ΚΥΘΗΡΑ. Ο Σωτήρης Τσαφούλιας έκλεισε τον κύκλο του Έτερος Εγώ και ανοίγει τώρα, ένα νέο τηλεοπτικό κεφάλαιο που αναμένεται να καθηλώσει το τηλεοπτικό κοινό. Γιατί η νέα σειρά του βασίζεται στη μεγαλύτερη μαζική δολοφονία στην Ελλάδα, που έναν αιώνα μετά εξακολουθεί να προκαλεί ανατριχίλα.

Η σειρά του καταξιωμένου σκηνοθέτη, είναι μεταφορά του βιβλίου “17 κλωστές” του Πάνου Δημάκη που κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική και βασίζεται στο άγριο έγκλημα των Κυθήρων, και στην ιστορία ενός καλοσυνάτου τσαγκάρη που μετατράπηκε σε αδίστακτο δολοφόνο.

Ήταν 23 Αυγούστου του 1909, όταν διαπράχθηκε ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα στην ελληνική ιστορία. Ο λόγος για την δολοφονία 15 κατοίκων στο χωριό Καλοκαιρινές Κυθήρων από τον Α. Λ. Ο δολοφόνος και κάτοικος του νησιού λέγεται πως αναγκάστηκε να φύγει από το νησί, ύστερα από ενέδρα που στήθηκε εναντίον του, με στόχο τη συκοφαντική δυσφήμησή του. Μετακόμισε στην Αθήνα, όπου τα προβλήματά του συνεχίσθηκαν.

Θολωμένος από την άδικη αντιμετώπιση της κοινωνίας, όπως απέναντί του, όπως ένιωθε, αποφάσισε να εκδικηθεί. ‘Έτσι, επέστρεψε στα Κύθηρα και με ένα μαχαίρι και σε κατάσταση αμόκ, σκότωσε 15 κατοίκους του νησιού. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και πώς ένας καλοσυνάτος και φιλήσυχος τσαγκάρης μετατράπηκε σε έναν αιμοσταγή και παρανοϊκό δολοφόνο.

Η άδικη συκοφαντία

Τσαγκάρης, μάστορας και οργανοπαίχτης, ο δράστης ήταν από τους πιο αγαπητούς και φιλικούς κατοίκους των Κυθήρων. Ζούσε στα Γερακιτιάνικα των Αρωνιαδίκων και έφτιαχνε χειροποίητα στιβάνια. Οι συγχωριανοί του, αλλά και οι κάτοικοι των γύρω χωριών, τον αγαπούσαν όλοι.

Μέχρι την ημέρα που μία γυναίκα από γειτονικό χωριό κατέφτασε στο τσαγκαράδικό του, παρέλαβε τα στιβάνια που είχε παραγγείλει, αλλά αρνήθηκε να τα πληρώσει. Ακολούθησε στιχομυθία, στην οποία απαίτησε τα χρήματά του και εκείνη τον προσκάλεσε σπίτι της, για να τον εξοφλήσει. Έτσι και έγινε.

Ανυποψίαστος ο τσαγκάρης για την παγίδα που του είχαν στήσει, πήγε στο σπίτι για να πάρει τα χρήματα του. Η γυναίκα πήγε να του προσφέρει το περίφημο για την εποχή «κέρασμα του μουσαφίρη», όταν επέστρεψε ο σύζυγός της και έξαλλος από την παρουσία ενός άλλου άντρα στο σπίτι του, τον ξυλοκόπησε και τον ανάγκασε σε φυγή.

Και δεν έφτανε αυτό, αλλά γρήγορα κυκλοφόρησαν κακεντρεχείς φήμες για τον τσαγκάρη, πως πήγε να πειράξει την παντρεμένη γυναίκα, αν και πολύ αργότερα, εκφράστηκαν υποψίες πως το επεισόδιο ήταν σκηνοθετημένο από το ζευγάρι για να μην πληρώσει. Όμως, το κακό είχε ήδη γίνει. Εξαιτίας των φημών και του κακού κουτσομπολιού ο δύσμοιρος τσαγκάρης έχασε σταδιακά όλη την πελατεία του, αφού κανείς δεν ήθελε πλέον πάρε δώσει μαζί του. Απογοητευμένος και βαθύτατα πληγωμένος για την κατάφωρη αδικία εις βάρος του, μάζεψε τα πράγματα του κι έφυγε για την Αθήνα, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη μακριά από εκείνους που τον πλήγωσαν.

Η νέα ζωή στην Αθήνα

Έφτασε στον Πειραιά και ξεκίνησε να εργάζεται σε ένα τσαγκαράδικο, στο οποίο το αφεντικό ήταν Κυθήριος. Όντας άριστος στη δουλειά του, γρήγορα απέκτησε τη φήμη του καλού μάστορα. Αυτό, λέγεται, πως προκάλεσε τον φθόνο των συναδέλφων του, οι οποίοι αποφάσισαν να τον ξεφορτωθούν.

Τοποθέτησαν στο σακίδιό του μερικά εργαλεία του μαγαζιού, τα οποία και εντοπίστηκαν από το αφεντικό. Λόγω της πρότερης έντιμης συμπεριφοράς του αντιμετωπίστηκε με επιείκεια. Ωστόσο, η γυναίκα του αφεντικού φέρεται πως επέμενε να ασκηθεί μήνυση εναντίον του για υπεξαίρεση, υπενθυμίζοντας το επεισόδιο στο νησί.

Ο τσαγκάρης κατηγορήθηκε και πάλι άδικα. Αυτή τη φορά για κλοπή, καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στη φυλακή. Όταν εξέτισε τη σύντομη ποινή του, βρήκε νέα δουλειά, αλλά λίγο αργότερα, για άγνωστους λόγους, απολύθηκε.

Αντιμέτωπος για τρίτη συνεχόμενη φορά με την ανεργία και απογοητευμένος από την αδικία σε βάρος του, θόλωσε και στο μυαλό του καρφώθηκε μόνο ένας στόχος: να πάρει εκδίκηση για τα όσα δεινά υπέφερε. ‘Έτσι, αποφάσισε να επιστρέψει στα Κύθηρα, εκεί από όπου ξεκίνησαν όλα κι έμελλε να τελειώσουν όλα με τον πιο φρικτό και ανατριχιαστικό τρόπο.

Η μαζική δολοφονία

Στις 23 Αυγούστου 1909 έφτασε στη γενέτειρά του και οπλισμένος με ένα μαχαίρι ξεκίνησε για τα Πιτσινιάνικα. Υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, λέγεται ότι μπερδεύτηκε, έχασε τον προορισμό του και βρέθηκε στο χωριό Καλοκαιρινές.

Την ίδια μέρα γινόταν μία βάφτιση, στην εκκλησία του χωριού, στον Άγιο Σπυρίδωνα. Ο επίδοξος δολοφόνος έφτασε στο καμπαναριό, έκρουσε τις καμπάνες και οι νησιώτες ξεκίνησαν για το μυστήριο. Ο δράστης έστησε καρτέρι στο διπλανό δρομάκι και έμπηγε το μαχαίρι του σε όποιον περνούσε. Ορισμένοι από τους κατοίκους νόμισαν πως πρόκειται για επιδρομή πειρατών, καθώς το νησί είχε δοκιμαστεί στο παρελθόν και οι διηγήσεις ήταν ζωντανές.

Ωστόσο, ο παπάς του χωριού πρώτος αντιλήφθηκε πως δεν ήταν πειρατής. Όπλισε το τουφέκι του, σημάδεψε και τον πυροβόλησε στην πλάτη. Ο δολοφόνος δεν πληγώθηκε θανάσιμα. Έτρεξε για να αποφύγει τη σύλληψη και οι κάτοικοι άρχισαν να μετράνε θύματα.

Από τις μαρτυρίες των κατοίκων προέκυψε ότι ο αριθμός των θυμάτων έφτασε τους 15, ανάμεσά τους και μία έγκυος γυναίκα με τα δύο της παιδιά.

Ο δράστης έφτασε στο σπίτι του και πέρασε το βράδυ στην ταράτσα. Στο χωριό επικρατούσε πανικός, καθώς κανένας δεν μπορούσε να διατυπώσει με βεβαιότητα την ταυτότητα του δράστη. Την επόμενη μέρα, η γειτόνισσα του τσαγκάρη ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού της, διέκρινε τον αιμόφυρτο Α.Λ και κάλεσε την αστυνομία. Μέσα σε λίγα λεπτά είχε συλληφθεί.

Οδηγήθηκε στο Ναύπλιο, όπου διεξήχθη η δίκη. Αν και όλα έδειχναν πως δεν θα γλιτώσει την θανατική ποινή, εντούτοις καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Λέγεται πως η έδρα αποφάσισε την συγκεκριμένη ποινή, προκειμένου ο δράστης να αναλάβει καθήκοντα δήμιου, κάτι που ίσχυε μόνο για δολοφόνους με μεγάλο αριθμό θυμάτων.

Στις φυλακές του Ναυπλίου βρέθηκε συγκρατούμενος με μερικούς Μανιάτες. Όπως και σε άλλα σωφρονιστικά ιδρύματα, έτσι και εκεί ίσχυε ο άγραφος νόμος της υπεροχής αυτού με το βαρύτερο ποινικό μητρώο. Ο Α.Λ έχοντας στο βιογραφικό του 15 νεκρούς ήταν ήδη «από τους ισχυρούς». Όταν διέπραξε μία ακόμη δολοφονία εντός των φυλακών, ο αριθμός αυξήθηκε και απέκτησε το ψευδώνυμο «ο Καπετάν δεκάξι». Οι Μανιάτες βάλθηκαν να τον βγάλουν από τη μέση πιθανώς γιατί το 16ο θύμα του ήταν από τη Μάνη.

Έτσι συνεννοήθηκαν με τον κουρέα τον φυλακών και στο προγραμματισμένο τους ραντεβού, τον έσφαξε με το ξυράφι. Και κάπως έτσι, ο αδίστακτος δολοφόνος βρήκε τραγικό θάνατο.

Πηγή: mixanitouxronou.gr

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις