Μέρες που είναι διαβάζουμε ότι δεν ήθελε πολύ, μήνα Μάρτη, για να διχαστούν οι επαναστατημένοι Έλληνες από το ‘21 και να χωριστούν σε δύο στρατόπεδα κυβερνητικών και αντικυβερνητικών. Ρουμελιώτες και Μωραίτες, πολιτικοί και οπλαρχηγοί. Και έσερναν ο ένας τον άλλον σε μάχες, σε δικαστήρια, σε λαγούμια.

Μετά από κάποια χρόνια, διαβάζουμε πάλι, ότι η διχόνοια ταλάνιζε, κάθε μήνα σχεδόν, τους πατριώτες, που κρατώντας μετερίζια είχαν τόσο πάθος όσο και λάθος… Εκεί που κυρίευαν τον κόσμο έχαναν και την αυλή τους.

Γύριζε πίσω αυτός ο λαός και όσα μεγαλεία έβλεπε άλλα τόσα συντρίμμια, όσα αξιοζήλευτα κατορθώματα τόσα αξιοθρήνητα λάθη.

Δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τότε και διαβάζουμε, για τους παππούδες μας πλέον, ότι πάλι βρέθηκαν στα εμφύλια χαρακώματα μετά από ένα, ακόμα, Έπος. Αντί για Μωραϊτες και Ρουμελιώτες τώρα λέγονται αριστεροί και δεξιοί. Και ο εμφύλιος αυτός είχε τόσο μένος, τόσο αίμα και τόσο πόνο που έγραψε δικό του κεφάλαιο στην ιστορία. Κεφάλαιο που δίδασκε πως μπορεί ο αδελφός να σκοτώσει τον αδελφό μέσα στην σπαραγμένη αγκαλιά της μάνας Πατρίδας.

Τι κι αν αδελφός πήρε αδελφού την πνοή; Τι κι αν γείτονας πήρε του γείτονα την ψυχή; Κύλησε η Ιστορία, που τέτοιες ώρες μοιάζει «τσούλα», και νόμισε ότι το κακό έμεινε πίσω της… Αδιόρθωτη κι αυτή.

Γίναμε Χουντικοί και Κομμουνιστές και πάλι αίμα. Πίναμε τον καφέ μας σε «μπλε» και «πράσινα» καφενεία και όποτε υπήρχε ήρωας, γιατί υπήρχε σε κάθε πλευρά, γινόταν το ανάθεμα της άλλης.

Γίναμε σύγχρονοι και ευρωπαίοι και αντί να μεθάμε με το αθάνατο κρασί του 21 αρκεστήκαμε στη «μέθη» του €. Το παίξαμε στα ζάρια, στα έδρανα, στα κράσπεδα και στα ταμεία… Και πάλι στον κόρφο μας ο εμφύλιος σπαραγμός «εκσυγχρονισμένος» και «φιλελεύθερος». Παύλος ο Μπακογιάννης, πέφτει νεκρός από «δίκαιες» σφαίρες, Παύλος και ο Φύσσας, λυγίζει μαχαιρωμένος από «δίκαιη» σπάθη… Εμφύλιος άνεμος σπαράζει κάτω από ένα πάθος που δεν μπορεί να δαμάσει γιατί δεν έχει μνήμη, δεν έχει γνώση, δεν έχει κρίση, δεν έχει τόλμη. Έχει μόνον θυμό, θράσος και θέρμη. Άγεται και φέρεται…

Γιατί δεν είδε και δεν τον άφησαν να δει ότι σε κάθε σπαραγμό υπήρχε πάντα μια απειλή από την Ανατολή και ένα τσούρμο «συμμάχων» από τη Δύση. Γιατί δεν κατάλαβε και δεν τον άφησαν να καταλάβει ότι σε κάθε εμφύλιο υπήρχαν γρόσια, δάνεια, λίρες, προγράμματα και μνημόνια για να μοιράσουν τα αδέλφια μεταξύ τους. Γιατί δεν ένιωσε και δεν τον άφησαν να νιώσει ότι αυτό που θυσιάζει είναι πολύ σημαντικότερο από αυτό που προσδοκά. Θυσίασε τα καλύτερα για τα χειρότερα…

Ο εμφύλιος λαός ήταν, είναι και θα είναι σπαραγμένος. Γιατί αυτό βολεύει, αυτό πρέπει και, μήπως τελικά, αυτό αρμόζει σε ένα τέτοιο λαό.

Έναν λαό που πλάι στη αγνή και ισχυρή λέξη - έννοια εμφύλιος βάζει πάντα τις λέξεις πόλεμος και σπαραγμός…