«Είπατε τω βασιλεί…»
Γράφει ο Παναγιώτης Κομνηνός, δικηγόρος
Είναι γνωστό πως η πραγματικότητα, δηλαδή το σύνολο των υπαρκτών δεδομένων στο χρόνο, μεταβάλλεται και διαμορφώνεται ανάλογα με τις περιστάσεις και συγκυρίες.
Από την αρχαιότητα, πρώτος ο δικός μας ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος την αρχή αυτή την είχε συλλάβει ως τη φωτιά του κοσμικού γίγνεσθαι και των αδιάκοπων εναλλαγών στην κυκλική πορεία του χρόνου, που αποτελεί μία σταθερή του σύμπαντος. Αυτήν αργότερα ο άλλος μεγάλος της σκέψης και του πνεύματος ο Χέγκελ, την προσδιόρισε ως ‘’κρυμμένη αρμονία’’.
Και μάλλον ο Ηράκλειτος παρέλειψε ως αυτονόητο πως, αφού τα πάντα μεταβάλλονται – συμπεριλαμβανομένου ασφαλώς και του ανθρώπινου παράγοντα ως μέρους του συνολικού κόσμου – θα πρέπει και όλα να προσαρμόζονται στη νέα κατάσταση ως απαραίτητη προϋπόθεση της περαιτέρω εξελικτικής πορείας τους.
Τέτοιες περιπτώσεις μη συμπόρευσης με την πραγματικότητα η ιστορία έχει να επιδείξει αμέτρητες. Εξ ίσου πολλές όμως έχει να επιδείξει και περιπτώσεις έγκαιρης αντίληψης και συμμόρφωσης με την πραγματικότητα.
Και στη μία και στην άλλη των περιπτώσεων τα αποτελέσματα, όσον αφορά στον ανθρώπινο παράγοντα, σημάδεψαν την ιστορική μοίρα άλλοτε για το κακό και άλλοτε για το καλό των ανθρώπων.
Έτσι και ενδεικτικά για τις ανάγκες του σημειώματός μας, ο τότε σοφός αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης - της κατά τον 16ο αιώνα ονομασθείσης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας – Ιουλιανός ο Παραβάτης (361 – 363 μ.Χ.), διαπιστώνοντας τον δυναμισμό της νέας θρησκείας του Χριστιανισμού, θέλησε πριν επιχειρήσει το εγχείρημά του για αναβίωση του αρχαίου κόσμου και του δωδεκάθεου – κατ’ άλλη εκδοχή την επιβολή της ανεξιθρησκίας – να πληροφορηθεί, τι μέλλει γενέσθαι μετά από χρησμό του Μαντείου των Δελφών.
Και ο θρυλούμενος χρησμός της Πυθίας υπήρξε ιστορικό δείγμα σοφίας αλλ’ όμως και καταλυτικός της ουτοπίας του Ιουλιανού. Ενώ η σημασιολογική της διαχρονικότητα μπορούμε να πούμε πως συμπυκνώνει το μήνυμα της εποχής μας: ‘’Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσα, απέσβετο και λάλον ύδωρ’’. ‘’Να πείτε στον βασιλιά ότι ο Δαίδαλος έπεσε κατάχαμα στην αυλή. Ο Φοίβος δεν έχει πια ενδιαίτημα ούτε μαντική δάφνη, ούτε πηγή που να μιλά. Βουβάθηκε και το λάλο του νερού ανάβρυσμα’’.
Με το χρησμό της αυτόν η Πυθία όχι μόνο δικαίωσε τη φήμη της, αλλά διαβλέποντας την πραγματικότητα απεσύρθη μαζί με την εποχή της οριστικά στην ιστορία. Ενώ ο Ιουλιανός, αν δεν έχανε τη ζωή του σε μία μάχη με τους Πέρσες, θα πρέπει να δεχτούμε πως, πειθόμενος στον χρησμό, μάλλον κι αυτός θα αποδεχόταν το τέλος του αρχαίου κόσμου και την αρχή ενός καινούριου.
Έκτοτε η μία αλλαγή διαδεχόταν την άλλη ως αποτέλεσμα μίας αέναης διαλεκτικής νομοτέλειας της διαμόρφωσης νέων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δεδομένων.
Προς τούτο και πάντα ενδεικτικά θα αναφερθούμε στο τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στον Μεσαίωνα. Στην Αναγέννηση - που στην πραγματικότητα υπήρξε αναγέννηση της Ελληνικής Σκέψης - . Στη Γαλλική Επανάσταση. Στην επικράτηση των νέων ιδεών της Οκτωβριανής Επανάστασης. Στην άνοδο και ακολούθως στην πτώση των τυραννικών καθεστώτων του φασισμού και ναζισμού.
Και φτάσαμε μέχρι την ΠΕΡΕΣΤΡΟΪΚΑ του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, που υπήρξε η αφετηρία του τέλους των κοινωνικών πειραμάτων και του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού που, ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε αντίλογο, άνοιξε τους δρόμους της δικαίωσης και ολοκληρωτικής επικράτησης της κοινωνικής δημοκρατίας. Που θέλουμε δεν θέλουμε, βρίσκεται πιο κοντά στον άνθρωπο από οποιοδήποτε άλλο σύστημα διακυβέρνησης.
Και πραγματικά κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού ήταν μόνο μία απλή εσωτερική υπόθεση της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της. Αντίθετα ήταν πολλά μαζί.
Ήταν, αλλά και θα είναι απόδειξη της αδυναμίας του μαρξισμού με την οποιαδήποτε παραλλαγή του να δώσει λύσεις στα προβλήματα των ανθρώπινων κοινωνιών. Και αυτό, κυρίως λόγω της έλλειψης ικανότητας προσαρμογής στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανθρώπινες ανάγκες και απαιτήσεις. Σε αντίθεση με τον καπιταλισμό, που από την περίοδο της κλασικής Ελλάδος καταφέρνει με διάφορα κατά καιρούς πρόσωπα να επιβιώνει μέχρι σήμερα, ακριβώς λόγω της δυνατότητάς του να προσαρμόζεται έξω από δογματισμούς και παρωπίδες ιδεολογικής υπεροχής.
Ήταν ακόμη - η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού – και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, που μάλιστα κάποιοι θεωρητικοί της διαρκούς αντίφασης το θεώρησαν ως ολέθριο ανθρώπινο λάθος, συνδέοντάς το με το μάλλον άδοξο τέλος της λεγόμενης ‘’Ισορροπίας του Τρόμου’’, που τόσο κατά το παρελθόν είχε καταπονήσει την ανθρωπότητα με το ‘’φοβικό΄’’ σύνδρομο της αναγκαιότητάς της.
Τούτο το τελευταίο, δηλαδή το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, θα μπορούσε από πλευράς θεωρητικής έρευνας και μελέτης αλλά και περαιτέρω συνεπειών να συσχετιστεί με το λεγόμενο ‘’Τέλος της Ιστορίας’’, δηλαδή με τη γνωστή ριζοσπαστική αλλά και ευφυή αντίληψη του Φράνσις Φουκουγιάμα.
Με το εκδοθέν στις Η.Π.Α. το 1992 βιβλίο του υπό τον τίτλο ‘’Το Τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος’’ ο Φρ. Φουκουγιάμα δεν υποστήριξε τον απλοϊκό ισχυρισμό των πολέμιων της θεωρίας του περί δήθεν του τέλους αυτής καθ’ αυτής της ιστορίας, δηλαδή εκείνης που ταυτίζεται με την εξέλιξη των πάντων και ασφαλώς του ανθρώπου.
Αντίθετα, ο Φουκουγιάμα έκανε την εντυπωσιακή διαπίστωση και μάλιστα εν όψει της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού, πως η διαλεκτική – δηλαδή οι αντιθέσεις και οι αντιπαλότητες – που ήταν υπαίτια για αδιάκοπους πολέμους και επαναστάσεις σταματά εδώ ελλείψει ‘’σοβαρών’’ ιδεολογικών αντιπάλων. Και έτσι, κατά τον Φρ. Φουκουγιάμα, το κοινωνικό δημοκρατικό μοντέλο ως ποιοτικά ανώτερο όλων των υπολοίπων συστημάτων κέρδισε. Και η ιστορία ‘’τελείωσε’’.
Και βέβαια το ότι κάτι παλιό τελείωνε και κάτι νέο άρχιζε, ίσως να μη χρειαζόταν καν να το προαναγγείλει ο Φρ. Φουκουγιάμα. Η πτωτική πορεία των ιδεολογιών, τουλάχιστον προς το παρόν, ήταν προδιαγεγραμμένη εκ των πραγμάτων.
Ο μαρξισμός ας πούμε, μπορεί ως φιλοσοφική πρόταση να ήταν ελκυστική τότε που διατυπώθηκε και ίσως και σήμερα να μην έχει χάσει τη γοητεία της. Πλην όμως όσοι αποπειράθηκαν να δώσουν λύσεις στις αγωνίες του ανθρώπου με τον μαρξισμό ως κυρίαρχη αντίληψη, πήραν στο λαιμό τους λαούς ολόκληρους.
Ενώ κάποιοι άλλοι, έγκαιρα διαβλέποντας τις συμφορές, άφησαν πίσω τους τις φανταχτερές θεωρίες περί ιστορικών υλισμών και μόλις την τελευταία στιγμή πρόλαβαν και διασώθηκαν οι ίδιοι και μαζί τους εκατομμύρια άνθρωποι. Το παράδειγμα της Κίνας και όχι μόνο είναι χαρακτηριστική περίπτωση απλής πολιτικής λογικής, με κυρίαρχο χαρακτηριστικό την προσαρμογή στο καινούριο.
Αλλά και από την άλλη πλευρά, μήπως και οι υπόλοιπες ιδεολογίες – θεωρίες του ναζισμού ή του φασισμού ή του αναρχισμού ή και των τελευταίων υπολειμμάτων εθνικοκεντρισμού, έδωσαν λύσεις στα προβλήματα των κοινωνιών όπου και όποτε επικράτησαν; Αντίθετα, μακέλλεψαν τους λαούς.
Επ’ ευκαιρία, ακόμη και η άλλη άποψη που υποστηρίζει την ύπαρξη αντίρροπων της δημοκρατίας δυνάμεων όπως λ.χ. του Θρησκευτικού Φονταμεταλισμού ή της λεγόμενης ‘’Σύγκρουσης των Πολιτισμών’’ δεν φαίνεται να ευσταθεί σε σχέση με τις ιδεολογίες, καθ’ όσον τα φαινόμενα αυτά δεν συνδέονται με τον ιμπεριαλισμό, όπως λ.χ. ο φασισμός ή ο σταλινισμός. Μάλλον πρόκειται για επιπόλαιες μεν, πλην περιορισμένες δε, προσπάθειες εσωτερικής περισσότερο επικράτησης και ενίσχυσης περιθωριακών κοινωνικο-θρησκευτικών ισορροπιών.
Κάποιοι ίσως διαφωνήσουν με τα προεκτεθέντα. Όμως η πραγματικότητα είναι σκληρή και δεν παζαρεύεται ούτε με την ιδεολογική εθελοτυφλία ούτε και με την πολιτική αφέλεια.
Κατόπιν των πιο πάνω και σε σχέση με τα συμβαίνοντα στη χώρα μας, εύλογα θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα: είναι προς το αληθές συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας κάποιοι, με μοναδικό προσόν τον επιστημονικό λαϊκισμό, να επαγγέλλονται την επίλυση της κρίσης χρέους με αποτυχημένες μαρξιστικές συνταγές ή με μπαγιάτικα ναζιστικά γιατροσόφια ή και με νεοεθνικιστικά ζοριλίκια, που δυστυχώς κατά πολύ λειτούργησαν ως δέλεαρ ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού, που άκριτα πίστεψε στις ιδεοληψίες τους;
Είναι δυνατόν οι μαρξιστές και κρατικιστές του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ή οι ταραξίες της Χρυσής Αυγής ή οι νεο-εθνικιστές οι αποκαλούμενοι και Ανεξάρτητοι Έλληνες που, ενώ και παρά τα υπαρκτά προβλήματα το εθνικό μας μέλλον έρχεται από την διαρκώς εξελισσόμενη ιδέα της ενωμένης Ευρώπης, αυτοί να ευαγγελίζονται τις παμπάλαιες για τον πολιτικό χρόνο και ξένες για τον κοινωνικό μας χώρο θεωρίες τους, στις οποίες μένουν τόσο προσκολλημένοι, που καμιά Πυθία, όσο ικανή κι αν ήταν στη δουλειά της, δεν θα μπορούσε να τους μεταπείσει;
Οπότε, αν τα πράγματα μένουν έτσι μανταλωμένα και δεν ξεκαθαρίσει το τοπίο με εγκεφαλικές αλλαγές πολιτικής πλεύσης προς την κατεύθυνση της κοινωνικής δημοκρατίας στον φυσικό μας χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε το μόνο καλό που μπορεί κανείς να προσδοκά, πρέπει να αναζητηθεί αλλού. Σε αυτούς που παγιδεύτηκαν από το δέλεαρ των ασύμμετρων με την πραγματικότητα επαγγελιών και κυρίως εκείνου ‘’του ναι σε όλα’’.
Μέχρι όμως να συμβεί τούτο, δυστυχώς θα λέγονται και θα γίνονται πράγματα αβάστακτης ελαφρότητας αλλά και άμετρης θλίψης. Όπως λ.χ. ότι όλοι οι υπόλοιποι είναι ‘’εθνικοί εγκληματίες’’, ‘’πουλημένοι’’, ‘’προδότες’’, ‘’κλέφτες’’. Θα ακούμε για αεροπλάνα των εχθρών της χώρας μας, που ραντίζουν τον τόπο μας με άγνωστα ψυχοκαταλυτικά αέρια.
Θα γινόμαστε μάρτυρες κοινοβουλίου Νέας Βαϊμάρης και όπου τόπου τριτοκοσμικών ακραίων φαινομένων, που πρώτα θα εκθέτουν εμάς και έπειτα αυτούς που τα προκαλούν. Θα διδασκόμαστε πως τα εθνικά σύνορα είναι ανύπαρκτα. Υπάρχουν μόνο ταξικά σύνορα. Θα βλέπουμε ακόμη και στον ύπνο μας μαχητές – λέει – του αντάρτικου πόλεων και αγρών. Με κουκουλοφόρους να καίνε και με άλλους να εμποδίζουν την εκτέλεση επενδυτικών έργων.
Θα βλέπουμε διάφορους τύπους όπως ο προχθεσινός στο Ζάγκρεμπ νεομαρξιστής φιλόσοφος Ζίζεκ, ο οποίος πρότεινε εις επήκοον ίσως εκατομμυρίων τηλεθεατών πως όσοι δεν ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ στις προσεχείς εκλογές θα πρέπει να εγκλειστούν σε ‘’Γκούλαγκ’’ – στρατόπεδα αναγκαστικής εργασίας του Στάλιν – με τον κ. Τσίπρα δίπλα του ανερυθρίαστα να χειροκροτάει με πάθος.
Είναι δυνατόν τέτοιου είδους μελλοντική διακυβέρνηση με τέτοιους ηγέτες να μας επιφυλλάττει το μέλλον; Mόνο και μόνο επειδή μας έτυχε να υποστούμε τις πράγματι σκληρές συνέπειες μιας παροδικής – παγκόσμιας - οικονομικής κρίσης με μεγάλο ποσοστό και ιδικής μας ευθύνης;
Αν ναι και στην εθνική μας ατυχία συμβεί έτσι, τότε εκείνοι που κάποια στιγμή θα κληθούν να πληρώσουν θα είναι απείρως περισσότεροι απ’ αυτούς που από οργή ή πείσμα μας οδήγησαν εκεί, απ’ όπου σίγουρα και οι ίδιοι μεταμελημένοι θα τρέξουν πρώτοι να σωθούν.
Και έπειτα. Άντε πάλι από την αρχή δίκαιοι και άδικοι στην ίδια εθνική ρουτίνα. Να μαλώνουμε για το ποιος έφταιξε πιο πολύ. Το μόνο σίγουρο όμως θα είναι άλλο. Η Ελλάδα θα έχει φορτωθεί ένα ακόμη λάθος μας. Που στο τέλος θα φτάσουμε να το λέμε δικό της.