ΚΟΣΜΟΣ. Ο Χένρι ΜακΚάρτι (Henry McCarty), γνωστός ως Γουίλιαμ Μπόνεϊ (William H. Bonney), πιο γνωστός ως Μπίλι δε Κιντ (Billy the Kid), ήταν ένας Αμερικανός παράνομος και οπλοφόρος της Παλαιάς Δύσης που φέρεται να σκότωσε 21 άνδρες προτού πυροβοληθεί και σκοτωθεί σε ενέδρα από τον σερίφη Πατ Γκάρετ, σε ηλικία 21 ετών.

O Χένρι ΜακΚάρτι, γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1859 στη Νέα Υόρκη, από γονείς ιρλανδικής καταγωγής. Μετά το θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε και η οικογένεια μετακόμισε στο Νέο Μεξικό για αναζήτηση καλύτερη τύχης.

Το 1874 η μητέρα του πέθανε από φυματίωση και αποξενωμένος από τον πατριό του αποφάσισε να ζήσει μόνος σ’ ένα δωμάτιο, προσφέροντας εργασία στην ιδιοκτήτριά του για να πληρώνει το νοίκι του. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1875 άρχισε η σύντομη διαδρομή του στην παρανομία, καθώς συνελήφθη για κλοπή τροφίμων.

Δέκα μέρες αργότερα συνελήφθη εκ νέου για κλοπή ρούχων και δύο όπλων από ένα κινέζικο καθαριστήριο. Καταδικάσθηκε σε μικρή ποινή και φυλακίστηκε. Έμεινε μόνο δύο μέρες στη φυλακή, καθώς κατόρθωσε να αποδράσει από την καπνοδόχο.

Εγκατέλειψε το Νέο Μεξικό κι εγκαταστάθηκε στην Αριζόνα. Για τις αρχές, ήταν όχι μόνο παράνομος, αλλά και ομοσπονδιακός φυγόδικος. Τον Αύγουστο του 1877 έκανε τον πρώτο του φόνο, σκοτώνοντας ένα σιδερά πάνω σε καυγά σ’ ένα σαλούν. Από τότε υιοθέτησε το ψευδώνυμο Γουίλιαμ Μπόνεϊ και αργότερα έγινε γνωστός ως Μπίλι Δε Κιντ (Billy the Kid) ή απλά «Δε Κιντ» (The Kid).

Κυνηγημένος από το νόμο, επέστρεψε στο Νέο Μεξικό, όπου πήρε μέρος στον αποκληθέντα «Πόλεμο της κομητείας Λίνκολν» (Lincoln County War). Η σύγκρουση ξεκίνησε όταν δυο πλούσιοι Ιρλανδοί, o Τζέιμς Ντόλαν και ο Λόρενς Μέρφι, που μονοπωλούσαν το αγροτικό εμπόριο στην περιοχή, αμφισβήτησαν το δικαίωμα στον αγγλικής καταγωγής κτηνοτρόφο Τζον Τένσταλ ν’ ανοίξει μία ομοειδή επιχείρηση.

Προσπάθησαν να τον εκφοβίσουν κι αυτός για να αμυνθεί προσέλαβε διάφορους πιστολάδες της περιοχής, ανάμεσά τους και τον Μπίλι Δε Κιντ. Η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο πλευρών έφθασε στα ύψη, όταν ο σερίφης Γουίλιαμ Μπρέιντι, που ήταν άνθρωπος των Ιρλανδών, σκότωσε σε ενέδρα τον Τένσταλ στις 18 Φεβρουαρίου 1878.

Ο Κιντ και οι άλλοι πιστολάδες ορκίστηκαν εκδίκηση για το θάνατο του αφεντικού τους και δημιούργησαν συμμορία με την ονομασία «The Regulators» («Οι Ρυθμιστές»). Στις 4 Απριλίου 1878 σκότωσαν τον σερίφη Μπρέιντι, τον βοηθό του κι ένα φίλο του. Ακολούθησαν αιματηρές συγκρούσεις των Regulators και της συμμορίας «Τhe House», που δούλευε για τους Ιρλανδούς, οι οποίες έληξαν τον Ιούλιο του 1878 με συμφωνία ειρήνης.

Ο Κιντ απέκτησε φήμη ως ένας από τους πιο επιδέξιους πιστολάδες της Άγριας Δύσης, αλλά ήταν και καταζητούμενος από τις αρχές για τέσσερις φόνους και κυρίως για το φόνο του σερίφη Μπρέιντι. Ο νέος κυβερνήτης του Νέου Μεξικού, Λιου Γουάλας (ο συγγραφέας του «Μπεν Χουρ») αμνήστευσε όσους αναμίχθηκαν στον «Πόλεμο της κομητείας Λίνκολν», όχι όμως και τον Κιντ. Υποσχέθηκε, όμως, να εξετάσει την περίπτωσή του, αν κατέθετε εις βάρος ενός κατηγορουμένου για φόνο.

Ο Κιντ συμφώνησε και παραδόθηκε στις 21 Μαρτίου 1879. Κλείστηκε στη φυλακή, αλλά δεν είχε κανένα νέο για την πρόταση του κυβερνήτη. Τότε, αποφάσισε ότι ήταν μάταιος κόπος να παραμείνει στη φυλακή και απέδρασε στις 17 Ιουνίου 1879. Η επόμενη φορά που ακούστηκε το όνομά του ήταν στις 10 Ιανουαρίου 1880, όταν μπλέχτηκε σε καυγά σ’ ένα σαλούν στο Φορτ Σάμνερ του Νέου Μεξικού και σκότωσε ένα νεοφερμένο στην περιοχή, τον Τζο Γκραντ. Ο Κιντ ήταν γενικά ένας ευχάριστος και άνετος τύπος, όπως τον περιέγραφαν, αλλά δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του.

Σερίφης Πατ Γκάρετ

Στις 2 Νοεμβρίου 1880 ο 30χρονος Πατ Γκάρετ εκλέχτηκε σερίφης της κομητείας Λίνκολν και το πρώτο του μέλημα ήταν να συλλάβει τον Κιντ, που είχε επικηρυχθεί από τον κυβερνήτη Γουάλας. Το κατόρθωσε στις 19 Δεκεμβρίου και στις 13 Απριλίου 1881 τον οδήγησε στο δικαστήριο, το οποίο τον καταδίκασε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού.

Ο Κιντ δεν είχε πει ακόμη την τελευταία του λέξη, καθώς στις 28 Απριλίου απέδρασε με περιπετειώδη τρόπο από τη φυλακή, που βρισκόταν στον πάνω όροφο του δικαστηρίου, σκοτώνοντας δύο βοηθούς του Γκάρετ.

Ο Γκάρετ εξοργίστηκε και αποφάσισε να τον αναζητήσει όπου γης και να τον αποτελειώσει. Το κατάφερε, τελικά, στις 14 Ιουλίου 1881 στο Φορτ Σάμνερ του Νέου Μεξικού, όταν τον εντόπισε στο σπίτι ενός φίλου του. Μπήκε κρυφά αργά το βράδυ στο σπίτι και τον βρήκε να κοιμάται. Ξύπνησε από το θόρυβο και το μόνο που πρόλαβε να ψελλίσει στα ισπανικά ήταν «Ποιος είναι;». Ο Γκάρετ πυροβόλησε δύο φορές και τον άφησε νεκρό.

Ο θάνατός του έγινε αμέσως θέμα στις ΗΠΑ. Συγγραφείς και δημοσιογράφοι κατηγόρησαν τον Γκάρετ ότι δολοφόνησε τον Κιντ, αφού θα μπορούσε εύκολα να τον συλλάβει στη θέση που βρισκόταν. Ο Γκάρετ για να υπερασπιστεί το όνομά του έγραψε το βιβλίο «The Authentic Life of Billy, the Kid», που είναι μία βιογραφία του διάσημου παράνομου.

Ο Μπίλι δε Κιντ στην Τέχνη

Ο Μπίλι δε Κιντ ήταν 21 ετών όταν σκοτώθηκε. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών που ακολούθησαν το θάνατό του, οι θρύλοι έλεγαν ότι ο Μπόνεϊ είχε επιζήσει και αρκετοί άνδρες ισχυρίστηκαν ότι ήταν αυτός. Ο Μπίλι δε Κιντ παραμένει μια από τις πιο διαβόητες φιγούρες της εποχής, του οποίου η ζωή και η ομοιότητα έχουν δραματοποιηθεί αρκετά απο τη δυτική λαϊκή κουλτούρα. Συμμετείχε σε περισσότερες από 50 ταινίες και πολλές τηλεοπτικές σειρές. Η ιστορία του δε Κιντ έγινε πηγή έμπνευσης και αποτυπώθηκε στην ποπ κουλτούρα επί σχεδόν 100 χρόνια.

  • Ο Τομ Πέτι έγραψε το τραγούδι «Billy the Kid» (1999) και ο Μπομπ Ντίλαν συνέθεσε το σάουντρακ της ταινίας του Σαμ Πέκινπα «Pat Garrett and Billy the Kid» («Η Μεγάλη Μονομαχία» στα ελληνικά, 1973), όπου περιέχεται το τραγούδι «Knockin’ on Heaven’s Door», μία από τις διαχρονικές επιτυχίες του αμερικανού τραγουδιστή.
  • Ο σπουδαίος αμερικανός συνθέτης Άαρον Κόπλαντ συνέθεσε το 1938 τη μουσική για το μπαλέτο «Billy the Kid», που θεωρείται το πρώτο μπαλέτο με αμερικάνικο θέμα.
  • Το 1962, ο Μπίλι δε Κιντ πρωταγωνίστησε σ’ ένα επεισόδιο του Λούκι Λουκ, που έγραψε και σχεδίασε το ντουέτο των Γκοσινί και Μόρις.
  • Το 1970, ο βραβευμένος με Μπούκερ καναδός συγγραφέας Μάικλ Οντάατζε («Ο Άγγλος Ασθενής») έγραψε την έμμετρη βιογραφία του Κιντ με τίτλο «The Collected Works of Billy the Kid: Left-handed Poems».

Το όπλο από το οποίο σκοτώθηκε πωλήθηκε έναντι σχεδόν 6 εκατομμυρίων δολαρίων

Το όπλο με το οποίο ο σερίφης Πατ Γκάρετ σκότωσε τον Αμερικανό θρυλικό πιστολέρο της Άγριας Δύσης, Μπίλι δε Κιντ πωλήθηκε έναντι σχεδόν 6 εκατομμυρίων δολαρίων σε μια δημοπρασία που έγινε στο Λος Άντζελες, μια τιμή υπερδιπλάσια από την εκτίμηση προπώλησης.

Οι δημοπράτες του Οίκου Bonhams ανέφεραν ότι το περίστροφο Colt το οποίο ο σερίφης Πατ Γκάρετ χρησιμοποίησε για να σκοτώσει τον διαβόητο παράνομο του Φαρ Ουέστ το 1881 αγοράστηκε μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας από ένα άτομο που θέλει να παραμείνει ανώνυμο.

Ο Bonhams, που περιέγραψε το όπλο ως «τον πιο εμβληματικό θησαυρό της πρώιμης ιστορίας της Δύσης», τόνισε ότι η τιμή των 6,03 εκατομμυρίων δολαρίων αποτελεί ένα παγκόσμιο ρεκόρ για ένα οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο. Η αρχική εκτίμηση ήταν ότι η τιμή πώλησης του θα κυμαινόταν μεταξύ 2 και 3 εκατομμυρίων δολαρίων.

Το όπλο προήλθε από τη συλλογή ενός ζεύγους από το Τέξας, του Τζιμ και της Τερέζα Ερλ, οι οποίοι συγκέντρωναν δυτικά πυροβόλα όπλα και άλλα χειροποίητα αντικείμενα για περίπου 50 χρόνια. Ο Τζιμ Ερλ πέθανε το 2019.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις