Γράφει ο Κώστας Βαξεβάνης / documentonews.gr

Από την εποχή που ο Κώστας Σημίτης έστελνε όποιον έγραφε για τα σκάνδαλά του και τις μίζες να τα καταγγείλει στον εισαγγελέα έχουν περάσει πολλά χρόνια και η μέθοδος έχει τελειοποιηθεί. Η Δικαιοσύνη καταλήγει να εμφανίζεται ως διαχειριστής των σκανδαλωδών απολήξεων της πολιτικής με τρόπο που ασπάζεται μεν την κοινωνική ανησυχία αλλά καταλήγει στο ίδιο αποτέλεσμα. Τρακάρει συνεχώς σε «αδιευκρίνιστα», «νομικά αστήρικτα» και «τεχνικά δύσκολα». Δεν αμφιβάλλει ότι κάτι τρέχει, αλλά σχεδόν ποτέ δεν μπορεί να το βρει. Δεν παρουσιάζει απόλυτη άρνηση στο να κάνει τη δουλειά της, αλλά σε όλες τις υποθέσεις που άπτονται και εφάπτονται συγκεκριμένων ανθρώπων της εξουσίας η δουλειά της μοιάζει σαν άδειασμα της θάλασσας με καλάθι.

Για να μιλήσουμε με ποδοσφαιρικούς όρους, οι οποίοι φαντάζομαι ότι αρέσουν στον ποδοσφαιρόφιλο εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρο Ντογιάκο, η μπάλα στέλνεται συνεχώς στην εξέδρα και παίζουμε καθυστερήσεις. Κάθε φορά που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ιδρώνει με την αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι για όσα αποκαλύπτονται για τις υποκλοπές και τον αποκαλύπτουν, μας θυμίζει ότι έχει επιληφθεί η ελληνική Δικαιοσύνη. Οταν λέει «ελληνική Δικαιοσύνη», δηλώνοντας μάλιστα ότι την εμπιστεύεται, αναφέρεται σ’ εκείνο το τμήμα της που του παρέχει το προνόμιο της καθυστέρησης και της προσχηματικής επίκλησής της. Το παιχνίδι με τη Δικαιοσύνη είναι στημένο.

Αυτό που συμβαίνει σήμερα με την εισαγγελική έρευνα για τις υποκλοπές είναι άλλο είδος εκτροπής. Την ευθύνη δεν την έχουν οι εισαγγελείς που ερευνούν, αλλά όσοι σε ανώτατα κλιμάκια δίνουν το σήμα για το πώς πρέπει να γίνει η έρευνα.

Ποια είναι η μεθόδευση που υπάρχει για ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως οι υποκλοπές, το οποίο ακουμπά τη συνταγματική εκτροπή; Γίνεται μια έρευνα από τους εισαγγελείς, οι οποίοι ερευνούν (έτσι ξεκίνησε και έτσι συνεχίζει) την πιθανή διάπραξη ενός πλημμελήματος, που αφορά την παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Απ’ όταν ξεκίνησε η εισαγγελική έρευνα, που έπρεπε να καλύψει την έλλειψη απαντήσεων από την πολιτική ηγεσία, έχει προκύψει ότι εκτός από τα πλημμελήματα έχουν πιθανώς διαπραχθεί και σοβαρά κακουργήματα. Η κατασκοπεία, η απειλή της εθνικής ασφάλειας και η υποκλοπή προσωπικών δεδομένων είναι μερικά από τα αδικήματα που έχουν πιθανώς διαπραχθεί.

Το Documento αποκάλυψε στις 20 Νοεμβρίου (και εγώ κατέθεσα τα στοιχεία στην εισαγγελία) ότι πρώην πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ έστησαν την εταιρεία Intellexa η οποία διαχειρίστηκε το κακόβουλο λογισμικό Predator. Τα ονόματα των προσώπων αυτών και οι φωτογραφίες τους δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα μαζί με τον αυτονόητο προβληματισμό αν το όλο σύστημα των υποκλοπών πραγματοποιεί στην πραγματικότητα κατασκοπεία υπέρ ξένων χωρών. Την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου οι «New York Times» με δημοσίευμά τους επιβεβαιώνουν ότι η εταιρεία Intellexa και το Predator είναι δουλειά πρώην πρακτόρων του Ισραήλ που εισήλθαν και έδρασαν στην Ελλάδα. Η εφημερίδα μάλιστα αποκαλύπτει ότι το Predator, το οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν γνώριζε σύμφωνα με τις δηλώσεις του, εξάχθηκε από την Ελλάδα με άδεια των υπηρεσιών του υπουργείου Εξωτερικών. Το αδίκημα της κατασκοπείας, λοιπόν, δεν είναι σενάριο ευφάνταστων και συνωμοσιολόγων δημοσιογράφων αλλά υπαρκτό ενδεχόμενο.

Από τα στοιχεία που έχουν αποκαλυφθεί ως σήμερα προκύπτει ότι υπό παρακολούθηση βρίσκονταν υπουργοί, πολιτικά πρόσωπα και δημόσια πρόσωπα με θεσμικό ρόλο. Τις λίστες αυτές των παρακολουθουμένων ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης τις αρνείται, απλώς απαντά ότι ο ίδιος δεν σχετίζεται με την παρακολούθηση. Σε κάθε περίπτωση, είναι στοιχεία που δημοσιεύονται από μια εφημερίδα και έχουν επιβεβαιωθεί από τους παρακολουθούμενους, οι οποίοι πραγματικά εντόπισαν το κακόβουλο λογισμικό στα κινητά τους. Είναι αυτά στοιχεία επαρκή για να επεκταθεί η εισαγγελική έρευνα στο πεδίο της απειλής της εθνικής ασφάλειας ή ο κ. Ντογιάκος θεωρεί ότι η ασφάλεια απειλείται από τα δημοσιεύματα του Documento με τους διαλόγους που αποκαλύπτουν τις παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ;

Σήμερα το Documento δημοσιεύει στοιχεία πέραν πάσης αμφιβολίας (περιεχόμενο sms, συνομιλίες κ.λπ.) που αποδεικνύουν ότι ο υπουργός Κωστής Χατζηδάκης ήταν υπό παρακολούθηση από την ΕΥΠ. Συνιστά αυτό στοιχείο ότι η ΕΥΠ έχει εκτραπεί από τον ρόλο της ή θα θεωρήσει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ότι υπήρχαν λόγοι εθνικής ασφάλειας για την παρακολούθησή του; Είναι πράκτορας ξένων δυνάμεων ο υπουργός του Μητσοτάκη, ο οποίος στα επίσημα έγγραφα της ΕΥΠ αποκαλείται ανατριχιαστικά «στόχος»; Θα συνεχίσει η εισαγγελική έρευνα να ψάχνει το πλημμεληματάκι της συνακρόασης ή θα επεκταθεί στην έρευνα εγκλημάτων κατά της δημοκρατίας και των θεσμών; Τα ερωτήματα είναι ρητορικά. Με ευθύνη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου η εισαγγελική έρευνα είναι μια επιτηδευμένη προσπάθεια να εμφανιστεί ότι κάτι γίνεται για να μπορεί ο νέος Σημίτης Κυριάκος Μητσοτάκης να επικαλείται τη Δικαιοσύνη που ερευνά την υπόθεση όποτε βρεθεί σε δύσκολη θέση. Η έρευνα δεν επεκτείνεται σε κακουργήματα για δύο λόγους: ο πρώτος είναι να μην αποκτήσει δικαίωμα το εφετείο να αναθέσει σε εισαγγελείς εφετών την έρευνα. Μια τέτοια αναβάθμιση δεν είναι επιθυμητή, όχι για λόγους απονομής δικαιοσύνης αλλά για λόγους τακτικής και εξυπηρέτησης της κυβέρνησης.

Τις λίστες των παρακολουθουμένων ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης τις αρνείται, απλώς απαντά ότι ο ίδιος δεν σχετίζεται με την παρακολούθηση. Σε κάθε περίπτωση είναι στοιχεία που δημοσιεύονται από μια εφημερίδα και έχουν επιβεβαιωθεί από τους παρακολουθούμενους, οι οποίοι πραγματικά εντόπισαν το κακόβουλο λογισμικό στα κινητά τους. Είναι αυτά κάποια στοιχεία για να επεκταθεί η εισαγγελική έρευνα στο πεδίο της απειλής της εθνικής ασφάλειας ή ο κ. Ντογιάκος θεωρεί ότι η ασφάλεια απειλείται από τα δημοσιεύματα του Documento με τους διαλόγους που αποκαλύπτουν τις παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ;

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι όταν τα ερευνώμενα αδικήματα δεν είναι κακουργήματα οι υπηρεσίες ξένων κρατών αλλά και οι ιδιώτες που θα κληθούν να συνδράμουν στο πλαίσιο της δικαστικής συνδρομής μπορούν να αρνηθούν λόγω μη σοβαρότητας του αδικήματος. Για παράδειγμα, πριν από μερικές μέρες, μετά τις αποκαλύψεις του Documento που προσδιόρισε ότι οι χρήστες του κακόβουλου λογισμικού έκαναν χρήση των υπηρεσιών της Amazon, η Εισαγγελία Πρωτοδικών έστειλε αίτημα στην αμερικανική εταιρεία να της αποσταλούν τα στοιχεία. Είναι πιθανό η Amazon να απαντήσει έπειτα από μήνες ότι με βάση τον αμερικανικό νόμο δεν μπορεί να δώσει στοιχεία, αφού τα ερευνώμενα αδικήματα δεν είναι σοβαρά. Αν η έρευνα αφορούσε διάπραξη αδικημάτων κατασκοπείας ή απειλής της εθνικής ασφάλειας, η Amazon θα ήταν υποχρεωμένη να απαντήσει. Σε τέτοια περίπτωση μάλιστα δεν θα χρειαζόταν καν αίτημα δικαστικής συνδρομής αλλά απλό αίτημα από τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος που θα λάμβανε απάντηση μέσα σε μερικές ώρες.

Ενώ δηλαδή εμφανίζεται προς τα έξω να υπάρχει εισαγγελική δραστηριότητα, στην πραγματικότητα αυτή μοιραία είναι χωρίς αποτέλεσμα. Αυτό μάλλον είναι και το ζητούμενο.

Την ίδια ώρα βέβαια σε μια άλλη υπόθεση, αυτή της ΜΚΟ Κιβωτός του Κόσμου, οι εισαγγελικές εντολές ήταν άμεσες, οι έρευνες αστραπιαίες και η ανακοίνωση των ευρημάτων συγκλονιστική. Για πότε συνεργάστηκαν και έδρασαν οι κρατικές υπηρεσίες για να βρουν το μαύρο χρήμα και να βγάλουν τα μαύρα ράσα είναι εντυπωσιακό. Το φιλοθεάμον κοινό έχει μείνει με το στόμα και την τηλεόραση ανοιχτά. Στην υπόθεση των υποκλοπών, που αφορούν το ίδιο το σύνταγμα της χώρας και τη συνταγματική εκτροπή, την υποκλοπή προσωπικών δεδομένων αλλά και δεδομένων που αφορούν την εθνική ασφάλεια, η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου συμπεριφέρεται σαν να ερευνάται τροχαία παράβαση. Το τροχαίο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ντροπή.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr