ΣΠΑΡΤΗ. Ο Τυνδάρεως είναι απόγονος του μυθικού αυτόχθονα πρώτου βασιλέως της Λακωνίας, του Λέλεγα. Συγκεκριμένα ο Λέλεγας ενωθείς με την Ναϊάδα Κλεοχάρεια έγινε πατέρας του Ευρώτα, του οποίου η κόρη Σπάρτη παντρεύτηκε τον Λακεδαίμονα τον γιο του Δία και της νύμφης Ταϋγέτης. Από την ένωση αυτή γεννήθηκαν ο Αμύκλας (επώνυμος ήρωας λακωνικών πόλεων) ο Υάκινθος και ο Κυνόρτας. Γιος του τελευταίου ήταν ο Περιήρης που νυμφεύθηκε την Γοργοφόνη, κόρη του Αργείου ήρωα Περσέα και της Ανδρομέδας, με την οποία και απέκτησε πολλά παιδιά, τον φονευθέντα από τον Ηρακλή Ιπποκόωντα, τον Ικάριο (πατέρα της Πηνελόπης), τον Τυνδάρεω, τον Αφαρέα και τον Λεύκιππον, εκ των οποίων οι τρεις τελευταίοι, είτε αυτοπροσώπως με τα έργα τους, είτε με τα τέκνα τους, κυριάρχησαν στους λακωνικούς μύθους κατά την τελευταία προ-ομηρική εποχή ή εποχή των ηρώων βασιλέων.

Η καταγωγή

Ο Τυνδάρεως, μετά τον θάνατο του πατέρα του ανέλαβε Βασιλεύς της Σπάρτης, πλην όμως ο ετεροθαλής αδελφός του Ιπποκόων κατάφερε με τους 12 γιους του να τον ανατρέψει και να καταλάβει την εξουσία. Τότε ο Τυνδάρεω καταφεύγοντας μαζί με τον αδελφό του Ικάριο στο ανάκτορο του Θέστιου (βασιλέα της Αιτωλίας) και βοηθώντας τον σε επιχειρήσεις κατά των γύρω εχθρών του, ζήτησε τη βοήθειά του καθώς και πολλών άλλων επιφανών ηρώων και βασιλέων της εποχής, μεταξύ των οποίων του Ηρακλή και του Κηφέα (βασιλέα της Τεγέας), στην αποκατάστασή του στο θρόνο της Σπάρτης. Πράγματι αυτοί προσέτρεξαν νικηφόρα και ο Τυνδάρεως ανέλαβε πάλι βασιλεύς, ενώ ο Θέστιος του πρόσφερε για σύζυγο την πανέμορφη κόρη του, τη Λήδα. Ο Τυνδάρεως μετά της Λήδας απέκτησε επτά παιδιά, πέντε κόρες, τη Φοίβη, τη Φιλονόη, την Τιμάνδρα, την Κλυταιμνήστρα και την Ελένη καθώς και δύο γιους, τους δίδυμους Κάστορα και Πολυδεύκη, (εθνικοί ήρωες της Λακωνίας).

Οι μνηστήρες

Όταν η πανέμορφη Ελένη έφθασε σε ηλικία γάμου, καθιστάμενη έτσι ιδιαίτερα περιζήτητη, όπως ήταν φυσικό, πολλοί βασιλείς και βασιλικοί γόνοι απ΄ όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο προσήλθαν στο ανάκτορο του Τυνδάρεω, άλλοι αυτοπροσώπως και άλλοι με αντιπροσωπείες - πρεσβείες, προσφέροντας πλούσια δώρα, προκειμένου να ζητήσουν το χέρι της. Εκ του συνόλου αυτών έχουν διασωθεί 45 διακριτά ονόματα που φέρονται αποσπασματικά σε σχετικούς καταλόγους που συνέταξαν ο Ησίοδος, ο Απολλόδωρος και ο Υγίνος. Στην επιλογή των πλέον κατάλληλων για μελλοντικό σύζυγο της Ελένης πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν οι Διόσκουροι, ενώ την τελική απόφαση είχε ο Τυνδάρεω. Βάσει των παραπάνω καταλόγων μνηστήρες της Ωραίας Ελένης αναφέρονται οι ακόλουθοι (κατ΄ αλφαβητική σειρά): Αγαπήνορας, Αγκαίος, Αίας ο Λοκρός, Αίας ο Τελαμώνιος, Αλκμαίων, Αμφίλοχος, Αμφίμαχος, Αντίοχος, Ασκάλαφος, Διομήδης, Ελεφήνορας, Επίστροφος, Εύμηλος, Ευρύπυλος, Θάλπιος, Θόας, Ιάλμενος, Ιδομενέας, Κλυτίος, Λεοντέας, Λήιτος, Λυκομήδης, Μαχάων, Μέγης, Μενέλαος, Μενεσθέας, Μηριόνης, Νηρέας, Οδυσσέας, Πάτροκλος, Πηνέλεως, Ποδαλείριος, Ποδάρκης, Πολύξενος, Πολυποίτης, Πρόθοος, Πρωτεσίλαος, Σθένελος, Σχεδίος, Τεύκρος, Τληπόλεμος, Φείδιππος, Φήμιος και Φιλοκτήτης.

Αξιοσημείωτο είναι ότι στους εν λόγω πίνακες των μνηστήρων της Ελένης δεν συμπεριλαμβάνονται σπουδαίοι ήρωες βασιλείς της εποχής εκείνης, όπως ο Αγαμέμνονας, που φέρεται όμως στη σύναξη των μνηστήρων να εκπροσωπούσε τον αδελφό του Μενέλαο, ενώ ο ίδιος είχε ήδη νυμφευθεί την αδελφή της Ελένης, την Κλυταιμνήστρα, καθώς και ο Αχιλλέας, που ίσως να ήταν πολύ νέος ακόμη για γάμο, όπως επίσης και ο ήρωας και βασιλέας της Τεγέας ο Έχεμος, που ίσως και αυτός να είχε ήδη νυμφευθεί την έτερη αδελφή της Ελένης, την Τιμάνδρα. Αντίθετα στους μνηστήρες περιλαμβάνεται ο γιος του Πειρίθου, ο Πολυποίτης.

Με την ονομασία "όρκος του Τυνδάρεω", ή "όρκος των μνηστήρων της Ελένης" φέρεται στην ελληνική μυθολογία ο όρκος τον οποίο επέβαλε ο Τυνδάρεως στους μνηστήρες της Ελένης και υποχρεώθηκαν αυτοί να δώσουν πριν την ανάδειξη του μέλλοντος συζύγου της.

Ο Αγαμέμνωνας

Συγκεκριμένα η μεγάλη προσέλευση τόσων πολλών ισχυρών μνηστήρων ήταν επόμενο να φοβίσει τον Τυνδάρεω στην επιλογή του μελλοντικού συζύγου που θα μπορούσε να δημιουργήσει τεράστιες διαμάχες με τραγικές ίσως συνέπειες και γι΄ αυτή ακόμα τη Σπάρτη. Στην επίλυση του φοβικού αυτού προβλήματος συμπαραστάτης του Τυνδάρεω υπήρξε ο Οδυσσέας ο οποίος και πρότεινε την εκ των προτέρων δέσμευση των μνηστήρων με ιερό όρκο ότι όχι μόνο θα σεβαστούν την όποια επιλογή του μελλοντικού συζύγου αλλά και θα σπεύδουν να προσδράμουν αυτόν έναντι οποιασδήποτε προσβολής δεχθεί εκ του γάμου του με την Ελένη. Η πρόταση αυτή έγινε αμέσως αποδεκτή και ο Τυνδάρεως προσκαλώντας όλους τους παραπάνω μνηστήρες σε τόπο εκτός Σπάρτης, στο δρόμο προς Αρκαδία και προβαίνοντας εκεί σε επίσημη θυσία ενός ίππου προς τους θεούς, κάλεσε τους μνηστήρες να δώσουν τον ιερό όρκο. Πράγματι οι μνηστήρες, αποδεχόμενοι και αυτοί την παραπάνω απόφαση και πρόσκληση του Τυνδάρεω προσήλθαν και κάνοντας σπονδές στο βωμό και κρατώντας ο ένας το δεξί χέρι του άλλου, επικαλούμενοι τους θεούς ορκίσθηκαν ότι «οποιουδήποτε και αν γίνει η Ελένη σύζυγος, πάντες οι λοιποί θα υπερασπίσουν αυτόν και αν κάποιος ήθελε απαγάγει αυτήν από το συζυγικό της οίκο και καταλάβει παρ΄ αυτή του συζύγου τη θέση, θα συνεκστρατεύσουν όλοι ένοπλα κατά του απαγωγέα και θα κατασκάψουν την πόλη (πολιτεία) του, είτε Έλληνας τυγχάνει αυτός είτε βάρβαρος»[46].

Σημειώνεται ότι τον όρκο αυτόν υποχρεώθηκαν να δώσουν τόσο ο Αγαμέμνων, για τον φόβο μη τυχόν εγκατέλειπε την Κλυταιμνήστρα για χάρη της Ελένης, όσο και ο Οδυσσέας που είχε προσέλθει ως μνηστήρας, χωρίς όμως γαμήλια δώρα, γεγονός που δικαιολογεί, το πιθανότερο, υπόσχεση εκ μέρους του Τυνδάρεω να νυμφευθεί την ανεψιά του την Πηνελόπη, κόρη του αδελφού του και συμβασιλέως, του Ικαρίου. Το δε σημείο της ορκωμοσίας αυτής καλούταν αργότερα "ίππου μνήμα", (όπως αναφέρει ο Παυσανίας).

Γάμος με τον Μενέλαο

Ο Τυνδάρεως, επέλεξε για μέλλοντα σύζυγο της κόρης του Ελένης τον Μενέλαο, εγγονό του θρυλικού Πέλοπα και γόνο εκ του σπουδαίου βασιλικού οίκου του Ατρέα των Μυκηνών. Κατ΄ άλλους ο Τυνδάρεως φέρεται, μετά την υποσχετική ορκωμοσία των μνηστήρων να επέτρεψε στην ίδια την Ελένη να εκλέξει εξ αυτών τον μέλλοντα σύζυγό της, που με τη βοήθεια της Αφροδίτης θα ποθούσε η καρδιά της. Έτσι ακολούθησε επίσημη τελετή κατά την οποία η ίδια η Ελένη στεφάνωσε τον Μενέλαο με γαμήλιο στεφάνι. Οι γάμοι του Μενέλαου και της Ελένης τελέσθηκαν στη Σπάρτη όπου και ανέλαβαν βασιλείς μετά την φερόμενη παραίτηση των Τυνδάρεω και Λήδας, ενώ ομοίως ακολούθησε αυτών οι γάμοι του Οδυσσέα και της Πηνελόπης.

Ο Μενέλαος και η Ελένη βασίλευσαν για πολλά χρόνια αποκτώντας επτά παιδιά εκ των οποίων ένα ή δύο αμφιθαλή, ήτοι πέντε γιους και δύο κόρες, τους Νικόστρατο, Αιθιόλα, Θρόνιο, Πλεισθένη, Μορράφιο, και τις Ερμιόνη και Μελίτη. Στη διάρκεια της βασιλείας τους ο Αγαμέμνων κατάφερε να επιστρέψει στις Μυκήνες και ν΄ αναλάβει βασιλεύς εκδιώκοντας τον σφετεριστή του θρόνου και θείο του Θυέστη, γενόμενοι έτσι οι δύο Ατρείδες, (Μενέλαος και Αγαμέμνων), οι ισχυρότεροι βασιλείς της εποχής τους, ενώ λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε η μεγάλη εκστρατεία κατά της Τροίας που κατέληξε στο γνωστό δεκάχρονο πόλεμο.

Η Ελένη στην Τροία

Κανείς δεν ξέρει αν ανάμεσα στην Ελένη και τον Πάρη υπήρξε αγάπη ή μόνον θυελλώδης έρωτας. Λέγεται ότι η δειλία του Πάρη κλόνισε την Ελένη. Μετά το θάνατο του Πάρη παντρεύτηκε τον αδελφό του Δηίφοβο. Ύστερα από την πτώση της Τροίας ακολούθησε τον Μενέλαο στη Σπάρτη, όπου έφτασαν μετά από περιπέτειες οχτώ χρόνων. Από τότε έζησαν ήσυχοι την υπόλοιπη ζωή τους.

Ωστόσο, ένας άλλος μύθος θέλει τον Μενέλαο να καταπλέει στην Αίγυπτο και να συναντά την αληθινή Ωραία Ελένη, που του εκμυστηρεύεται ότι η Ελένη για την οποία πολεμούσαν στην Τροία ήταν ένα ψεύτικο όραμα. Στον μύθο αυτό αναφέρεται ο ποιητής Στησίχορος στην περίφημη παλινωδία του, η οποία διασώζεται στον Φαίδρο του Πλάτωνα, ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης στο αντιπολεμικό δράμα του Ελένη, καθώς και ο σύγχρονος ποιητής Γιώργος Σεφέρης στο ποίημα του "Ελένη".

Ο Όμηρος στην Ιλιάδα παρουσιάζει την Ελένη ως πλάσμα ανθρώπινο με καταγωγή, αποφεύγει την κατάκριση και την καταδίκη, αλλά την παρουσιάζει συχνά να αυτοκαταδικάζεται μεταχειριζόμενη το επίθετο «κυνώπις» για τον εαυτό της. Αν και αγαπάει τον Πάρη, τον παρατά, γιατί δεν είναι γενναίος. Ο Όμηρος τη χαρακτηρίζει καλλίκομον (ομορφομαλλούσα), καλλιπάρηον (ομορφοπρόσωπη), λευκώλενον (ασπροχέρα), τανύπεπλον (ομορφοντυμένη) κ.α. αλλά και ριγεδανήν (φρικτή), γιατί προκάλεσε τον αφανισμό πολλών ηρώων. Για τον ίδιο λόγο ο Αισχύλος παρετυμολογεί το όνομά της και την αποκαλεί ελεύναν, έλανδρον, ελέπτολιν (καταστροφή για τα καράβια, τους άνδρες, και τις πολιτείες). Μερικές φορές μετανιώνει και νοσταλγεί την πατρίδα της, τη Σπάρτη, τον άντρα της και την κόρη της Ερμιόνη.

Οι λυρικοί ποιητές (Ίβυκος, Αλκαίος) τη θεωρούν υπαίτια του πολέμου και τη συνδέουν με την απιστία. Η Σαπφώ αναφέρεται στην Ελένη όχι για να την κατακρίνει ως αιτία πολέμου, αλλά για να δικαιωθεί ο Έρως, ο οποίος είναι δυνατόν να προκαλέσει φοβερότατα δεινά. Στον Ευριπίδη, όχι όμως σε όλα του τα έργα, παρουσιάζεται περισσότερο ως θύμα παρά ως πρόξενος κακών.

Σήμερα ο αρχαιολόγος Σπυρόπουλος εκτιμά ότι η Ελένη λατρεύτηκε ως Θεά με Ιερό στην Αρχαία Λακεδαίμονα, (Πελλάνα) όπου και το Ανάκτορο και οι Βασιλικοί Τάφοι.