Γράφει η Ελεάννα Βλαστού*

Ο Γκέμπελς έλεγε πως στόχος του δεν ήταν οι άνθρωποι να φτάσουν να σκέφτονται όπως ο ίδιος, αλλά να φτωχύνει τόσο η γλώσσα ώστε εκείνοι να μην μπορούν να σκεφτούν διαφορετικά. Αυτό διάβασα στο βιβλίο του Φιτουσί «Τι μας κρύβουν οι λέξεις», εκδ. Πόλις.

Αναρωτήθηκα αν το λεξιλόγιό μου έχει συρρικνωθεί και με εμποδίζει να σκεφτώ διαφορετικά. Αισθάνομαι ότι ακούω –και ενίοτε εκστομίζω– φράσεις κενές νοήματος που δεν ανταποκρίνονται, και ό,τι δεν αναλογεί δεν μπορεί να προσδώσει συναισθήματα. Και ό,τι δεν αποδίδει συναίσθημα ακούγεται αυτομάτως ψεύτικο. Και ό,τι ακούγεται ψεύτικο φέρνει πλήξη. Η πλήξη έρχεται μέσω της ομοιογένειας του λόγου και μέσω της προβλεψιμότητάς της. Οι λέξεις και οι φράσεις που χρησιμοποιούμε μοιάζουν σαν να έχουν βγει από εργοστάσιο, από μια αλυσίδα παραγωγής. Σταχυολόγησα λέξεις και εκφράσεις από το καλοκαίρι που πέρασε και σας τις παραθέτω.

Στο Instagram ένα επίθετο ξεχωρίζει σαν τικ κάτω από μια αξιοθαύμαστη φωτογραφία: «Επικό». Οχι τα συνώνυμά του, όπως θρυλικό ή ηρωικό, απλώς επικό ή epic. Οποιαδήποτε συνομιλία ή συνδιαλλαγή τελειώνει με το λεκτικό τικ «καλό υπόλοιπο» ή «καλή συνέχεια». Το πρώτο στέκεται σε ένα συναδελφικό πλαίσιο και υποστηρίζεται από τη λογική της βάρδιας. Εάν αποσυνδεθεί από τη βάρδια χάνει το νόημά του. Το δεύτερο έχει ενδιαφέρον μονάχα γραμμένο με συνοδεία τριών αποσιωπητικών σε πεδίο απείθειας. Καλή συνέχεια… σε ό,τι άτακτο έχεις σκοπό να κάνεις, καλή συνέχεια λοιπόν… τώρα που σ’ εγκαταλείπω. Σε κάθε περίπτωση και τα δύο μπορούν να αντικατασταθούν από το «γεια σας». Δεν θέλω να πιστεύετε ότι είμαι η ναζί της γλώσσας, ούτε καν ότι είμαι αυστηρή. Απλώς είμαι λίγο ενοχλημένη. Ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει και εγώ θα γράφω ό,τι θέλω. Συνεχίζω στο λανγκάζ της εστίασης. Η καλή απόλαυση του εστιατορίου και της ταβέρνας ομολογώ ότι εκνευρίζει, άλλοτε λίγο και άλλοτε πολύ. Αφενός γιατί μόνο καλή μπορεί να είναι η απόλαυση, αφετέρου γιατί είναι σαν να μας πετούν το μπαλάκι. Είναι στο χέρι μας η τέρψη ή κάποιος θα φροντίσει γι’ αυτό; Από πότε ο πελάτης έχει ευθύνη για την ευχαρίστησή του και όχι αποκλειστική ευθύνη για την όρεξή του;

Μετά, ακούω συχνά το «ξέρεις κάτι…;», «θα σου πω κάτι Ελεάννα» ή «άκουσέ με». Με τέτοια εισαγωγή υπακούω περιμένοντας, συμμορφώνομαι καθώς νομίζω ότι είμαι το κοινό που έχει επιλεγεί για να γίνει κοινωνός μιας τερατώδους αλήθειας. Ακουσέ με Ελεάννα, έκανα το εμβόλιο Pfizer τελικά. Οι πολιτικοί γνωρίζουν το τρικ γι’ αυτό ο πρόεδρος Μπάιντεν νίκησε τις εκλογές όταν υποσχέθηκε στους νεαρούς ψηφοφόρους ότι προτεραιότητά του είναι «να ακούσει τις φωνές τους». Ο κόσμος όμως έχει την τάση να γυρνάει τη συζήτηση γύρω από το αγαπημένο του θέμα που δεν είναι άλλο παρά ο εαυτός του.

Ξεφεύγω από το θέμα, αλλά αυτό μας φέρνει στο ψυχιατρικό ντιβάνι που πλέον βρίσκεται παντού, όλοι διαθέτουμε το γλωσσικό του οπλοστάσιο που το εξαπολύουμε σε κάθε κουβέντα. Κάποιοι αυτολογοκρίνονται (χωρίς να τους έχει ζητηθεί) και αυτοχαρακτηρίζονται ως «ψυχαναγκαστικοί», «νευρωτικοί» ή θεωρούν ότι βρίσκονται «στο φάσμα». Απορώ πώς οι πολιτικά ορθοί δεν επεμβαίνουν εδώ που θα έπρεπε να λειαίνονται οι γωνίες της γλώσσας καθώς κάποιοι πάσχουν από υπαρκτές ασθένειες. Μια γνωστή, που μιλάει αποκλειστικά για τον εαυτό της, την καριέρα της και τα καταπληκτικά παιδιά της, χαρακτήρισε κάποια άλλη ως νάρκισσο. Η «ναρκισσιστική προσωπικότητα» βρίσκεται σε όλες τις συζητήσεις, ενώ θα μπορούσαμε απλώς να συνοψίσουμε λέγοντας «να μια ηλίθια απορροφημένη από τον εαυτό της». Ομοίως και ο «διπολικός» που αποκόπτεται από την ιατρική του υπόσταση και χαρακτηρίζει απλώς όποιον αλλάζει συχνά διάθεση. Ετσι δεν γίνεται στη ζωή; αναρωτιέμαι, μια έτσι μια αλλιώς. Ολα αυτά απλώς για να καταλήξω στο ότι η επανάληψη διαβρώνει τις λέξεις και τους στερεί την αξιοπιστία. Είναι ασήμαντο στα φαιδρά, αλλά σημαντικό όταν έρθουν τα ουσιαστικά. Από τη διαμεσολάβηση της γλώσσας περνούν τα πάντα, και μέσω αυτής επιτελούνται.

Το θεσμικό είναι σημαντικό. Ο Ζοσέπ Μπορέλ, ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την Εξωτερική Πολιτική με δύο εκφράσεις ξέφυγε τόσο από την κοινοτοπία, που ακύρωσε τη δυνατότητα συνεννόησης αποκόπτοντάς μας από την πραγματικότητα. Είπε ότι πρέπει «να ανοίξει ένας δίαυλος επικοινωνίας με τους Ταλιμπάν» και ότι «οι Ταλιμπάν κινδυνεύουν με απομόνωση». Μα οι Ταλιμπάν τρελαίνονται για τις κοσμικές δυτικές συναθροίσεις, νιώθουν απομονωμένοι και θέλουν κουβεντούλα; Μόνο για γελοιογραφία είναι κατάλληλες αυτές οι προτάσεις. Ενας κοστουμαρισμένος γραφειοκράτης να συνομιλεί με τον μουλά που κρατάει πολυβόλο σε μια δεξίωση. Διαβάζω πάλι στον Φιτουσί ότι «όταν απουσιάζουν οι λέξεις που σου χρειάζονται για να πεις κάτι, απλώς δεν το λες – ή λες κάτι διαφορετικό από αυτό που θέλεις να πεις. Ο μετρ της επικοινωνίας ο Γκέμπελς το είχε καταλάβει αυτό». Είναι λοιπόν επικίνδυνο σε θεσμικό επίπεδο να μην ξέρεις τι λες.

Επέστρεψα στο Λονδίνο και στην πρώτη μου έξοδο πιάστηκα εντελώς απροετοίμαστη. «Τι θέλετε να φάτε σήμερα;» με ρώτησαν. Αυτό μαθαίνουν στις σχολές φιλοξενίας, χρησιμοποίησε το σήμερα για να δείξεις σβελτάδα και επαγρύπνηση. Σήμερα; Δεν ήμουν εδώ χθες. Αποπροσανατολίστηκα. Πόσο του μηνός έχουμε σήμερα; Είναι τώρα ή πριν από τρεις εβδομάδες; Μπερδεύομαι συχνά τον τελευταίο καιρό. Καλό φθινόπωρο.

*Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.


Πηγή: Καθημερινή

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr