ΕΛΛΑΔΑ. Το πανελλήνιο παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις γύρω από την ανθρωποκτονία της 20χρονης Καρολάϊν. Βίωνε απίστευτες καταστάσεις. Μετά τη γέννηση του μωρού της η Καρολάϊν δεν ήταν καλά. Αγαπούσε τον άνδρα της αλλά έπρεπε να φύγει από κοντά του. Και το αποφάσισε.

Ωστόσο δεν πρόλαβε. Από την άλλη πλευρά ο πιλότος ρίχνει τα άδικα στην γυναίκα του. Την χαρακτηρίζει προανακριτικά επιθετική και αφήνει σε αρκετά σημεία της απολογίας του αιχμές ότι η 20χρονη μπορεί να έκανε κακό στην κόρη της. Εμφανίζει δυο πρόσωπα της Καρολάιν και στη συνέχεια ξεδιπλώνει το πώς δολοφόνησε τη μητέρα του παιδιού του. Ούτε λίγο ούτε πολύ θα πει και θα σοκάρει ότι την έπνιξε στην αγκαλιά του από αγάπη…

«Δεν μπορείτε να φανταστείτε τον έρωτά μου για αυτή την κοπέλα» είπε στους αστυνομικούς ο 32χρονος για να δηλώσει κατόπιν το πόσο σημαντική είναι για αυτόν η μόλις 11 μηνών κόρη του. Στη συνέχεια αναφέρεται στην 20χρονη ως εξής: «Όταν χάσαμε το πρώτο παιδάκι, η συμπεριφορά της Καρολάιν άρχισε να αλλάζει. Εκεί που ήταν όλα καλά μεταξύ μας, μπορεί για την οποιαδήποτε σημαντική ή ασήμαντη αφορμή να γινόταν επιθετική απέναντι μου. Η Καρολάιν είχε το εξής χαρακτηριστικό. Μπορεί να ήμασταν όλη την εβδομάδα μια χαρά και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να γύρναγε ένας διακόπτης και να γινόταν επιθετική απέναντι μου ή απέναντι σε οποιοδήποτε την είχε πειράξει εκείνη τη στιγμή. Μετά από μία ώρα που θα της περνούσαν τα νεύρα, ήταν όλα μια χαρά εγώ προσπαθούσα να διαχειριστώ αυτές τις εξετάσεις της. Της πρότεινα να πάμε σε μία ψυχολόγο, εκείνη συμφώνησε και έτσι Ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε στην κυρία (…) για συνεδρίες».

Ο 32χρονος αναφέρεται στην απολογία του στα όσα προηγήθηκαν του εγκλήματος του και υποστηρίζει: «Ενώ ήμουν με τη Λυδία και έπαιζα μαζί της στον καναπέ, πήγε να πέσει από τον καναπέ και τότε έκανα μία κίνηση να την αρπάξω για να μην πέσει. Η αλήθεια είναι ότι η κίνηση μου αυτή ήταν λίγο άγαρμπή και η Λυδία φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει. Η Καρολάιν ήρθε προς το μέρος μας και ξεκίνησε να μου φωνάζει. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε εκείνη τη στιγμή, φεύγοντας όμως από το καθιστικό για να ανέβει στην κρεβατοκάμαρα θυμάμαι ότι μου είπε: «Δεν πάτε να ψοφήσετε και οι δύο». Φυσικά και δεν έδωσα καμία σημασία, γιατί ήξερα ότι δεν ήταν ο εαυτός της και ότι το είπε πάνω στα νεύρα της. Την τελευταία φορά που ανέβηκα με τη μικρή στην αγκαλιά μου η Καρολάιν προσπαθούσε να κοιμηθεί. Πήγα λοιπόν και έβαλα την μικρή δίπλα της για να κοιμηθούμε όλοι μαζί. Άφησα την Λυδία και η Καρολάιν άνοιξε τα μάτια της άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνε να κοιμηθεί. Η μικρή ξύπνησε. Τότε η Καρολάιν πάνω στα νεύρα της έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο. Λέγοντας κάτι του στυλ «σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ». Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολάιν είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή και αυτή μου απάντησε κάτι του στύλ: «Ότι γουστάρω θα κάνω, ότι θέλω θα κάνω». Πήρε την μικρή κάτω και κοιμήθηκε στον καναπέ. Το σκεφτόμουν και έλεγα από μέσα μου αν το έκανε αυτό τώρα που είμαι και εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα της κάνει, θα την σκοτώσει θα; Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό. Ανέβηκα ακόμη μία φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μία τελευταία προσπάθεια. Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε «όχι μην φέρεις την μικρή δεν σας θέλω». Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή όπως τιναζόταν το πρόσωπο της, ήταν στο μαξιλάρι εννοώ, δηλαδή, ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι, εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται. Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα πέντε λεπτά από την ώρα δηλαδή. Που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί…».

Τέλος, ο κατηγορούμενος κατέθεσε πως έβαλε τα κλάματα και πως αμέσως σκέφτηκε την Λυδία που θα μεγαλώσει χωρίς τους γονείς της. Λέει στη συνέχεια: «Τότε λοιπόν σκέφτηκα να κάνω μία τελευταία προσπάθεια μήπως μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της. Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο μου ήταν αδύνατον να κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου Στα κάγκελα της σκάλας. Δεν θυμάμαι την χρονολογική σειρά».

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις