Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος

Στη Σπάρτη δούλεψαν, παλιά, 2 σινεμά της αυτής ιδιοκτησίας, με το όνομα ΦΛΟΡΑΛ:

Το χειμερινό ΦΛΟΡΑΛ στη συμβολή Λυκούργου και Παλαιολόγου και το θερινό ΦΛΟΡΑΛ στην «τυφλή» οδό ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΑΦΩΝ ΠΑΠΑΔΟΛΙΑ, πίσω από το παλαιό Δημαρχείο Σπάρτης .

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που έχουν διασωθεί, δημιουργήθηκε πρώτα το χειμερινό ΦΛΟΡΑΛ στα 1949 και ύστερα το θερινό ΦΛΟΡΑΛ στις αρχές της 10ετίας του ’50.

Το θερινό ΦΛΟΡΑΛ το άνοιξαν οι Αφοί Ιωαννίδη μαζί με τον Τζίμη Κανελλάκο συνεχίζοντας τη συνεργασία που είχαν ήδη ξεκινήσει από το χειμερινό ΦΛΟΡΑΛ.

«Από της παρελθούσης Δευτέρας ήρχισε τα προβολάς του ο θερινός κινηματογράφος Φλοράλ των κ. Αφών Ιωαννίδου και Δ. Κανελλάκου. Πληροφορούμεθα ότι από της οθόνης του Φλοράλ θα προβληθούν κατά την διάρκειαν του θέρους τα καλλίτερα φιλμς της ελληνικής και ξένης παραγωγής » (ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ 6-6-1963)

Γενικώς, το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κινηματογράφων της εποχής ήταν αρκετά συγκεχυμένο, αφού εκτός απ’ αυτούς που φαίνονταν «μπροστά» ως διευθυντές – ιδιοκτήτες, υπήρχαν από «πίσω» αφανείς συνεταίροι, οι οποίοι είχαν βάλει λεφτά και είχαν μερίδιο στις εισπράξεις.

Το θερινό «ΦΛΟΡΑΛ» ήταν ένα κλασικό παραδοσιακό θερινό σινεμά (από τα μεγαλύτερα της Πελοποννήσου) με μια ευρύχωρη πλατεία που χώραγε 150, περίπου, καρέκλες (στην αρχή ψάθινες, ύστερα πάνινες «του σκηνοθέτη» και αργότερα μεταλλικές, πλεγμένες με νάιλον λεπτό σχοινί). Φυσικά, όπως σ’ όλα τα θερινά σινεμά, η «πλατεία» ήταν στρωμένη με το λευκό σπαστό χαλίκι (για να μην «κόβει» λάσπη σε περίπτωση βροχής) που ήταν ανακατεμένο με τα «τσιγκάκια» (μεταλλικά καπάκια) των αναψυκτικών, τα τσόφλια των πασατέμπων και των ηλιόσπορων και τα αποτσίγαρα.

Η πλατεία είχε σχήμα «Γ» ανάποδο, αριστερό. Τα καθίσματα ήταν παραταγμένα στην ευθεία του Γ, πάνω στο σπαστό άσπρο χαλίκι, και στην οριζόντια προέκταση του Γ, νότια, ο χώρος ήταν κενός με μια μικρή, μόνο, τουαλέτα στο τέρμα.

Η είσοδος του θερινού «ΦΛΟΡΑΛ» έβλεπε προς την πλατεία της Σπάρτης. Έμπαινες από την οδό Γκορτσολόγου στην «τυφλή» οδό ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΑΦΩΝ ΠΑΠΑΔΟΛΙΑ και ακριβώς μπροστά σου, στα 20-30 μ., ήταν η είσοδος του σινεμά, πάνω από την οποία δέσποζε (φωταγωγημένη) η πίσω όψη της μεγάλης κι επιβλητικής , χτιστής οθόνης του.

Στα δεξιά της εισόδου ήταν ένα μικρό ταμείο για τα εισιτήρια με ένα ημικυκλικό άνοιγμα κι ακριβώς δίπλα του μια φαρδιά δίφυλλη πόρτα, η οποία είχε πίσω της κρεμασμένη μια βαριά συρόμενη κουρτίνα για να μην μπαίνει μέσα φως όταν γινόταν η προβολή.

Στο βάθος, πίσω από τα καθίσματα, ήταν το υπερυψωμένο καμαράκι με τη μηχανή προβολής, χτισμένο με τούβλα και στέγη από μπετόν, στο οποίο ανέβαινε ο μηχανικός προβολής από μια τσιμεντένια σκάλα. Ακριβώς από κάτω βρισκόταν το μικρό μπαρ του σινεμά, ανοιχτό σ’ όλο το μήκος προς την πλατεία με χτιστό πάσο. Πριν αρχίσει η ταινία, ή στο διάλειμμα, οι θεατές σηκώνονταν να πάνε στο μπαρ να πάρουν κανένα ξηρό καρπό (στραγάλια, πασατέμπο και φυστίκια), «φρέσκα τσίπς» και οπωσδήποτε το παγωμένο αναψυκτικό τους (πορτοκαλάδα , γκαζόζα , βυσσινάδα και Ταμ-Ταμ), πάντα στο μπουκαλάκι, με ένα πλαστικό καλαμάκι χρωματιστό βυθισμένο στον γλυκό χυμό. Όσοι βαριούνταν να σηκωθούν, αγόραζαν από το παιδί του μπαρ, το οποίο ασπροφορεμένο και με τον δίσκο στο χέρι γύριζε στο διάδρομο, πάνω κάτω, εξυπηρετώντας τους θεατές.

Γύρω – γύρω το θερινό «ΦΛΟΡΑΛ» κλεινόταν από μια πετρόχτιστη μάντρα, ύψους περίπου 2μ, πάνω στην οποία ήταν τοποθετημένα τα φωτιστικά. Γύρω από τη μάντρα, νότια και δυτικά, ήταν μπαξέδες με πορτοκαλιές, μουριές, μπουρνελιές, καϊσιές και άλλα δέντρα, ενώ στη βόρεια πλευρά, αριστερά των καθήμενων θεατών, βρίσκονταν οι πίσω όψεις των σπιτιών της Λυκούργου.

Οι νοικοκυραίοι των σπιτιών αυτών (μαζί με συγγενείς και φίλους) είχαν το ζηλευτό προνόμιο να βλέπουν τζάμπα όλες τις ταινίες που παίζονταν στο θερινό «ΦΛΟΡΑΛ», βγάζοντας απλώς μερικές καρέκλες στα μπαλκόνια τους. Σαν παιδί ζήλευα αφόρητα αυτούς τους νοικοκυραίους που είχαν σπίτι στο σύνορο με το «ΦΛΟΡΑΛ» και ήταν η μοναδική φορά που ευχόμουν να έμενα κι εγώ σ’ ένα άλλο σπίτι εκτός από το πατρικό μου, σ’ ένα τέτοιο σπίτι που να βλέπω, κάθε βράδυ, τα καλοκαίρια, ταινίες.

Όμως, και η μάντρα ολόγυρα γέμιζε κατά τη διάρκεια της προβολής με κουρεμένα κεφάλια γαβριάδων της εποχής, οι οποίοι, αφού πηδούσαν μέσα στους γειτονικούς μπαξέδες, σκαρφάλωναν μετά στη μάντρα κι έβλεπαν τις ταινίες. Μερικά έβρισκαν πιο προνομιούχα θέση πάνω στις καϊσιές που ήταν κοντά στη μάντρα κι έβλεπαν από κει την ταινία τρώγοντας ολόγλυκα μυρωδάτα καΐσια και πετώντας κάτω τα μεγάλα κουκούτσια τους. Μάλιστα, στην οδό Αγησιλάου, ψηλά, πίσω από το «ΦΛΟΡΑΛ», το οικόπεδο ήταν τότε άχτιστο και υπήρχε μια ψηλή μάντρα στην οποία καβαλίκευαν οι πιτσιρικάδες για να βλέπουν τις ταινίες, παρόλο που δεν διέκριναν τα γράμματα ούτε άκουγαν καλά τη φωνή, αφού η απόσταση ήταν αρκετά μεγάλη.

Το θερινό σινεμά «ΦΛΟΡΑΛ» ήταν το ιδανικό σινεμά για τα καλοκαίρια της Σπάρτης, αφού ήταν πολύ κοντά στο κέντρο και την πλατεία κι έτσι οι φίλοι του σινεμά, που τότε ήταν πολλοί, μπορούσαν, αφού έκαναν πρώτα τη βόλτα τους στην πλατεία και στις «Καμάρες» ή κάθονταν στη Λέσχη, στα ζαχαροπλαστεία και στα καφενεία της πλατείας, μέσα σε λίγα λεπτά να πάνε και στο σινεμά, για να απολαύσουν μέσα στη δροσιά την αγαπημένη τους ταινία.

Το «ΦΛΟΡΑΛ» ήταν ένα κλασικό ελληνικό θερινό σινεμά που ομόρφαινε τα βραδιά μας με χρώματα του δειλινού, με αρώματα λουλουδιών και με πνοές από το δροσερό καλοκαιρινό αεράκι. Μας «ταξίδευε» κάτω από τη μαγεία του έναστρου ουρανού και το φώς του φεγγαριού .

«Χαζολογώντας» κι ακούγοντας τα λαϊκά κι ελαφρά τραγούδια της εποχής («Είν’ η ζωή μια θάλασσα», «Περασμένες μου αγάπες» κ.ά.) που έπαιζαν τα μεγάφωνα του σινεμά πέρναγε η ώρα μέχρι τις οκτώμισι – εννιά που άρχιζε να σκοτεινιάζει, οπότε έσβηναν τα φώτα, γίνονταν ησυχία και φωτιζόταν η μεγάλη οθόνη με τη «μαγική» φωτεινή δέσμη που έβγαινε από το παραθυράκι του θαλάμου προβολής.

Πρώτα βλέπαμε τις ταινίες «προσεχώς» (τα έργα άλλαζαν κυρίως κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή) και μετά το κανονικό φιλμ. Στην τελευταία περίοδο των θερινών σινεμά, εκτός από τα «προσεχώς» βλέπαμε και διάφορες διαφημίσεις (ROL , BRILL CREAM , «Η θεία Όλγα ξέρει…» , σαπούνι LUX, «το σαπούνι ομορφιάς των αστέρων» , ΟΜΟ νο 3 , κλπ). Σε κάποιες προβολές οι διαφημίσεις που προβάλλονταν πριν από το έργο ήταν τόσο πολλές ώστε προκαλούσαν τη δυσφορία των θεατών, όπως μαρτυρά το παρακάτω απόσπασμα από σχετικό χρονογράφημα του ΖΟΛ.( Ανδρέας Χιώτης) στην τοπική εφημερίδα «ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ», 10 Νοεμβρίου 1968 :

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ : (…) Έτσι ο άρτος μας ο επιούσιος συμπληρώνεται μονάχα με θεάματα κινηματογραφικά . Και τι θεάματα … . Στο δίωρο μιας κινηματογραφικής προβολής, μπορεί να δη ο θεατής ερωτικά δράματα, ληστείες, πολέμους, πλυντήρια σαπούνια, ξυραφάκια, κρέμες, αλοιφές, βέσπες, οδοντογλυφίδες, εντομοκτόνα, σοκολάτες φερμουάρ, κόπιτσες, λαδομπογιές , νερομπογιές , κάμελ, θερμάστρες πετρελαίου, κουμπιά, στρίτζες και οποιοδήποτε άλλο χρειώδες, οποιουδήποτε επαγγέλματος»

Εκτός από την «ενόχληση» των πολλών διαφημίσεων υπήρχαν φορές που η προβολή «δεν πήγαινε καλά», τα γράμματα των τίτλων δεν φαίνονταν από την θολούρα ή μαύριζε η οθόνη και τότε φώναζαν οι νεότεροι την κλασική σινε - ατάκα, «…καμπούρη - χασάπη γράμματα!», αναγκάζοντας τον μηχανικό προβολής να διορθώσει, πανικόβλητος, την κατάσταση, εστιάζοντας καλύτερα τον φακό ή φέρνοντας το «καρβουνάκι» της μηχανής στη σωστή θέση, ώστε να δίνει το απαραίτητο φως.

Η μεγάλη δυσφορία των θεατών ήταν όταν «κοβόταν» η ταινία (ιδιαίτερα σε στιγμές που είχε κορυφωθεί η αγωνία και το ενδιαφέρον) και τότε έπρεπε να περιμένουν αρκετά λεπτά μέχρι ο καημένος ο μηχανικός που «λουζόταν» όλα τα προβλήματα προβολής να κολλήσει την ταινία και να αρχίσει ξανά η προβολή. Το καμαράκι της προβολής , μέσα κι έξω ήταν γεμάτο με κομμένα κομμάτια ταινίας (ο μηχανικός έπρεπε να κόψει πρώτα ένα μικρό μέρος από τα δύο τμήματα της κομμένης ταινίας για να γίνει σωστά η συγκόλληση με το ειδικό μηχάνημα).

Πολλά παιδιά πήγαιναν στο καμαράκι προβολής και ζητούσαν από τον μηχανικό να τους δώσει κομμένα κομμάτια ταινιών, τα οποία μετά τα κολλούσαν μεταξύ τους με σελοτέιπ και τα πρόβαλλαν σαν σταθερές εικόνες με αυτοσχέδιες «μηχανές» προβολής πάνω σε τεντωμένα λευκά σεντόνια στις αυλές τους, εισπράττοντας, όπως και για τον Καραγκιόζη, ένα μικρό αντίτιμο από τους πιτσιρικάδες που έσπευδαν να παρακολουθήσουν αυτές τις προβολές. Στη γειτονιά μας στο Νέο Κόσμο τέτοιες προβολές έκανε στην αυλή του σπιτιού του η ψυχή του παιδόκοσμου της συνοικίας, ο Ανδρέας Νικητόπουλος (πέθανε πριν από μερικά χρόνια στην Αμερική) , με κομμάτια ταινιών που έπαιρνε από το «ΦΛΟΡΑΛ» όπου τα καλοκαίρια δούλευε σαν βοηθός μηχανικού.

Από τα παιχνιδάδικα της εποχής ή από το πανηγύρι του Μυστρά παίρναμε κι ένα μικρό «μαραφέτι» με μεγεθυντικό φακό στη μια άκρη του. Στην απέναντι από τον φακό μεριά είχε μια θήκη που έπαιρνε ένα καρέ ταινίας. Έβαζες το καρέ της ταινίας στη θέση του, γύριζες προς μια φωτεινή πηγή, κοίταζες από το φακό με το ένα μάτι κι έβλεπες μεγεθυμένο την εικόνα του καρέ, αφήνοντας τη φαντασία σου να συμπληρώσει τα υπόλοιπα . Κάτι, ας πούμε, σαν βιου-μάστερ, αλλά με μία και μοναδική εικόνα.

Οι ιδιοκτήτες του «ΦΛΟΡΑΛ», οι Αφοί Ιωαννίδη, (ο Τζίμης Κανελλάκος φαίνεται πως αποσύρθηκε στην πορεία), ήταν έμπειροι επιχειρηματίες και πολύ καλοί γνώστες του σινεμά της εποχής. Γι’ αυτό και το θερινό «ΦΛΟΡΑΛ» έπαιζε πάντα ωραίες ταινίες, ελληνικές και ξένες, ικανοποιώντας όλα τα γούστα των κινηματογραφόφιλων. Στη 10ετία του ’60 το θερινό «ΦΛΟΡΑΛ» έφερνε περισσότερο ταινίες περιπέτειας, ιστορικές, αστυνομικές, γουέστερν, αλλά κυρίως ελληνικές κωμωδίες, αφού οι αφοί Ιωαννίδη γνώριζαν καλά πως ο λαϊκός κόσμος που αποτελούσε τη μεγάλη μερίδα των εισιτηρίων ήθελε μέσα στο καλοκαίρι (που δεν είχε άλλες ευκαιρίες διασκέδασης) να «ξεδώσει», να αποφορτισθεί από την καθημερινή ένταση και να περάσει δυο ώρες όμορφες, καλές, χαρούμενες και ανέμελες. Βέβαια, δεν έλειπαν (αλλά με «δόσεις») και οι δραματικές ελληνικές ταινίες που άρεσαν στον λαϊκό κόσμο, ταινίες που εξυμνούσαν την τιμιότητα, την παλικαροσύνη, την εργατιά, τον αγνό έρωτα, μέσα από τα παιχνίδια της ζωής, τη φτώχεια, την ξενιτιά και την οικογένεια. Μέσα απ’ αυτές τις ταινίες ανδρώθηκε ο θρύλος του «παιδιού του λαού», του Νίκου Ξανθόπουλου, και της αχώριστης παρτενέρ του, της πάντα θλιμμένης και κλαμένης, Μάρθας Βούρτση. Εμείς , τα παιδιά του «τότε», προτιμούσαμε να βλέπουμε κάποιες άλλες ταινίες (περιπέτειες, κωμωδίες, Ταρζάν, Ζορό, Ρομπέν των Δασών κ.α) όμως ήμαστε υποχρεωμένα να ακολουθούμε τους γονείς στην κυριακάτικη έξοδο του σινεμά σε ταινίες που εκείνοι επέλεγαν κι έτσι μάθαμε από πρώτο χέρι τι θα πει κλάμα και δράμα από τον Ξανθόπουλο, τη Μάρθα Βούρτση και τους άλλους ηθοποιούς της δραματικής περιόδου του ελληνικού σινεμά. Βγαίναμε στην κυριακάτικη βόλτα γεμάτα χαρά και γυρίζαμε το βράδυ στο σπίτι με την ψυχή «μαυρισμένη», όταν η ταινία ήταν δραματική, ελπίζοντας την άλλη Κυριακή να είμαστε τυχερά και να πετύχουμε κάποια ταινία από εκείνες που μας άρεσαν σαν παιδιά.

Πολλές φορές, όταν ο καιρός ήταν κατάλληλος, τα θερινά σινεμά άνοιγαν νωρίς, ακόμα και μέσα στον Μάιο, κι έτσι συνέβαινε να λειτουργούν παράλληλα ΚΑΙ τα χειμερινά και τα θερινά σινεμά της Σπάρτης. Υπήρξαν, λόγου χάρη, χρονιές που το θερινό «ΦΛΟΡΑΛ» λειτουργούσε μαζί με το χειμερινό «αδελφάκι» του, όπως το 1966, που στην εφημερίδα ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ (19 Μαΐου 1966) διαβάζουμε:

Κινηματογράφος

Οι κινηματογράφοι της πόλεώς μας προβάλλουν σήμερον τα κάτωθι φιλμς:

ΑΤΤΙΚΟΝ: «Τα γεράκια του κίτρινου ποταμού» Πολεμικόν με τους Άντονυ Κουήν και Ρουθ Γουώριν .

ΦΑΡΟΣ: «Τζένη, Τζένη», Έγχρωμη ελληνική κωμωδία της Φίνος Φιλμ, με την Τζένη Καρέζη, τον Μπάρκουλη, τον Παπαγιαννόπουλο και τον Κωνσταντάρα

ΦΛΟΡΑΛ (χειμερινός): «Ο φανφαρόνος», Ιταλικό ρεαλιστικό με τον Βιττόριο Γκάσμαν

ΦΛΟΡΑΛ (θερινός): «Το εξπρές του Φον Ράιαν», Πολεμικό με τον Φρανκ Σινάτρα

Το θερινό σινεμά «ΦΛΟΡΑΛ» έκλεισε κάπου στα μέσα της 10ετίας του ’70 αφήνοντας πίσω του όμορφες και ζωηρές αναμνήσεις , ένα θερινό σινεμά που έγινε σήμα κατατεθέν της Σπάρτης για πολλά χρόνια .

Ήταν η εποχή που βασικά ταυτίστηκε με τη σταδιακή πτώση και απαξίωση της κινηματογραφικής εξόδου ως διασκέδασης για τους πολλούς , λόγω του ότι η τηλεόραση άρχισε να εισβάλει ορμητικά στα ελληνικά σπίτια και άλλαζε , μαζί με όλα τα’ άλλα , και ο τρόπος ζωής των Ελλήνων .

Ο χώρος του θερινού σινεμά «ΦΛΟΡΑΛ» , λόγω της φύσης και της θέσης του οικοπέδου του, εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα σχετικά άθικτος , σαν «ζωντανό μνημείο» της νεότερης ιστορίας της Σπάρτης , ελαφρά αλλοιωμένος λόγω αλλαγής χρήσης ενός τμήματος της πλατείας του . Όλα τ’ άλλα ( μάντρες , καμαράκι προβολής , τουαλέτα , πλατεία (όση έχει απομείνει ακάλυπτη) , καθώς και οι γύρω μπαξέδες ζουν κάθε βράδυ τις μνήμες από ένα όμορφο παρελθόν , τότε που ήταν «… κάτι νύχτες με φεγγάρι / μες τα θερινά τα σινεμά / νύχτες που περνούν / που δε θα ξαναρθούν / μ’ αγιόκλημα και γιασεμιά».

Ο Δήμος Σπάρτης, ύστερα από την απώλεια του «ΡΟΔΟΝ», του τελευταίου θερινού σινεμά της Σπάρτης και της Λακωνίας, θα μπορούσε να διερευνήσει τη δυνατότητα απόκτησης του χώρου του θερινού ΦΛΟΡΑΛ και της επαναλειτουργίας του (ύστερα από ανακαίνισή του) ως δημοτικού, πλέον, θερινού κινηματογράφου. Το έχουν κάνει πολλοί δήμοι σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Μπορεί να γίνει και στη Σπάρτη. Αρκεί να υπάρχει πολιτική βούληση.

ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΦΙΛΟΞΕΝΗΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΘΕΡΙΝΟ «ΦΛΟΡΑΛ»

1955

-«Σπάρτακος» (Spartaco): Ιταλική ιστορική ταινία του 1953 σε σκηνοθεσία Riccardo Freda με τους ηθοποιούς Massimo Girotti , Ludmilla Tchérina , Yves Vincent …

1956

-«Ρωμέικη καρδιά»: Ελληνική κωμωδία του 1953 σε σκηνοθεσία Ιάσονος Νόβακ και σενάριο Θέμη Ναλτσά , με τους Μίμη Φωτόπουλο, Γιώργο Βλαχόπουλο, Σούλα Δημητρίου κ.ά .

1960

-«Έγκλημα στο Κολωνάκι»: Ελληνική ασπρόμαυρη αστυνομική ταινία μυστηρίου του 1960, της εταιρείας παραγωγής Τζαλ Φιλμ, σε σκηνοθεσία Τζανή Αλιφέρη, σενάριο Γιάννη Μαρή, φωτογραφία Αριστείδη Καρύδη-Φουκς και Γιάννη Χατζόπουλου και μουσική σύνθεση Κώστα Καπνίση , με τους ηθοποιούς Μιχάλη Νικολινάκο, Γκέλυ Μαυροπούλου , Ανδρέα Μπάρκουλη , Ελένη Χατζηαργύρη , Στέφανο Στρατηγό, Μάρω Κοντού κ.ά.

-«Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος»: Ελληνική ασπρόμαυρη κωμωδία παρεξηγήσεων του 1960, σε σκηνοθεσία και σενάριο Γιάννη Δαλιανίδη και πρωταγωνιστές τους Τζένη Καρέζη , Ντίνο Ηλιόπουλο , Διονύση Παπαγιαννόπουλο … Στην ταινία υπάρχει το ομότιτλο τραγούδι Το Κοροϊδάκι που τραγουδούν ντουέτο οι πρωταγωνιστές. Η παραγωγή ήταν της εταιρίας Αφοί Ρουσσόπουλοι - Γ. Λαζαρίδης - Δ. Σαρρής - Κ. Ψαρράς Ε.Π.Ε.

1963

-«Τα απόκρυφα της Γκαρσονιέρας» (The Apartment): Αμερικάνικη ταινία του 1960 σε σκηνοθεσία Billy Wilder με τους Jack Lemmon , Shirley MacLaine , Fred MacMurray … Η ταινία κέρδισε 25 εκατομμύρια δολάρια στο box office, καθώς και το Βραβείο Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Αργότερα διασκευάστηκε ως μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ με τίτλο «Promises, Promises»

-«Ο Θύμιος στη χώρα του στριπτιζ»: Ντοκιμαντέρ νυχτερινής περιπλάνησης. Συρραφή από μουσικο-χορευτικά και ακροβατικά νούμερα και θεατρικά σκετς κυρίως ξένων καλλιτεχνών που μετακλήθηκαν στην Ελλάδα από τον Κώστα Χατζηχρήστο , στα πλαίσια των επιχειρηματικών θεατρικών δραστηριοτήτων του...

-«Οι τέσσερις φυγάδες» (TUTTI A CASA): Ιταλική ασπρόμαυρη ταινία του 1960, σε σκηνοθεσία Luigi Comencini με τους Alberto Sordi , Serge Reggiani , Carla Gravina …

-«Το μεγάλο αμάρτημα»: Δραματική ελληνική ταινία του 1963 , παραγωγής «ΦΑΡΟΣ ΦΙΛΜ» , σε σκηνοθεσία Γ. Παπακώστα , σενάριο Γιάννη Ιωαννίδη και φωτογραφία Ν. Μήλα , με τους ηθοποιούς Κ. Κακκαβά , Μαριάννα Κουράκου , Έφη Οικονόμου , Μαλαίνα Ανουσάκη , κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1962-1963 και έκοψε 8.423 εισιτήρια . Ήρθε στην 69η θέση σε 82 ταινίες.

-«Με πλαστό διαβατήριο» (Beyond the Curtain): Αγγλική δραματική ταινία του 1960, σε σκηνοθεσία Compton Bennett με πρωταγωνιστές τον Richard Greene και την Eva Bartok

-«Έξυπνοι και κορόιδα»: Ελληνική κωμωδία του 1962 , παραγωγής «Αθηνά Φιλμ», σε σκηνοθεσία Μιχ. Νικολόπουλου και σενάριο Δ. Γιαννουκάκη με τους ηθοποιούς Βασίλη Αυλωνίτη , Γεωργία Βασιλειάδου , Νίκο Ρίζο , Ντίνα Τριάντη , Ζέτα Αποστόλου κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1962-1963 και έκοψε 11.208 εισιτήρια . Ήρθε στην 55η θέση σε 82 ταινίες.

-Ο Γεροδήμος (Καταραμένη γενιά): Ελληνική ταινία φουστανέλας του 1962 , σε σκηνοθεσία Κ. Καραγιάννη και σενάριο Ν. Φώσκολου, με πρωταγωνιστές τον Ανδρέα Μπάρκουλη , τη Στέλλα Στρατηγού , τον Κ. Κακκαβά , τη Διονυσία Ρώη, την Έφη Οικονόμου κ.ά.

-«Γκάνγκα Ντιν» (Gunga Din): Αμερικάνικη περιπέτεια εποχής του 1939 σε σκηνοθεσία George Stevens με τους Cary Grant , Joan Fontaine , Victor McLaglen , Douglas Fairbanks Jr. κ.ά.

-«Ο πρώτος πειρατής» (The Greengage Summer): Ρεαλιστικό , αισθηματικό αριστούργημα του 1961 , βρεττανικής παραγωγής , σε σκηνοθεσία Lewis Gilbert , με τους Kenneth More , Danielle Darrieux , Susannah York …

-«Η Ελληνίδα και ο Έρωτας»: Ελληνική κωμωδία του 1962 , παραγωγής «Κρόνος Φιλμ» , σε σκηνοθεσία Νέστορα Μάτσα , σενάριο Κ. Ασημακόπουλου- Νέστορα Μάτσα , Φωτογραφία Ανδρέα Αναστασάτου και μουσική Κ. Καπνίση , με τους Κάκια Αναλυτή , Ζέτα Αποστόλου , Βασίλη Αυλωνίτη , Αντιγόνη Βαλάκου , Γεωργία Βασιλειάδου , Λευτέρη Βουρνά κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1962-1963 και έκοψε 18.208 εισιτήρια. Ήρθε στην 37η θέση σε 82 ταινίες.

-«Ο ιππότης του πύργου των θησαυρών» (Star of India): Βρεττανο-ιταλική παραγωγή του 1954 , περιπέτεια εποχής , σε σκηνοθεσία Arthur Lubin με τους Cornel Wilde , Jean Wallace , Herbert Lom

1966

-«Το εξπρές του Φον Ράιαν» (Von Ryan's Express): Αμερικάνικη πολεμική ταινία του 1965 σε σκηνοθεσία Mark Robson με τους Frank Sinatra , Trevor Howard , Raffaella Carrà …

-«Ο Φίφης ο ακτύπητος»: Ελληνική κωμωδία του 1966 σε σκηνοθεσία Κ. Λυχναρά , σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη – Γ. Λαζαρίδη και μουσική Κώστα Κλάβα

Εταιρία παραγωγής: Αφοί Ρουσσόπουλοι-Γ. Λαζαρίδης-Δ. Σαρρής-Κ. Ψαρράς Ε.Π.Ε. Πρωταγωνιστές, Σταύρος Παράβας , Νίκη Λινάρδου , Σωτήρης Μουστάκας , Σάσα Καστούρα κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1965-1966 και έκοψε 138.206 εισιτήρια. Ήρθε στην 46η θέση σε 101 ταινίες.

1969

-«Ο γιος του Τζάνγκο» (Il figlio di Django): Σπαγγέτι γουέστερν του 1967 σε σκηνοθεσία και σενάριο Osvaldo Civirani , με τους Guy Madison , Gabriele Tinti , Ingrid Schoeller …

-«Γυμνοί στο δρόμο»: Δραματική ελληνική ταινία της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ , του 1969 , σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη, μουσική Σταύρου Ξαρχάκου , και φωτογραφία Ν. Δημόπουλου , με τους Ζωή Λάσκαρη , Ν. Κούρκουλο , Χρόνη Εξαρχάκο , Ανδρέα Μπάρκουλη , Μαρία φωκά κ.ά.

-«Η επιστροφή του Μιχαήλ Στρογκώφ» (Michel Strogoff ): Γαλλο-ιταλική παραγωγή , περιπέτεια εποχής , του 1956 , βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν. Σκηνοθεσία, Carmine Gallone Ηθοποιοί, Curt Jurgens , Geneviève Page , Jacques Dacqmine , Sylva Koscina …

-«Ένα ασύλληπτο κορόιδο»: Ελληνική κωμωδία του 1969 , σε σενάριο Γ. Λαζαρίδη και σκηνοθεσία Θανάση Βέγγου, με τους Θανάση Βέγγο , Διονύση Παπαγιαννόπουλο , Γιώργο Βελέντζα , Νόρα Κατσέλη κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1968-1969 και έκοψε 178.895 εισιτήρια. Ήρθε στην 40η θέση σε 108 ταινίες.

-«Οι επικηρυγμένοι» (1000 dollari sul nero): Γουέστερν σπαγγέτι του 1966 , σε σκηνοθεσία Alberto Cardone , με τους Anthony Steffen , Gianni Garko , Erika Blanc

-«Ξύπνα, Βασίλη»: Ελληνική κωμωδία της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ , του 1969 , σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη πάνω στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Δημήτρη Ψαθά, με τους Βασίλη Κωνσταντίνου , Έλενα Ναθαναήλ , Αλ. Αλεξανδράκη , Τασσώ Καββαδία κ.ά. . Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1968-1969 και έκοψε 201.084 εισιτήρια . Ήρθε στην 35η θέση σε 108 ταινίες .

-«Πώς να προφυλαχθείτε από μια αξιολάτρευτη ψεύτρα» (La bugiarda, known in France as Le Partage de Catherine): Ιταλική κωμωδία του 1965 σε σκηνοθεσία Luigi Comencini , με τους Catherine Spaak , Enrico Maria Salerno , Marc Michel …

-«Ο άνθρωπος που γύρισε από τα πιάτα!..»: Ελληνική κωμωδία του 1969 σε σκηνοθεσία Πάνου Γλυκοφρύδη και σενάριο Γ. Λαζαρίδη , με τους Κ. Χατζηχρήστο, Διον. Παπαγιαννόπουλος , Καίτη Παπανίκα , Νίτσα Μαρούδα , Μέλπω Ζαροκώστα κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1968-1969 και έκοψε 193.259 εισιτήρια. Ήρθε στην 37η θέση σε 108 ταινίες.

- «Μανταλένα»: Ελληνική κοινωνική ταινία του 1960 , της Φίνος Φιλμ , σε σενάριο Γ. Ρούσσου, σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου και μουσική Μάνου Χατζιδάκη , με τους ηθοποιούς Αλίκη Βουγιουκλάκη , Δ. Παπαμιχαήλ , Λαυρέντη Διανέλο , Παντελή Ζερβό , Δέσπω Διαμαντίδου κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1960-1961 και έκοψε 192.378 εισιτήρια. Ήρθε στην 2η θέση σε 58 ταινίες. Η ταινία απέσπασε 3 βραβεία στο "Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης" το 1960. Η ιστορία της ταινίας, με την μορφή σινε-ρομάντσου, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Θεατής», για 46 εβδομάδες. Πρόκειται για την 15η ταινία που γύρισε η Αλίκη Βουγιουκλάκη - ακολούθησε η ταινία « Η Αλίκη στο ναυτικό», η οποία γυρίστηκε επίσης το 1960

- «Ο ατσίδας»: Ελληνική κωμωδία του 1962 , της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ , σε σκηνοθεσία και σενάριο Γιάννη Δαλιανίδη και μουσική Μίμη Πλέσσα , με τους Ντίνο Ηλιόπουλο , Ζωή Λάσκαρη , Θ. Βέγγο Τζόλυ Γαρμπή κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1961-1962 και έκοψε 69.414 εισιτήρια . Ήρθε στην 5η θέση σε 68 ταινίες . Από το θεατρικό έργο του Δημήτρη Ψαθά, «Εξοχικόν κέντρον ο Έρως»

-«Κοινωνία ώρα μηδέν»: Δραματική κοινωνική ταινία του 1966 (παραγωγή ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ) σε σενάριο Ν. Φώσκολου , σκηνοθεσία Ντ. Δημόπουλου , φωτογραφία Ν. Καβουκίδη και μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου, με τους ηθοποιούς Ν. Κούρκουλο , Μαίρη Χρονοπούλου , Φλωρέτα Ζάννα , Ανδρέα Μπάρκουλη , Ζώρα Τσάπελη , Κ. Καζάκο κ.ά. Η ταινία προβλήθηκε τη σαιζόν 1966-1967 και έκοψε 596.289 εισιτήρια. Ήρθε στην 2η θέση σε 117 ταινίες.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις