ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ. Η μεγαλύτερη στρατιωτική σύγκρουση στην αρχαία Ελλάδα ήταν αναμφίβολα ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ανάμεσα στη Δηλιακή Συμμαχία (υπό την ηγεσία της Αθήνας) και την Πελοποννησιακή Συμμαχία (υπό την ηγεσία της Σπάρτης). Ο Πόλεμος αυτός που χαρακτηρίζεται από νεότερους ιστορικούς ως «αρχαίος παγκόσμιος πόλεμος» ξεκίνησε το 431 π.Χ. και τελείωσε το 404 π.Χ.

Τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου ως το 411 π.Χ. περιγράφονται εξαιρετικά από τον Θουκυδίδη στο έργο του «Συγγραφή» ή «Θουκυδίδου Ιστορία». Μπορεί ο Ηρόδοτος να έχει τον τίτλο του «πατέρα της ιστορίας», ωστόσο ο Θουκυδίδης είναι αναμφίβολα ο σημαντικότερος ιστορικός της αρχαιότητας και ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς όλων των εποχών. Το χρονικό διάστημα από το 411 π.Χ. ως το 404 π.Χ. εξιστορείται από τον Ξενοφώντα στα «Ελληνικά».

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος διαιρείται από τους περισσότερους ιστορικούς σε τρεις φάσεις: στον Αρχιδάμειο Πόλεμο (431-421 π.Χ.), στη Σικελική Εκστρατεία (415-413 π.Χ.) και στον Δεκελεικό Πόλεμο (413-404 π.Χ.). Το 421 π.Χ. είχε υπογραφεί από Αθηναίους και Σπαρτιάτες η Νικίειος Ειρήνη, με προοπτική να διαρκέσει για 50 χρόνια. Παρά το ότι υπήρξαν επουσιώδεις παραβιάσεις της, η Νικίειος Ειρήνη διατηρήθηκε ουσιαστικά ως το 416 π.Χ. Το χρονικό διάστημα από το 421 π.Χ. ως το 415 π.Χ. είναι γνωστό ως Μεσοπόλεμος. Με την τελευταία φάση του Πελοποννησιακού Πολέμου, τον Δεκελεικό Πόλεμο, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο.

Ο Δεκελεικός Πόλεμος (413-404 π.Χ.)

Η Σικελική Εκστρατεία (415-413 π.Χ.) ήταν ολέθρια για την Αθήνα. Ο Νικίας, λόγω και της ασθένειάς του, ήταν πολύ αναποφάσιστος. Από το 414 π.Χ. στο πλευρό των Σπαρτιατών βρισκόταν ο Γύλιππος, ένας ικανότατος Λακεδαιμόνιος Στρατηγός. Τρεις σημαντικοί Αθηναίοι, όχι μόνο ως στρατιωτικοί, αλλά και ως πολιτικές προσωπικότητες, ο Στρατηγός Λάμαχος, ο Νικίας και ο Στρατηγός Δημοσθένης πέθαναν στη Σικελία. Σοβαρότερο όλων όμως ήταν το γεγονός της αυτομόλησης του Αλκιβιάδη στους Σπαρτιάτες. Από τον Αλκιβιάδη, στον οποίο έχουμε αφιερώσει ξεχωριστό άρθρο, ζητήθηκε από τους Αθηναίους, στην αρχή της Σικελικής Εκστρατείας, να επιστρέψει στην πόλη του για την υπόθεση των Ερμοκοπίδων, μετά από ενέργειες του Ανδροκλή και άλλων αντιπάλων του.

Η κίνηση αυτή του Αλκιβιάδη θεωρείται ως βασική αιτία της καταστροφής των Αθηναίων και έγινε, γιατί ο νεαρός πολιτικός και στρατιωτικός πίστευε ότι αν γύριζε στην Αθήνα δεν υπήρχε περίπτωση να αθωωθεί. Στη μεγάλη ναυμαχία μέσα στο λιμάνι των Συρακουσών το 413 π.Χ. οι Αθηναίοι γνώρισαν βαριά ήττα και αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Ο Νικίας και ο Δημοσθένης θανατώθηκαν, ενώ οι υπόλοιποι, 7.000 περίπου, κλείστηκαν μέσα στα λατομεία των Συρακουσών. Λίγοι αφέθηκαν ελεύθεροι με λύτρα, ενώ οι περισσότεροι εξολοθρεύτηκαν. Η καταστροφή του αθηναϊκού στόλου στη Σικελία είχε οδυνηρά αποτελέσματα για τους Αθηναίους. Η πόλη τους είχε πλέον ελάχιστα πλοία και χρήματα και η Αθήνα έπρεπε να αγωνιστεί για την επιβίωσή της. Το 413 π.Χ. ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγης κατέλαβε τη Δεκέλεια (γνωστή σήμερα και ως Τατόι), περίπου 20 χλμ. μακριά από την Αθήνα την οχύρωσε και εγκατέστησε εκεί φρουρά ως το 404 π.Χ. Έτσι έκλεισε στους Αθηναίους τους δρόμους προς την Εύβοια και τη Βοιωτία. Αυτό σήμαινε ότι η ύπαιθρος γύρω από την Αθήνα έπρεπε να εγκαταλειφθεί.

Τα αργυρωρυχεία του Λαυρίου σταμάτησαν να λειτουργούν και περίπου 20.000 δούλοι αυτομόλησαν στους Σπαρτιάτες. Οι Αθηναίοι μπορούσαν να ανεφοδιαστούν μόνο μέσω θαλάσσης. Όμως, ο Αλκιβιάδης μεσολάβησε για να συνάψουν συμμαχία οι Σπαρτιάτες με τους Πέρσες, η οποία θα μπορούσε να τους προμηθεύσει βάσεις και χρήματα. Σύμμαχες πόλεις των Αθηναίων (Χίος, Μίλητος, Ρόδος, Κλαζομενές και Ερυθραία) επαναστάτησαν εναντίον τους. Μάλιστα, στη Μίλητο εγκαταστάθηκε ένας μικρός πελοποννησιακός στόλος. Οι Αθηναίοι αντέδρασαν γρήγορα ναυπηγώντας πλοία, εξασφαλίζοντας τη Σάμο ως κύρια βάση τους και καλύπτοντας την κύρια γραμμή ανεφοδιασμού τους διαμέσου του Ελλησπόντου. Πλέον ο πόλεμος μεταφέρθηκε στο Ανατολικό Αιγαίο. Οι Σπαρτιάτες πέτυχαν το 412 με τη βοήθεια των συμμάχων τους να δημιουργήσουν στόλο που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί τον αθηναϊκό. Για τη συντήρησή του όμως χρειαζόταν τη βοήθεια των Περσών, οι οποίοι προθυμοποιήθηκαν να βοηθήσουν τους Σπαρτιάτες, με αντάλλαγμα τον έλεγχο των μικρασιατικών πόλεων που ελέγχονταν άλλοτε από την Περσική Αυτοκρατορία. Οι Σπαρτιάτες όμως είχαν αρχίσει τον πόλεμο διακηρύσσοντας ότι έρχονται σαν ελευθερωτές των Ελλήνων.

Δεν είναι λοιπόν παράδοξο το γεγονός ότι η πρώτη συμφωνία των Σπαρτιατών με τους Πέρσες που αναγνώριζε τα δικαιώματα του Μεγάλου Βασιλέως (από το 423 π.Χ. ήταν ο Δαρείος Β’, γιος του Αρταξέρξη Α’) πάνω στις πόλεις που βρίσκονταν άλλοτε υπό την εξουσία του, τροποποιήθηκε δυο φορές σε έξι μήνες, ενώ και οι καταβολές των χρημάτων από τους Πέρσες δεν ήταν καθόλου τακτικές. Παράλληλα και ο ενθουσιασμός των Ελλήνων της Μικράς Ασίας για αποστασία κόπασε και η Αθήνα εξασφάλισε σημαντική υποστήριξη από τα εκεί δημοκρατικά κόμματα, καθώς οι Έλληνες της Ανατολής γνώριζαν πολύ καλά ότι τόσο οι Σπαρτιάτες όσο και οι Πέρσες ευνοούσαν την ολιγαρχία.

Ολιγαρχική μεταπολίτευση στην Αθήνα

Το 412 π.Χ. η Αθήνα βρισκόταν σε τραγική κατάσταση. Όμως κατάφερε να αντέξει για άλλα οχτώ χρόνια και στο διάστημα αυτό να πετύχει σημαντικές νίκες εναντίον των αντιπάλων της. Η οχλοκρατία που υπερίσχυσε της Εκκλησίας του Δήμου, οδήγησε την Αθήνα σ’ αυτή τη δεινή θέση. Όταν όμως ο Δήμος συνειδητοποίησε την κατάσταση, ανέλαβε πρωτοβουλίες. Συγκρότησε μία επιτροπή από 10 (ή 12) άνδρες, που διακρίνονταν για τη σύνεση και την πείρα τους, τους λεγόμενους πρόβουλους, οι οποίοι είχαν το δικαίωμα να ελέγχουν κάθε πρόταση που θα ερχόταν για συζήτηση στην Εκκλησία του Δήμου και να συζητείται μόνο όποια αυτοί είχαν εγκρίνει. Εκτός από τη ναυπήγηση του στόλου, οχυρώθηκε το Σούνιο για να εξασφαλιστεί η θαλάσσια επικοινωνία με την Εύβοια, που είχε διακοπεί από την ξηρά, επέστρεφαν στην Αθήνα όλες οι εξωτερικές φρουρές εκτός από αυτή της Πύλου που είχε μεγάλη σημασία, δόθηκε αμνηστία στους Ερμοκοπίδες και χορηγήθηκαν εκ νέου τα δικαιώματα όσων είχαν εξοριστεί και δεν είχαν φανερά συνεργαστεί με τους εχθρούς. Υπήρχε όμως σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην Αθήνα. Και αυτό όμως αντιμετωπίστηκε. Από τον πρώτο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου ο Περικλής είχε εισηγηθεί, και έγινε δεκτό, από το περίσσευμα των 6.000 ταλάντων να μένουν απείραχτα στην άκρη 1.000 τάλαντα. Αυτά θα χρησιμοποιούνταν μόνο στην περίπτωση που ο εχθρικός στόλος θα απειλούσε τον Πειραιά. Όποιος τα χρησιμοποιούσε για άλλο σκοπό κινδύνευε με την ποινή του θανάτου. Πλέον οι Αθηναίοι έκριναν ότι ήρθε η ώρα να χρησιμοποιήσουν αυτά τα 1.000 τάλαντα. Έτσι, στη διάρκεια του 412 π.Χ. στάλθηκαν, κατά διαστήματα, 128 τριήρεις στη Μικρά Ασία. Οι Αθηναίοι πήραν πίσω τη Λέσβο, που είχε προσπαθήσει να εξεγερθεί και νίκησαν στη Μίλητο τους αντιπάλους τους. Ωστόσο η κατάσταση παρέμενε δύσκολη για την Αθήνα και ήταν φανερό ότι χρειαζόταν ριζικές αλλαγές στο πολίτευμα.

Εκείνη την εποχή οι τριήραρχοι και οι ανώτεροι αξιωματικοί που βρίσκονταν στη Σάμο αποφάσισαν να προσεγγίσουν τον Αλκιβιάδη, ο οποίος τότε βρισκόταν κοντά στον Τισσαφέρνη, σατράπη των Σάρδεων. Ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγης μισούσε θανάσιμα τον Αλκιβιάδη γιατί είχε συνάψει ερωτικές σχέσεις με τη σύζυγό του Τίμαια. Θεωρώντας ότι δρούσε προδοτικά ιδιαίτερα μετά την αθηναϊκή νίκη στη Μίλητο, διέταξε τον Ναύαρχο των Λακεδαιμονίων στη Μικρά Ασία Αστύοχο να θανατώσει τον Αλκιβιάδη. Η Τίμαια, με κίνδυνο της ζωής της, ενημέρωσε τον Αλκιβιάδη, στον οποίο φαίνεται ότι δεν μπορούσε να αντισταθεί καμία γυναίκα, όσο σεμνή κι αν ήταν, και ο Αθηναίος πολιτικός κατάφερε να διαφύγει.

Η αλλαγή στο πολίτευμα της Αθήνας προς το ολιγαρχικότερο έγινε με πρωτοβουλία του δημαγωγού Πεισάνδρου, το έτος 411 π.Χ., με την ανάδειξη της λεγόμενης «Βουλής των Τετρακοσίων». Ο Πείσανδρος μαζί με άλλους δέκα πολίτες είχαν εκλεγεί από την Εκκλησία του Δήμου για να μεταβούν στη Μικρά Ασία και να έρθουν σε συνεννόηση με τον Αλκιβιάδη και τον Τισσαφέρνη, οι προτάσεις του οποίου δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτές από τους Αθηναίους. Έτσι ο Πείσανδρος αποφάσισε με τους άλλους πρέσβεις τη μεταβολή του πολιτεύματος στην Αθήνα, με βάση τις αρχές που είχαν προτείνει οι αξιωματικοί του στόλου και του στρατού που βρίσκονταν στη Σάμο. Ο Πείσανδρος με 5 πρέσβεις επέστρεψαν στην Αθήνα, ενώ οι άλλοι 5 ανέλαβαν την εισαγωγή του νέου συστήματος διακυβέρνησης στις πόλεις της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Όμως η μετάβαση στο νέο πολίτευμα δεν έγινε ομαλά.

Οι Τετρακόσιοι είχαν εγκατασταθεί στο Βουλευτήριο πριν την καθορισμένη μέρα. Ήταν περικυκλωμένοι από οπαδούς τους έτοιμους να χρησιμοποιήσουν βία και διέλυσαν τη δημοκρατική Βουλή των Πεντακοσίων, αφού έδωσαν στα μέλη της τον μισθό τους για το υπόλοιπο της ετήσιας θητείας τους. Παράλληλα με τους Τετρακόσιους είχε αποφασιστεί να δημιουργηθεί και ένα ακόμα σώμα που θα έδινε πολιτικά δικαιώματα σε 5.000 μόνο «αρίστους» άνδρες, τους πλουσιότερους και τους πιο χρηστούς. Όμως η Βουλή των Τετρακοσίων δημιουργήθηκε από ακραίους ολιγαρχικούς που δεν σκόπευαν να συνεργαστούν με τους 5.000 και με την πρώτη ευκαιρία θα κατέλυαν τη δημοκρατία. Να σημειώσουμε εδώ τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε στην εγκαθίδρυση του καθεστώτος ο ρήτορας Αντιφών, από τον Ραμνούντα (κοντά στον Μαραθώνα).

Η δικτατορική αρχή των 400 προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στα αθηναϊκά πληρώματα στη Σάμο που εξέλεξαν νέους Στρατηγούς και Τριήραρχους, ανάμεσα στους οποίους οι δημοκρατικοί Θρασύβουλος και Θράσυλλος. Μετά από πρόταση του Θρασύβουλου στη συνέλευση των στρατιωτών στη Σάμο εκλέχτηκε Στρατηγός ο Αλκιβιάδης που ζήτησε να φύγουν οι «400». Η ήττα του αθηναϊκού στόλου στην Εύβοια το 411 π.Χ. από τον Σπαρτιάτη Ναύαρχο Αγησανδρίδη είχε σαν αποτέλεσμα οι Αθηναίοι στην Πνύκα να καταλύσουν την εξουσία των «400» που διήρκεσε μόνο τέσσερις μήνες. Αποφασίστηκε η ανάθεση της εξουσίας στους «Πεντακισχιλίους» και ότι κανείς άρχοντας πλέον δεν θα λάμβανε μισθό.

Η συνέχεια και το τέλος του πολέμου

Στο μεταξύ ο αθηναϊκός στόλος που βρισκόταν στη Σάμο πέτυχε τον Σεπτέμβριο του 411 π.Χ. μια μεγάλη νίκη στο Κυνός Σήμα κοντά στον Ελλήσποντο. Η νίκη οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στον Αλκιβιάδη που είχε επιστρέψει στον στόλο. Την άνοιξη του 410 π.Χ. αφού οι Αθηναίοι διαχείμασαν σε δύο μοίρες έπλευσαν ενωμένοι στον Ελλήσποντο και συνέτριψαν τον σπαρτιατικό στόλο στην Κύζικο. Παράλληλα ανέκτησαν την κυριαρχία της Προποντίδας και του Ελλησπόντου. Για να συγκεντρώσουν γρήγορα χρήματα εγκατέστησαν σταθμό στην Χρυσόπολη(το σημερινό Σκούταρι), κοντά στην είσοδο του Εύξεινου Πόντου και επέβαλαν δασμούς στα διερχόμενα πλοία. Το καλοκαίρι του 410 π.Χ. η δημοκρατία επανήλθε πλήρως στην Αθήνα. Το 407 π.Χ. ο Αλκιβιάδης μετά από επίσημο ψήφισμα επέστρεψε πανηγυρικά στην Αθήνα. Η πρώτη, θεαματική, του ενέργεια ήταν να οδηγήσει την πομπή των Ελευσινίων Μυστηρίων από την ξηρά, ενώ τα προηγούμενα χρόνια, λόγω της παρουσίας των Σπαρτιατών στη Δεκέλεια, οι Αθηναίοι πήγαιναν από τη θάλασσα. Παράλληλα δόθηκε στον Αλκιβιάδη το αξίωμα του Στρατηγού – Αυτοκράτορα, δηλαδή η ανώτατη και άνευ όρων ηγεσία του πολέμου εναντίον της Σπάρτης. Παράλληλα, του δόθηκαν επιπλέον 100 πλοία και 1.500 οπλίτες. Δυστυχώς η τύχη έπαιξε άσχημο παιχνίδι στον Αλκιβιάδη και την Αθήνα. Έχοντας φύγει για λίγο από τα μικρασιατικά παράλια, ο Αλκιβιάδης άφησε επικεφαλής έναν από τους υποδιοικητές του, τον Αντίοχο, δίνοντάς του σαφή εντολή να μην εμπλακεί σε ναυμαχία με τους εχθρούς. Αυτός παράκουσε την εντολή και στη ναυμαχία κοντά στο Νότιον η Αθήνα έχασε 15 πλοία. Η αμφισβήτηση του Αλκιβιάδη επανήλθε. Κατηγορήθηκε μάλιστα για εγκατάλειψη θέσεων. Αποφάσισε έτσι να εγκαταλείψει μόνος του την Αθήνα και εγκαταστάθηκε στη Χερσώνα της Θράκης.

Νικητής του Αντίοχου στο Νότιον ήταν ο Λύσανδρος, ένας ικανότατος Ναύαρχος που προερχόταν από τους μοθάκους ή μοθόνους , τους νέους αυτούς που μόνο με βοήθεια πλούσιων ανθρώπων μπορούσαν να πληρώνουν τα συσσίτια και να συμμετέχουν στην κοινή στρατιωτική ανατροφή.

Τον επόμενο χρόνο εκλέχθηκε Ναύαρχος από τους Σπαρτιάτες ο Καλλικρατίδας, ο οποίος, όπως και ο Βρασίδας οραματιζόταν μια ενωμένη Ελλάδα. Το 406 π.Χ. οι Αθηναίοι πέτυχαν μεγάλη νίκη επί των Σπαρτιατών στις Αργινούσες (Αύγουστος 406 π.Χ.). Ο Καλλικρατίδας σκοτώθηκε και ο στόλος του έπαθε πανωλεθρία. Οι Αθηναίοι δεν εκμεταλλεύθηκαν τη νίκη τους, αλλά ασχολήθηκαν με τους Στρατηγούς που δεν περισυνέλεξαν τους ναυαγούς (δείτε σχετικό άρθρο μας στις 10/9/2023). Αυτό έκαμψε το ηθικό των ανδρών του στόλου. Έτσι, το 405 π.Χ. οι Αθηναίοι στρατοπέδευσαν κοντά στην εκβολή των Αιγός Ποταμών κοντά στην Άβυδο, αναμένοντας τους Σπαρτιάτες, επικεφαλής των οποίων είχε εκλεγεί ξανά ο Λύσανδρος.

Οι Σπαρτιάτες δεν επιτέθηκαν, οι Αθηναίοι χαλάρωσαν και ο Λύσανδρος τους αιφνιδίασε κάποια στιγμή που τα πληρώματά τους ήταν στη στεριά. Μόνο εννιά αθηναϊκά πλοία δεν καταστράφηκαν. Οι Σπαρτιάτες απέκλεισαν τη «σιταγωγό οδό» προς την Αθήνα που ήταν πλέον καταδικασμένη. Μόνο η Σάμος της έμεινε πιστή και οι Αθηναίοι, γενναιόδωρα, έδωσαν τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη σε όλους τους Σαμιώτες. Ήταν όμως όλα μάταια. Αποκλεισμένη και στα πρόθυρα του λιμού η Αθήνα έστειλε τον Θηραμένη στη Σπάρτη για να διαπραγματευτεί την παράδοσή της. Οι όροι που επιβλήθηκαν στην Αθήνα ήταν επαχθείς. Υποχρεώθηκε να γκρεμίσει τα Μακρά Τείχη της, παρέδωσε όλες τις τριήρεις της εκτός από δώδεκα, υποχρεώθηκε να ακολουθεί τη Σπάρτη στην εξωτερική της πολιτική και να δεχθεί ως κυβερνήτες της τους Τριάκοντα Τυράννους της, οι δέκα από τους οποίους ορίστηκαν από τον Λύσανδρο. Αυτοί θα καθόριζαν τις λεπτομέρειες ενός περισσότερο ολιγαρχικού πολιτειακού σχήματος, το οποίο θα δεχόταν και η Σπάρτη. Ευτυχώς πάντως η Σπάρτη δεν δέχτηκε τις προτάσεις των Θηβαίων και των Κορινθίων να ισοπεδωθεί η Αθήνα, σεβόμενη την ιστορία της και τη μεγάλη προσφορά της στους Περσικούς Πολέμους. Θα επρόκειτο για μία εγκληματική ενέργεια. Και μόνο τα μνημεία της Ακρόπολης να καταστρέφονταν, θα ήταν τελείως διαφορετική η ιστορία της πρωτεύουσας. Δυστυχώς, οι εμφύλιες συγκρούσεις στην Ελλάδα δεν σταμάτησαν ποτέ και τα αποτελέσματά τους ήταν ολέθρια…

Πηγές: Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ
Εγκυκλοπαίδειες ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ(2007) και ΔΟΜΗ(2005).

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις