Στη μεθόριο των πραγμάτων
Γράφει ο Λευτέρης Κουσούλης* / tovima.gr
Τίποτα δεν μπορεί να κρύψει τον μεταβατικό χαρακτήρα της χρονικής περιόδου που διανύουμε. Ούτε η κυβερνητική αισιόδοξη εκδοχή των πραγμάτων ούτε ο ακτιβισμός των κομμάτων της Αντιπολίτευσης. Αυτό που μπορεί ως σταθεροποιημένη πραγματικότητα να κατασκευάζεται εμπρός μας και ως υπό έλεγχο συνθήκη να κερδίζει προσωρινή πειστικότητα δεν είναι παρά μια επιφανειακή όψη ενός μικρού σύμπαντος σε κίνηση και αόρατη αναταραχή.
Πολλά συνέβησαν την πενταετία που ολοκληρώνεται αυτό το καλοκαίρι. Πανδημία, κρίσεις, πόλεμοι. Η ίδια η καθημερινή ζωή φορτώθηκε με δυσκολίες διαχείρισης και η ακρίβεια που επιμένει ανέκοψε για άτομα και νοικοκυριά κάθε μικρή ελπίδα υλικής βελτίωσης και δειλής επιστροφής σε μια καλύτερη προηγούμενη φάση. Η αποθάρρυνση και η αποδοχή της ανάγκης γεννάει μια συνθήκη συμβιβασμού και προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα. Η ισορροπία προς τα κάτω είναι ορατή και η συλλογική προσδοκία για μια άμεση μεταβολή αδύναμη.
Πάνω σε αυτό το υλικό και ψυχολογικό υπόστρωμα αναπτύσσεται η δράση της εξουσίας και με αυτό ως δεδομένο, με επίγνωση ή όχι, επιχειρεί και η Αντιπολίτευση να διεκδικήσει την προσοχή του κοινωνικού σώματος εν όψει των εκλογών του Ιουνίου. Η συμβατικότητα της συνολικής πολιτικής δραστηριότητας στο σύνολο της ζώνης της σύγκρουσης βρίσκεται σε παραλληλία με τις χαμηλές προσδοκίες, αντιγράφει παλαιούς τρόπους και αποφεύγει την εμπλοκή με τα μεγάλα ζητήματα και τις στρατηγικές απαιτήσεις της μακράς πορείας. Η αποφυγή, η αποφυγή των μεγάλων ζητημάτων, από την μεταρρύθμιση στο κράτος, το παραγωγικό μοντέλο, την ασφάλεια ή το δημογραφικό χαρακτηρίζει το πνεύμα και την αντίληψη της πολιτικής μας σκηνής.
Η φαντασία ελέγχου του χρόνου αφήνει ανεμπόδιστη και εκτός ελέγχου την ενέργεια που συσσωρεύεται, τη δυσαρέσκεια που δυναμώνει, την αναμονή που ωριμάζει. Αυτό που δεν αγγίζεται λόγω πολιτικής επιφύλαξης και απουσίας πολιτικής αντοχής πλησιάζει σιγά – σιγά την μεθόριο των πραγμάτων, πιέζει την γραμμή και δοκιμάζει την ελαστικότητά της, απειλεί να την διαρρήξει με απρόβλεπτα αποτελέσματα. Αυτή την κυοφορούμενη κατάσταση την διαισθάνονται οι πολιτικές δυνάμεις. Την ακούνε. Και εκεί που θα έπρεπε να επιταχύνουν την μετάβαση, να διαβούν την μεθόριο προς μια επόμενη περιοχή, στέκουν αμφίβολες και διχασμένες μεταξύ του παλαιού εαυτού τους και τους κινδύνους αυτής της μεταβολής. Έτσι το διάχυτο ζητούμενο μιας αρχικά μετέωρης κίνησης που προοδευτικά θα βρει ταυτότητα και περιεχόμενο μέσα από ένα επεξεργασμένο σχέδιο συνειδητής μετάβασης δεν βρίσκει στον ορίζοντα εκφραστή. Δίπλα στη συνθήκη ωρίμανσης αυτής της ανάγκης, δίπλα αλλά και μέσα της, ένας άλλος μηχανισμός, ο μηχανισμός της μετάθεσης έρχεται σαν προσωρινή παρηγορία να παρατείνει τον πολιτικό χρόνο. Όλα θα γίνουν αργότερα και μετά. Μετά και αργότερα. Στην ψυχανάλυση είναι μηχανισμός απώθησης, στην πολιτική τέχνασμα αποφυγής των κινδύνων της συσσωρευμένης έντασης. Κατά κανόνα μας προλαβαίνουν τα γεγονότα.'