Γράφει ο Παναγιώτης Κομνηνός

Αυτό που σαν πολιτεία και κοινωνία βιώνουμε αυτόν τον καιρό, δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Οικονομικές κρίσεις περάσαμε και στο παρελθόν. Αλλά και άλλες χώρες βρέθηκαν κατά περιόδους ή και εξακολουθούν να βρίσκονται σε όμοιες και χειρότερες καταστάσεις οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων. Ακόμη και η τωρινή υπερδύναμη των Η.Π.Α. – για να μη γίνει αναφορά και σε άλλες κατά καιρούς υπερδυνάμεις – πέρασε περίπου όμοια περιπέτεια και μάλιστα χειρότερων διαστάσεων από την δική μας.

Και όμως, καμιά πολιτεία και κοινωνία από τις παθούσες, δε βούλιαξε και δε χάθηκε. Όλες τα κατάφεραν κι επανήλθαν σε κανονικούς, ακόμη και σε καλύτερους από πριν, ρυθμούς δημιουργικής πορείας. Πρόσφατα παραδείγματα η Βραζιλία, η Αργεντινή. Αλλά και οι ανατολικές χώρες της Ευρώπης, που από την μία στιγμή στην άλλη βρέθηκαν όχι μόνο στη φτώχεια, αλλά κυριολεκτικά στην οικονομική και πολιτειακή άβυσσο.
Το πώς όλες αυτές οι χώρες τα κατάφεραν και άλλες απ’ αυτές επανήλθαν, ενώ άλλες σταδιακά επανέρχονται στη θεσμική, οικονομική και κοινωνική κανονικότητα, λίγο – πολύ είναι γνωστό. Κατά πολύ οφείλεται στους πολίτες των χωρών αυτών.


Αυτοί σήκωσαν στα χέρια τους το κύριο βάρος της ανάκαμψης και της προόδου. Μπορεί, να μην έφταιγαν οι ίδιοι. Μπορείπριν, να ταξίδευαν με διαφορετικά πλοία. Όταν όμως συνειδητοποίησαν, ότι όλοι – φταίχτες και μη – βρίσκονταν στην ίδια βάρκα με φουρτούνα, τότε άφησαν απ’ έξω κάθε περιττό βάρος και ρίχτηκαν στο κουπί. Και κράτησαν τη βάρκα στα ίσα της. Και οι καλύτερες μέρες ήρθαν μπροστά ανοιχτές.

Περίπου, κάπως έτσι συμβαίνει και με μας. Όλοι, δίκαιοι κι άδικοι βρισκόμαστε τώρα στην ίδια βάρκα, που κλυδωνίζεται στα απόνερα μιας ασυνήθιστης κρίσης, που πλήττει την οικονομία μας, τον πολιτισμό μας, τους θεσμούς μας και η οποία κατά πολύ είναι απόρροια της πλατειάς οικονομικής κρίσης, που ταλανίζει ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη.
Είναι αλήθεια, πως έχουμε πονέσει ίσως όσο ποτέ άλλοτε. Ματώνουμε καθημερινά. Δεν πρέπει όμως να βουλιάξουμε. Δεν μας αξίζει, να χαθούμε στο πέτρινο παρελθόν των εθνικών μας συμφορών. Οι ψυχικές και πνευματικές αντοχές μας είναι ιστορικά δικαιωμένες.

Τώρα που η ιστορική μας συνείδηση είναι ζώσα περισσότερο από ποτέ πριν, δεν μας ταιριάζει το πισωγύρισμα. Η ρήση της μεγάλης Ελληνίστριας Ζακλίν ντε Ρομιγί είναι αρκούντως επίκαιρη : ‘’Μας αφήνει άναυδους η δύναμη των Ελλήνων να επιβιώνουν και να ξεχωρίζουν μέσα από άπειρες κρίσεις και ανατροπές’’

‘’Βρισκόμαστε σε αναμονή ανάμεσα σε κάτι και σε κάτι άλλο, που περιμένουμε να φανεί’’, κατά τον πρόωρα αδικοχαμένο οραματιστή και ποιητή των εικόνων, τον μεγάλο Έλληνα της εποχής μας, τον γεμάτο από Ελλάδα Θεόδωρο Αγγελόπουλο. Κι αυτό που περιμένουμε, πρέπει τούτη τη φορά να έλθει από το καλό μέλλον. Η πορεία στην ‘’Άλλη Θάλασσα’’ δεν πρέπει να μείνει στην μέση. Ούτε όμως πρέπει να είναι και πορεία σε μαύρη των ζοφερών καιρών θάλασσα. Αλλά, Όραμα. Και νέα Μεγάλη Ιδέα. Στο όνομα μιας σύγχρονης και σωστά δομημένης πολιτείας και κοινωνίας. Ισότιμα ενταγμένης στην πλατειά Ευρωπαϊκή Αμφικτυονία ενός δίκαιου συλλογικού μέλλοντος.

Είναι γνωστό. Αλλά, κάπου – κάπου το ξεχνάμε. Η Ευρώπη δεν ανήκει μόνο στους Γερμανούς. Ούτε στους Γάλλους. Ούτε στους Άγγλους. Ούτε και υπόλοιπους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς. Γιατί Ευρώπη δεν είναι μόνο το έδαφος των χωρών τούτων. Τα ίδια εδάφη υπήρχαν και παλιά, χωρίς όμως να είναι, αυτό που είναι σήμερα. Γιατί Ευρώπη είναι το πνεύμα, ο πολιτισμός, η δημοκρατία, το δίκαιο. Γιατί Ευρώπη είναι ο οικουμενικός ελληνικός πολιτισμός, πάνω στον οποίο ακουμπάνε τα θεμέλιά της. Είναι τούτο το ίδιο το ελληνικό όνομά της.

Δεν πρέπει να παρεκκλίνουμε από τις συντεταγμένες των ιστορικών καταβολών μας, αλλά ούτε και των μελλοντικών μας προοπτικών, χαρίζοντας την Ευρώπη στους άλλους. Γιατί η Ευρώπη ως πολιτισμική οντότητα είναι περισσότερο δική μας, απ’ ότι όλων των άλλων. Την αγνοήσαμε και άλλοτε στα χέρια άλλων. Το λάθος λ.χ. των Βυζαντινών υπήρξε ιστορικά μοιραίο. Και για μας. Και για άλλους λαούς.

‘’Είναι μακρύ το ταξίδι’’. Αλλά μπορούμε. Ας σωπάσουν οι σειρήνες της άρνησης και της λιποψυχίας. Οι άναρθρες κραυγές τους φέρνουν το κακό. Αποδιώκουν το χρόνο προς τα πίσω, σε καιρούς μαύρους. Η γκρίνια για το ποιος φταίει. Η κατήφεια των συναισθημάτων μας. Η κατάπτωση του ηθικού μας. Η κατάθλιψη των αισθημάτων μας. Κάνουν πιο δύσκολο τον δρόμο της τόλμης και των αντοχών στην ελπίδα και στην προσμονή του καλύτερου.

Το ‘’Βλέμμα του Οδυσσέα’’ στη σύγχρονη εκδοχή του Θ. Αγγελόπουλου έφτανε πιο μπροστά απ’ την απόγνωση των συμφορών. Όπως γίνεται με την αναμενόμενη νηνεμία μετά την καταιγίδα. Ενώ ο ίδιος ο Οδυσσέας δεν λύγισε. Εμπιστεύτηκε την ελπίδα. Και έφτασε εκεί. Στην Ιθάκη του.

Ο ελληνισμός πάντα υπήρξε ταξιδευτής της τόλμης και της ελπίδας. Της ελευθερίας της αυθυπέρβασης. Και της πρόκλησης. Τα όρια και τα εμπόδια ποτέ δε στάθηκαν αξεπέραστα στο διάβα του μέσα στους αιώνες. Από τον Οδυσσέα ως και τον Θεόκριτο τον αρχαίο ποιητή μας του ‘’Θαρσείν χρή … ταχ’ αύριον έσεται αμεινον’’. Και πιο μετά. Με τους παλιότερους και νεότερους Έλληνες γίγαντες του πνεύματος, που μεγαλούργησαν και συνεχίζουν να μεγαλουργούν, είτε εντός είτε εκτός Ελλάδος.

Αλλά και ενδεικτικά μέχρι και τώρα. Με τη συμπαντική ΜΥΘΩΔΙΑ του άλλου σύγχρονου Έλληνα ιεροφάντη του διαχρονικού ελληνικού πολιτισμού, του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Που τόλμησε να ταξιδέψει την ελληνικότητα, στην πιο μακρυνή ανθρώπινη ελπίδα. Πέρα απ’ το αξεπέραστο άγνωστο. Πιο μακρυά κι από τον πλανήτη που φέρει το όνομά του. Έξω από τα γνωστά όρια του δικού μας γαλαξία. Στην αναζήτηση του διαρκούς επιθυμητού. Όπου κι αν βρίσκεται τούτο. Που κατά περίσταση, οδηγεί στο ζητούμενο ‘’άμεινον’’ του Θεόκριτου.