπάθειες για αλλαγή, τόσο της νομοθεσίας, όσο και της αντίληψης των καταναλωτών, με στόχο την εγγύηση ποιότητας και την προστασία από φαινόμενα νοθείας και φοροδιαφυγής, η πιθανότητα να επιστρέψουμε στην αβεβαιότητα διακίνησης σε ανώνυμη μορφή ενός τόσο ευαίσθητου τροφίμου όπως το ελαιόλαδο, θεωρούμε ότι θα αποτελέσει σοβαρή οπισθοδρόμηση και πλήγμα στην βιωσιμότητα για το σύνολο του τομέα».

Ακολουθεί το υπόμνημα της FEDOLIVE προς τον Γενικό Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας & Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Wolfgang Burtscher.

«Αξιότιμε κ. Γενικέ Διευθυντά,

Το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει κοινωνοί ορισμένων πληροφοριών σύμφωνα με τις οποίες ορισμένες καταναλωτικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις πιέζουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιτρέψει την πώληση χύμα ελαιολάδου στην λιανική αγορά, πρακτική η οποία δεν εγγυάται την ασφάλεια του τροφίμου, σε αντίθεση με την τυποποίηση και συσκευασία σε περιέκτες έως 5 λίτρα, πρακτική η οποία έχει αποδειχθεί ως η μόνη που εγγυάται την προστασία του καταναλωτή και έχει επικυρωθεί και μέσω της τελευταίας αναθεώρησης του εκτελεστικού Κανονισμού 29/2012 για τα πρότυπα εμπορίας ελαιολάδου (συσκευασία και επισήμανση).

Η προοπτική πιθανής νομιμοποίησης της διακίνησης χύμα ελαιολάδου, προκαλεί έντονη ανησυχία και αντιδράσεις από το σύνολο των φορέων του ελαιοκομικού τομέα και φυσικά του κλάδου της τυποποίησης και διακίνησης του ελαιολάδου.

Η FEDOLIVE η οποία αντιπροσωπεύει την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία της Βιομηχανίας τυποποίησης και επεξεργασίας ελαιολάδου, είναι διαχρονικά υπέρ της μεγαλύτερης δυνατής ασφάλειας των καταναλωτών καθώς και της διασφάλισης της αυθεντικότητας και ποιότητας των προϊόντων του τομέα, γεγονός που αποτελεί προϋπόθεση αλλά και την αύξηση της προστιθέμενης αξίας τους.

Η FEDOLIVE αντιτίθεται σε κάθε μέτρο, σκέψη και πιθανή τροποποίηση της σημερινής προστασίας των επώνυμων και τυποποιημένων ελαιοκομικών προϊόντων, καθεστώς μέσω του οποίου η Ε.Ε από το 1979 με τον τότε μηχανισμό της «ενίσχυσης στην κατανάλωση» αλλά και μέχρι σήμερα, με πολυδάπανες καμπάνιες, ενίσχυσε την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στις μικρές και εξασφαλισμένες ποιοτικά επώνυμες συσκευασίες.

Ορισμένα από τα επιχειρήματα τα οποία ενισχύουν το αίτημά μας είναι τα επόμενα:

Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της συσκευασίας δεν θα εξαλειφθούν ούτε ελαχιστοποιηθούν σε περίπτωση που επιτραπεί η πώληση «χύμα» ελαιολάδου, καθώς θα συσκευάζονται και πάλι σε περιέκτες στα καταστήματα (όπως και σε άλλα χύμα πωλούμενα από τα καταστήματα λιανικής πώλησης, προϊόντα), οι οποίοι και φυσικά δεν θα ελέγχονται όπως οι συσκευασίες του τυποποιημένου ελαιολάδου ως προς την συμμόρφωση με τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς.

Στην περίπτωση κατά την οποία το ελαιόλαδο θα πωλείται σε ανοιχτές και επαναγεμιζόμενες συσκευασίες, δεν θα παρέχεται ουδεμία εγγύηση για την ποιότητά του, την αποφυγή νοθείας και την τήρηση των κανόνων υγιεινής και προστασίας από την θερμότητα, το φως και την οξείδωση σε όλο το διάστημα αποθήκευσης και διακίνησης, εις βάρος της ασφάλειας του καταναλωτή. Σημαντικό επίσης είναι και το θέμα της φοροδιαφυγής, λαμβάνοντας υπόψη ότι εκτός από τα μεγάλα καταστήματα λιανικής πώλησης, στην εν λόγω περίπτωση θα πωλούνται και σε χιλιάδες μικρότερα καταστήματα χωρίς φορολογικά παραστατικά.

Αντιθέτως, όλες οι επιχειρήσεις τυποποίησης και συσκευασίας πληρούν διαρκώς και σε όλα τα στάδια παραγωγής και διακίνησης, τις υψηλότερες απαιτήσεις για διαπίστευση, σύμφωνα με τα πρότυπα ποιότητας (HACCP, ISO, BRC, IFS κ.λ.π.) και υγιεινής και εξασφαλίζουν την ποιότητα του ελαιολάδου αλλά και την φήμη της ποιότητάς του μέχρι το τραπέζι του καταναλωτή.

Οι ποιοτικοί έλεγχοι στις επιχειρήσεις τυποποίησης και συσκευασίας είναι πάντα σε πολύ μεγαλύτερο επίπεδο σε σχέση με τους αντίστοιχους σε ένα κατάστημα λιανικής πώλησης, όπου πρακτικά είναι σχεδόν αδύνατη η παρακολούθηση της ποιότητας του παραμένοντος ελαιολάδου μετά την αποσφράγιση της «χύμα» μεγάλης συσκευασίας και την σταδιακή του πώληση.

Αντίστοιχα, οι έλεγχοι των εθνικών αρχών θα είναι πρακτικά ανεπαρκείς και αναποτελεσματικοί, σε περίπτωση ελεύθερης διακίνησης χύμα ελαιολάδου από χιλιάδες σημεία πώλησης.

Είναι επίσης γνωστό ότι ήδη μέσα και από την διαρκώς αυστηρότερη ευρωπαϊκή νομοθεσία, καταβάλλεται προσπάθεια από τις επιχειρήσεις τυποποίησης για την μείωση των υπολειμμάτων των συσκευασιών και την ανακύκλωση των υλικών τους, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε (χρήση μη αποσπώμενων πωμάτων, χρήση ανακυκλωμένου PET, κλπ). Όλα αυτά είναι αμφίβολο ότι θα μπορούν να εφαρμοστούν και να ελεγχούν στους «περιστασιακούς» περιέκτες που θα προσφέρονται προς χρήση.

Αξιότιμε κ. Burtscher,

Το ελαιόλαδο είναι πηγή υγείας και ζωής. Είναι ένα πλούσιο φυσικό προϊόν με υψηλή θρεπτική και βιολογική αξία το οποίο όμως απαιτεί κατά τα διάφορα στάδια της παραγωγής, της τυποποίησης και της εμπορίας του την τήρηση αυξημένων γενικών και ειδικών απαιτήσεων, οι οποίες διασφαλίζονται μόνο με τα τυποποιημένα και επώνυμα προϊόντα, που χιλιάδες επιχειρήσεις του ελαιοκομικού τομέα παράγουν και διακινούν, συμβάλλοντας στην οικονομία και στην προστασία των καταναλωτών.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, είμαστε βέβαιοι ότι θα λάβετε υπόψη σας το δίκαιο αίτημά μας και θα απορρίψετε κάθε πρόταση τροποποίησης του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου των κανόνων εμπορίας ελαιολάδου».

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις