Γράφει ο Γιάννης Μητράκος

Δεν είμαι ζηλωτής και δεν αποδέχομαι το θρησκευτικό φανατισμό, που σπέρνει τη διχόνοια και το μίσος και κάποτε οδηγεί τους ανθρώπους σε αποτρόπαιες πράξεις κατά συνανθρώπων τους. Δεν εγκρίνω την άκρατη συνωμοσιολογία που εξέθρεψε και γιγάντωσε η εξάπλωση των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας σε τέτοιο βαθμό που να κυριαρχήσει ανάμεσά μας η επιστημονικοφανής ανοησία. Γι’ αυτό και δεν δίστασα από την αρχή της πανδημίας να στηλιτεύσω δημοσίως παρόμοιες καταστάσεις, οι οποίες εγκυμονούν μεγάλους κινδύνους για τη δημόσια υγεία και την ανθρώπινη ζωή, που είναι το ύψιστο αγαθό.

Αυτή η θεώρηση των πραγμάτων, όμως, δεν με εμποδίζει να βλέπω κριτικά όσα λέγονται, αποφασίζονται και εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση του κοροναϊού. Και δεν μου διαφεύγει η εμφανής προσπάθεια της κυβερνώσας παράταξης να συγκαλύψει τις ευθύνες της και να εκμεταλλευτεί την όλη κατάσταση για να υλοποιήσει μια σειρά κυβερνητικών μέτρων, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες δεν θα είχαν κανέναν μέλλον εξαιτίας των λαϊκών αντιδράσεων.

Έτσι και με το θέμα της Εκκλησίας, που αναδείχθηκε σε μείζον το τελευταίο διάστημα, λόγω της κυβερνητικής υπαναχώρησης στα συμφωνηθέντα για τη λειτουργία των ιερών ναών τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνεια. Χρειάστηκε η αντίδραση της Ιεραρχίας, που αποφάσισε το αυτονόητο, να εφαρμόσει δηλαδή όσα είχαν συμφωνηθεί!

Προσωπικά ανέμενα την επομένη των Θεοφανείων την υπόγεια κυβερνητική αντίδραση μέσω των συστημικών μέσων μαζικής επικοινωνίας και μερικών επιστημόνων, που είτε συνειδητά, είτε ασυνείδητα, συνεισφέρουν στην προσπάθεια που γίνεται, μέσω μεμονωμένων περιστατικών συνωστισμού, για να ενοχοποιηθεί η Εκκλησία για την ενδεχόμενη μελλοντική αύξηση των κρουσμάτων και την επιβολή νέων αυστηρών μέτρων.

Κατ’ αρχάς θέλω να επισημάνω τη θλιβερή και προκλητική ασέβεια ελαχίστων δημοσιογράφων (;), οι οποίοι παρουσίασαν με ειρωνικό και χλευαστικό τρόπο τις εικόνες από τους ναούς και την τέλεση ορισμένων πατροπαράδοτων αγιασμών των υδάτων, αρνούμενοι να δεχθούν το δικαίωμα του θρησκευόμενου λαού να εκδηλώσει την πίστη του!

Κατά δεύτερον επιθυμώ να τονίσω τη μονόπλευρη παρουσίαση των στοιχείων από την πλευρά των ειδικών επιστημόνων στα τηλεπαράθυρα, οι οποίοι αποφεύγουν συστηματικά να αναφερθούν σε ζητήματα αιχμής για τη διασπορά του ιού και μάλιστα με κυβερνητική ευθύνη. Κανείς, για παράδειγμα, δεν έχει αναφερθεί -πλην της καθηγήτριας κυρίας Λινού – στο τεράστιο πρόβλημα των αστικών συγκοινωνιών, όπου οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να συσσωρεύονται εξαιτίας των λίγων λεωφορείων και του ανεπαρκούς αριθμού οδηγών. Κανείς δεν καταγγέλλει την κυβερνητική υπαναχώρηση του καλοκαιριού που επέτρεψε τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα σε πλοία και αεροπλάνα. Κανείς δεν ασχολείται με τις μεγάλες ουρές που δημιουργούνται έξω από τα τραπεζικά καταστήματα, προκαλώντας φαινόμενα συνωστισμού. Κανείς δεν μιλάει για την ανεπαρκή στήριξη του ΕΣΥ και την απουσία διορισμών γιατρών και νοσηλευτών. Κανείς δεν αντιδρά στην πολιτική βούληση της κυβέρνησης να ανοίξουν τα σχολεία της Προσχολικής και της 1ης βαθμίδας, χωρίς τη διασφάλιση ικανοποιητικών μέτρων προστασίας για τα παιδιά, τους Εκπαιδευτικούς και τους γονείς.

Όλοι αυτοί φροντίζουν να εντοπίζουν τα μεμονωμένα περιστατικά συνωστισμού, που παρατηρήθηκαν σε ελάχιστους ναούς και να στοχοποιούν την Εκκλησία και τους πιστούς ως μόνους υπεύθυνους για την πιθανή έξαρση των κρουσμάτων μετά τις γιορτές. Όσοι πήραν μέρος, όμως, στις λατρευτικές συνάξεις αυτών των ημερών, διαπίστωσαν με τα μάτια τους ότι τα συμφωνηθέντα περιοριστικά μέτρα εφαρμόστηκαν με σχολαστικό τρόπο και με αυστηρότητα, τόσο στον αριθμό των εκκλησιαζομένων, όσο και στη χρήση της μάσκας και την απολύμανση των χεριών. Προς τι λοιπόν όλος αυτός ο θόρυβος; Μήπως για να μετατοπιστούν οι εξόφθαλμες κυβερνητικές ευθύνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας;

Ειλικρινά θλίβομαι που η αξιωματική αντιπολίτευση και τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης, πλην μιας λαμπρής εξαίρεσης, έσπευσαν να υιοθετήσουν το κυβερνητικό αφήγημα περί ενοχής της Εκκλησίας και μάλιστα να υπερθεματίσουν σε κάποιο βαθμό. Αναρωτιέμαι: Ποια στάση θα κρατούσε η Νέα Δημοκρατία, αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν κυβέρνηση και συμπεριφερόταν ανάλογα κατά της Εκκλησίας; Δεν θα προέβαινε σε καταγγελίες για επίθεση εναντίον της και δεν θα υπερασπιζόταν το δικαίωμα του θρησκευόμενου λαού, έστω και με περιοριστικά μέτρα, να εκφράζει τα λατρευτικά του καθήκοντα;

Όπως έχω γράψει προ καιρού, επειδή με τον κοροναϊό δεν πρόκειται να ξεμπερδέψουμε εύκολα, καλό θα ήταν η επιστημονική κοινότητα να αναζητήσει και να προτείνει εναλλακτικές προτάσεις - λύσεις για την προστασία μας, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατό να παραμένουμε έγκλειστοι εσαεί και να βλέπουμε την κοινωνία και την οικονομία μας να καταστρέφονται με ολέθριες συνέπειες για το μέλλον του τόπου μας.

Κι επειδή η Εκκλησία με τις ιερές της ακολουθίες δίνει την ευκαιρία στον πιστό, μέσω της συμμετοχής του σ’ αυτές, να βρίσκει την πνευματική δύναμη και να ενισχύει τα ψυχικά του αποθέματα, προκειμένου να ανταπεξέλθει στην τρομακτική πίεση που δέχεται από την πανδημία, μήπως οι ειδικοί μας θα πρέπει να επανεξετάσουν τη στάση τους και να εισηγηθούν προς την κυβέρνηση να μένουν οι ναοί ανοιχτοί για τους πιστούς με την τήρηση αυστηρών μέτρων προστασίας, για να πάψει η κωμωδία της λειτουργίας «κεκλεισμένων των θυρών»;

Σε κάθε περίπτωση η υποκρισία πρέπει να πάψει να υφίσταται, γιατί μόνο κακό κάνει και κανένα καλό!

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr