ΚΟΣΜΟΣ. Η Παγκόσμια Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία στη Ρουάντα (International Day of Reflection on the 1994 Rwanda Genocide) θεσπίσθηκε με πρωτοβουλία της Αφρικανικής Ένωσης και υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 23 Δεκεμβρίου 2003, με σκοπό υπενθυμίσει στη διεθνή κοινότητα τη γενοκτονία στη Ρουάντα το 1994 και να συμβάλει στην καταπολέμηση παρόμοιων περιστατικών στο μέλλον.

Η δολοφονία του Χαμπιαριμανά και του Σιπριέν Νταριαμιρά, στις 6 Απριλίου 1994, υπήρξε η αφορμή για τη γενοκτονία στη Ρουάντα, γνωστή και ως γενοκτονία εναντίον των Τούτσι. Ακολούθησε μαζική σφαγή των Τούτσι στη Ρουάντα από τα μέλη της κυβερνητικής πλειοψηφίας των Χούτου. Υπολογίζεται ότι 500.000-1.000.000 Ρουαντέζοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου των 100 ημερών, από τις 7 Απριλίου έως τα μέσα Ιουλίου 1994, που αποτελούν το 70% των Τούτσι και το 20% του συνολικού πληθυσμού της Ρουάντα. Μετά την ανάκτηση του ελέγχου της χώρας από το RPF η γενοκτονία τελείωσε για να ακολουθήσει η προσφυγική κρίση του Γκρέιτ Λέικς.

Κατ' εκτίμηση 2.000.000 Ρουαντέζοι εκτοπίστηκαν και έγιναν πρόσφυγες (το μεγαλύτερο μέρος του Χούτου πληθυσμού). Η γενοκτονία προγραμματίστηκε από τα μέλη του πυρήνα των πολιτικών ελίτ, πολλοί από τους οποίους είχαν καταλάβει θέσεις σε ανώτερα επίπεδα της εθνικής κυβέρνησης. Οι δράστες προέρχονταν από τις τάξεις του στρατού της Ρουάντα, της αστυνομίας και της κυβέρνησης υποστηριζόμενοι από παραστρατιωτικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της Ιντεραχάμουε και της Ιμπουζαμουγάμπι, καθώς και με τη συμμετοχή απλών πολιτών.

Τιμάται στις 7 Απριλίου κάθε χρόνο, με αφορμή τη μαζική εξόντωση της φυλής Τούτσι από τη φυλή Χούτου, η οποία άρχισε στις 7 Απριλίου 1994, μία μέρα μετά την κατάρριψη με πύραυλο του αεροπλάνου, που μετέφερε τον πρόεδρο της Ρουάντα, Ζουβενάλ Χαμπιαριμάνα, που ανήκε στη φυλή των Χούτου.

Οι σχέσεις των δύο κυρίαρχων φυλών της χώρας, που βρίσκεται στην Κεντρική Αφρική, ήταν πάντα τεταμένες κατά την διάρκεια της αποικιοκρατίας. Οι Χούτου, που αποτελούσαν την πλειονότητα του πληθυσμού της Ρουάντα, βρίσκονταν σε μειονεκτική θέση, σε σχέση με τους Τούτσι, που κατείχαν την πολιτική εξουσία. Οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο φυλών οδήγησαν στην εξέγερση των Χούτου και την κατάληψη της εξουσία το 1961, την περίοδο που η Ρουάντα ετοιμαζόταν να κηρύξει την ανεξαρτησία της από το Βέλγιο.

Ένα νέο κύμα αντιπαράθεσης ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και κορυφώθηκε το 1994 με την κατάρριψη του προεδρικού αεροπλάνου. Στις 7 Απριλίου, η σκληροπυρηνική μερίδα των Χούτου, που διαφέντευε την χώρα, εξαπέλυσε κύμα διωγμών και εκτελέσεων κατά των Τούτσι και των μετριοπαθών Χούτου, που επιδίωκαν την συμφιλίωση των δύο φυλών.

Η γενοκτονία της Ρουάντα, όπως έμεινε στην ιστορία, τερματίστηκε στις 15 Ιουλίου 1994 και κατά την διάρκειά της εξοντώθηκαν περί το 1.000.000 άτομα (περίπου το 20% του πληθυσμού της Ρουάντα, στη συντριπτική του πλειονότητα Τούτσι), υπό τα απαθή βλέμματα της διεθνούς κοινότητας και των ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ.

Το «κοινό» μυστικό πλέον αποκαλύπτεται: Ιστορική έρευνα καταγράφει τις βαριές ευθύνες της Γαλλίας στην Γενοκτονία των Τούτσι στη Ρουάντα

Το 1994 για 100 μέρες ολόκληρος ο πλανήτης έμοιαζε να έχει κλείσει τα μάτια ή τουλάχιστον να έχει πάρει το βλέμμα μακριά από μια μικρή χώρα της Αφρικής με το όνομα Ρουάντα. Η Γαλλία όμως έκανε κάτι παραπάνω από αυτό.

Η Γαλλία φέρει «κατάφωρη και βαριά ευθύνη» για την σφαγή περισσότερων από 800.000 Τούτσι από τους Χούτου της Ρουάντα καθώς «έκλεισε τα μάτια μπροστά στην προετοιμασία» της γενοκτονίας και δεν έκανε τίποτα για να την σταματήσει.

Αυτό αναφέρουν τα συμπεράσματα της πολυαναμενόμενης έκθεσης μιας επιτροπής 15 Γάλλων ιστορικών που επί δύο χρόνια μελετούσαν το μέγεθος της εμπλοκής της Γαλλίας στην γενοκτονία.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, σε μια προσπάθεια να προσεγγίσει ξανά την χώρα της Αφρικής, σύστησε το 2019 μια επιτροπή από έγκριτους ιστορικούς δίνοντας τους πρόσβαση σε κάθε κυβερνητικό έγγραφο από το 1990 έως και το 1994 ώστε να μελετήσουν τις τότε σχέσεις της Γαλλίας και του προέδρου Φρανσουά Μιτεράν με την Ρουάντα και τον ομόλογό του Ζουβενάλ Χαμπιαριμάνα, το καθεστώς του οποίου ουσιαστικά προετοίμασε την γενοκτονία.

Σύμφωνα με τους ιστορικούς, είναι φανερή «η αποτυχία της Γαλλίας στη Ρουάντα» μεταξύ του 1990 και 1994 και η «τύφλωσή» της απέναντι στη γενοκτονία των Τούτσι, που διέπραξε το «ρατσιστικό, διεφθαρμένο και βίαιο» καθεστώς των Χούτου. Και αυτά «παρά τις προειδοποιήσεις από το Κιγκάλι, την Καμπάλα ή το Παρίσι», τονίζουν οι Γάλλοι ιστορικοί σήμερα.

Την ίδια στιγμή η μελέτη απαντά και σε μια ακόμα «καυτή» ερώτηση: Κατά πόσο μπορεί η Γαλλία να θεωρεί ωστόσο συνένοχη με αυτή την στάση της;

«Η κρίση έληξε με την τραγωδία της Ρουάντα και την βαθιά ήττα της Γαλλίας. Αλλά μπορεί η Γαλλία να θεωρηθεί συνεργός στην γενοκτονία των Τούτσι; Αν αυτό σημαίνει ότι υπήρχε η προθυμία να συσχετιστεί με τις επιχειρήσεις της γενοκτονίας, τίποτα στα αρχεία δεν στηρίζει αυτό», σημειώνουν οι ερευνητές ιστορικοί.

Ωστόσο συνεχίζουν τονίζοντας: «Παρ’ όλα αυτά, για πάρα πολύ καιρό η Γαλλία είχε εμπλακεί με το καθεστώς που ενθάρρυνε τη ρατσιστική σφαγή. Παρέμεινε τυφλή στην προετοιμασία της γενοκτονίας από τα πιο ακραία στοιχεία του καθεστώτος».

Η αναφορά εκτείνεται σε 1.200 σελίδες και παραδόθηκε την Παρασκευή 27 Μαρτίου 2021 επίσημα στον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν από τον ιστορικό Βενσάν Ντουκλέ, τον επικεφαλής της δεκαπενταμελούς επιτροπής των ιστορικών που μελέτησαν επί δύο χρόνια απόρρητα διπλωματικά και στρατιωτικά έγγραφα. Η κυβέρνηση της Ρουάντα του Πολ Καγκάμε, η οποία έχει επικρίνει πολλές φορές την Γαλλία για την τότε στάση της χαιρέτησε την έκθεση ως «ένα σημαντικό βήμα προς μια κοινή κατανόηση του ρόλου της Γαλλίας στην γενοκτονία» και ανέφερε ότι σύντομα θα δημοσιεύσουν και αυτοί από την πλευρά τους τη δική τους έρευνα τις επόμενες εβδομάδες.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις