ΕΛΛΑΔΑ. Η Αφροδίτη της Μήλου είναι ένα από τα πιο διάσημα και πολυθρύλητα αγάλματα της αρχαιοελληνικής τέχνης. Ανακαλύφθηκε το 1820 στην τουρκοκρατούμενη Μήλο και από το 1821 κοσμεί το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.

Το καλαίσθητο γλυπτό της Αφροδίτης της Μήλου έχει ύψος δύο μέτρων και απεικονίζει το γυμνό σώμα της θεάς, το οποίο καλύπτει ένα ένδυμα με λεπτομερείς πτυχώσεις από την μέση και κάτω. Σήμερα, αποτελεί ένα από τα «διαμάντια» του Λούβρου, με εκατοντάδες επισκεπτών να το φωτογραφίζουν καθημερινά.

Δημιουργία της ύστερης ελληνιστικής περιόδου (τέλη του 2ου π.Χ αιώνα), το ύψους 2.02μ και βάρους 900 κιλών μαρμάρινο άγαλμα, εικονίζει την θεά της ομορφιάς και του έρωτα, ημίγυμνη να φοράει μόνο το ιμάτιο δεμένο γύρω από τους γοφούς της. Τα δύο χέρια που λείπουν, πρέπει να καταστράφηκαν είτε κατά την ανασκαφή είτε κατά την μεταφορά.

Αρχικά πιστευόταν ότι η Αφροδίτη της Μήλου ήταν έργο του Πραξιτέλη ή του Σκόπα, σήμερα πλέον είναι εδραία η πεποίθηση στους ειδικούς, ότι είναι έργο του γλύπτη Αλέξανδρου από την Αντιόχεια.

Η ανακάλυψη του αγάλματος και η φυγάδευσή του στη Γαλλία

Στις 8 Απριλίου του 1820, ένας κάτοικος της Πλάκας της Μήλου, ο Γεώργιος Kεντρωτάς, που καλλιεργούσε το χωράφι του, προσέκρουσε σε ένα λίθινο υπόγειο θόλο, κάτω από τον οποίο ήταν τοποθετημένο το άγαλμα. Εκεί ανακάλυψε μια «μικρή σπηλιά» σκεπασμένη με χώματα, που αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν εξέδρα του σταδίου της αρχαίας πόλης. Μέσα σ’ αυτή, ήταν το μισό άγαλμα της Αφροδίτης.

Τυχαία βρίσκονταν κοντά του ο Γάλλος αξιωματικός Oλιβιέ Bουτιέ και δύο ναύτες του Γαλλικού πλοίου Eσταφέτ, που είχαν έρθει στον κόλπο της Μήλου για ολιγοήμερη επίσκεψη. Θαύμασαν το εύρημα και τον έπεισαν να ψάξει και για το υπόλοιπο μισό του αγάλματος. Πράγματι, ανακαλύφθηκε λίγο αργότερα μαζί με δύο «Eρμές», μία ενός νέου άνδρα και μία ενός ηλικιωμένου, του Ερμή και του Ηρακλή αντίστοιχα. Σήμερα βρίσκονται και αυτές μαζί με μία τρίτη και την Aφροδίτη, στο Μουσείο του Λούβρου.

Ο Κεντρωτάς, όταν συνήλθε από την έκπληξη, παρέλαβε το πολύτιμο εύρημα και το έκρυψε με πάσα μυστικότητα στην οικία του. Όμως το μυστικό γρήγορα κοινολογήθηκε και έφτασε στα αυτιά τόσο του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη όσο και των προκρίτων της Αθήνας. Ο πρώτος ενημέρωσε τον ελληνομαθή και αρχαιόφιλο σημαιοφόρο Ντ' Ουρβίλ, μέλος του πληρώματος γαλλικού πολεμικού πλοίου που ναυλοχούσε στην Κωνσταντινούπολη.

O Bουτιέ κατάλαβε αμέσως την καλλιτεχνική αξία του αγάλματος και το ζωγράφισε, ενώ παράλληλα ενημέρωσε τον κυβερνήτη του και τον Λούη Mπρέστ, υποπρόξενο της Γαλλίας στη Mήλο, για να διαπραγματευτούν την αγορά του.

Έτσι, έκλεισαν μία πρώτη συμφωνία με τον Kεντρωτά, μέχρι να ενημερωθεί ο πρεσβευτής της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη. Αυτός έλαβε μηνύματα από πολλούς. Με ενθουσιασμό του μίλησε ο Nτυμόν ντ’ Oυρβίλ, Γάλλος αξιωματικός, που το είδε μετά από λίγες μέρες (19 Απριλίου 1820) στο νησί. Με τα καλύτερα λόγια του το περιέγραψε ο Bουτιέ, ενώ η επιστολή του Λούη Mπρέστ βρισκόταν στα χέρια του.

Ο Ντ' Ουρβίλ αμέσως έσπευσε στην Μήλο και επισκέφθηκε την οικία του Κεντρωτά. Τόσος ήταν ο θαυμασμός του για το άγαλμα, ώστε επέστρεψε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη και ενημέρωσε τον Γάλλο πρεσβευτή για την αξία του. Εκείνος, αποφάσισε να αποκτήσει το περίφημο άγαλμα. Για το σκοπό αυτό απέστειλε τον τρίτο γραμματέα της Πρεσβείας του, τον Kόμη ντε Mαρσελλύς, στη Mήλο, να κάνει τις «διαπραγματεύσεις».

Tα κατάφερε κάτω από αντίξοες όμως συνθήκες, ενώ νωρίτερα ο Kεντρωτάς, με την πίεση των προκρίτων του νησιού, το είχε πουλήσει σε κάποιον παπα-Mακάριο Bεργή. Αυτός το αγόρασε για λογαριασμό του δραγουμάνου του τουρκικού στόλου, Πρίγκιπα της Mολδαβίας, Nικολάου Mουρούζη.

Εν τω μεταξύ, οι πρόκριτοι της Αθήνας έστειλαν με τουρκικό πλοίο τον ιερέα Βέργη στο νησί με εντολή να μεταφέρει το πολύτιμο εύρημα στην Αθήνα. Ο Βέργης έφθασε στην Μήλο και έπεισε τους ντόπιους και τις τουρκικές αρχές να τού παραδώσουν το άγαλμα. Το συσκεύασε σε ξύλινο κιβώτιο και ήταν έτοιμος να το φορτώσει το πλοίο, όταν για κακή του τύχη έφθασαν οι Γάλλοι.

Με την απειλή των όπλων, οι Γάλλοι ναύτες απέσπασαν το πολύτιμο φορτίο από τα χέρια Ελλήνων και Τούρκων και το μετέφεραν στο πολεμικό πλοίο, το οποίο κατευθύνθηκε αμέσως στην Γαλλία.

Από τότε έγιναν πολλές μελέτες και γράφτηκαν πολλά για το περίφημο αυτό αριστούργημα, ενώ πολλά ερωτηματικά βασανίζουν ακόμη τους ειδικούς. Προβλήματα όπως η χρονολογία δημιουργίας του, το όνομα του γλύπτη, η θέση που βρέθηκε, αν ήταν σύμπλεγμα με το θεό Άρη και άλλα, δεν έχουν διερευνηθεί επαρκώς. Όμως θεωρείται βέβαιο ότι είναι της Ελληνιστικής εποχής, δηλαδή νεότερο του 323 π.X. με πιθανότερη χρονολογία ανάμεσα στα 150 με 50 π.X.

Οι ίδιοι οι Γάλλοι είχαν υποστηρίξει ότι «η αριστερή γωνία της βάσης του αγάλματος όπου αναγραφόταν το όνομα του γλύπτη Αλέξανδρου δυστυχώς χάθηκε στα ασβεστοκονιάματα, αλλά ανήκε σε άλλη εποχή και ήταν άσχετη προς την Αφροδίτη». Το σχέδιο που παρατίθεται πάντως δείχνει ότι η αριστερή πλευρά ταίριαζε τέλεια στη βάση του αγάλματος και επιστημονική εξακρίβωση για τη χρονολόγηση δεν μπορεί να γίνει πια αφού το κομμάτι δεν βρίσκεται πουθενά από όσο γνωρίζουν οι ειδικοί.

Πιθανόν στο πλαίσιο του «αρχαιολογικού πολέμου» οι Γάλλοι να θεώρησαν σκόπιμο να εξαφανιστεί ο πραγματικός δημιουργός του έργου, τόσο για να μην το ζητήσει πίσω η Οθωμανική Αυτοκρατορία (αφού Ελλάδα ακόμα δεν υπήρχε) όσο και για να το προβάλλουν διεθνώς περισσότερο ως έργο κάποιου «μυστηριώδους γλύπτη» από την κλασική Ελλάδα και να «προσπεράσουν» τη Γερμανία στον «αγώνα δρόμου» αρχαιοτήτων, κρατώντας το στην κατοχή τους.

Η ακρωτηριασμένη Αφροδίτη

Παράλληλα, μυστήριο υπάρχει και γύρω από τα χέρια της Αφροδίτης, με τις περισσότερες πηγές να αναφέρουν πως βρέθηκε χωρίς να είναι «ακρωτηριασμένη». Στο βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα» υποστηρίζεται η άποψη πως το κιβώτιο που περιείχε τα χέρια της Αφροδίτης είτε ξεχάστηκε στο λιμάνι, είτε έπεσε στη θάλασσα και χάθηκε την ώρα της σύγκρουσης μεταξύ Ελλήνων και Γάλλων, είτε κρατήθηκε κρυφά πίσω και δεν φορτώθηκε καν στο ελληνικό πλοίο. Διάσημη είναι η μελέτη του Γάλλου αρχαιολόγου Salomon Reinach (1890) ο οποίος υποστήριζε πως η θεά θα μπορούσε να στέκεται δίπλα σε ένα πολεμιστή, τον Άρη ή τον Θησέα, ή να κρατάει ένα καθρέφτη, ένα μήλο, ή στεφάνια δάφνης.

Για την επιστροφή του αγάλματος έχει κάνει πολλαπλά αιτήματα ο δήμος Μήλου, με σημαντικότερη στόχο το 2020, όταν και συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από την εύρεση της Αφροδίτης, ενώ τις προσπάθειες είχαν αναδείξει το 2016, και οι Times.

Έπειτα από πρωτοβουλία του δημάρχου Μήλου, το περασμένο καλοκαίρι τοποθετήθηκε πιστό αντίγραφο του αγάλματος της Αφροδίτης, κοντά στον αρχαιολογικό χώρο που είχε βρεθεί.

Από το 1821, η Αφροδίτη της Μήλου εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου και αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού για εκατομμύρια επισκέπτες, που συρρέουν κάθε χρόνο στο πιο διάσημο μουσείο του κόσμου.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις