ΕΛΛΑΔΑ. Ριζικές αλλαγές, ανατροπές και νέα δεδομένα φέρνει ο νέος πτωχευτικός νόμος που μπαίνει σε πλήρη εφαρμογή από την 1η Ιουνίου. Βασικό χαρακτηριστικό του νέου νόμου, ότι πλέον σε διαδικασία πτώχευσης θα μπορούν να οδηγηθούν και τα φυσικά πρόσωπα, ενώ πλέον δεν υφίσταται κανένα καθεστώς προστασίας για την πρώτη κατοικία.


Όπως αναφέρει το Dnews, την προστασία της πρώτης κατοικίας αντικαθιστά ένα επίδομα στέγασης προκειμένου όσοι έχασαν την πρώτη κατοικία τους να παραμείνουν σε αυτή με ενοίκιο. Το μέτρο ωστόσο αφορά μόνο αυτούς που αποδεδειγμένα είναι εξαιρετικά ευάλωτοι οικονομικά, δηλαδή το ετήσιο εισόδημα τους δεν ξεπερνά τις 21.000 ευρώ.


Ο νόμος προβλέπει την παραμονή με ενοίκιο για δώδεκα χρόνια, ενώ δίνει και δυνατότητα επαναγοράς του ακινήτου, χωρίς ωστόσο να υπολογίζονται τα ενοίκια που θα έχουν καταβληθεί.


Επίσης, ο νέος νόμος προβλέπει είτε συνολική διευθέτηση όλων των οφειλών προς Δημόσιο, τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης είτε πτώχευση. Στη συνολική διευθέτηση, οι ρυθμίσεις μπορεί να φτάσουν μέχρι τις 420 δόσεις, όταν αυτές αφορούν οφειλές προς το Δημόσιο και μέχρι 240 δόσεις για οφειλές προς τις τράπεζες. Βασική προϋπόθεση για να ενεργοποιηθούν οι δόσεις είναι να ρυθμιστούν όλες οι οφειλές.


Η πρόβλεψη του εξωδικαστικού μηχανισμού για τη ρύθμιση οφειλών και με την υποβολή της σχετικής αίτησης ρύθμισης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της ΕΓΔΙΧ, θα παρέχεται η δυνατότητα «κουρέματος» των προσαυξήσεων επί της οφειλής έως 85% στα ασφαλιστικά ταμεία, έως 95% στην εφορία και έως 100% στις τράπεζες και «κούρεμα» στο κεφάλαιο έως 75% στο Δημόσιο και 80% στις τράπεζες.


Αντίστοιχα, η επιλογή της πτώχευσης πλέον εφαρμόζεται και για τα φυσικά πρόσωπα, είτε το επιλέξουν, είτε το επιβάλλουν οι πιστωτές. Βάσει του νόμου 4738/2020 σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που βρίσκεται σε παύση πληρωμών. Δηλαδή αυτός που αδυνατεί να εκπληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο.


Πτωχευτική διαδικασία


Προϋπόθεση είναι ο οφειλέτης να μην καταβάλει τις χρηματικές υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών του ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του προς τον αντίστοιχο φορέα για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ.


Η πτώχευση κηρύσσεται μετά από αίτηση ενός ή περισσότερων πιστωτών με έννομο συμφέρον, καθώς και μετά από αίτηση του εισαγγελέα πρωτοδικών, εφόσον τούτο δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, ή μετά από αίτηση του οφειλέτη.


Σύμφωνα με το νόμο, η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται. Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει και το μέρος του ετησίου εισοδήματός του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. Εάν ο μισθός υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες, τότε παρακρατείται και το μέρος του μισθού που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.


Μόνη εξαίρεση για τα ετήσια εισοδήματα είναι εάν το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του οφειλέτη ή και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 ευρώ, εξαιρουμένων όσων έχουν αποκτηθεί στην διάρκεια των δώδεκα μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης.


Πρώτη κατοικία


Μετά την πτώχευση ο οφειλέτης μπορεί να αιτηθεί τη μίσθωση της κύριας κατοικίας του προκειμένου να συνεχίσει να κατοικεί σε αυτή. Δηλαδή, μπορεί να αιτηθεί να καταβάλει μηνιαίο ενοίκιο προκειμένου να παραμείνει στην «πρώην» κύρια κατοικία του η οποία μετά την πτώχευση δεν θα του ανήκει. Η διάρκεια της μίσθωσης ορίζεται σε 12 έτη και το ύψος του ενοικίου θα είναι ανάλογο με την αξία και την περιοχή της κατοικίας και αναπροσαρμόζεται κάθε χρόνο.


Ωστόσο, θα υπάρξει μια μεταβατική περίοδος μέχρι την έναρξη του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων. Ο φορέας αυτός αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία στο β’ τρίμηνο του 2022. Μέχρι τότε θα υπάρξει μία λύση προσομείωσης, όπου τον ρόλο του φορέα θα παίζουν οι ίδιες οι τράπεζες, αλλά θα πρέπει να λειτουργούν απέναντι στον δανειολήπτη σαν να ήταν ο φορέας αυτός. Δηλαδή θα είναι υποχρεωμένες να αποκτήσουν το ακίνητο με έξοδα δικά τους, να το νοικιάσουν για 12 χρόνια, ο δανειολήπτης θα μπορεί να μένει σπίτι του ως ενοικιαστής και θα δικαιούται στεγαστικό επίδομα


Σύμφωνα με το νόμο, εφόσον ο οφειλέτης καταβάλει το σύνολο των μισθωμάτων για τη διάρκεια της μίσθωσης, μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα επαναγοράς και να αποκτήσει έναντι τιμήματος επαναγοράς που θα καθορισθεί με υπουργική απόφαση. Σε κάθε περίπτωση, η τιμή επαναπόκτησης θα είναι πλησίον της εμπορικής αξίας του ακινήτου.


Σε κάθε περίπτωση για να γίνει πρόταση επαναγοράς από τον οφειλέτη θα πρέπει να περάσουν 12 χρόνια μίσθωσης και καταβολής των ενοικίων. Ακόμη και αν μπορεί να την επαναγοράσει νωρίτερα, θα πρέπει να καταβάλλει πρώτα τα ενοίκια 12 ετών.

Στη συγκεκριμένη κατηγορία οφειλετών, δηλαδή τους οικονομικά ευάλωτους, προβλέπεται και η καταβολή στεγαστικού επιδόματος.


Το μέγιστο ποσό του στεγαστικού επιδόματος για τα ευάλωτα νοικοκυριά ορίζεται ως ακολούθως: α) Για τον αιτούντα: 70 ευρώ ανά μήνα. β) Για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα. γ) Στη μονογονεϊκή οικογένεια χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα. δ) Στα νοικοκυριά με απροστάτευτο/α τέκνο/α, χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα για κάθε απροστάτευτο τέκνο. ε) Ως ανώτατο όριο του επιδόματος στέγασης ορίζονται τα 210 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.


Με την πτώχευση του οφειλέτη γίνεται μεταβίβαση της πρώτης κατοικίας σε φορέα που θα συσταθεί, και ο οφειλέτης θα έχει τη δυνατότητα ενοικίασης της κατοικίας του. Τα κριτήρια για να μπει κάποιος στην παραπάνω διαδικασία είναι:

  • Να έχει ελάχιστο ετήσιο εισόδημα έως 7.000 € (άγαμος), ή έως 10.500 € (ζευγάρι), και το ποσό αυξάνεται κατά 3.500 ευρώ για κάθε παιδί.
  • Η αντικειμενική αξία της 1ης κατοικίας πρέπει να είναι έως 120.000 € (άγαμος), ή έως 135.000 € (έγγαμο), συν 15.000 ευρώ για κάθε παιδί.


Η απαλλαγή οφειλών επέρχεται:

  • σε 1 έτος μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το 5πλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης. ή
  • σε 3 έτη μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.


Σημειώνεται ότι ο οφειλέτης δεν υποχρεούται να πληρώσει στους πιστωτές ποσά που είναι ακατάσχετα (π.χ. οριζόντιο ακατάσχετο, ακατάσχετα κοινωνικά επιδόματα, ακατάσχετες αγροτικές επιδοτήσεις).