Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Η προσπάθεια για την κατανόηση των νέων ανθρώπων, τον τρόπο έκφρασης και συμπεριφοράς τους, τον αγώνα για την επιστημονική τους κατάρτιση και την εργασιακή τους αποκατάσταση και τη στάση τους απέναντι στους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, δεν είναι εύκολη. Η προσέγγιση γίνεται με θεωρητικά και στατιστικά μέσα, τα οποία αποκαλύπτουν την αδράνεια και την παθητικότητα, αλλά και τις εσωτερικές τους ανησυχίες και απόψεις, με τα αποτελέσματα να είναι ενδιαφέροντα, αφού δυνητικά και πραγματικά είναι αυτοί που θα έχουν πρωταρχικό ρόλο στις μελλοντικές εξελίξεις.

Η ανάπτυξη της τεχνολογίας προσφέρει τεράστιες δυνατότητες στη νέα γενιά, η οποία αν εκμεταλλευθεί σωστά και δημιουργικά τα εντυπωσιακά επιτεύγματα μπορεί να κάνει άλματα. Όμως, ο εθισμός και η εξάρτηση φαίνεται ότι έχουν παγιδεύσει μέρος της νεολαίας, το οποίο έκτοτε παθητικό και εξασθενημένο έχει παραδοθεί στα κελεύσματα των ραδιούργων, που κατάφεραν να εγκλωβίσουν τη ζωντάνια και την ενεργητικότητά του και να κατασκευάσουν άβουλα και άκριτα υποκείμενα.

«Φυλή των σκυμμένων κεφαλών» (Κινέζικος όρος) χαρακτηρίζονται όσοι δεν ξεκολλάνε από το κινητό. Η αρρώστια προέρχεται από τη μικρή και «έξυπνη» οθόνη, η οποία παράγει απροβλημάτιστους, παθητικούς και συχνά ανόητους έχει αποδειχθεί ανθεκτική και ανίατη και πολύ δύσκολα θα καταπολεμηθεί. Το internet, χώρος παροχής πληροφοριών αποτελεί το μέσο διασποράς ειδήσεων, επιλεγμένων και συνήθως ψευδών και προσφέρει άφθονη μασημένη τροφή και αποσπασματική γνώση, που βασίζονται στις σκοπιμότητες αυτών που τις διαδίδουν. Θέματα προπαγάνδας, ιδέες μίσους και ρατσισμού έχουν κατακλύσει τα social media και βομβαρδίζουν αδιάκοπα τους νέους, οι οποίοι είναι τα μεγάλα θύματα του κατακλυσμού των σκοτεινών κέντρων των διαχειριστών αυτών των δικτύων, τα οποία με ακραίες και λαϊκίστικες αναφορές επιχειρούν να εισβάλουν στις ανώριμες νεανικές ευαισθησίες και να «πουλάνε», με κριτικές μηδενισμού και ισοπέδωσης, τα προϊόντα τους. Το facebook και τα fake news κατατείνουν στην εκμετάλλευση του συναισθήματος και την υποβάθμιση της λογικής, αφού πλασάρουν μια πλασματική εικόνα, που για τους χρήστες φαίνεται πραγματική. Οργανωμένα και προσανατολισμένα τούς μετατρέπουν σε απολιτικά εργαλεία, για την επίτευξη των στόχων τους, δηλαδή τη φθορά της πραγματικής δημοκρατίας και την υιοθέτηση αντιδραστικών και νεοφιλελεύθερων ιδεών. Αυτή τη σύγχυση ενίσχυσε και η θέση του πρωθυπουργού στη συνάντησή του με νέους και νέες, όπου καταδείχθηκε το βάθος του κενού της «ολιστικής» πνευματικής και πολιτικής του συγκρότησης, λέγοντας ότι, δεν πρέπει σκοπός τους να είναι το ύψος του μισθού, καθώς δεν αποτελεί το μοναδικό κίνητρο, διότι στην Ελλάδα έχουμε στενή σχέση με την οικογένειά μας και τους φίλους μας που μάς στηρίζουν, με τον υπουργό της Ανάπτυξης ταυτόχρονα να προσκαλεί ξένους επενδυτές, διαδίδοντας δεξιά και αριστερά ότι στην Ελλάδα είναι φτηνά τα εργατικά χέρια.

Μέσα σε όλα αυτά εντύπωση προκαλεί η αμφισβήτηση της λειτουργίας των θεσμών από τις νέες και τους νέους, που σκέφτονται, προβληματίζονται και εκφράζονται ελεύθερα, χωρίς ενδοιασμούς και προκαταλήψεις, παρά τις ακλόνητες βεβαιότητες και τις παραδοσιακές πεποιθήσεις. Εκτός των άλλων, ιδιαίτερα αυστηρή είναι η κριτική τους απέναντι στην Εκκλησία, όπως καταγράφεται σε πρόσφατη ποιοτική έρευνα, που διεξήχθη σε συνεργασία με την εταιρία Prorata και τον Αλέξανδρο Σακελλαρίου, δρα Κοινωνιολογίας της Θρησκείας, διδάσκοντα στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, ερευνητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Γράφει ο Α.Σ.:

«… διαπιστώθηκε ότι αρκετοί νέοι και νέες, ενώ μεγάλωσαν σε ένα λιγότερο ή περισσότερο ορθόδοξο οικογενειακό περιβάλλον, σταδιακά απομακρύνθηκαν από αυτό και είτε είναι πλέον αδιάφοροι ως προς το θρησκευτικό πεδίο είτε άθεοι και αγνωστικιστές. Παράλληλα, οι περισσότεροι αναφέρθηκαν εμφατικά στην αναγκαιότητα μη ανάμειξης της Εκκλησίας στα πολιτικά πράγματα και στον διαχωρισμό κράτους και Εκκλησίας. Εκτός αυτού, η πλειονότητα έκρινε αρνητικά την Εκκλησία σε μια σειρά από θέματα αναφορικά με την ισότητα των φύλων και τα ανθρώπινα δικαιώματα, θεωρώντας τον λόγο της οπισθοδρομικό, συντηρητικό, ενίοτε δε ρατσιστικό, ακραίο και επικίνδυνο». Και συνεχίζει:

«Οι πιο χαρακτηριστικές διατυπώσεις για την Εκκλησία: Είναι ένας παρωχημένος θεσμός, είναι πολύ πίσω, είναι ένας συντηρητικός, πατριαρχικός θεσμός που αντιστέκεται σε οποιαδήποτε πρόοδο, είναι αντιδραστική και συντηρητική, ως θεσμός είναι πολύ ξεπερασμένος κ.λπ.».

Και προτρέπει:

«… η Εκκλησία πρέπει να αφουγκραστεί τους νέους και να ακολουθήσει τις κοινωνικές εξελίξεις εάν επιθυμεί να διατηρηθεί ως ένας σημαντικός θεσμός, διαφορετικά θα παραμείνει ως κάτι το απολιθωμένο και ως ένα εξάρτημα της πολιτικής εξουσίας».

Ο Σέργιος Βοΐλας, μόνιμος επιστημονικός συνεργάτης του Διορθόδοξου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος σημειώνει σχετικά με την έρευνα: «Τα ποιοτικά ευρήματα έχουν ιδιαίτερη αξία επιπλέον γιατί εκφράζουν την ανησυχία της νεολαίας μέσα από τις παρατηρήσεις τους και όχι μόνο μέσα από αριθμούς, ενδεικτικό μιας προσωπικής σχέσης νέων και Εκκλησίας. Εντύπωση προκαλεί η μετατόπιση του κοινωνικού ρόλου των γυναικών, δηλαδή από έναν παραδοσιακό ρόλο σε έναν ρόλο διαμαρτυρίας και αμφισβήτησης».

Η κοινωνία των νέων είναι ιδιαίτερη, ξεχωριστή και αξιοπρόσεκτη. Πρέπει να γνωρίζουν ότι, η πρόσβαση στην αλήθεια δεν είναι εύκολη και απαιτεί κόπο, χρόνο, έρευνα και διασταύρωση. Όμως, διαθέτουν την επιστημονική γνώση και τα εργαλεία για να την ανακαλύψουν.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις