Ο Γορτύνιος πυρπολητής Ιωάννης Θεοφιλόπουλος ή Καραβόγιαννος
Γράφει ο Γιάννης Μητράκος
Κατά τις επισκέψεις μου στα ιστορικά Λαγκάδια της Γορτυνίας, ιδίως με την ευκαιρία των όμορφων εκδρομών του Γορτυνιακού Συνδέσμου Σπάρτης, μου είχε κάνει εντύπωση το γεγονός ότι στο ηρώο της ένδοξης κωμόπολης, απέναντι από το ναό των Ταξιαρχών, υπήρχε η προτομή ενός πυρπολητή του Ιωάννη Θεοφιλόπουλου ή Καραβόγιαννη! Αναρωτιόμουν, λοιπόν, πώς έγινε ένας ορεσίβιος Γορτύνιος να βρεθεί στην πρώτη γραμμή του ελληνικού πολεμικού ναυτικού του 1821 και ποια ήταν η συμβολή του στον αγώνα.
Σήμερα, με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 ετών από την μεγαλειώδη Επανάσταση των Ελλήνων κατά του Τούρκου δυνάστη, θα μας δοθεί η ευκαιρία, ανατρέχοντας στις ιστορικές πηγές, να ιχνηλατήσουμε και να περιγράψουμε αυτήν την ηρωική μορφή, που είναι εν πολλοίς άγνωστη στην πλειονότητα των ανθρώπων του λαού μας.
Ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος γεννήθηκε στα αμφιθεατρικά Λαγκάδια της Γορτυνίας το έτος 1790. Καταγόταν από παλιά μοραΐτικη οικογένεια και συγγένευε με τον Εθνομάρτυρα Ανανία Λαμπάρδη, που σφαγιάστηκε στη Μητρόπολη του Αγίου Δημητρίου του Μυστρά από τους Τούρκους. Πατέρας του ήταν ο Γιώρης Θεοφίλης.
Το 1808, σε ηλικία 18 ετών, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, εξαιτίας μιας διαμάχης με τον τοπικό αγά και να αναζητήσει καταφύγιο πρώτα στο Ναύπλιο κι εν συνεχεία στα Ψαρά. Εκεί ο νεαρός Γιάννης Θεοφιλόπουλος, που το ύψος του ξεπερνούσε τα δύο μέτρα, διδάχτηκε τη ναυτική τέχνη και την τέχνη του πυρπολητή από τον Ιωάννη Δημουλίτσα ή Πατατούκο, που καταγόταν από την Πάργα και ήταν κατασκευαστής πυρπολικών (μπουρλότων).Τα πυρπολικά ήταν παλιά πλοία, ή πλοία πολύ φτηνής κατασκευής, γεμάτα με εύφλεκτα υλικά. Χρησιμοποιούνταν για να βάλουν φωτιά σε εχθρικά πλοία ή να προκαλέσουν πανικό στο πλήρωμα τους. Αγκιστρώνονταν πάνω στα εχθρικά πλοία και κατόπιν το πλήρωμα έβαζε φωτιά με αποτέλεσμα να ακολουθήσει έκρηξη ή μεγάλη πυρκαγιά. Το πλήρωμα του πυρπολικού εγκατέλειπε το πλοίο λίγο πριν αυτό εκραγεί.
Όταν άρχισε η Επανάσταση του 1821, ο Θεοφιλοπουλος εντάχθηκε στον ψαριανό στόλο και άρχισε την πολεμική δράση του. Συμμετείχε σε όλες τις επιχειρήσεις κατά μήκος του Ανατολικού Αιγαίου και προς Βορρά μέχρι τα Δαρδανέλια και τον Ελλήσποντο, την Άβυδο, τα Κατάστενα και Νομπρίτζιε, καθώς και σε Κασσάνδρα, Αίνο, Τένεδο και Σάμο. Κορυφαίες στιγμές της ηρωικής του προσπάθειας ήταν η επίθεση κατά του τουρκικού στόλου στην Ερεσό (27 Μαΐου 1821), όπου ο Θεοφιλόπουλος πρωταγωνίστησε ανατινάζοντας το δίκροτο ντελίνι του κυβερνήτη Αρναούτ Μπαΐραχτάρη κι ένα χρόνο αργότερα με την ομάδα του Κωνσταντίνου Κανάρη όταν ανατίναξαν, ως αντίποινα για τη σφαγή της Χίου, τη ναυαρχίδα του τουρκικού στόλου, «Κινούμενο όρος», στην οποία επέβαινε ο αντιναύαρχος του οθωμανικού πολεμικού ναυτικού Καπουδάν Πασάς Καρά Αλής (6 Ιουνίου 1822). Το 1822 πήρε μέρος και στη Ναυμαχία των Πατρών (20 Φεβρουαρίου), όπως βεβαίωσε γραπτά ο Ψαριανός ναύαρχος Νικολής Αποστόλης.
Δυστυχώς, όπως συμβαίνει συχνά, ο Καραβόγιαννος στην επίσημη Ιστορία αναφέρεται μόνο ως πλήρωμα των πυρπολικών και όχι ως πρωταγωνιστής ή έστω συμπρωταγωνιστής του Παπανικολή και του Κανάρη, αν και ήταν στα δύο περιστατικά πηδαλιούχος ή δαδούχος. Η συμβολή του υποβαθμίστηκε ή αποκρύφτηκε για να αναδειχτούν μόνο οι επικεφαλής. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Καραβόγιαννος, λίγους μήνες μετά την ανατίναξη της ναυαρχίδας του Καρά Αλή, δυσαρεστημένος για την παραγκώνιση του, αφού ζήτησε και πήρε τα πιστοποιητικά των Ψαριανών, άφησε τη θάλασσα για να κατακτήσει με την ανδρεία του, νέες δάφνες στη στεριά και να γίνει τελικά βαθμοφόρος. Πήρε μέρος στις μάχες του Μοριά και της Ρούμελης και διακρίθηκε στη μάχη των Τρικόρφων (23 Ιουνίου 1825), όπου έλαβε την προσωνυμία «Τσάκαλος» λόγω της παλικαριάς του.
Μετά την Ανεξαρτησία τοποθετήθηκε ως αρχηγός της πολιτοφυλακής στην Τριπολιτσά (1830). Το 1865 με τον ερχομό του βασιλιά Γεωργίου του Α΄, όταν ορίστηκε η τελευταία επιτροπή καταγραφής των αγωνιστών του 1821 - αν και οι περισσότεροι δεν ζούσαν πια - ο Θεοφιλόπουλος υπογράφει αρκετά πιστοποιητικά ως Ταγματάρχης της Φάλαγγας, τιμητικός βαθμός που του αποδόθηκε χωρίς την αντίστοιχη προικοδότηση.
Ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος έζησε ξεχασμένος και πάμπτωχος σε ένα ταπεινό σπιτάκι σε μια πάροδο της οδού Αιόλου των Αθηνών, κοντά στη «Βρύση του Βορρά». Εκεί τον ανακάλυψαν ο δημοσιογράφος Γεώργιος Βαλασόπουλος και ο καθηγητής Εμμανουήλ Βροΐλης, που προσπάθησαν να τον βγάλουν από τη λήθη και να γνωστοποιήσουν τα κατορθώματά του. Και πράγματι το 1884, επί κυβερνήσεως Χαριλάου Τρικούπη, που οργανώθηκε στο νεόδμητο Πολυτεχνείο η πρώτη έκθεση κειμηλίων του Αγώνα, ο λαός αντί να πάει στην έκθεση συνέρρευσε στο σπίτι του Καραβόγιαννου για να τον τιμήσει και πολλοί ήταν αυτοί που έσκυψαν και του φίλησαν με σεβασμό το χέρι, ζητώντας να τους διηγηθεί τη συγκλονιστική ιστορία του.
Ο καπετάν Γιάννης πέθανε την 1η Δεκεμβρίου 1885 σε ηλικία 95 ετών. Στην κηδεία του παραβρέθηκε το εγγόνι του Γέρου του Μοριά ο Θεόδωρος Γενναίου Κολοκοτρώνης, που αναλύθηκε σε δάκρυα όταν παρακλήθηκε από κάποιους να εκφωνήσει τον επικήδειό του. Είπε χαρακτηριστικά: «Τι να είπω εγώ εις τον Καπετάν Γιάννη; Μπορεί ο λύχνος να φέξη τον ήλιον; Ο Καπετάν Γιάννης ήτο και του πάππου μου ανώτερος».
Και αντί επικήδειου στιχούργησε το εξής επιτύμβιο:
ΗΤΑΝ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ
ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΔΕΛΦΙΝΙ
ΠΟΥ ΤΡΕΜΑΝ ΣΑΝ ΤΟΝ ΑΚΟΥΓΑΝ
ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΚΑΙ ΑΛΤΖΕΡΙΝΟΙ
Όπως προαναφέραμε οι ιστοριογράφοι της εποχής έβαλαν στο περιθώριο της Ιστορίας τον γενναίο Γορτύνιο πυρπολητή, αν και υπήρχαν προσωπικές μαρτυρίες και αδιάψευστα τεκμήρια απ’ όπου προκύπτει η ενεργός παρουσία και δράση του Καραβόγιαννου στο ναυτικό πόλεμο των επαναστατημένων Ελλήνων. Ενδεικτικά παραθέτουμε απόσπασμα του επίσημου πιστοποιητικού της Βουλής των Ψαρών σχετικά με την επιχείρηση στην Ερεσό στο οποίο δηλώνεται ρητά ότι: «0 φιλογενέστατος κάτοικος της νήσου Ψαρών κύριος Ιωάννης Γ. Θεοφίλου Μωραΐτης φιλοτιμηθείς και με γενναίαν ψυχήν εμπαρκάρισεν αδωροδοκήτως έσωθεν εις το αποφασισμένον μπουρλότο, το οποίο κατέκαυσε το φθοροποιόν και βαρβαρικόν πλοίον δελίνι του τυράννου».
Σε γραπτή αναφορά του Κωνσταντίνου Κανάρη αναφέρεται: «Δια του παρόντος φανερώνω ο κάτωθεν γεγραμμένος Κωνσταντής Μικέ Καναρίου και διοικητής του ηφαιστείου πλοίου, ότι ο κύριος Ιωάννης Γεωργίου Θεοφιλόπουλος εις την έκπλευσίν του κατά του τυραννικού στόλου, του ευρισκομένου εις Χίον, εφέρθη με μεγάλη επιμονήν και γενναιότητα, εμποδίζων τας διχονοίας με κάθε επιδέξιον τρόπον…».
Σε επιστολή που απέστειλε ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος προς τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (1829) αναφέρει: «Είμαι ο πρώτος όσων με διαταγή του τότε ναυάρχου επήγα επικεφαλής ενός μέρους ναυτών και εκγυμνώσαμεν το πλησίον του Ελλησπόντου μικρόν φρούριον του Νομπριτζιε ονομαζόμενον, του οποίου τριάντα τόσα κανόνια και άλλας πολλάς πολεμικάς ύλας μεταφέραμεν εις Ψαρά.Ο αυτός εγώ είμαι όπως απεφάσισα και έβαλα τον εαυτόν μου εις κίνδυνον, εισελθών εις το τρίτον μπουρλότον; αφού τα δύο πρώτα απέτυχον, δι’ ου εκαύσαμεν κατά την Μυτιλήνην το Τουρκικό Δίκροτον».
Ο Χρυσανθόπουλος Φώτιος ή Φωτάκος (1798-1878) αγωνιστής του 1821, υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη και απομνημονευματογράφος, αναφέρει, περιληπτικά, στους Βίους των Πελοποννησίων στρατιωτικών του 1821 για τον Θεοφιλόπουλο: « Καὶ οὗτος ἐγεννήθη εἰς τὰ Λαγκάδια. Ἐν ἀρχῇ τῆς ἐπαναστάσεως εὑρέθη ναυτικὸς εἰς τὰ Ψαρὰ, καὶ ἀνεδείχθη ἕνας ἐκ τῶν ἐπισήμων πυρπολητῶν, καύσας Τουρκικὰ πλοῖα. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπηρέτησε καὶ εἰς τὴν ξηρὰν μετὰ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη».
Ο Καραβόγιαννος, μεταθανατίως, τιμήθηκε από το Δήμο Αθηναίων που έδωσε το 1910 το όνομά του σε δρόμο της Αθήνας, στις αρχές της λεωφόρου Βουλιαγμένης, οπού υπάρχει και σήμερα. Το έτος 1970 η προτομή του στήθηκε στο μνημείο των πεσόντων των Λαγκαδίων και στη δεκαετία του ’90 επί δημαρχίας του αείμνηστου Τροπαιάτη Δημητρίου Κιντή και σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Λαγκαδινών Αττικής στήθηκε νέα προτομή στην πλατεία Σικελιανού στη συνοικία Κανάρια της Ηλιούπολης. Τέλος στη δεκαετία του ’80 το προσωνύμιο «Καραβόγιαννος» του Θεοφιλόπουλου δόθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό σε ένα πλοίο φαρικών αποστολών με αριθμό Α-479.