ΕΛΛΑΔΑ. Ο τραγουδιστής σε κάθε στροφή αναφέρει διαφορετικό σημείο του σώματος με το οποίο οι χορευτές πρέπει να «τρίψουν» το πιπέρι. Ένας άντρας στέκεται από πάνω τους και τους επιβλέπει και αν δεν τρίβουν σωστά το πιπέρι, τους χτυπάει με ένα ραβδί ή μαστίγιο.

Στίχοι :

Πώς το τρί βλάχα μου καλή,
πώς το τρίβουν το πιπέρι;
Πώς το τρίβουν το πιπέρι
του διαβόλου οι καλογέροι;

Με το γό βλάχα μου μωρή,
με το γόνατο το τρίβουν.
Με το γόνατο το τρίβουν
και το ψιλοκοπανίζουν.

Άιντε για σκωθείτε παλληκάρια
με σπαθιά και με χαντζάρια.

Με την μύ βλάχα μου μωρή,
με την μύτη τους το τρίβουν.
Με την μύτη τους το τρίβουν
και το ψιλοκοπανίζουν.

Άιντε για σκωθείτε παλληκάρια
με σπαθιά και με χαντζάρια.

Με την γλώ βλάχα μου μωρή,
με την γλώσσα τους το τρίβουν.
Με την γλώσσα τους το τρίβουν
και το ψιλοκοπανίζουν.

Άιντε για σκωθείτε παλληκάρια
με σπαθιά και με χαντζάρια.

Με τον κώ βλάχα μου καλή,
με τον κώλο τους το τρίβουν.
Με τον κώλο τους το τρίβουν
και το ψιλοκοπανίζουν.

Άιντε για σκωθείτε παλληκάρια
με σπαθιά και με χαντζάρια.

Με τον πού βλάχα μου καλή,
με τον πού*** τους το τρίβουν.
Με τον πού*** τους το τρίβουν
και το ψιλοκοπανίζουν.

Άιντε για σκωθείτε παλληκάρια
με σπαθιά και με χαντζάρια.

Η ιστορία του τραγουδιού που στις μέρες μας έχει χιουμοριστικό χαρακτήρα, εντοπίζεται στα βυζαντινά χρόνια. Οι βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν πολύ το πιπέρι στο φαγητό τους, όπως και άλλα μπαχαρικά, προφανώς για να νοστιμίσει το κρέας και να μη μυρίζει. Οι έμποροι της εποχής εκείνης κουβαλούσαν με τα τσουβάλια το πιπέρι από τα βάθη της Ασίας και το πουλούσαν πανάκριβα.

Τα μοναστήρια όμως, που έκαναν εμπόριο, για τις ανάγκες τους, άρχισαν να παραγγέλνουν κι αυτά πιπέρι και να το πουλούν, όχι πια σε κόκκους – όπως γινόταν έως τότε – αλλά κοπανισμένο, σε σκόνη. Η δουλειά αυτή όμως ήταν αρκετά σκληρή καθώς γινόταν σε χειροκίνητους μύλους που απαιτούσαν μεγάλη δύναμη στα χέρια. Φυσικά, έτσι πουλιόταν πιο ακριβά.

Γι’ αυτό αναγκάζονταν να προσλαμβάνουν καλογεροπαίδια και να τα στρώνουν στο γουδί. Κι αυτά όμως δεν κατάφερναν να μένουν στη θέση τους για πολύ. Επιπλέον το τριμμένο πιπέρι δημιουργούσε προβλήματα στα μάτια και την αναπνοή καθώς τινάζονταν πάνω στους καλόγερους. Έτσι, το κοπάνισμα του πιπεριού κατάντησε να γίνεται μόνο από τους τιμωρημένους καλόγερους. Όταν κανείς απ’ αυτούς έπεφτε σε παράπτωμα, του έλεγαν οι συνάδελφοί του: «Τώρα θα μάθεις πως το τρίβουν το πιπέρι».

Γι΄ αυτό και ο στίχος λέει «του διαβόλου οι καλογέροι», εννοώντας όσους έχουν κάνει κάποια «αμαρτία». Οι υπόλοιποι συνήθιζαν να λένε στον τιμωρημένο «τώρα θα δεις πως το τρίβουν το πιπέρι» και από εκεί εμπνεύστηκαν οι στίχοι του τραγουδιού.

Υπάρχει και μια εκδοχή που θέλει κλέφτες την εποχή της Τουρκοκρατίας να ζήτησαν καταφύγιο σε ένα μοναστήρι. Ο ηγούμενος τους δέχτηκε και τους μεταμφίεσε σε μοναχούς. Όταν έφτασαν οι Τούρκοι και ρώτησαν για τους κλέφτες, ο ηγούμενος απάντησε ότι δεν είχε ιδέα. Οι μεταμφιεσμένοι κάθονταν κάτω και έτριβαν πιπέρι.

Κατά διαστήματα ο ηγούμενος τους έδινε εντολή να τρίβουν το πιπέρι με διαφορετικό μέρος του σώματός τους και όπως είπε στους Τούρκους, το έκανε επειδή οι καλόγεροι ήταν τιμωρημένοι.

Ο ηγούμενος διάλεξε αυτόν τον τρόπο για να διασκεδάσει τον Τούρκο και να του αποσπάσει την προσοχή. Ο ίδιος ήξερε καλά ότι κάτω από τα ράσα, οι κλέφτες έκρυβαν τα όπλα τους και ήταν έτοιμοι για παν ενδεχόμενο. Γι’ αυτό και ο στίχος λέει: «Άιντε σηκωθείτε παλληκάρια με σπαθιά και με χαντζάρια».

Όποια εκδοχή κι αν ισχύει, το σίγουρο είναι ότι το παραδοσιακό αυτό τραγούδι αντέχει στον χρόνο και συνεχίζει να περνάει από γενιά σε γενιά.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις