ΝΑΥΠΛΙΟ. Η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο του παγκοσμίου ενδιαφέροντος για την μεγάλη γιορτή που διοργάνωσε με αφορμή τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση.

Ο Αριστείδης Τζονευράκης, σχεδιαστής και κεντητής έχει μελετήσει σε βάθος τις παραδοσιακές φορεσιές αντλεί έμπνευση από τις κοπές και τον διάκοσμό τους δημιουργώντας σχέδια και κεντήματα για το «ΑριστοTέχνημα», το δικό του εργαστήριο μόδας στο Ναύπλιο, αλλά και για οίκους, όπως η ZEUS+ΔΙΟΝΕ της κ Μαρέβας Μητσοτάκη. Είναι ως σχεδιαστής που έντυσε την κ Αγγελοπούλου την 25η Μαρτίου…

«Μία βασική διαφορά των ελληνικών ρούχων από τα ευρωπαϊκά» λέει «είναι ο τρόπος κοπής τους. Στα ευρωπαϊκά ρούχα έχουμε το πατρόν, που είτε σχεδιάζεται κατευθείαν στο χαρτί είτε πρόκειται για ένα κομμάτι ύφασμα που προσαρμόζεται πάνω στο κορμί κι εφαρμόζει τέλεια στο σώμα με πένσες», μας εξηγεί στο στρατηγείο του, στο Aργος. Οι πάγκοι γύρω μας είναι γεμάτοι κλωστές, υφάσματα, ραπτομηχανές και βιβλία με παραδοσιακές φορεσιές. «Στα ελληνικά ρούχα δεν έχουμε πατρόν. Η κοπή πραγματοποιείται κατευθείαν στο ύφασμα. Με χαρακτηριστικό παράδειγμα το βασικό ένδυμα σε όλες τις τοπικές γυναικείες φορεσιές, το πουκάμισο. Eνα είδος μακριού φουστανιού με μανίκια, συνήθως βαμβακερό του αργαλειού, το σχήμα του οποίου θυμίζει τουνίκα ρωμαϊκών χρόνων. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα φαρδύ και μακρύ ριχτό φόρεμα, η εφαρμογή του οποίου επιτυγχάνεται με τα υπόλοιπα αξεσουάρ που απαρτίζουν την κάθε φορεσιά – το ζωνάρι, το σιγκούνι, τον τζάκο».

Τέτοιες τουνίκες στο χρώμα της άμμου πρωταγωνιστούν στο εργαστήρι με πανέμορφα χρωματιστά κεντήματα που ενίοτε απαιτούν ακόμα και είκοσι μέρες δουλειάς για να ολοκληρωθούν.

Ισως κάποιοι θα έσπευδαν να χαρακτηρίσουν τα ρούχα αυτά φολκλόρ ή έθνικ. Οχι όμως… Κομμάτια που δεν ήταν μόνο περίτεχνα, καμωμένα από υπέροχα υφάσματα σε εκπληκτικούς χρωματισμούς, ήταν και λειτουργικά. Στο εργαστήρι του Τζονευράκη η τα παραδοσιακά ρούχα κρύβουν τη φιλοσοφία όπως το κορινθιακό σιγκούνι, που φορώντας το επανέφερε το σώμα στη σωστή θέση, σχεδόν ευθυγράμμισε τη σπονδυλική στήλη. Ή το ζωνάρι, που έδεναν παλιά οι γυναίκες γύρω από την μέση τους, ζώνη που προσφέρει σιγουριά και θαλπωρή στο σώμα (σ.σ.: δεν είναι τυχαίο που συνήθιζαν να το ακουμπούν πάνω στην κοιλιά μιας γυναίκας κατά τη διάρκεια της γέννας).

Σήμερα, ο Τζονευράκης εκμοντερνίζει την παράδοση μέσω του δικού του οίκου και φτιάχνει παραδοσιακές φορεσιές για πολιτιστικούς συλλόγους, μουσεία και ιδιωτικές συλλογές. Ξεκίνησε ως φοιτητής στο ΤΕΙ Αθήνας, στο τμήμα Ενεργειακής Τεχνικής, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Ταξίδεψε για έναν χρόνο στην Αμερική, σε μια διαδρομή αναζήτησης, για να επιστρέψει στο Ναύπλιο και να δουλέψει σε ένα τοπικό καφέ, όπου γνώρισε τον άνθρωπο που άλλαξε την πορεία του, τον ελληνοράπτη και μετέπειτα μέντορα του Κώστα Γκίκα, που εργαζόταν εθελοντικά στη Δανειστική Ιματιοθήκη του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος (ΠΛΙ). «Από εκείνον έμαθα σχεδόν τα πάντα, όχι μόνο πώς να κατασκευάζω τις παραδοσιακές φορεσιές, αλλά και πώς να τους προσδίδω τον χαρακτήρα που πρέπει να έχουν για να ανταποκρίνονται όσο πιο πιστά γίνεται στην περιοχή στην οποία αναφέρονται», σημειώνει ο ίδιος. Στη συνέχεια έκανε εντατικά μαθήματα ραπτικής και έμαθε καλά τα μυστικά της, γνώσεις που συνδυάζει με τεχνικές της παράδοσης.

Είναι γεγονός ότι αν οι χρήστες της τέχνης του Αριστείδης Τζονευράκης έχουν αίσθηση του μέτρο και της αναλογίας τότε μόνο ωφέλιμο είναι το έργο του, αλλιώς κινδυνεύει και αυτό να γίνει μέρος των εντυπω΄σεων που απορποσανατολίζουν από την αυθεντικότητα των μηνυμάτων του 1821.