ΕΛΛΑΔΑ. Ο δημόσιος χαρακτήρας του ΕΣΥ, η πρόσβαση των ασφαλισμένων στην φαρμακευτική αγωγή, τα απογευματινά χειρουργεία αλλά και όσες νέες προκλήσεις έφερε στο Σύστημα το πέρασμα της πανδημίας, αποτελούν θέματα συζήτησης και πεδία ερωτημάτων για τα οποία μόνον οι ειδικοί, όπως συνηθίζουμε να λέμε, μπορούν να απαντήσουν υπεύθυνα.

Ο Καθηγητής στον Πολιτικής Υγείας και Κοσμήτορας της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Κυριάκος Σουλιώτης, μίλησε αποκλειστικά στο Notospress, για τις δύο επιστημονικές Εκθέσεις, για τη διακυβέρνηση του ΕΣΥ και τη διαχείριση του φαρμάκου, τις οποίες συνέταξε πρόσφατα μαζί με μια ομάδα έγκριτων επιστημόνων και εντάσσονται στις ερευνητικές δράσεις της διαΝΕΟσις.

«Δεν μπορούμε να εξελιχθούμε με ένα σύστημα το οποίο βασίζεται ακόμα στη διοικητική λογική και τη φιλοσοφία διαχείρισης της δεκαετίας του 1980»

«Το ΕΣΥ, ένας θεσμός με τεράστια προσφορά στην ελληνική κοινωνία, λειτουργεί εδώ και αρκετά χρόνια με ξεπερασμένους όρους όσον αφορά τη διοίκησή του. Όμως ο τομέας της υγείας εξελίσσεται ραγδαία διεθνώς καθώς, μεταξύ άλλων, προκύπτουν συνεχώς νέες ανάγκες, νέες ασθένειες και νέες προκλήσεις όπως η πρόσφατη πανδημία του Covid - 19. Την ίδια στιγμή, έχουμε νέες διαγνωστικές και θεραπευτικές μεθόδους, οι οποίες ασκούν ολοένα και εντονότερες οικονομικές πιέσεις στο σύστημα. Όπως λοιπόν γίνεται αντιληπτό, σε αυτό το διαρκώς εξελισσόμενο περιβάλλον, δεν μπορούμε να λειτουργούμε με τη διοικητική λογική και τη φιλοσοφία διαχείρισης της δεκαετίας του 1980».

Το διαχειριστικό μοντέλο και η σημασία του οδικού δικτύου

«Η Έκθεσή μας για τη διακυβέρνηση του ΕΣΥ ξεκινά με κάποιες διαπιστώσεις, που έχουν να κάνουν με την ανάγκη ανακατανομής των δομών υγείας, με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες υγείας του πληθυσμού. Για τον νέο χάρτη των δομών υγείας της χώρας πρέπει να λάβουμε υπόψη τα δημογραφικά και επιδημιολογικά δεδομένα, τις δομές που ήδη διαθέτουμε, ακόμα δε και τις συνθήκες μετακίνησης στα διάφορα σημεία του συστήματος. Αυτή η διαδικασία θα μας δώσει ακριβείς πληροφορίες για τις ελλείψεις σε εξοπλισμό και προσωπικό και εν πολλοίς θα υπαγορεύσει και τις πολιτικές που πρέπει να ακολουθήσουμε σχετικά με την κατανομή των πόρων. Επίσης, είναι προφανές ότι η υφιστάμενη υγειονομική διαίρεση της χώρας είναι στρεβλή και δεν συμβάλλει στην ενίσχυση του τοπικού και περιφερειακού συστήματος λήψης αποφάσεων και διακυβέρνησης. Μία λύση θα ήταν η υιοθέτηση του ευρύτερου διοικητικού υποδείγματος της χώρας ή, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, η προσθήκη μίας ακόμα διοικητικής περιφέρειας. Είναι ενδεικτικό ότι η Πελοπόννησος, η Δυτική Ελλάδα, η Ήπειρος και τα Ιόνια Νησιά υπάγονται στην ίδια Υγειονομική Περιφέρεια.

Ο ρόλος του Υπουργείου Υγείας

«Το Υπουργείο Υγείας έχει την ευθύνη της συνολικής χάραξης της πολιτικής υγείας στη χώρα και των προτεραιοτήτων που θα τεθούν στο πλαίσιο αυτής. Ωστόσο, είτε λόγω ανεπαρκειών είτε λόγω συγκεντρωτισμού, συχνά καταλήγει σε παρεμβάσεις που αφορούν στη διοίκηση του συστήματος, ακόμα και σε επίπεδο δομών. Αυτή η πρακτική υπονομεύει τον στρατηγικό του ρόλο ενώ αποδυναμώνει τις περιφερειακές διοικήσεις και τις διοικήσεις των μονάδων υγείας, οι οποίες περιορίζονται σε έναν διεκπεραιωτικό ρόλο.

«Προτείνουμε ένα αυτόνομο σύστημα διοίκησης του ΕΣΥ»

«Εμείς προτείνουμε να επανιδρυθεί το ΕΣΥ ως αυτόνομο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, ως αυτόνομος δημόσιος οργανισμός ώστε να έχει μια σχετική διοικητική αυτονομία από την εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Θα πρέπει δηλαδή η διοίκηση του ΕΣΥ να έχει έναν περισσότερο τεχνοκρατικό χαρακτήρα, όπως άλλωστε συμβαίνει στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες. Ειδικότερα προτείνουμε το ΕΣΥ να διοικείται από διοικητικό συμβούλιο, με πρόεδρο - γενικό εκτελεστικό διευθυντή που επιλέγεται από ειδική υπερκομματική επιτροπή με ανοικτό διαγωνισμό και μέλη τους διοικητές των Υγειονομικών Περιφερειών, που επίσης επιλέγονται με την ίδια διαδικασία.

Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η αξιοκρατία σε όλα τα επίπεδα και ενισχύεται η αυτονομία του ΕΣΥ σε επίπεδο διοίκησης και λήψης αποφάσεων. Το Υπουργείο Υγείας διατηρεί φυσικά τον στρατηγικό και εποπτικό του ρόλο, αλλά δεν ασκεί διοίκηση ούτε διαχειρίζεται το ΕΣΥ. Αντ’ αυτού, αποφάσεις που αφορούν στις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν, τους πόρους που θα διατεθούν κ.λπ. λαμβάνονται από τη διοίκηση του ΕΣΥ, με την υποστήριξη ενός ΝΠΙΔ του οποίου προτείνουμε την ίδρυση ακριβώς γι΄ αυτόν τον σκοπό. Πρόκειται για το Κέντρο Στρατηγικού Σχεδιασμού και Αξιολόγησης, το οποίο θα εκδίδει Αναφορές, θα αξιολογεί την υφιστάμενη κατάσταση και θα παράγει τεκμήρια, συνεπικουρώντας έτσι τη λήψη αποφάσεων».

«Δεν αλλάζει κάτι σε σχέση με την πρόσβαση του πολίτη στο ΕΣΥ»

«Σχετικά με την επιλογή της λειτουργίας των νοσοκομείων ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, αυτή φαίνεται πως τους προσδίδει μεγαλύτερη ευελιξία στη διοίκηση. Δεν αλλάζει κάτι σε σχέση με την πρόσβαση του πολίτη στο ΕΣΥ, αφού οι δομές αυτές ούτως ή άλλως θα υπάγονται στο ΕΣΥ ΝΠΔΔ και θα εποπτεύονται από τις Υγειονομικές Περιφέρειες, προσφέροντας φροντίδες που αποζημιώνονται από δημόσιες πηγές χρηματοδότησης, ήτοι τον κρατικό προϋπολογισμό και την κοινωνική ασφάλιση, όπως συμβαίνει και σήμερα. Απλά θα μπορούν να είναι πιο ευέλικτα όσον αφορά την κάλυψη των κενών σε ανθρώπινους πόρους και εξοπλισμό και να προσφέρουν καλύτερες αποδοχές στους εργαζόμενους, κάτι το οποίο είναι ούτως ή άλλως ζητούμενο».

«Οι ιδιωτικές δομές υγείας, οι οποίες είναι συμβεβλημένες με την κοινωνική ασφάλιση, θα πρέπει να ενταχθούν στον Εθνικό σχεδιασμό για την υγεία»

«Οι ιδιωτικές δομές, οι οποίες είναι συμβεβλημένες με την κοινωνική ασφάλιση, πρέπει να θεωρούνται μέρος του Εθνικού σχεδιασμού για την υγεία. Αυτό άλλωστε συμβαίνει στην πράξη αν μελετήσουμε το που καλύπτονται οι ανάγκες υγείας του πληθυσμού. Για παράδειγμα, τα ιδιωτικά φαρμακεία καλύπτουν το 90% της ζήτησης για φάρμακα, με το μεγαλύτερο μέρος του κόστους να αποζημιώνεται από την κοινωνική ασφάλιση. Αυτή η συμπληρωματική σχέση δημόσιου και ιδιωτικού μπορεί, υπό ένα αυστηρό πλαίσιο κανόνων, να συμβάλλει καθοριστικά στην ανταπόκριση του συστήματος υγείας στις ανάγκες και τις προτιμήσεις των πολιτών».

Τα απογευματινά χειρουργεία

«Είναι νωρίς για να κρίνουμε το μέτρο. Θεωρητικά πάντως, η διεύρυνση της χρονικής διαθεσιμότητας των υπηρεσιών του ΕΣΥ αναμένεται να λειτουργήσει ευεργετικά όσον αφορά τη μείωση των περιστατικών που αναμένουν να χειρουργηθούν. Πρόκειται για πάνω από 100.000 περιπτώσεις, με την πανδημία να παίζει πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την συσσώρευση καθώς αρκετοί ανέβαλαν τα χειρουργεία τους εκείνη την περίοδο. Μέρος λοιπόν αυτών αναμένεται να επιλέξουν την απογευματινή λειτουργία, αναλαμβάνοντας βέβαια να καλύψουν το κόστος, σε καλύτερους πάντως οικονομικούς όρους σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, έχει συμβεί και με τα απογευματινά ιατρεία, τα οποία λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια, με θετικά αποτελέσματα. Φυσικά, το βέλτιστο θα ήταν να καταστεί εφικτή η μείωση της λίστας όσων περιμένουν να χειρουργηθούν με διεύρυνση των επιλογών κατά την πρωινή λειτουργία, χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση των ασθενών. Ωστόσο, εάν αυτή η επιλογή δεν είναι εφικτή για οικονομικούς λόγους ή λόγω της αδυναμίας κάλυψης των θέσεων που προκηρύσσονται, η επιλογή των απογευματινών χειρουργείων φαντάζει ως η μοναδική ίσως επιλογή άμεσης εφαρμογής για τη μείωση της λίστας αναμονής για χειρουργεία. Στα θετικά του μέτρου θα πρόσθετα και την αύξηση των αποδοχών του προσωπικού που θα συμμετάσχει στα απογευματινά χειρουργεία».

«Η υπόθεση του φαρμάκου απασχόλησε περισσότερο στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, καθώς διαπιστώθηκε ότι υπήρχε μεγάλη σπατάλη»

«Η υπόθεση του φαρμάκου στη χώρα μας απασχόλησε την επιστημονική κοινότητα αλλά και την κεντρική διοίκηση κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, καθώς διαπιστώθηκε ότι για πολλά χρόνια υπήρχε μεγάλη σπατάλη. Βέβαια, με την πάροδο των ετών το κράτος πέρασε στο άλλο άκρο και έχει υιοθετήσει ένα στρεβλό και αντιαναπτυξιακό τρόπο πειθαρχίας στους προϋπολογισμούς υγείας, ο οποίος βασίζεται στον μηχανισμό των υποχρεωτικών επιστροφών από τις φαρμακευτικές εταιρείες. Αυτό το στρεβλό σύστημα, αν και εισήχθη ως προσωρινό στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, έχει παραμείνει σε ισχύ και μάλιστα με αυξημένη ένταση, τη στιγμή που σε άλλες χώρες έχουν υιοθετηθεί πιο ορθολογικά μέτρα όπως π.χ. η σύνδεση της αποζημίωσης με τα αποτελέσματα και η αυστηρή εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων».

Η πρωτιά στα αντιβιοτικά

«Μάλιστα, το γεγονός ότι παρά τη – σωστή - εφαρμογή του μέτρου της χορήγησης αντιβιοτικών μόνο με ιατρική συνταγή, είμαστε στην πρώτη θέση στην Ευρώπη στην κατανάλωσή τους, δείχνει την αναγκαιότητα μετάβασης από μια πολιτική φαρμακευτικής δαπάνης σε μια πολιτική φαρμάκου, η οποία θα στοχεύει, μεταξύ άλλων, και στη βελτίωση των στάσεων και συμπεριφορών των πολιτών».

«Είναι σημαντικό να έχουμε την κατάλληλη θεραπεία στον κατάλληλο ασθενή»

«Ένα ακόμα ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει στο πλαίσιο του εξορθολογισμού της φαρμακευτικής πολιτικής αφορά στον τρόπο με τον οποίο αποτιμάται μια θεραπεία. Η αξιολόγηση του θεραπευτικού αποτελέσματος σε όρους παραγωγικότητας και ποιότητας ζωής των πασχόντων πρέπει να ενσωματωθεί στις διεργασίες αποζημίωσης των φαρμάκων αφού, από αυτά εξαρτάται και το εύρος της “επιστροφής” τους στην οικονομία. Αυτή η ολιστική προσέγγιση στην αντιμετώπιση των οικονομικών δεδομένων που αφορούν στην υγεία υπαγορεύεται και από το ότι η δεξαμενή που τροφοδοτεί το σύστημα υγείας με πόρους είναι η ίδια η οποία υποστηρίζει κάθε δημόσια πολιτική, ήτοι οι φόροι και οι εισφορές, μεγέθη άρρηκτα συνδεδεμένα με την πορεία της οικονομίας».

Κόμβος η Ελλάδα στο κομμάτι της υγείας και της έρευνας

«Η χώρα μας μπορεί να αποτελέσει κόμβο για την παραγωγή φαρμάκων και την κλινική έρευνα. Ακριβώς για τον λόγο αυτό είναι αναγκαία η διεύρυνση της οπτικής μας γύρω από την υγεία και η ενασχόληση και με την αναπτυξιακή διάσταση του κλάδου. Πολλώ δε μάλλον τη στιγμή που διαθέτουμε τις υποδομές και κυρίως το εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό για να υποστηρίξουμε μια ακόμα πιο ανταγωνιστική πορεία του».

Η χρονική σημασία αυτής της επιστημονικής μελέτης

«Αυτή η επιστημονική μελέτη ήρθε να προστεθεί σε μια προηγούμενη την οποία δημοσιεύσαμε στις αρχές του 2020. Βέβαια, εύλογα, η μεσολάβηση της πανδημίας έστρεψε το ενδιαφέρον της πολιτικής υγείας σχεδόν αποκλειστικά στην αντιμετώπισή της και μετέθεσε χρονικά τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που και η μελέτη μας πρότεινε. Από την άλλη, η πανδημία μας υπενθύμισε το πόσο χρειαζόμαστε ένα ισχυρό εθνικό σύστημα υγείας, το οποίο θα είναι σε θέση να αξιοποιεί όλους τους διαθέσιμους πόρους. Επιπλέον, κατέδειξε την ανάγκη για σχεδιασμό αλλά και για ανάληψη πρωτοβουλιών που θα θωρακίζουν εγκαίρως το σύστημα εν όψει ενδεχόμενων -αλλά πολύ πιθανών- υγειονομικών κρίσεων. Το γεγονός ότι χρειάστηκε μία πανδημία τέτοιας κλίμακας για να προσεγγίσουμε τελικά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις κλίνες ΜΕΘ δεν αντανακλά ορθολογικό σχεδιασμό στην πολιτική υγείας της χώρας».

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις