Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος

Η αξία του Πολιτισμού για κάθε Λαό είναι ανεκτίμητη . Στόχος κι επιθυμία του είναι να τον διαφυλάττει σαν πολύτιμο θησαυρό που απαιτεί συνεχή προσοχή κι ενδιαφέρον.

Μέσα σ’ αυτό το κεφάλαιο του πολιτισμού ο κινηματογράφος , ως αναγνωρισμένη μορφή τέχνης , κατέχει μια σελίδα σημαντική.

Στα πλαίσια αυτά , τα ΘΕΡΙΝΑ ΣΙΝΕΜΑ εκφράζουν μιαν πολιτιστική ιδιαιτερότητα με έντονα ελληνικά χαρακτηριστικά.

Ήδη από το 1910 έκαναν την εμφάνισή τους πρώτα στην Αθήνα κι ύστερα επεκτάθηκαν με ραγδαίους ρυθμούς σ’ ολόκληρη την Ελλάδα αποτελώντας το πιο αγαπημένο είδος αστικής ψυχαγωγίας.

Από το 1970 και μετά άρχισαν να φθίνουν και δέχτηκαν το οριστικό χτύπημα στη 10ετία του ’80 με την εισβολή της τηλεόρασης και της βιντεοκασέτας.

Στα 1990 άρχισε μια εποχή ανάκαμψης του θερινού σινεμά , αφού ο κόσμος κουρασμένος από την κακή πολιτιστική ποιότητα της τηλεόρασης και της βιντεοκασέτας άρχισε να επιστρέφει σε σταθερές πολιτιστικές αξίες . Η στροφή αυτή ανάγκασε και την πολιτεία να προχωρήσει σε αποφάσεις θεσμικές που ενθάρρυναν τη διατήρηση των παλαιών θερινών σινεμά (κι όχι μόνο) ως στοιχείων πολιτισμού.

Πολλοί δήμοι ανά την Ελλάδα αξιοποίησαν αυτές τις νέες θεσμικές δυνατότητες κι απέκτησαν παλαιά Θερινά Σινεμά τα οποία λειτούργησαν πλέον ως Δημοτικά προσφέροντας στους δημότες τους ψυχαγωγία και πολιτισμό μέσα από μια παραδοσιακή λειτουργία 10ετιών.

Ο δρόμος που ακολούθησαν οι εμπνευσμένες κι ευαίσθητες αυτές δημοτικές αρχές σ’ ολόκληρη την Ελλάδα προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους είχε τριπλή κατεύθυνση :

1.Εξαγορά των οικοπέδων κι επαναλειτουργία Θερινών Σινεμά που είχαν κλείσει.
2.Πρόκληση απόφασης από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων για χαρακτηρισμό ως διατηρητέων συγκεκριμένων κινηματογράφων.
3.Πρόκληση απόφασης του ΥΠΕΧΩΔΕ με την οποία καθοριζόταν η παραδοσιακή χρήση υπαίθριου κινηματογράφου και ο χαρακτηρισμός ως «πολεοδομικώς ενδιαφερόντων σημείων της πόλης» συγκεκριμένων κινηματογράφων.

Η διαδικασία αυτή αφορά , βεβαίως , ΚΑΙ τα χειμερινά σινεμά των οποίων η αξία δεν είναι καθόλου κατώτερη από εκείνη των θερινών.

Κι ενώ αυτά συνέβαιναν (και συμβαίνουν) εδώ και 10ετίες σ’ ολόκληρη την Ελλάδα , στη Σπάρτη επικράτησε αδιαφορία και πολιτιστική ξηρασία :
Πριν κάμποσα χρόνια χάθηκε «μέσα από τα χέρια» της δημοτικής αρχής το κλειστό σινεμά «ΑΝΕΣΙΣ» παρά τη στήριξη (θεσμική και οικονομική) του τότε Υπουργού Πολιτισμού Σταύρου Μπένου.

Πέρυσι (2012) παρά τον «ξεσηκωμό» των πολιτών χάθηκε για πάντα ΚΑΙ το ιστορικό Θερινό Σινεμά «ΡΟΔΟΝ» το οποίο κατεδαφίστηκε.

Έτσι μια από τις τελευταίες μνήμες της σύγχρονης πολιτιστικής μας κληρονομιάς έσβησε και η Σπάρτη βούλιαξε ακόμα περισσότερο στη μετριότητα και την ανυπαρξία. Διότι στη Σπάρτη, με ιδιαίτερη συχνότητα, όποτε συγκρούεται το ατομικό με το κοινωνικό κατά κανόνα το κοινωνικό χάνει .