Γράφει η Ελεάννα Βλαστού* / kathimerini.gr

Του πήρε σχεδόν δέκα χρόνια, αλλά τελικά ο Τζάστιν Ουέλμπι, πνευματικός ηγέτης της πολυπληθούς αγγλικανικής κοινωνίας των 85 εκατ., ένωσε με έναν παράδοξο τρόπο την Εκκλησία της Αγγλίας. Τη στιγμή που οι γραφικές ενοριακές ή οι επιβλητικές αγγλικανικές εκκλησίες κλείνουν και ο αριθμός της προσέλευσης πιστών βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, η απογοήτευση και ο θυμός συσπείρωσαν το αποδεκατισμένο ποίμνιο. Ενώθηκαν με την, στοιβαγμένη από χρόνια, πίκρα των θυμάτων κακοποίησης, δρομολογώντας ομόφωνα μια πρωτοφανή απομάκρυνση κληρικής ελίτ.

Ποιος θα το περίμενε ότι ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι, που πριν από λίγο μόνο καιρό ευλογούσε τη στέψη του βασιλιά της Αγγλίας αυστηρά ενδεδυμένος και ασύγκριτα προσηλωμένος για την περίσταση, θα αναγκαζόταν να παραιτηθεί παραδίδοντας μεμιάς θώκο, άμφια ραμμένα με κλωστή χρυσή και πολύτιμη τιάρα. Και όλα αυτά όχι για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που θα όφειλε να είχε κάνει.

Αφορμή στάθηκε μια ανεξάρτητη έρευνα, 252 σελίδων, όταν αποκάλυψε το χειρότερο σκάνδαλο κακοποίησης στην ιστορία της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Το 2013, όταν ο Ουέλμπι ανέλαβε τα καθήκοντά του ως αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι, μια θέση περισσότερο πολιτική –όπως συχνά οι θέσεις εξουσίας– και λιγότερο θεολογική, πληροφορήθηκε, νέος στον ρόλο του, για την υπόθεση ψυχολογικής, σωματικής, σεξουαλικής κακοποίησης 130 αγοριών που λάμβανε χώρα από τη δεκαετία του 1980 (και έπειτα) από τον δικηγόρο με το όνομα Σμάιθ.

Ο δικηγόρος Τζον Σμάιθ, ο οποίος πέθανε το 2018 στη Νότια Αφρική, υπήρξε ο παραγωγικότερος κατά συρροήν κακοποιητής. Συνεργαζόταν με την Εκκλησία της Αγγλίας και έβρισκε τη λεία του αναλαμβάνοντας την πνευματική καθοδήγηση αγοριών σε τόπους κυνηγιού, όπως τα οικοτροφεία και οι καλοκαιρινές κατασκηνώσεις.

Το μέγεθος της αγριότητας ήταν αδιανόητο από όσα διάβασα στο πόρισμα που είναι διαθέσιμο στο Διαδίκτυο. Τους προμήθευε με πάνες γιατί ο συστηματικός ξυλοδαρμός με βέργα για να «εξιλεωθούν» οι μαθητές από τις «αμαρτίες» τους ήταν τέτοιος, που η αιμορραγία κρατούσε τρεις εβδομάδες. Eνας πνίγηκε, ένας αυτοκτόνησε γιατί δεν άντεχε έναν ακόμη «ιδιαίτερο ξυλοδαρμό» την ημέρα των γενεθλίων του.

Συμπτωματικά ο, πολύ νέος ενήλικος τότε, Ουέλμπι ήταν παρών ως τακτικός ομιλητής και ως υπεύθυνος κοιτώνων στις κατασκηνώσεις. Αντιλήφθηκε τότε κάτι ο Ουέλμπι; Ποιος ξέρει! Μπορεί να μη γνώριζε, αλλά στο περιβάλλον του όλοι ήταν ενήμεροι. Τηρήθηκε ευλαβική σιγή «γιατί θα έκανε, στο έργο του Θεού, απίστευτή ζημιά η δημοσιοποίηση», δήλωσε ένας ανώτατος κληρικός. Και, έτσι, τότε ο Σμάιθ απλώς εκδιώχθηκε από την Αγγλία με προορισμό την Αφρική, όπου συνέχισε ανενόχλητος το έργο του τις επόμενες δεκαετίες ανταλλάσσοντας με τον Ουέλμπι ευχετήριες χριστουγεννιάτικες κάρτες.

Oλα αυτά συνέβησαν πολύ πριν από την αποτυχία του να δράσει το 2013 όταν οι ισχυρισμοί των θυμάτων αναφέρθηκαν επίσημα στον προκαθήμενο της Εκκλησίας. Η άρνηση του Ουέλμπι να εμπλακεί και να έρθει σε επαφή με τα θύματα που αποζητούσαν την επικοινωνία στάθηκε η αφορμή διεξαγωγής της ανεξάρτητης επιθεώρησης και έδωσε στον Σμάιθ μια άψογη ευκαιρία να μην έρθει ποτέ αντιμέτωπος με τη Δικαιοσύνη.

Oταν ο Ουέλμπι ανέλαβε, οι προσδοκίες ήταν υψηλές για τους Αγγλικανούς. Με μια διατριβή πάνω στο ενδιαφέρον θέμα «μπορούν να αμαρτήσουν οι εταιρείες;» και με ένα προφίλ που απείχε από την εικόνα του αυστηρού θεολόγου, του μονόχνοτου θεωρητικού και του γλυκερού πάστορα. Η εμπειρία του, για αρκετά χρόνια, στον ιδιωτικό τομέα –σε εταιρεία πετρελαίου– και η αύρα της «αποτελεσματικότητας» τον συνόδευσαν έως τον θώκο. Μαζί με τα λόγια, ως συστατική επιστολή, του πρώην εργοδότη του που επαίνεσε την ικανότητα του Ουέλμπι να συνδυάζει «χαλαρή προσέγγιση και σιδερένια θέληση».

Ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι Τζάστιν Ουέλμπι αναγκάστηκε να παραιτηθεί όχι για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που αγνόησε να κάνει: να ερευνήσει την υπόθεση κακοποίησης 130 αγοριών.

Τα προγνωστικά έδειχναν ότι θα ήταν το πρόσωπο που θα οδηγούσε τον θεσμό εκσυγχρονισμένο στον 21ο αιώνα αναμορφώνοντας παλιές αντιλήψεις και απαρχαιωμένες τακτικές. «Μπορεί να έχεις καλοσύνη, αλλά χωρίς διαδικασίες τίποτα δεν πραγματοποιείται», είχε πει ο ίδιος κάπου. Τι πήγε λάθος και δεν έδειξε την ίδια πυγμή σε κάτι τόσο ευαίσθητο και την ίδια διαχειριστική ικανότητα σε κάτι τόσο σημαντικό;

Δεν είναι η πρώτη φορά που η ευημερία και η καλή φήμη ενός θεσμού γίνονται προτεραιότητα εις βάρος των θυμάτων. Τα τρομακτικά νοσηρά συντελούνται πάντα με τον ίδιο τρόπο. Με τον πιο ανεπαίσθητα ύπουλο τρόπο καλύπτονται με μια αδιαφανή μεμβράνη. Μια απόλυτα βαριά, αλλά διακριτική σιωπή θωπεύει την υπόθεση έως ότου να παύει να ενοχλεί, έως και να υφίσταται, με συνέπεια να εξακολουθεί η κακοποίηση εις βάρος ακόμη περισσότερων παιδιών.

Είναι η πρώτη φορά όμως, τα καλά νέα της εποχή μας, που η δημόσια συνείδηση έχει μετακινηθεί και δεν συγχωρεί την αδιαφορία και την αμέλεια να ερευνηθεί μια κατάσταση εις βάθος. Είναι πρωτόγνωρο ένας επικεφαλής να αναγκάζεται σε παραίτηση όχι για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που αγνόησε να κάνει. Oχι για τη δράση του, αλλά για την έλλειψη δράσης, για την απουσία υποψίας, για την έλλειψη περιέργειας. «Δεν το κυνήγησα, δεν το έψαξα. Αυτό ήταν το λάθος μου», δήλωσε ο Ουέλμπι. Ναι, ο αξιωματούχος έχει την ηθική ευθύνη να εμπλέκεται.

Από κάτι όμως τόσο ακραία βάναυσο βγαίνει ένα ακόμη θετικό για το κοινωνικό σύνολο. Τα νέα ότι την ηθική εξουσία την έχουν πλέον τα θύματα της κακοποίησης και όχι οι αρχιεπίσκοποι, οι επίσκοποι και οι κληρικοί. «Συμφιλίωση» ήταν η αποστολή που είχε επιλέξει ο Ουέλμπι και την επαναλάμβανε τακτικά κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Μια παράξενη επιλογή σκοπού για να υπηρετεί. «Συμφιλίωση», έλεγε, σημαίνει «να δοθεί νέα ζωή στις κατεστραμμένες σχέσεις και να μετατραπούν σε σχέσεις εμπιστοσύνης, είναι μια διαδρομή που απαιτεί ταπεινότητα, χρόνο και υπομονή». Δεν έδειξε ταπεινότητα, τελείωσε ο χρόνος του, εξαντλήθηκε και η υπομονή.

Για να συμπορευθεί ο θεσμός της Εκκλησίας με τον αιώνα που διανύουμε χρειάζονται πολλά, περιμένουμε όμως σίγουρα τα προφανή. Iσως να αφουγκράζονται περισσότερο και να κηρύττουν λιγότερο, να ακούν πρώτα τα θύματα και να προσεύχονται αργότερα, να ευλογούν την αλήθεια με πυγμή και, όταν είναι αναγκαίο, να επεμβαίνουν εγκαίρως και θορυβωδώς καλύπτοντας τους χαμηλόφωνους ύμνους. Με ταπεινότητα.

(*) Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr