ΛΑΚΩΝΙΑ. Η κάμερα του notospress ανοίγει στα άκαφτα… Κάτω από τον πλάτανο την Άρνας, βαθιά δροσερή ανάσα και «βουτάμε» σε ένα «πέλαγος» μαύρο, καυτό και αποπνικτικό, έως ότου «βγούμε» στη θάλασσα του Πεταλέα για μια ακόμα καθαρή ανάσα, χωρίς να θέλουμε να κοιτάξουμε πίσω...

Πολλά χιλιόμετρα με το αυτοκίνητο. Δεν έβρισκες μια σκιά κάτω από δένδρο να σταθείς. Χιλιάδες καμένα δένδρα, στα 120.000 στρέμματα. Πουλιά που έκραζαν γιατί δεν έβρισκαν τροφή και ένα κλαδί πράσινο να σταθούν. Νεκρά άγρια ζώα. Πηγές που φέρνουν μαύρο νερό. Σπίτια καμένα. Ελαιώνες παραδομένοι στην αδυσώπητη φωτιά όπως ο άμαχος πληθυσμός στους βάρβαρους. Χωριά σε κατάσταση άνισου πολέμου, άδεια από ανθρώπους, μόνον με τους φύλακές τους, με μάτια σχεδόν κενά. Ειρωνεία, τα καντήλια καίνε στα νεκροταφεία το τελευταίο λάδι των σπιτικών…

Δίκτυα απόλυτα κατεστραμμένα, ρεύματος, τηλεφωνίας, άρδευσης. Υπεράνθρωπες προσπάθειες αποκατάστασης… Σε πλαγιές καπνίζει ακόμα βασανιστικά η φωτιά και γύρω της πυροσβεστικά, τρακτέρ και κάπου – κάπου ελικόπτερο!

Χαλασμός… Μυρωδιά καμένου παντού. Θα ζήλευε η Κόλαση…

Αφήνεις πίσω τον ορεινό Ταύγετο και το αποτύπωμα του ποταμού Σμήνου σε οδηγεί σε μια ακόμα επέλαση της πυρκαγιάς. Αιγιές και παρ’ ολίγον Γύθειο. Εργοστάσια και αποθήκες μόλις που γλύτωσαν… μέσα σε μια σύγχυση εκκένωσης - φυγής και παραμονής – μάχης.

Η χλωρίδα παραδομένη, παντού, τροφή της θρασύτατης φωτιάς που κάλπαζε προς την θάλασσα, να κάνει άραγε τι; Να σβήσει, αφού θέρισε χωριά και οικισμούς, μέσα σε λίγα λεπτά το καθένα…

Μαραθέα, Καρβελάς, Πετροβούνι, Πασσαβάς, κ.λ.π. νομίζεις ότι μόλις πέρασαν κατακτητές και μάζεψαν τον κόσμο σε καμιόνια καίγοντας πίσω τα χωριά. Τα σπίτια που σώθηκαν δεν αρκούν για να χαμογελάσει κανείς. Απλά έχει ένα κεραμίδι να σταθεί… να δει την καταστροφή.

Οργή, δάκρια, απόγνωση, ερωτήματα, πόνος και στεναγμός… Οι ρυτίδες βαμμένες με κάπνα. Πρόσωπα αφυδατωμένα όπως οι φραγκοσυκιές της Μάνης αλλά που κράτησαν τη ρίζα… ζωντανή

Η φωτιά επιμένει ακόμα εκεί που και το κακό μεταμορφωμένο δεν έχει λόγο να επιμένει…

Ο τουρισμός επανέρχεται γιατί κοιτά προς τη θάλασσα. Νιώθει ότι κάπου υπάρχει ελπίδα.

Όμως τα φυλλοκάρδια της Μάνης είναι στα χωριά και τους οικισμούς που ξομάχοι ξεπετρίζουν, φυτεύουν, σκαλίζουν, δοξάζουν για να ζουν λιτά σε ένα σπίτι κι ένα χωράφι. Η Μάνη ζει εκεί που η ελιά πέρασε από παππού σε εγγονό σαν σταυρός. Χάθηκαν κι αυτά…

Εδώ η απώλεια δεν μετριέται με τις ζωές αλλά με τις ψυχές. Κι όταν η ψυχή νικιέται η ζωή είναι ανούσια… Γιατί εδώ από τα παλιά τα χρόνια δεν πολεμούσαν για την ελευθερία, ούτε για την ζωή αλλά για την Νίκη τους. Και τώρα νικήθηκαν, χωρίς να το θέλουν χωρίς να το ξέρουν, χωρίς να το προλάβουν… να σηκώσουν τα «όπλα». Σήκωσαν μόνο τα χέρια προς τον ουρανό…

Η Μάνη χάραξε στον καρπό της βαθιά χαρακιά μαύρης ζωής για να θυμάται και να νοιάζεται ότι είναι καταδικασμένη να αντέχει και καθορισμένη να υπάρχει!

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις