Σαν σήμερα πέθανε ο Κλεφτοκαπετάνιος Δημήτριος (Μήτρος) Πέτροβας
Ο Δημήτριος (Μήτρος) Πέτροβας (1745 – 12 Μαρτίου 1838), γνωστότερος ως Μητροπέτροβας ήταν Κλεφτοκαπετάνιος, παλιός συμπολεμιστής του Καπετάν Ζαχαριά και οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 από τη Μεσσηνία, καθώς και ένας από τους ηγέτες των αντικυβερνητικών εξεγέρσεων κατά τη διάρκεια της Βαυαρικής Αντιβασιλείας του Όθωνα (Βαυαροκρατία) το 1834.
ΕΛΛΑΔΑ. Ο Μήτρος Πέτροβας γεννήθηκε το 1745 στη Γαράντζα, που μετά το 1927 ονομάστηκε Άνω Μέλπεια, του Νομού Μεσσηνίας. Ανέπτυξε από νωρίς δραστηριότητα κατά των Οθωμανών και το 1770 συμμετείχε στην Επανάσταση των Ορλωφικών.
Ο Μητροπέτροβας ήταν αδελφοποιητός φίλος και συμπολεμιστής με τον πατέρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Κωνσταντή. Μετά το φόνο του Κωνσταντίνου (Κωσταντή) Κολοκοτρώνη το 1785, ο Μητροπέτροβας ως συνδεόμενος από τα παλιά χρόνια με δεσμούς αδελφοποιίας και φιλίας με το Κολοκοτρωνέικο ανέλαβε την κηδεμονία του νεαρού ακόμη Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Υπήρξε δε και ο πρώτος δάσκαλος του στην πολεμική τέχνη και τον βοήθησε με κάθε τρόπο όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση.
Το 1819 ο Μητροπέτροβας μυείται στην Φιλική Εταιρεία από τον Κυριάκο Καμαρίνο και μετά από δυο χρόνια ο Μητροπέτροβας σε ηλικία 76 ετών με την έναρξη της Επανάστασης, συμμετείχε με δικό του πολεμικό σώμα (ασκέρι) στην απελευθέρωση της Καλαμάτας κατά την 23η Μαρτίου του 1821. Μπαίνει σχεδόν από τους πρώτους στην Καλαμάτα λίγο προτού τον Κολοκοτρώνη, τον Παπαφλέσσα, τον Νικηταρά, τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, τον Αναγνωσταρά και άλλους αγωνιστές, ενώ στη συνέχεια προέλασε στη βόρεια Μεσσηνία, όπου κατέλυσε τις Οθωμανικές αρχές.
Μετά ακολούθησε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στις πολεμικές επιχειρήσεις της Αρκαδίας και μάλιστα, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, συμμετείχε στην πολύ σημαντική μάχη του Βαλτετσίου τον Μάιο του 1821 ως επικεφαλής των πολεμιστών από την Ανδρούσα και το Λεοντάρι τοποθετημένος στο δυτικό προμαχώνα του ελληνικού στρατοπέδου, από κοινού με τους Ιωάννη Μαυρομιχάλη, Π. Κεφάλα και Παπατσώνη.
Διακρίθηκε για την απόκρουση των επανειλημμένων επιθέσεων του οθωμανικού πεζικού αλλά και ιππικού γιατί ήταν δεινός σκοπευτής. Αργότερα συμμετείχε στην πολιορκία και την άλωση της Τριπολιτσάς. Το 1822 έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις εναντίον του εκστρατευτικού σώματος του Μαχμούτ Δράμαλη και διακρίθηκε στη μάχη των Δερβενακίων. Για τη συνεισφορά του, αναδείχτηκε το 1823 σε χιλίαρχο.
Ο Μητροπέτροβας ήταν όχι μόνο ένας από τους γενναιότερους οπλαρχηγούς, αλλά και ο πιο συνετός, ο Νέστωρ του Αγώνα. Ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία οπλαρχηγός. Τον έλεγαν όλοι «παππούλη» και ο Κολοκοτρώνης τον τιμούσε, τον σεβόταν και τον αποκαλούσε πάντα «Μπάρμπα». Ο Γέρος του Μωριά που τον θεωρούσε μια κοντινή, σχεδόν πατρική φιγούρα, άκουγε τις συμβουλές του πριν από κάθε επιχείρηση στην οποία λάμβανε μέρος και ζητούσε τη γνώμη του σε κάθε κρίσιμη περίσταση. Ο γηραιός οπλαρχηγός ήταν αφοσιωμένος μέχρι θανάτου στον μαθητή του και τον ακολουθούσε παντού. Ακόμη και στη φυλακή, όταν πήρε το μέρος του στις εμφύλιες διαμάχες του 1824-1825.
Κατά τις εμφύλιες συγκρούσεις του 1823-1825, τάχτηκε στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να φυλακιστεί από την κυβέρνηση Κουντουριώτη στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα. Λίγο μετά την αποφυλάκισή του τον Μάιο του 1825, αναδείχτηκε σε στρατηγό και συμμετείχε στις επιχειρήσεις εναντίον του Ιμπραήμ Πασά.
Μετά το τέλος της Επανάστασης και τη δημιουργία του σύγχρονου Ελληνικού κράτους, πολλοί Μεσσήνιοι οπλαρχηγοί με τη καταδίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα σε θάνατο, εκδήλωσαν θανάσιμο μίσος και αντιπάθεια κατά της Βαυαροκρατίας και της Βαυαρικής Αντιβασιλείας.
Κήρυξαν εξέγερση στις 7 Ιουλίου του 1834, στη Μάνη και τον Αύγουστο στη Μεσσηνία. «Απεφασίσαμε, να ανακτήσωμεν τα πολιτικά μας δίκαια δια της δυνάμεως, του μόνου και τελευταίου μέσου προς εδραίωσιν του καταπιεζομένου λαού». Έτσι δήλωναν οι εξεγερμένοι αγωνιστές του Εικοσιένα απέναντι στην Αντιβασιλεία του Όθωνα το καλοκαίρι του 1834.
Αυτοί που αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση της πατρίδας βρέθηκαν στο περιθώριο, εκτός στρατού που συγκροτήθηκε από Βαυαρούς «μισθοφόρους» (ακόμη και στελέχη του αμφισβητούσαν την ποιότητά τους καθώς τους μάζεψαν… στον δρόμο). Βρέθηκαν εκτός αξιωμάτων, εν ολίγοις εκτός όχι μόνο υλικής αλλά και ηθικής επιβράβευσης για τις προσπάθειές τους ενάντια στους Τούρκους.
Πρωτεργάτες της εξέγερσης ήταν ο Καπετάν Γκρίτζαλης γαμπρός του Μητροπέτροβα, και ο Μητροπέτροβας. Στην συνέχεια οι εξεγερμένοι κατέλαβαν περίπου την μισή Πελοπόννησο. Κυβερνητικές όμως δυνάμεις με πολυάριθμους στρατιώτες και άρτια εξοπλισμένους μετά από σφοδρές μάχες με τους εξεγερμένους και με μεγάλες απώλειες κατόρθωσαν να καταπνίξουν την εξέγερση.
Το έκτακτο στρατοδικείο συνεδρίασε στην Κυπαρισσία καταδίκασε σε θάνατο τον Γιαννάκη Γκρίτζαλη, η ποινή εκτελέστηκε ταχύτατα, πριν περάσουν 2 ώρες από την απόφαση ο Γκρίτζαλης εκτελέστηκε τον Σεπτέμβριο του 1834. Επίσης σε θάνατο καταδικάστηκαν από το στρατοδικείο στην Πύλο ο Μητροπέτροβας και ο Τζαμαλής. Ο Αναστάσιος Τζαμαλής εκτελέστηκε αμέσως.
Η ποινή του Μητροπέτροβα όμως δεν εκτελέστηκε λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του (88 ετών) και της σημαντικής συνεισφοράς του κατά την Ελληνική Επανάσταση. Αφού παρέμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα στη φυλακή του δόθηκε αμνηστία και ακολούθως επέστρεψε στη γενέτειρά του Γαράτζα όπου και απεβίωσε στις 12 Μαρτίου 1838 σε ηλικία 92 ετών.